17.2 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΠαρατηρητήριο Αμερικανικής ΠολιτικήςΘανατική Ποινή: Δημοκρατικοί vs Ρεπουμπλικανοί

Θανατική Ποινή: Δημοκρατικοί vs Ρεπουμπλικανοί


Της Αθηνάς Φατσέα,

Σήμερα, παρά την επιστημονική πρόοδο, η πνευματική ένδεια της κοινωνίας μας αποδεικνύεται από την αύξηση των κρουσμάτων βίας. Οποιαδήποτε ανθρώπινη πράξη κινείται εκτός των ορίων συμπεριφοράς που διαγράφουν οι νόμοι και διαταράσσει την κοινωνική ειρήνη, είναι παράνομη και επισύρει την επιβολή ποινής, ανάλογης με το μέγεθος του εκάστοτε εγκλήματος. Η εσχάτη των ποινών είναι η θανατική ποινή και κάθε χώρα παγκοσμίως υιοθετεί τη δική της στάση απέναντι σε αυτήν. Αναντίρρητα, πρόκειται για ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο ζήτημα, το οποίο έχει διχάσει τόσο τους ειδικούς όσο και την κοινή γνώμη ως προς τη σκοπιμότητα και την ορθότητά του.

Ειδικότερα, όσον αφορά την περίπτωση των ΗΠΑ, 22 πολιτείες έχουν καταργήσει τη θανατική ποινή, 28 τη διατηρούν ακόμη, ενώ κάποιες εξ αυτών έχουν επιβάλει moratorium στην εκτέλεσή της. Σε ομοσπονδιακό επίπεδο, η κυβέρνηση Trump επανέφερε τις εκτελέσεις θανατοποινιτών μετά από 16 χρόνια. Με βάση την ομοσπονδιακή νομοθεσία, η θανατική ποινή προβλέπεται για εγκλήματα που σχετίζονται με την ανθρωποκτονία, την κατασκοπεία, την εσχάτη προδοσία και το εμπόριο ναρκωτικών. Σύμφωνα με στοιχεία της Διεθνούς Αμνηστίας, το 2019 επιβλήθηκαν 35 θανατικές ποινές στην Αμερική και καταγράφηκαν 22 εκτελέσεις, με κύρια μέθοδο τη θανάσιμη ένεση.

Σε πολιτικό επίπεδο, μέχρι τη δεκαετία του 1980, οι περισσότεροι πολιτικοί και από τις δύο παρατάξεις υποστήριζαν τη θανατική ποινή. Έκτοτε, κατέστη αντικείμενο διένεξης μεταξύ των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικανών. Ενδεικτικά, στις 13 Οκτωβρίου του 1988 έλαβε χώρα μια συζήτηση μεταξύ των δύο προεδρικών υποψηφίων, George H. W. Bush και Michael Dukakis, όπου ο τελευταίος τάχθηκε σθεναρά κατά της θανατικής ποινής. Στη συνέχεια, εκλέχθηκε ο Bush και πολλοί, συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου του Dukakis, θεωρούν ότι αυτή του η τοποθέτηση σήμανε το άδοξο τέλος της προεκλογικής του εκστρατείας.

Αναλυτικότερα, οι Δημοκρατικοί που στο παρελθόν ήταν πιο διστακτικοί, υποστηρίζουν όλο και πιο έντονα την κατάργησή της, θέση που αναφέρουν και στο πολιτικό τους πρόγραμμα. Μάλιστα, η πλειονότητα των Δημοκρατικών, που έθεσαν υποψηφιότητα στις εσωκομματικές διαδικασίες των Δημοκρατικών για την ανάδειξη του υποψηφίου της παράταξης για τις προεδρικές εκλογές, τάσσεται κατά της θανατικής ποινής. Ακόμα και ο 47ος Αντιπρόεδρος και υποψήφιος των Δημοκρατικών για το προεδρικό χρίσμα, Joe Biden, παλαιότερα υπέρμαχος της εσχάτης των ποινών, τώρα δηλώνει πως αυτή πρέπει να καταργηθεί. Παράλληλα, κάποιοι Δημοκρατικοί υποστηρίζουν πως είναι ασύμφορη και από οικονομικής απόψεως και επιβαρύνει υπερβολικά τους φορολογούμενους, σε σύγκριση με την καταδίκη σε ισόβια φυλάκιση.

