15 C
Athens
Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ ψήφος εμπιστοσύνης στο ελληνικό Σύνταγμα

Η ψήφος εμπιστοσύνης στο ελληνικό Σύνταγμα

Της Συμέλας Θεοδοσιάδου,

Η ψήφος εμπιστοσύνης εισήλθε στην ελληνική πολιτική σκηνή το 1875 (με τη συμβολή του Χαριλάου Τρικούπη και το περίφημο άρθρο του «Τίς πταίει») ως συνταγματικό έθιμο για να αντικαταστήσει την μέχρι τότε γνωστή ως «Θεωρία του κηπουρού» και συγκαταλέγη στο Σύνταγμα της Ελλάδος (εφεξής «Σ») το 1975. Έως σήμερα κατοχυρώνετει συνταγματικά στο άρθρο 84Σ. Στην αυγή του 2019, τέθηκε στο προσκήνιο της επικαιρότητας, με αφορμή την κατάθεση πρότασης ψήφου εμπιστοσύνης από την Κυβέρνηση -εν όψει της επερχόμενης κατάθεσης της «Συμφωνίας των Πρεσπών» στη Βουλή προς ψήφιση, τους κυβερνητικούς ανασχηματισμούς, τις αποχωρήσεις και τον έντονο αντίλογο της Αντιπολίτευσης- προς το Κοινοβούλιο όπου και τελικώς έλαβε στην ψηφοφορία που ολοκληρώθηκε την Τετάρτη 16 Ιανουαρίου. Πώς νοείται όμως η ψήφος εμπιστοσύνης στο νομικό κόσμο;

Σύμφωνα με τις συνταγματικές προβλέψεις, η ψήφος εμπιστοσύνης ή αρχή της δεδηλωμένης εμπιστοσύνης που δίνει το βουλευτικό σώμα στην Κυβέρνηση, συνιστά ειδικότερη έκφανση της θεμελιώδους Κοινοβουλευτικής Αρχής, η οποία διέπει το πολίτευμα της χώρας και κατοχυρώνεται συνταγματικά στο α.37§2Σ. Βάσει αυτής, η Κυβέρνηση πρέπει να απολαμβάνει την στήριξη της Βουλής ιδανικά καθ’όλη τη διάρκεια της θητείας της, σίγουρα όμως στην αρχή του σχηματισμού της και σε κάθε χρονικό σημείο που ζητείται ή και αμφισβητείται η εμπιστοσύνη. Η ψήφος εμπιστοσύνης διακρίνεται σε υποχρεωτική και δυνητική, ενώ υπάρχει και η αντίστροφή της διαδικασία, η οποία είναι γνωστή ως πρόταση δυσπιστίας ή μομφής.

Η υποχρεωτική πρόταση ψήφου εμπιστοσύνης αποτελεί την εναρκτήριο λίθο για την κυβερνητική λειτουργία, καθώς βάσει των άρθρων 37§2-3Σ και 84§1Σ και 141 του Κανονισμού της Βουλής (εφεξής «ΚτΒ»), είναι η απαραίτητη εκείνη προϋπόθεση για την ολοκλήρωση του νόμιμου σχηματισμού της Κυβέρνησης μετά τη διενέργεια εκλογών. Κατατίθεται εντός δεκαπενθήμερης προθεσμίας από την ορκωμοσία του Πρωθυπουργού και στην περίπτωση που αυτή περάσει άπρακτη, συνάγεται αυτομάτως ως καταψήφιση της Κυβέρνησης. Παράταση του ανωτέρω χρονικού διαστήματος είναι θεμιτή σε περιπτώσεις που μπορεί να αποβεί αδύνατο να έχει συγκροτηθεί η Βουλή εντός του προαναφερθέντος χρονικού πλαισίου, όπως π.χ. στην περίπτωση διεξαγωγής γενικών βουλευτικών εκλογών. Σε μια τέτοια περίπτωση γίνεται δεκτό ότι η προθεσμία παρατείνεται εως τη συγκρότηση του βουλευτικού σώματος. Αναφορικά με τη διαδικασία συζήτησης της πρότασης εμπιστοσύνης προς τη Βουλή, αυτή αρχίζει μέσα σε δύο ημέρες από την κατάθεσή της, με την εξαγγελία των προγραμματικών δηλώσεων του κυβερνητικού σχηματισμού και ολοκληρώνεται μέσα σε τρεις ημέρες. Ακολουθεί αμέσως μετά η ψηφοφορία, η οποία όμως δύναται να διεξαχθεί εξ’ σαρανταοχτάωρης αναβολής. Η ψηφοφορία στην υποχρεωτική ψήφο εμπιστοσύνης είναι ονομαστική.Στην περίπτωση που βουλευτής θα δηλώσει «παρών» όταν ρωτηθεί για τη ψήφο του και δεν ταχθεί ξεκάθαρα αν είναι υπέρ ή κατά της προτάσης, θεωρείται ως αποδεκτή η άποψη ότι η δήλωση «παρών» εξομοιώνεται με ψήφο ανοχής και βούληση για αποχή από τη διαδικασία και προσμετράται υπέρ της ψήφου εμπιστοσύνης. Αρνητική θεωρείται μόνο η ψήφος που δηλώνεται ως τέτοια ρητώς. Τέλος, η δεδηλωμένη εμπιστοσύνη θεωρείται χορηγηθείσα, κατά την κρατούσα άποψη και για την περίπτωση Κυβέρνησης που ορκίζεται για πρώτη φορά,  εαν συμπληρωθεί η απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών υπέρ αυτής (ήτοι 50%+1 ψήφος). Ωστόσο, ο αριθμός του συνόλου του βουλευτικού σώματος δεν μπορεί να είναι μικρότερος των 2/5, δηλαδή 120 βουλευτές (σχετική πλειοψηφία). Η χορήγηση εμπιστοσύνης με τη σχετική πλειοψηφία συναινεί σε μια κυβέρνηση ανοχής.

