19 C
Athens
Κυριακή, 5 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΒασικές έννοιες του Δικαίου Ιθαγένειας: Διάκριση μεταξύ ημεδαπού και αλλοδαπού

Βασικές έννοιες του Δικαίου Ιθαγένειας: Διάκριση μεταξύ ημεδαπού και αλλοδαπού


Της Κωνσταντίνας Λάμπου,

Πριν παραπέμψει κάποιος στο Δίκαιο Ιθαγένειας, είναι απαραίτητο να γίνει διευκρίνιση ορισμένων βασικών εννοιών που είναι κρίσιμες, όπως ακριβώς και στο Δίκαιο Καταστάσεως Αλλοδαπών (ΔΚατΑλλ). Αυτό συμβαίνει, διότι στο Δίκαιο Ιθαγένειας οι συγκεκριμένες έννοιες έχουν διαφορετική σημασία από ό,τι σε άλλους τομείς δικαίου.

Αρχικά, όσον αφορά την έννοια του «ημεδαπού», είναι εκείνος που συνδέεται με ένα κράτος με το νομικό δεσμό της ιθαγένειας. Ημεδαπός δηλαδή, κατά το ελληνικό δίκαιο, είναι αυτός που έχει την ελληνική ιθαγένεια ή υπηκοότητα, εν αντιθέσει με τον αλλοδαπό που είναι μέλος του λαού άλλου κράτους.

Εδώ να διευκρινιστεί πως αλλοδαπός μπορεί να είναι και ένας αλλογενής, δηλαδή αυτός που αφενός είναι αλλοδαπής εθνικότητας, αλλά έχει την ελληνική ιθαγένεια. Σε αυτό που δίνεται βάση, προκειμένου να χαρακτηριστεί ένα άτομο σαν «ημεδαπός», είναι η ιθαγένεια που έχει εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή και όχι το αν είναι ελληνικής ή ξένης εθνικότητας, η προέλευση ή η καταγωγή του. Κατά τον Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας (ΚΕΙ), αν ένα άτομο με αλλοδαπή καταγωγή πολιτογραφηθεί Έλληνας, τότε αποκτά την ελληνική ιθαγένεια και αυτόματα κατατάσσεται στην κατηγορία του ημεδαπού, δηλαδή είναι ένας Έλληνας πολίτης και από εδώ και πέρα θα έχει τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις με τους άλλους Έλληνες πολίτες.

Πηγή εικόνας: istockphoto.com / Δικαιώματα Χρήσης: Jun

Ημεδαπός, επίσης, θεωρείται και εκείνος που έχει, αφενός, την ελληνική ιθαγένεια, αλλά μπορεί να έχει και άλλη ξένη, οπότε ονομάζεται πολυϊθαγενής. Τις περισσότερες φορές, την έννοια του ημεδαπού τη χρησιμοποιούμε, όταν θέλουμε να την αντιπαραθέσουμε με εκείνη του αλλοδαπού και αντίστροφα. Μια τέτοια περίπτωση είναι το άρθρο 4 του Αστικού Κώδικα, σύμφωνα με το οποίο ο αλλοδαπός απολαμβάνει τα αστικά δικαιώματα του αλλοδαπού.

Από την άλλη πλευρά, ο αλλοδαπός είναι οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο χωρίς την ελληνική ιθαγένεια ή που δεν έχει καμία ιθαγένεια, ήτοι είναι ανιθαγενής. Ο συγκεκριμένος ορισμός είναι αυτός του άρθρου 1(α) του νόμου 4251/2014 που είναι ο Κώδικας Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης. Εν ολίγοις, σε σχέση με τον ημεδαπό, αλλοδαπός είναι αυτός που είναι μέλος του λαού ξένου κράτους. Ας δούμε, όμως, τι ορίζεται στο άρθρο 29 του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας «Όπου στη νομοθεσία γίνεται χρήση του όρου “αλλοδαπός”, ως αλλοδαπός θεωρείται, εφόσον δεν προκύπτει το αντίθετο και ο ανιθαγενής».

