16.6 C
Athens
Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΜικρά ΚαθημερινάΤρεις δρομείς των Ολυμπιακών Αγώνων που έγραψαν ιστορία, παρά τις αντιξοότητες 

Τρεις δρομείς των Ολυμπιακών Αγώνων που έγραψαν ιστορία, παρά τις αντιξοότητες 


Του Τάσου Μοσχονά, 

Σε ολόκληρη την ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων, δεν είναι λίγα τα παραδείγματα αθλητών που ανέτρεψαν δυσχερείς καταστάσεις και διέψευσαν τις προσδοκίες. Με διακρίσεις ή και χωρίς, το μεγαλύτερό τους επίτευγμα ήταν ίσως η διεύρυνση των μέχρι τότε τεθειμένων ορίων και η ελπίδα την οποία ενστάλαξαν σε όλο τον κόσμο πως, ανεξαρτήτως αντιξοοτήτων, η αδιάκοπη προσπάθεια του αθλητή ανταμείβεται. Πάμε λοιπόν, να δούμε τρεις δρομείς στίβου, που με τη συμμετοχή και τις αναπάντεχες διακρίσεις τους βοήθησαν στην ανάπτυξη του Ολυμπιακού κινήματος και στην ανάδειξη του Ολυμπιακού ιδεώδους.

Τζέσε Όουενς (Βερολίνο 1936)

O Τζέσε Όουενς στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου στους Αγώνες του Βερολίνου το 1936, περιβαλλόμενος από ναζιστικούς χαιρετισμούς. Πηγή Εικόνας: Bettman Archive/ Getty Images

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες σίγουρα έχουν προσφέρει πολλές στιγμές και συγκινήσεις, αλλά σίγουρα η ιστορία του Τζέσε Όουενς είναι ενδεικτική ενός σθένους ενάντια σε αντιπάλους εντός και εκτός της χώρας του. Γεννημένος το 1913 στην Αλαμπάμα, προπύργιο του ρατσιστικού νότου των Η.Π.Α., ο Όουενς ως Αφροαμερικανός από πολύ μικρή ηλικία βίωσε το καθεστώς φυλετικού διαχωρισμού. Η οικογένειά του αναγκάστηκε να μετοικήσει στο Οχάιο του Βορρά, με την ελπίδα ενός καλύτερου μέλλοντος. Με έρεισμα τις εξαιρετικές αθλητικές του επιδόσεις στο στίβο, ο Όουενς κατάφερε να κερδίσει υποτροφία στο Ohio State University, αλλά αυτό δε σήμαινε απαραίτητα πως οι εκεί συνθήκες ήταν ευνοϊκότερες. Συγκεκριμένα, αναγκαζόταν, όπως και άλλοι Αφροαμερικανοί φοιτητές, να παραμένει σε ειδικές εστίες εκτός του χώρου του πανεπιστημίου, ενώ απαγορευόταν να τρώει σε εστιατόρια της ευρύτερης περιοχής. 

Παρά τις αντιξοότητες, καταφέρνει να κερδίσει το πολυπόθητο εισιτήριο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936, που διεξήχθησαν στο Βερολίνο των Ναζί και του Αδόλφου Χίτλερ. Ως ένας εκ των 19 Αφροαμερικανών αθλητών της Αμερικανικής αποστολής δε, ο Όουενς είχε να αντιμετωπίσει έναν επιπλέον εχθρό. Την άμεση επιδίωξη του ναζιστικού καθεστώτος να αποδειχθεί η ανωτερότητα της «άριας φυλής», ήτοι των λευκών αθλητών, μέσω νικών σε όλα τα σημαντικά αγωνίσματα. Μπροστά σε δεκάδες χιλιάδες θεατές, που χαιρετούσαν ναζιστικά, αλλά και στον Χίτλερ, ο Όουενς όχι απλά πέτυχε, αλλά θριάμβευσε. Αφού νίκησε στα 100 μέτρα, κατέκτησε ακόμα τρία χρυσά μετάλλια, στα 200 μέτρα (όπου και πέτυχε παγκόσμιο ρεκόρ), στη σκυταλοδρομία 4×100 και στο άλμα εις μήκος. Ήταν αδιαμφισβήτητα ο σταρ των αγώνων. Ο Χίτλερ, φυσικά, αρνήθηκε να παρευρεθεί στην απονομή του, αν και είχε δώσει το παρόν σε άλλες. Το πρόσωπο των προσεκτικά και προπαγανδιστικά οργανωμένων Αγώνων ήταν ένα, το οποίο η ναζιστική Γερμανία δε θα αποδεχόταν ποτέ. Ένα μεγάλο χαστούκι στο ρατσισμό και στη μισαλλοδοξία. 

