20.9 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΔιεθνήΘιβέτ: Η Στέγη του Κόσμου ως προτεκτοράτο της Κίνας

Θιβέτ: Η Στέγη του Κόσμου ως προτεκτοράτο της Κίνας


Της Δέσποινας Άλβα,

Ο ρόλος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, ως αναδυόμενης υπερδύναμης που ανταγωνίζεται τις ΗΠΑ σ’ όλα τα επίπεδα ισχύος, άρχισε να διαφαίνεται στις αρχές του 21ου αιώνα και έχει πλέον εδραιωθεί. Η ταχεία οικονομική ανάπτυξή της, αλλά και ο μεγάλος βαθμός πολιτικής επιρροής που κατέχει, έχουν θέσει τα θεμέλια προκειμένου να επεκτείνει την προβολή ισχύος της πέρα από την περιφέρεια της. Ο μεγάλος πληθυσμός της χώρας, ο οποίος ξεπερνάει το 1,3 δις, σε συνδυασμό με την καλπάζουσα οικονομία της, μαρτυρούν ότι η Κίνα διαθέτει αξιοσημείωτη δυνητική ισχύ, την οποία μπορεί να μετατρέψει – ανά πάσα στιγμή – σε πραγματική. Αποτελεί, λοιπόν, ζωτικής σημασίας προτεραιότητα για την ίδια η διατήρηση των εδαφικών της κεκτημένων στο ακέραιο, προκειμένου να συνεχίσει να κινεί τα νήματα της πολιτικής πραγματικότητας τόσο στο υποσύστημα της Ασίας, όσο και στον υπόλοιπο κόσμο.

Ο παράγοντας της γεωπολιτικής σχετίζεται άμεσα με τη συμπεριφορά των κρατών στο διεθνές σύστημα. Ανέκαθεν, προνομιούχα από άποψη γεωγραφίας κράτη, έλκυαν το ενδιαφέρον ξένων δυνάμεων, με σκοπό τη στρατηγική τους εκμετάλλευση. Το παράδειγμα του Θιβέτ, ως προτεκτοράτου της Κίνας, αδιαμφισβήτητα αποτελεί στρατηγικό οχυρό για την εθνική ασφάλεια της χώρας. Το Θιβέτ, γνωστό κι ως «Στέγη του Κόσμου», τοποθετημένο γεωγραφικά βορειοανατολικά των Ιμαλαΐων και με υψόμετρο 5.000 μέτρα, αποτελεί την υψηλότερη περιοχή της γης. Κατά την πρώιμη ιστορία του, ήταν ένα ανεξάρτητο και κρατικά κυρίαρχο κράτος ως το 13ο αιώνα, οπότε και υποτάχθηκε στη Μογγολική κυριαρχία. Μέχρι τη σύγχρονη εποχή, έχει υποστεί μεγάλες περιόδους κινεζικού ελέγχου και επιρροής. Το 1912, το Θιβέτ ανεξαρτητοποιήθηκε de facto από την Κίνα, δίχως, ωστόσο, να κατορθώσει να διατηρήσει την αυτονομία του για μεγάλο διάστημα. Τον Οκτώβριο του 1949, ο Mao Tse-Tung ίδρυσε τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, η οποία, λίγους μήνες αργότερα, με ηγέτη τον ίδιο, εισέβαλε και κατέκτησε το Θιβέτ. Ένα χρόνο μετά, το 1951, ακολούθησε η υπογραφή της συμφωνίας των 17 σημείων μεταξύ των δύο μερών, η οποία εγγυόταν ένα καθεστώς αυτονομίας στο Θιβέτ, με ταυτόχρονη παρουσία κινεζικών στρατευμάτων, αλλά και με τον έλεγχο των εξωτερικών του υποθέσεων από την ίδια την Κίνα.

Το φημισμένο παλάτι Potala, Λάσα, Θιβέτ. Πηγή εικόνας: Veranda

Η ενσωμάτωση του Θιβέτ στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, παραμένει ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα τόσο στο Θιβέτ, όσο και παγκοσμίως. Παρόλο που δεν έχει λάβει διεθνή αναγνώριση ως κράτος και δεν υπάρχει επίσημη αμφισβήτηση της κυριαρχίας της Κίνας, οι Θιβετιανοί αντιλαμβάνονται την κινεζική παρουσία ως εισβολή ξένης δύναμης σε κυρίαρχο κράτος. Με ταγό το Dalai Lama, τον πνευματικό ηγέτη του Θιβέτ, έχουν γίνει καταγγελίες πολιτισμικής γενοκτονίας, αφού χιλιάδες Θιβετιανοί βασανίστηκαν κι εκδιώχθηκαν, ενώ σπουδαία πολιτισμικά μνημεία καταστράφηκαν. Στον αντίποδα, η Κίνα, η οποία αντιλαμβάνεται το Θιβέτ ως νόμιμο και αναπόσπαστο κομμάτι της, διατείνεται ότι απελευθέρωσε το κράτος από ένα καταπιεστικό καθεστώς, καθώς και ότι υφίσταται μεγάλη αυτονομία στα πλαίσια αποκεντρωμένης κυβέρνησης, ενώ αρνείται τις κατηγορίες για πολιτική και θρησκευτική καταστολή στην περιοχή.