Στο σημείο αυτό, να αναφερθεί πως από τη στιγμή που χαρακτηρίζεται ένα πρόσωπο ως αλλοδαπό, σχετικά με τη νομική του κατάσταση, υπάγεται στους κανόνες του Δικαίου Καταστάσεως Αλλοδαπών (ΔΚατΑλλ). Αξίζει να σημειωθεί πως γενικά έχει μεγάλη σημασία το να προσδιορίζεται η ιθαγένεια του υπό κρίση ατόμου, καθώς στο πεδίο του Δικαίου Καταστάσεως Αλλοδαπών, οι αλλοδαποί δεν μεταχειρίζονται το ίδιο από τον Έλληνα νομοθέτη και μάλιστα κάποιοι από αυτούς έχουν πιο ευνοϊκές ρυθμίσεις, σε σχέση με άλλους.

Από αυτά, συμπεραίνουμε πως στην πρώτη κατηγορία κατατάσσονται οι αλλοδαποί ομογενείς. Γι’ αυτούς, οι νομοθετικές ρυθμίσεις είναι πιο ευνοϊκές και μερικές φορές εξομοιώνονται με αυτές με τους ημεδαπούς. Αυτή η ευνοϊκή μεταχείριση ορίζεται ρητά στο άρθρο 108 εδάφιο 1 του Συντάγματος και το οποίο επιβάλλει τη μέριμνα του Κράτους για τη ζωή του απόδημου ελληνισμού και τη διατήρηση των δεσμών του με τη μητέρα πατρίδα.

Στη δεύτερη κατηγορία των αλλοδαπών κατατάσσονται όσοι έχουν την «ευρωπαϊκή ιθαγένεια», είναι, δηλαδή, υπήκοοι των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ένα ευνοϊκό καθεστώς για πολλές κατηγορίες κοινοτικών υπηκόων έχει δημιουργηθεί από διάφορους νόμους και προεδρικά διατάγματα που εκδόθηκαν ύστερα από εκτέλεση κοινοτικών Οδηγιών, κυρίως σε θέματα που αφορούν την άσκηση επαγγελμάτων που παλαιότερα ασκούσαν μόνο Έλληνες πολίτες. Νομικό θεμέλιο της εξέλιξης αυτής είναι η διάταξη του άρθρου 18 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), μέσω της οποίας απαγορεύεται οποιαδήποτε διάκριση, εξαιτίας ιθαγένειας ανάμεσα στους υπηκόους κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε).

Πηγή εικόνας: istockphoto.com / Δικαιώματα Χρήσης: ViewApart

Καταληκτικά, το στοιχείο της ιθαγένειας, μέσω του οποίου συγκεκριμενοποιείται ο υπό κρίση αλλοδαπός που είναι μέλος του λαού ορισμένης πολιτείας, είναι το μέσο που θα τοποθετήσει τον αλλοδαπό στην κατάλληλη κατηγορία, σε μία από τις παραπάνω που αναφέρθηκαν.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Γραμματικάκη-Αλεξίου Α., Παπασιώπη-Πασιά Ζ. ,Βασιλακάκης Ε., Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, Στ΄ έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2017

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνα Λάμπου
Κωνσταντίνα Λάμπου
Γεννήθηκε το 2002 στη Ναύπακτο και σήμερα είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στη Νομική σχολή του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Γνωρίζει Αγγλικά και Γαλλικά, ενώ έχει πάρει μέρος σε διάφορα συνέδρια προσομοίωσης διεθνών και εθνικών οργανισμών. Της αρέσει να ασχολείται με τον εθελοντισμό, για αυτό και είναι ενεργό μέλος σε διάφορες φοιτητικές οργανώσεις. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων και παρακολουθεί σχετικά σεμινάρια με τον τομέα των σπουδών της. Η αρθρογραφία για αυτήν αποτελεί νέο εγχείρημα.