Η επιστροφή του Όουενς στις Η.Π.Α. όμως, ως του πλέον γνωστού αθλητή σε όλο τον κόσμο δε σήμαινε και πιο ρόδινα χρόνια. Από τις πρώτες μέρες κιόλας, ο μεγάλος σπρίντερ θα βίωνε διακρίσεις παρά την πρωτοφανή του διασημότητα, με το μοναδικό ξενοδοχείο που δέχτηκε να τον φιλοξενήσει στη Νέα Υόρκη να τον αναγκάζει να χρησιμοποιεί τον ανελκυστήρα του προσωπικού. Η δικαίωση και η κρατική αναγνώριση θα ερχόταν εν τέλει μετά από πολλές δεκαετίες σε προχωρημένη ηλικία, όταν ο Πρόεδρος Gerald Ford θα του απένειμε το ανώτατο Mετάλλιο της Eλευθερίας, το 1974. Ένα προεδρικό μετάλλιο όμως, σίγουρα δεν είναι αρκετό για να ανταμείψει έναν θρύλο του παγκόσμιου αθλητισμού, και ίσως τον μεγαλύτερο Ολυμπιονίκη όλων των εποχών. 

Αμπέμπε Μπικίλα (Ρώμη 1960- Τόκιο 1964)

Ο Αμπέμπε Μπικίλα ξυπόλητος στον μαραθώνιο των Ολυμπιακών Αγώνων της Ρώμης. Πηγή Εικόνας: Wikimedia Commons

Ο μεγάλος Αιθίοπας μαραθωνοδρόμος Αμπέμπε Μπικίλα σίγουρα έπρεπε να τρέξει αρκετά στη ζωή του στο δρόμο προς την επιτυχία. Καταγόμενος από φτωχή οικογένεια βοσκών, κατετάγη στο στρατό προκειμένου να τη συντηρήσει. Χαρακτηριστικό ήταν το γεγονός πως, προκειμένου να καταταγεί, έπρεπε να φτάσει στην πρωτεύουσα της χώρας Αντίς Αμπέμπα με τα πόδια. 

Η ζωή του φαινόταν πως θα συνέχιζε σε μία επιτυχημένη ρότα με μία καριέρα στο στρατό, αλλά κανείς δεν θα μπορούσε να προβλέψει τη συνέχεια. Αφού ανακαλύφθηκε από τον Σουηδό προπονητή Όνι Νισκάνεν, ο Μπικίλα θα ξεκινήσει να προπονείται και θα επιλεχθεί, λόγω τραυματισμού συναθλητή του, την τελευταία στιγμή για την αποστολή της χώρας στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1960 στη Ρώμη. Η κατάσταση όμως, στην Ιταλική πρωτεύουσα δεν ήταν ιδανική. Η Adidas, αποκλειστικός χορηγός των αθλητικών υποδημάτων, δεν μπόρεσε να βρει την ημέρα του αγώνα ιδανικό ζευγάρι για τον Αιθίοπα αθλητή και έτσι, μετά από απέλπιδες προσπάθειες, θα αποφάσιζε να αγωνιστεί ξυπόλητος, όπως ακριβώς είχε συνηθίσει στις προπονήσεις. Κρατώντας μία σταθερή πορεία σε σχέση με τους ανταγωνιστές του, ο Μπικίλα κατάφερε να προπορευθεί στο τελευταίο χιλιόμετρο της κούρσας και θριαμβευτικά να νικήσει με απόσταση σχεδόν μισού λεπτού από τον δεύτερο.  

Ο επόμενος χρόνος μετά το θρίαμβο του 1960 και τις παρασημοφορήσεις από τον αυτοκράτορα Χαϊλέ Σελάσιε τον βρίσκουν να πετυχαίνει υψηλές επιδόσεις και νίκες σε τουρνουά σε όλο τον κόσμο. Παρόλα αυτά, μετά από δύο χρόνια αποφασίζει να αποσυρθεί. Κατά το διάστημα αυτό, χωρίς τη βούλησή του εμπλέκεται σε στρατιωτικό πραξικόπημα, που σκοπό είχε να ανατρέψει το καθεστώς του Σελάσιε. Αν και καταδικάστηκε σε θάνατο, σώθηκε τελευταία στιγμή με απόδοση χάρης από τον ίδιο τον αυτοκράτορα.  

