16.6 C
Athens
Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΟ Ελληνοϊταλικός Πόλεμος: Το ιταλικό σχέδιο και η πρώτη περίοδος του πολέμου...

Ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος: Το ιταλικό σχέδιο και η πρώτη περίοδος του πολέμου (Μέρος Α’)


Του Αναστάση Μπάρλα,

15 Αυγούστου 1940, και ενώ στην Ευρώπη κυμαινόταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος με τις δυνάμεις του Άξονα να έχουν υπο την κατοχή τους το μεγαλύτερο μέρος της γηραιάς ηπείρου, η Ελλάδα ήταν ακόμα αποστασιοποιημένη από τις συγκρούσεις. Ήταν περίπου 8:30 το πρωί της ίδιας μέρας, όταν έγινε αντιληπτό πως η συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο ήταν αναπόφευκτη. Το ιταλικό υποβρύχιο Delfino, ανήμερα των εορτασμών της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, προσέλκυσε το λιμάνι της Τήνου και εκτόξευσε τρεις τορπίλες, εκ των οποίων η μία προσέκρουσε στο Καταδρομικό «Έλλη». Η ταυτότητα του υπαίτιου αυτής της καταστροφής έμεινε άγνωστη μέχρι και την ένταξη της Ελλάδας στον πόλεμο, παρ’ όλα αυτά στο κοινό αίσθημα είχε ήδη επικρατήσει η υποψία περί της εθνικότητας των υπευθύνων. Δύο μήνες αργότερα η αναμονή του ελληνικού λαού έλαβε τέλος.

Ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς έλαβε, στις 28 Οκτωβρίου 1940 στις 3:00 τα ξημερώματα, τελεσίγραφο, από τον Ιταλό πρέσβη Γκράτσι, να παραδώσει την άδεια στα ιταλικά στρατεύματα να περάσουν από τα ελληνικά εδάφη, το οποίο και απέρριψε άμεσα. Αυτή η απόρριψη σήμανε αυτόματα και την κήρυξη πολέμου της Ελλάδας με την Ιταλία.

Το Ιταλικό σχέδιο επιχειρήσεων

Το σχέδιο των Ιταλών προέβλεπε την όσο το δυνατόν ταχύτερη κατάληψη της Ηπείρου και των Επτανήσων αρχικά και στη συνέχεια τη μετακίνηση φαλάγγων προς τη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα με σκοπό την κατάληψη της χώρας. Για να εκπληρώσουν τον στόχο τους οι Ιταλοί (με διοικητή τον Σεμπαστιάνο Βισκόντι) διέθεταν:

  • 42.000 άνδρες, δύο μεραρχίες πεζικού ( «Φεράρα» και «Σιέννα» ), μία μεραρχία ιππικού και μία τεθωρακισμένων με προσανατολισμό την Ήπειρο
  • 44.000 άνδρες, με τρεις μεραρχίες πεζικού ( «Πάρμα», «Πιεμόντε», «Βενέτσια» ) με κατεύθυνση τη δυτική Μακεδονία και
  • Μία μεραρχία αλπινιστών (ορειβάτες μεγάλων υψόμετρων, υψηλού βαθμού δυσκολίας) ενισχυμένη με 50 άρματα μάχης

Η απάντηση της ελληνικής πλευράς αποτελούνταν από ελαστική άμυνα στην ελληνοαλβανική μεθόριο προκειμένου να κερδηθεί χρόνος για τη συγκέντρωση δυνάμεων και τη διεξαγωγή αντεπίθεσης. Ο ελληνικός στρατός (με αρχηγό τον Αλέξανδρο Παπάγο) διέθετε απέναντι στους Ιταλούς:

  • 15 τάγματα πεζικού στην Ήπειρο
  • Το Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ), στη δυτική Μακεδονία
  • 2 τάγματα πεζικού και μια ίλη (υποδιαίρεση επιλαρχίας) ιππικού, στην Πίνδο

Συνολικά, οι ελληνικές δυνάμεις ανέρχονταν στους 35.000 άνδρες με ελάχιστη αεροπορική κάλυψη. Η επιτυχία της ταχείας γενικής επιστράτευσης μετά την κήρυξη του πολέμου, κρίθηκε τεράστιας σημασίας για την έκβαση των συγκρούσεων.