Η προώθηση των απώτερων στρατηγικών συμφερόντων του Πεκίνου ιστορικά βασιζόταν στην εγκαθίδρυση της κυριαρχίας του στην ευρύτερη περιοχή των Ιμαλαΐων. Το Θιβέτ κατέχει σημαντική γεωγραφική θέση για την Κίνα, αφού μοιράζεται σύνορα έκτασης 3.000 χιλιομέτρων, με τη Βιρμανία, την Ινδία, το Μπουτάν, το Νεπάλ και το Πακιστάν. Το γεγονός αυτό, το καθιστά γέφυρα επικοινωνίας με τα κράτη της νότιας Ασίας. Ταυτόχρονα, οι συγκρουσιακές σχέσεις Κίνας – Ινδίας, καθιστούν τον έλεγχο του Θιβέτ σταθεροποιητικό παράγοντα για την εθνική ασφάλεια της Κίνας, ενώ το κομμάτι της δυτικής Κίνας, στο σύνολό του, είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την προώθηση του επενδυτικού σχεδίου Μία Ζώνη – Ένας Δρόμος. Παρότι το εν λόγω μέρος της κινεζικής επικράτειας είναι απίθανο να αποσχιστεί, λόγω της στρατηγικής του θέσης στο σταυροδρόμι μιας σειράς κρατών, δύναται να δημιουργήσει προβλήματα στις χερσαίες εμπορικές οδούς του επενδυτικού σχεδίου της Κίνας.

Πηγή εικόνας: The Ofy

Επιπρόσθετα, το Θιβέτ ή ο «Οίκος των θησαυρών της Δύσης», όπως αποκαλείται στη γλώσσα των Μανδαρίνων, αποτελεί περιοχή με σημαντικό ορυκτό πλούτο. Στην πρωτεύουσά του, Λάσα, βρίσκονται τα πλουσιότερα κοιτάσματα χρωμίου και χαλκού στην Κίνα, ενώ στο σύνολό του, το Θιβέτ αποτελεί τη βασική πηγή ξυλείας και νερού για το σύνολο της κινεζικής επικράτειας. Δεδομένου ότι η Κίνα αποτελεί τη χώρα με τη μεγαλύτερη παγκόσμια απορροφητικότητα και κατανάλωση ενέργειας, είναι έκδηλο ότι η πρόσβαση στους φυσικούς πόρους της έκτασης του Θιβέτ κρίνεται ως απαραίτητη παράμετρος για την εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας και κοινωνίας της Κίνας.

Η εθνικιστική φύση, αλλά και οι τάσεις επιβολής του κινεζικού καθεστώτος ως μέσου διατήρησης της τάξης, αποτελούν μια ακόμα εξήγηση για την επιδίωξη ελέγχου που επιδιώκει η Κίνα. Η τελευταία αποτελεί ένα κράτος με πολλές εθνότητες και με δεσπόζουσα αυτή των Χαν. Ωστόσο, υφίστανται περιοχές όπως το Θιβέτ, – το οποίο μάλιστα αποτελεί σχεδόν το ένα τέταρτο της κινεζικής επικράτειας – αλλά και η μουσουλμανική Σιντζιάνγκ, που δεν ανήκουν στην εθνότητα των Χαν. Μια ενδεχόμενη απώλεια της κυριαρχίας της στις περιοχές αυτές, δυνητικά θα μπορούσε να απειλήσει ακόμα και τη γενικότερη ασφάλεια αλλά και συνοχή της ενδοχώρας της.

Εν κατακλείδι, γίνεται αντιληπτό ότι ένα συνονθύλευμα γεωστρατηγικών, οικονομικών και πολιτικών λόγων, σε συνδυασμό με την αυτοκρατορική κινεζική αντίληψη, ερμηνεύουν τη δεσποτική συμπεριφορά της Κίνας, στην προσπάθειά της να ασκήσει έλεγχο στο μαλακό της υπογάστριο, είτε αυτό αφορά το Θιβέτ, είτε περιοχές όπως το Χονγκ Κονγκ και τη Ταϊβάν.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δέσποινα Άλβα
Δέσποινα Άλβα
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1997, όπου και διαμένει ως σήμερα. Είναι απόφοιτη του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιά. Κατά τη διάρκεια των σπουδών της, πραγματοποίησε πρακτική άσκηση στη Β2 Διεύθυνση του Υπουργείου Εξωτερικών, όπου ασχολήθηκε με τις Διεθνείς Οικονομικές Σχέσεις της Ελλάδας με χώρες Βαλκανικής, Ρωσίας και λοιπών χωρών Κ.Α.Κ.. Από τον Οκτώβριο του 2018, είναι δόκιμη ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων στον Τομέα Ρωσίας, Ευρασίας και Νότιο-Ανατολικής Ευρώπης. Ομιλεί την αγγλική, γαλλική και ρωσική γλώσσα. Τέλος, αγαπάει ιδιαίτερα τα ταξίδια, τα οποία θεωρεί πηγή προσωπικής εξέλιξης.