20.9 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΤροχιοδεικτικά πυρά

Τροχιοδεικτικά πυρά


Του Γιώργου Κοσματόπουλου, 

Η απουσία του Αντώνη Σαμαρά από την ψηφοφορία για την τροπολογία Αυγενάκη, αποτέλεσε μία ακόμα τροχιοδεικτική βολή προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Η πρώτη ήταν η απουσία του κατά την ψηφοφορία για την ανάδειξη Προέδρου της Δημοκρατίας. Βέβαια, τότε επικαλέστηκε το προγραμματισμένο από μήνες ταξίδι του στις ΗΠΑ για λόγους υγείας ενώ στη δεύτερη απουσία του όχι μόνο δεν προχώρησε σε μια διευκρίνιση η οποία να περιελάμβανε στήριξη στις επιλογές Μητσοτάκη αλλά αντιθέτως τόνισε, μέσω διαρροών, ότι ούτε του ζητήθηκαν εξηγήσεις για την απουσία του αλλά και δεν θα μπορούσαν να του ζητηθούν.

Ο Σαμαράς στέλνει στον Μητσοτάκη το μήνυμα πως έχει αποφασίσει να τοποθετείται με βάση τη δική του αντίληψη για τα γεγονότα χωρίς να υπόκειται σε αυστηρή κομματική πειθαρχία. Το ζήτημα είναι πολύ βαθύτερο από την πικρία του για το γεγονός ότι δεν προτάθηκε για την Προεδρία της Δημοκρατίας ή από τα ερυθρόλευκα αισθήματά του. Έχει να κάνει με τον ρόλο που διεκδικεί ως πρώην Πρωθυπουργός και πρώην  Πρόεδρος της ΝΔ.  Εντάσσεται δε εντός του ιδιόμορφου πλαισίου της σχέσης του με την οικογένεια Μητσοτάκη.

Ο Αντώνης Σαμαράς ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία ως πολιτικό τέκνο του Ευάγγελου Αβέρωφ για να  εξελιχθεί στο μεγαλύτερο αστέρι της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Η ρήξη του με τον τελευταίο, λόγω του σκοπιανού και η πτώση της κυβέρνησης της ΝΔ με δική του υπαιτιότητα οδήγησε σε ένα βαθύ τραύμα στις σχέσεις των δύο πλευρών που δεν πρόκειται ποτέ να επουλωθεί. Ο Μητσοτάκης συνετρίβη στις εκλογές του 1993 από τον Ανδρέα Παπανδρέου κι έκτοτε εισήλθε ανεπιστρεπτί στη σφαίρα του «Επίτιμου». Ο Σαμαράς αν και ξεκίνησε με ελπίδες την πορεία του ως αρχηγούς της Πολιτικής Άνοιξης γρήγορα βρέθηκε στην πολιτική έρημο. Επέστρεψε στη ΝΔ επί Καραμανλή και σε σύντομο χρονικό διάστημα ανεδείχθη ως εις εκ των δελφίνων του. Όταν ο καταποντισμός της ΝΔ στις εκλογές του 2009 οδήγησε στις εκλογές ανάδειξης νέας ηγεσίας ο Σαμαράς βρήκε απέναντί του την Ντόρα Μπακογιάννη σε μια άτυπη ρεβάνς της πτώσης της κυβέρνησης του πατρός της. Όχι μόνο υπερίσχυσε για δεύτερη φορά της οικογένειας Μητσοτάκη αλλά λίγο αργότερα διέγραψε και την Ντόρα, η οποία έσπασε την κομματική γραμμή καταψήφισης του πρώτου Μνημονίου.