Το 1963 επιστρέφει στους στίβους, με σκοπό να προετοιμαστεί για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1964 στο Τόκιο. Η προετοιμασία του όμως, ήταν γεμάτη προβλήματα, με τον ίδιο να χάνει τους πρώτους αγώνες του, αλλά και να υποβάλλεται σε εγχείρηση για αφαίρεση σκωληκοειδίτιδας μόλις 40 ημέρες πριν την έναρξη των Αγώνων. Παρά το γεγονός αυτό, και με σχεδόν «κρυφές» προπονήσεις από τη μεριά του κατά την περίοδο της ανάρρωσης, τα κατάφερε (αυτή τη φορά με παπούτσια), διαψεύδοντας τις προσδοκίες που του έδιναν ελάχιστες πιθανότητες νίκης. Ο Μπικίλα με τη νίκη του το 1964 έγινε ο πρώτος αθλητής με back-to-back νίκες σε μαραθώνιους Ολυμπιακών Αγώνων. Στους Αγώνες έμελλε να συμμετέχει και το 1968, όπου αναγκάστηκε όμως, να αποχωρήσει λόγω τραυματισμού στα μισά της διαδρομής. 

Η ζωή αυτού του θρύλου του παγκόσμιου αθλητισμού έληξε πρόωρα. Το 1969, και προκειμένου να αποφύγει κάποιους διαδηλωτές, χάνει τον έλεγχο του αυτοκινήτου του, το οποίο πέφτει σε ένα χαντάκι. Από το ατύχημα μένει παράλυτος και πεθαίνει το 1973 από εγκεφαλική αιμορραγία που συνδεόταν με αυτό σε ηλικία μόλις 41 ετών. Παρά το σύντομο της ζωής του, η επίδρασή του στον Αφρικανικό και παγκόσμιο αθλητισμό είναι τεράστια, με την Αιθιοπία να παραμένει μέχρι και σήμερα μια από τις ισχυρότερες χώρες στις κούρσες μεγάλων αποστάσεων. 

Βίλμα Ρούντολφ (Mελβούρνη 1956 – Ρώμη 1960)

Πηγή Εικόνας: Swish Appeal

Το όνομα της Αμερικανίδας Βίλμα Ρούντολφ ίσως να μην είναι τόσο γνωστό όσο των προηγούμενων δύο δρομέων, ωστόσο τα επιτεύγματά της μιλούν από μόνα τους αφού, εκτός των κοινωνικών διακρίσεων, η σπουδαία αθλήτρια έπρεπε να υπερβεί σοβαρότατα προβλήματα ηλικίας από πολύ μικρή ηλικία. 

Η Ρούντολφ γεννήθηκε το 1940 στην Αγία Βηθλεέμ του Τενεσί ως το εικοστό παιδί μίας οικογένειας 22 παιδιών. Σε ηλικία μόλις 4 ετών είχε πάθει ιλαρά, διπλή πνευμονία και κοκίτη, ενώ λίγο αργότερα διαγνώστηκε με πολιομυελίτιδα, που την είχε, μέχρι την επόμενη χρονιά, καταστήσει παράλυτη. Αν και κατάφερε να την αντιμετωπίσει, μέχρι τα 12 περπατούσε με στήριγμα ποδιού. Η βοήθεια της μητέρας της ήταν καταλυτική. Ως βοηθός νοσοκόμα, ανέλαβε τη φροντίδα της, ενώ παρατήρησε πρώτη και τις ιδιαίτερες αθλητικές της ικανότητες. Στο γυμνάσιο εντάχθηκε στην ομάδα μπάσκετ του σχολείου της, και με πρωτοβουλία ενός προπονητή συμμετείχε στη νεοσύστατη ομάδα στίβου. 

Με τις επιδόσεις της να προκαλούν βαθιά εντύπωση, κλήθηκε σύντομα από τον προπονητή Εντ Τεμπλ στο Κολέγιο του Τενεσί, για να παρακολουθήσει το καλοκαιρινό αθλητικό πρόγραμμα. Η άνοδός της ήταν τόσο εντυπωσιακή, ώστε το 1956 και σε ηλικία μόλις 16 ετών κατάφερε, μαζί με άλλες τρεις συναθλήτριές της (που είχαν αποκτήσει το προσωνύμιο “Tigerbells”) να κερδίσει το εισιτήριο για τους Ολυμπιακούς της Μελβούρνης, στους οποίους και κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο στο αγώνισμα της σκυταλοδρομίας 4×100. 