Η διεξαγωγή των επιχειρήσεων: Πρώτη Περίοδος

Αμέσως μετά την εισβολή των Ιταλών, η ιταλική αεροπορία εξαπέλυσε βομβαρδισμούς σε στρατιωτικούς στόχους στο μέτωπο αλλά και στο εσωτερικό της χώρας. Έγινε φανερή, δηλαδή, η επιθετικότητα των ιταλικών στρατευμάτων κι έτσι η πρώτη περίοδος χαρακτηρίστηκε κυρίως από την άμυνα των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων. Η αμυντική περίοδος, λοιπόν, διήρκεσε από τις 28 Οκτωβρίου μέχρι και τις 13 Νοεμβρίου, όπου και τα ελληνικά στρατεύματα άρχισαν να συμπτύσσονται λόγω της ιταλικής πίεσης. Όσον αφορά τον τομέα της Ηπείρου, οι ιταλικές μεραρχίες προσχώρησαν αρκετά στα ελληνικά εδάφη μέχρι το βράδυ της 28ης, χωρίς όμως να καταληφθούν σημεία μεγάλης στρατιωτικής σημασίας. Αυτό σαν συνέπεια είχε και την ανεμπόδιστη μεταφορά των ελληνικών μονάδων προς το μέτωπο.

Την επόμενη μέρα η ιταλική επίθεση συνεχίστηκε, αυτήν τη φορά πιο έντονη και κατ’ αυτόν τον τρόπο οι μεραρχίες της μπόρεσαν να βελτιώσουν τις θέσεις τους. Για τις επόμενες μέρες, οι Ιταλοί με μεγάλο όγκο δυνάμεων προσπάθησαν να καταλάβουν την περιοχή Καλπάκι στα Ιωάννινα, αλλά οι προσπάθειές τους απέτυχαν μπροστά στην αντίσταση των ελληνικών τμημάτων.

Στον τομέα της Πίνδου, αλπινιστές της «Τζούλια» (όπως ονομάζονταν) εκμεταλλεύτηκαν σε μεγάλο βαθμό τις ασθενείς θέσεις του ελληνικού μετώπου και κόντεψαν να δημιουργήσουν επικίνδυνο ρήγμα. Οι πρώτες μέρες του Νοεμβρίου βρήκαν τις ιταλικές δυνάμεις να έχουν προωθηθεί μέχρι και τον ποταμό Αώο. Ωστόσο, η ταχεία προώθηση των δυνάμεών μας οδήγησε τη μεραρχία Τζούλια σε άτακτη υποχώρηση αποφεύγοντας τελευταία στιγμή τον εγκλωβισμό της και την αιχμαλωσία των δυνάμεών της. Η μάχη της Πίνδου είχε λήξει νικηφόρα για τους Έλληνες αφήνοντας τους Ιταλούς με πολλές απώλειες και τουλάχιστον 1.000 αιχμαλώτους.

Οι πρωτοβουλίες του ελληνικού στρατού, στον τομέα της βορειοδυτικής Μακεδονίας, αποδείχθηκαν άκρας σημασίας καθώς κατόρθωσε να καταλάβει σημαντικά εδάφη. Η απροσδόκητη ελληνική αντίσταση αιφνιδίασε τον ιταλικό στρατό με αποτέλεσμα οι αρχικοί σχεδιασμοί περί επιθέσεων σε νησιά να ματαιωθούν. Ήταν πλέον ξεκάθαρο ότι η ιταλική εισβολή κάθε άλλο παρά επιτυχής μπορούσε να χαρακτηριστεί. Στο μεταξύ είχε ολοκληρωθεί η επιστράτευση, πράγμα που επέτρεψε την αντεπίθεση του ελληνικού στρατού στις 14 Νοεμβρίου του 1940· τη δεύτερη περίοδο, δηλαδή, της διεξαγωγής των επιχειρήσεων που θα δούμε πιο αναλυτικά στο δεύτερο μέρος του άρθρου.


Βιβλιογραφία

  • Παπαρρηγόπουλος, Κ. (2010), Ιστορία του Ελληνικού έθνους, τμ. 25, σελ. 72-74, Αθήνα
  • Clogg, R. (2013), Συνοπτική Ιστορία της Ελλάδας 1770-2013, σελ. 166-169, εκδ. Κάτοπτρο

Αναστάσης Μπάρλας

Είναι γεννημένος το 2000 και σπουδάζει στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Φέρει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην νεότερη και σύγχρονη ιστορία.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