21.3 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024

Η Σύμβαση των Αθηνών του 1926


Του Σωκράτη Κατσαρού,

Με την υπογραφή της Σύμβασης της Λωζάνης στις 30 Ιανουαρίου του 1923, όχι μόνο εγκρίνεται η ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ της Ελλάδας και της κεμαλικής Τουρκίας, αλλά ξεκινάει και μια χρονοβόρα και πολυδάπανη διαδικασία για την εξαγορά των ακίνητων περιουσιών των χριστιανών και μουσουλμάνων προσφύγων στις δύο χώρες αντίστοιχα, με ποικίλες συνέπειες και για τις δύο πλευρές.

Το δύσκολο αυτό εγχείρημα ανέλαβε η Μικτή Επιτροπή Ανταλλαγής, η οποία συστάθηκε με το άρθρο 11 της Σύμβασης της Λωζάνης. Σε αυτήν συμμετείχαν 4 Έλληνες, 4 Τούρκοι και 3 εκλεγμένα μέλη από την Κοινωνία των Εθνών με προέλευση από χώρες ουδέτερες στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ η λειτουργία της ξεκίνησε στις 5 Οκτωβρίου του 1923. Οι εργασίες της Μικτής Επιτροπής αντιμετώπιζαν αρκετά προβλήματα, καθώς οι δύο χώρες διαφωνούσαν και έβλεπαν με καχυποψία η μια την άλλη. Τελικά, στις 21 Ιουνίου του 1925 υπογράφηκε η Σύμβαση της Άγκυρας, γνωστή ως Συμφωνία Εξηντάρη–Ρουσδή, καθώς ο Γεώργιος Εξηντάρης και ο Τεβφίκ Ρουσδή Αράς (Tevfik Rüştü Aras) ήταν οι επικεφαλής των αντιπροσωπειών της Ελλάδας και της Τουρκίας αντίστοιχα. Στην Άγκυρα προσπάθησαν να διευθετήσουν τις μη ανταλλάξιμες ακίνητες περιουσίες των μουσουλμάνων προσφύγων, με την Ελλάδα να παραιτείται από το δικαίωμα να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη όσους είχαν φύγει την περίοδο 1914–1922, αλλά να προσπαθεί να ρυθμίσει τα ζητήματα των φυγάδων και των εναπομεινάντων Ελλήνων της Πόλης, που έμειναν γνωστοί ως “etablis”. Όμως, η Σύμβαση της Άγκυρας, που αποδοκιμάστηκε από τους Έλληνες της Πόλης, δεν υλοποιήθηκε ποτέ.

Γεώργιος Εξηντάρης (1887-1963) επικεφαλής της Ελληνική Αντιπροσωπείας στην Μικτή Επιτροπή για την υπογραφή της Σύμβασης της Άγκυρας το 1925 πριν διακοπούν οι επαφές λόγω της δικτατορίας Πάγκαλου. Πηγή εικόνας: kaliterilamia.gr

Στις 25 Ιουνίου 1925, γίνεται στην Ελλάδα πραξικόπημα από τον στρατηγό Θεόδωρο Πάγκαλο και παγώνουν οι ελληνοτουρκικές επαφές. Ο Πάγκαλος, μάλιστα, ήθελε να αντιμετωπίσει την Τουρκία με πολεμικά μέσα, κάτι που τον οδήγησε σε αρκετά διπλωματικά ατοπήματα και την Ελλάδα σε ακόμη χειρότερη διεθνή θέση. Ο Πάγκαλος ανατράπηκε έναν χρόνο μετά και άρχισαν εκ νέου επαφές, αυτή τη φορά στην Αθήνα, όπου τον Δεκέμβριο του 1926 υπογράφηκε η Σύμβαση των Αθηνών μεταξύ των αντιπροσώπων Αργυρόπουλου και Σαράτσογλου.

Συγκεκριμένα, στη Σύμβαση των Αθηνών επιχειρήθηκε ο συμψηφισμός των προσφυγικών περιουσιών, με εξαίρεση τα κτήματα των ομογενών της Κωνσταντινούπολης και των μουσουλμάνων της Δυτικής Θράκης, ενώ η ελληνική κυβέρνηση, επιδιώκοντας τη συμπερίληψη στην κατηγορία των όλων «εγκατεστημένων» (etablis) Ελλήνων που βρίσκονταν στην Κωνσταντινούπολη την ημέρα της υπογραφής της Συμφωνίας, δέχθηκε επιπλέον την καταβολή στην Τουρκία 500.000 λιρών Αγγλίας ως χρεωστικό υπόλοιπο. Στη Σύμβαση αυτή προσαρτήθηκε και ένα Τελικό Πρωτόκολλο που αφορούσε τη δέσμευση διαιτησίας στην υλοποίηση της Σύμβασης. Στο άρθρο 4 του Τελικού Πρωτοκόλλου υπήρχε μια ρήτρα, η οποία δημιουργούσε προϋποθέσεις επέμβασης διαιτησίας, που από πολλούς διπλωμάτες θεωρήθηκε ως αναφορά για προσφυγή σε διεθνές δικαστήριο και έδινε επιπλέον εξουσίες στη Μικτή Επιτροπή για την εφαρμογή της.