Με την επιστροφή της στο Τενεσί, ο στόχος πλέον ήταν ξεκάθαρος. Η προετοιμασία για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1960 στη Ρώμη. Οι χρονιές εκείνες όμως, της επιφυλάσσουν δυσκολίες. Το 1958 μένει έγκυος και γεννά μία κόρη, η οποία όμως, και με πρωτοβουλία του πατέρα της, απομακρύνεται από αυτήν και μεγαλώνει με μία από τις αδερφές της. Tαυτόχρονα, η Ρούντολφ είχε να αντιμετωπίσει τόσο τις σκληρές προπονήσεις του Temple, όσο και το συστημικό ρατσισμό της πολιτείας, που της δημιουργούσε εμπόδια, με χαρακτηριστικό εκείνο που ένας οδηγός λεωφορείου αρνήθηκε να μεταφέρει την ομάδα της στο στάδιο για τα trials πρόκρισης στους Ολυμπιακούς Αγώνες.  

Ευτυχώς για το Ολυμπιακό κίνημα η Ρούντολφ όχι μόνο τα κατάφερε στα trials, αλλά θριάμβευσε και στους Αγώνες της Ρώμης, κατακτώντας το χρυσό μετάλλιο στα 100, στα 200 μέτρα και στη σκυταλοδρομία 4×100. H ίδια δήλωσε πως ίνδαλμά της δεν ήταν άλλος από τον Τζέσε Όουενς. 

Το 1962, και σε ηλικία μόλις 22 ετών αποσύρεται από την ενεργό δράση. Στα επόμενα χρόνια εστιάζει στην προπονητική, συμμετέχει ενεργά στα κινήματα των πολιτικών δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των γυναικών, ενώ δημιουργεί το ίδρυμα Βίλμα Ρούντολφ, με σκοπό τη βοήθεια παιδιών, που ήδη από πολύ μικρή ηλικία έχουν συναντήσει μεγάλες δυσκολίες. Η μεγάλη αθλήτρια φεύγει από τη ζωή το 1994 σε ηλικία 54 ετών, από καρκίνο του εγκεφάλου και του φάρυγγα.  

Τα επιτεύγματα των τριών δρομέων προκαλούν σε όλους μας αληθινό θαυμασμό. Σίγουρα, σε ολόκληρη την Ολυμπιακή ιστορία υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες ιστορίες διαφορετικών αθλητών, που με αυταπάρνηση ξεπέρασαν δυσκολίες και ανέτρεψαν τις προσδοκίες. Στην περίπτωση των τριών όμως, αθλητών, ιδιαίτερη εντύπωση μου προξένησε το γεγονός πως διεκδίκησαν την κορυφή, που η ίδια η κοινωνία ή το σώμα τους τους απαγόρευε και τους εμπόδιζε να φτάσουν σχεδόν σε κάθε σημείο της ζωής τους. Με άξονα το όνειρο και την καλυτέρευση σώματος και πνεύματος, οι αθλητές των Ολυμπιακών Αγώνων, με τις ξεχωριστές τους ιστορίες και την υπερνίκηση των εμπόδιων στην άνοδό τους προς την καταξίωση, μας προσφέρουν ένα πραγματικό και διαχρονικό μάθημα ζωής.


ENΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 
  • How Jesse Owens foiled Hitler’s plans for the 1936 Olympics?, History, διαθέσιμο εδώ
  • Abebe Bikila, Olympics, διαθέσιμο εδώ  
  • Βίλμα Ρούντολφ: Το κορίτσι που δεν θα ξαναπερπατούσε και πήρε 3 χρυσά, Contra, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Τάσος Μοσχονάς
Τάσος Μοσχονάς
Γεννήθηκε το 1997 και έχει μεγαλώσει στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πλέον εργάζεται ως ασκούμενος δικηγόρος. Μιλάει Αγγλικά και Γαλλικά, με την ελπίδα, κάποτε, να αρχίσει και Ισπανικά. Παθιάζεται ιδιαίτερα με τον κινηματογράφο, τη γεωγραφία, τη γεωπολιτική και με ό,τι αφορά την pop κουλτούρα. Στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται με τη συγγραφή, το πιάνο, τις τέχνες κάθε είδους και την ανάγνωση βιβλίων.