Κάπου εδώ ξεκινά και η ιδιαίτερη σχέση του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ο τελευταίος επέλεξε να μην ακολουθήσει την αδερφή του στο αποτυχημένο εγχείρημα της Δημοκρατικής Συμμαχίας. Η κίνησή του αυτή εξαργυρώθηκε πολιτικά μιας και ο τότε Πρόεδρος της ΝΔ σωστά διέβλεψε την ευκαιρία να βαθύνει το χάσμα στο εσωτερικό του μητσοτακικού στρατοπέδου. Ο Κυριάκος, επί προεδρίας Σαμαρά άρχισε να ανοίγει τον πολιτικό του βηματισμό και επί κυβερνήσεων Σαμαρά θα λάβει υπουργικό χαρτοφυλάκιο που θα του επιτρέψει να διαμορφώσει το πολιτικό  προφίλ που ήθελε και ταυτοχρόνως να προετοιμάσει το έδαφος για τη διεκδίκηση της ηγεσίας. Στις εσωκομματικές του 2016,  η Ντόρα Μπακογιάννη στήριξε  τον εκλεκτό του Καραμανλή, Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Το έκανε τόσο λόγω του ότι ήταν χολωμένη από το γεγονός ότι ο αδερφός της δεν την ακολούθησε στη ΔΗΣΥ όσο κυρίως διότι θεώρησε ότι μια νίκη του Μειμαράκη θα ήταν η καλύτερη εξέλιξη για την πολιτική καριέρα του υιού της και τότε Περιφερειάρχη Στερεάς Ελλάδος, Κώστα Μπακογιάννη. Ο Σαμαράς αρχικά στήριξε χαλαρά τον φανατικό οπαδό του Άδωνη Γεωργιάδη και στον δεύτερο γύρο όταν το δίπολο Μεϊμαράκη –  Μητσοτάκη είχε πια διαμορφωθεί έριξε το βάρος στην εκλογή του δεύτερου κάτι που τελικώς επετεύχθη. Ο Μητσοτάκης αξιοποίησε του Σαμαρικούς, ο Γεωργιάδης ανέλαβε μάλιστα Αντιπρόεδρος, υπερασπίστηκε την κυβερνητική περίοδο 2012-2015 και κυρίως κινήθηκε στη γραμμή της σκληρής, μετωπικής σύγκρουσης με τον ΣΥΡΙΖΑ. Στο ζήτημα της Συμφωνίας των Πρεσπών, κόντρα μάλιστα στην πατρική πολιτική παρακαταθήκη, επέλεξε την καταψήφιση ερχόμενος εγγύτερα στις θέσεις Σαμαρά.

Πλέον η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί οδηγεί αναγκαστικά στον επανακαθορισμό αυτής της περίπλοκης σχέσης. Ο Μητσοτάκης είναι ισχυρός Πρωθυπουργός και κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού. Ο Σαμαράς από την άλλη αναζητεί ρόλο. Δεν φαίνεται είναι διατεθειμένος να ακολουθήσει την τακτική της σιωπής του Καραμανλή και διεκδικεί παρεμβατικό ρόλο. Μέχρι σήμερα όμως δεν έχει καταφέρει να εξασφαλίσει μια θέση η οποία θα τον επανέφερε στο προσκήνιο. Ακούστηκε για τη θέση του Επιτρόπου της Ελλάδας στην Κομισιόν, παρουσιάστηκε ως υποψήφιος Πρόεδρος της Δημοκρατίας αλλά ουδέν εκ των σεναρίων αυτών ευδοκίμησε. Αντιλαμβάνεται πιθανώς ότι ο Μητσοτάκης, εκμεταλλευόμενος την ιδιαίτερα ευνοϊκή για τον ίδιο συγκυρία, επιχειρεί να αποδεσμευτεί από παραδοσιακά κέντρα επιρροής εντός της ΝΔ και να αποστρατεύσει μεγάλο μέρος της παλιάς φρουράς, ώστε να ελέγξει πλήρως το κόμμα. Επιχειρεί λοιπόν ο Σαμαράς να καταστήσει σαφές ότι όχι μόνο δεν τελείωσε πολιτικά αλλά επιπλέον θα πρέπει ο Πρωθυπουργός να τον θεωρεί παράγοντα των εξελίξεων. Γνωρίζει άλλωστε ότι ο Μητσοτάκης έχει μπροστά του μία σειρά θεμάτων τα οποία σε ουσιαστικό επίπεδο είναι πολύ σημαντικότερα από το αν θα πέσει κατηγορία μια ποδοσφαιρική ομάδα. Ιδίως στα ανοιχτά Εθνικά ζητήματα, στα οποία ο ίδιος έχει πάγια και συγκεκριμένη θεώρηση, η οποία απέχει σε πολλές περιπτώσεις σημαντικά από αυτήν της Μητσοτακικής πτέρυγας, οι εξελίξεις αναμένονται με  ενδιαφέρον…


Γιώργος Κοσματόπουλος

Γεννήθηκε το 1989 στη Λαμία και έζησε μέχρι τα 18 μου χρόνια στον Άγιο Κωνσταντίνο Φθιώτιδας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Νομικά στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου, εργαζόμενος παράλληλα τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, πάνω στα αντικείμενα των σπουδών του. Αρθρογραφεί για θέματα πολιτικής επικαιρότητας.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιώργος Κοσματόπουλος
Γιώργος Κοσματόπουλος
Γεννήθηκε το 1989 στη Λαμία και έζησε μέχρι τα 18 μου χρόνια στον Άγιο Κωνσταντίνο Φθιώτιδας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Νομικά στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου, εργαζόμενος παράλληλα τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, πάνω στα αντικείμενα των σπουδών του. Αρθρογραφεί για θέματα πολιτικής επικαιρότητας.