Η Σύμβαση δεν υλοποιήθηκε, καθώς δεν υπήρχε κοινό ανακοινωθέν από τις δύο πλευρές. Η Τουρκία επεδίωκε πρώτα πολιτική προσέγγιση έναντι της Ελλάδας, η οποία επιθυμούσε πρώτα να γίνει οικονομική διευθέτηση των τρεχόντων ζητημάτων των περιουσιακών στοιχείων των προσφύγων. Ωστόσο, μεταξύ του 1927 και του 1928, έγιναν αρκετές συναντήσεις τόσο εντός της Μικτής Επιτροπής όσο και εντός της Κοινωνίας των Εθνών για την εφαρμογή της, αλλά κυρίως και για την εξήγηση του άρθρου 4 του Τελικού Πρωτοκόλλου. Η εκκρεμής κατάσταση που επικρατούσε αυτό το διάστημα στη λήψη των υπογραφουσών συμβάσεων προκάλεσε αδιέξοδο και στις δύο πλευρές. Στην Ελλάδα, όμως, ήταν χειρότερα, αφού κυριαρχούσε η πολιτική αστάθεια και η εσωτερική ανασυγκρότηση με την ταυτόχρονη αποκατάσταση και ενσωμάτωση των προσφύγων να μην είναι εφικτή χωρίς την οριστικοποίηση αρμόδιων συμφωνιών με τη γειτονική χώρα. Έτσι, στις εκλογές της 19ης Αυγούστου του 1928, η ελληνική κοινωνία εμπιστεύτηκε ξανά τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ώστε να κλείσει τις εκκρεμότητες με την Τουρκία.

Ο Τεφβήκ Ρουσδή Πασάς(1883-1972), επικεφαλής της Τουρκικής Αντιπροσωπείας μέχρι την υπογραφή της Σύμβασης της Άγκυρας το 1925. Πηγή εικόνας: kaliterilamia.gr

Πράγματι, ο πολύπειρος Βενιζέλος έφερε εις πέρας αυτό το δύσκολο έργο και διαπραγματεύτηκε με τον Ισμέτ Ινονού για το ζήτημα των ακινήτων περιουσιών. Τελικά, στις 10 Ιουνίου 1930, υπογράφηκε μια νέα Σύμβαση στην Άγκυρα μεταξύ των δύο Πρωθυπουργών, η οποία καθόρισε τόσο τις περιουσίες των προσφύγων όσο και τα ζητήματα των μειονοτήτων μουσουλμάνων και ορθοδόξων σε Δυτική Θράκη, Κωνσταντινούπολη, Ίμβρο και Τένεδο.

Η τελική επίλυση των ζητημάτων έκλεισε οριστικά οποιαδήποτε επιστροφή των Μικρασιατών στην πατρική τους γη και άνοιξε τον δρόμο για την αφομοίωσή τους στο ελληνικό κράτος. Η Ελλάδα και η Τουρκία υπέγραψαν στις 30 Οκτωβρίου 1930 το Ελληνοτουρκικό Σύμφωνο Φιλίας, Ουδετερότητας και Διαιτησίας, συμβάλλοντας σε μια ξεκάθαρη, έστω και προσωρινή, βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Παρόλα αυτά, η πολιτική του Βενιζέλου, αν και προεκλογικά αναμενόμενη, προκάλεσε μια δυσαρέσκεια στη μικρασιατική εκλογική του βάση, καθώς, πέραν του ότι δεν μπορούσαν να επιστρέψουν στη Μικρά Ασία ποτέ ξανά, οι αποζημιώσεις που τους δόθηκαν μετά τη λήψη των ακίνητων περιουσιών τους από το ελληνικό κράτος δεν ήταν οι επιθυμητές σε αξία.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • kaliterilamia.gr, Το ζήτημα της ανταλλαγής των πληθυσμών, Διαθέσιμο εδώ
  • Συλλογικό, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Νεότερος Ελληνισμός από το 1913 έως το 1941, Τόμος ΙΕ΄, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε, Βησσαρίωνος 1, Αθήνα, 1978
  • Συλλογικό, Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας, Γ Λυκείου, Διόφαντος, 2014
  • Παπαρρηγόπουλος Kωνσταντίνος, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, 24ος Τόμος 1892-1922, Τέσσερα Πι Ειδικές Εκδόσεις Α.Ε, National Geographic, 2009-2010

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σωκράτης Κατσαρός
Σωκράτης Κατσαρός
Γεννημένος το 2001 είναι φοιτητής στο 4ο έτος του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας στην Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Το κυριότερο ενδιαφέρον του είναι η ενασχόληση με την Παγκόσμια Ιστορία, καθώς έχει την δυνατότητα να διευρύνει τους γνωσιακούς του ορίζοντες πέρα από χρονικά και χωρικά όρια σε συνδυασμό με άλλες επιστήμες που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την Ιστορία, με κοινό σκοπό την διεπιστημονική ολοκλήρωσή των δυνατοτήτων του.