Στο αντίπαλο στρατόπεδο, σε αδρές γραμμές, οι Ρεπουμπλικανοί τάσσονται υπέρ της θανατικής ποινής και αναφέρουν στο πολιτικό τους πρόγραμμα πως η συνταγματικότητά της είναι κατοχυρωμένη. Επιπλέον, οι θιασώτες της υποστηρίζουν ότι η θανατική ποινή αποτρέπει τις ανθρωποκτονίες, υπό τον φόβο της καταδίκης σε θάνατο, και απαλλάσσει οριστικά την κοινωνία από εγκληματίες, για τους οποίους η επιτυχία οποιασδήποτε σωφρονιστικής τακτικής είναι αμφίβολη. Αυτή τους η θέση αποτυπώνεται και στο γεγονός πως ο μεγαλύτερος αριθμός εκτελέσεων γίνεται σε πολιτείες που υποστηρίζουν το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το Texas.

Ωστόσο, τελευταία παρατηρείται και στους Ρεπουμπλικανούς μία τάση κατά της επιβολής της εσχάτης των ποινών. Όλο και περισσότεροι Ρεπουμπλικανοί νομοθέτες εισάγουν νομοσχέδια για την κατάργησή της, ενώ πολλοί εισαγγελείς είναι απρόθυμοι να την επιβάλλουν. Άλλωστε, σε περίπτωση δικαστικής πλάνης και άδικης εκτέλεσης του κατηγορουμένου, δεν είναι εφικτή η αναίρεσή της. Ταυτόχρονα, μέσω της επιβολής της, η κυβέρνηση εξομοιώνεται με τον ειδεχθέστερο εγκληματία και μεταχειρίζεται τις μεθόδους του, καθώς αναπαράγει το έγκλημα αφαιρώντας και τη ζωή του εγκληματία.

Όσον αφορά την κοινή γνώμη, παρατηρείται ομοίως πτώση της στήριξης των Αμερικανών πολιτών προς τη θανατική ποινή. Προς επίρρωσιν αυτού, εκατοντάδες αξιωματούχοι, οι οποίοι είναι και συγγενείς θυμάτων, απηύθυναν έκκληση προς την κυβέρνηση Trump, να καταργήσει τις εκτελέσεις θανατοποινιτών σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Στις επιστολές τους, εξέφρασαν την ανησυχία τους για την καταδίκη αθώων, το οικονομικό κόστος και τις φυλετικές διακρίσεις. Όπως υποστηρίζουν οι ίδιοι, η εσχάτη των ποινών επιδεινώνει το τραύμα της απώλειας ενός αγαπημένου προσώπου και, λόγω της καθυστέρησης στην επιβολή της ποινής, επιβραδύνει τη διαδικασία της επούλωσης. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με έρευνα του Gallup που διεξήχθη το 2019, το 60% των Αμερικανών προτιμά την καταδίκη του εγκληματία σε ισόβια κάθειρξη χωρίς δικαίωμα αναστολής, έναντι της θανατικής ποινής.

Συνοψίζοντας, κρίνεται απαραίτητη μια πιο φιλελεύθερη πολιτική που να στοχεύει στην καταπολέμηση των κοινωνικών αιτιών που οδηγούν στην εγκληματικότητα και να προλαμβάνει την εμφάνισή της. Τα ποσοστά εγκληματικότητας στην Αμερική έχουν πέσει κατακόρυφα από τη δεκαετία του 1990. Συνεπώς, με αυτά τα νέα δεδομένα, η κυβέρνηση οφείλει να αναβαθμίσει το σωφρονιστικό της σύστημα και να καταργήσει τη θανατική ποινή. Εξάλλου, το επίπεδο ανάπτυξης μιας κοινωνίας δεν καθορίζεται από την οικονομική και τεχνολογική πρόοδο, αλλά από την ύπαρξη ανθρωπιάς και συγχώρεσης.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ


Αθηνά Φατσέα

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1998. Αποφοίτησε με Άριστα από το Τμήμα Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας του Ιονίου Πανεπιστημίου, με ειδίκευση στη νομική, οικονομική, πολιτική και λογοτεχνική μετάφραση. Σήμερα, είναι μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο ΠΜΣ «Διεθνής και Ευρωπαϊκή Διακυβέρνηση και Πολιτική» του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Γνωρίζει αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά, και στα ενδιαφέροντά της συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, η λογοτεχνία, η ιστορία, η πολιτική επικαιρότητα, οι διεθνείς σχέσεις και η διπλωματία.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αθηνά Φατσέα
Αθηνά Φατσέα
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1998. Αποφοίτησε με Άριστα από το Τμήμα Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας του Ιονίου Πανεπιστημίου, με ειδίκευση στη νομική, οικονομική, πολιτική και λογοτεχνική μετάφραση. Σήμερα, είναι μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο ΠΜΣ «Διεθνής και Ευρωπαϊκή Διακυβέρνηση και Πολιτική» του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Γνωρίζει αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά, και στα ενδιαφέροντά της συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, η λογοτεχνία, η ιστορία, η πολιτική επικαιρότητα, οι διεθνείς σχέσεις και η διπλωματία.