Η δυνητική πρόταση ψήφου εμπιστοσύνης προβλέπεται από τα άρθρα 84§1 εδ.β’ Σ και 141§4 ΚτΒ. Αναφορικά με τη διαδικασία ισχύουν ό,τι και στην υποχρεωτική πρόταση εμπιστοσύνης. Στην πράξη είναι σύνηθες η Κυβέρνηση να υποβάλλει πρόταση ψήφου εμπιστοσύνης προς το Κοινοβούλιο πριν από τη ψήφιση σχεδίου νόμου μείζονος σπουδαιότητας για να διαπιστωθεί αν έχει τη στήριξη ή έστω ανοχή της Βουλής ώστε να προχωρήσει στο κυβερνητικό της έργο ή στην περίπτωση αποχώρησης βουλευτών από την κυβερνητική πλειοψηφία, εφόσον μπορεί να οδηγήσει στην απώλεια της δεδηλωμένης.

Από την άλλη μεριά, με την πρόταση δυσπιστίας ή μομφής εννοείται η διαδικασία κατά την οποία με πρωτοβουλία της Βουλής (συνήθως βέβαια μόνο της αντιπολίτευσης για την οποία και συνιστά το πιο ισχυρό μέσο κοινοβουλευτικού ελέγχου) κατατίθεται πρόταση για απόσυρση της εμπιστοσύνης προς την Κυβέρνηση που μπορεί να στρέφεται τόσο κατά ενός Υπουργού όσο και κατά της Κυβέρνησης στο σύνολό της. Όσον αφορά τις προθεσμίες κατάθεσης, τη συζήτηση και την ψηφοφορία ισχύουν όσα αναπτύχθηκαν παραπάνω. Διαδικαστικά ωστόσο τίθενται κάποιοι περιορισμοί που ορίζονται στα άρθρα 84§2 εδ. β’ και §4-6 Σ και 142ΚτΒ. Πιο συγκεκριμένα, για την πρόταση δυσπιστίας απαιτείται να είναι υπογεγραμμένη από 50 τουλάχιστον βουλευτές και να ορίζονται με σαφήνεια τα θέματα που θα αναπτυχθούν κατά τη συζήτησή της. Επίσης μεταξύ δύο προτάσεων δυσπιστίας πρέπει να μεσολαβεί χρονικό διάστημα τουλάχιστον 6 μηνών. Τέλος για να γίνει δεκτή μία πρόταση δυσπιστίας, επιτάσσεται να εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία του συνολικού βουλευτικού σώματος, δηλαδή να την ψηφίσουν 151 βουλευτές. Δεν χωρεί δηλαδή έγκριση προτάσεων μομφής με σχετική πλειοψηφία.

Εν κατακλείδι, μέσα από την αρχή της δεδηλωμένης και της ψήφου εμπιστοσύνης, διαφαίνεται η σχέση εξάρτησης της εκτελεστικής εξουσίας από την νομοθετική γενικότερα, της Κυβέρνησης από την στήριξη της Βουλής ειδικότερα, αλλά και η ισορροπία μεταξύ τους. Το Κοινοβούλιο, ως λαϊκή αντιπροσωπεία, καθορίζει το σχηματισμό και το βίο της Κυβέρνησης, καθώς εξ’όσων αναπτύχθηκαν η πρώτη έχει τον απόλυτο έλεγχο της δεύτερης. Ως αποτέλεσμα της απόσυρσης της εμπιστοσύνης του Κοινοβουλίου ή της έγκρισης της πρότασης δυσπιστίας επέρχεται η παύση των καθηκόντων των κυβερνητικών προσώπων καθώς και η διάλυση της Βουλής, με άμεση συνέπεια την προκήρυξη εκλογών για την ανάδειξη νέας Βουλής. Η υπάρξη της εμπιστοσύνης προς την Κυβέρνηση είναι πολύ σημαντική, προσδίδει αξιοπιστία και κύρος στο έργο της. Εξ’ αυτού του λόγου, τίθενται ουκ ολίγοι διαδικαστικοί φραγμοί για την κατάθεση προτάσεως μομφής, ώστε να μη γίνεται κατάχρησή της και να διευκολύνεται η διατήρηση της Κυβέρνησης στην εξουσία.

Πηγές

  • Συλλογικό έργο, Επιστημονικής Διεύθυνσης: Φ. Σπυρόπουλος, Ξ. Κοντιάδης, Χ. Ανθόπουλος, Γ. Γεραπετρίτης (2017) Σύνταγμα – Κατ’ άρθρο ερμηνεία, Εκδόσεις Σάκκουλα
  • Πέτρος Ι. Παραράς (1999) Σύνταγμα 1975- Corpus III, Εκδόσεις Σάκκουλα
  • Κώστας Χ. Χρυσόγονος (2014) Συνταγματικό Δίκαιο, Δεύτερη αναθεωρημένη έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα
  • Ευάγγελος Β. Βενιζέλος (2015) Μαθήματα Συνταγματικού Δικαίου, Αναθεωρημένη έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα
  • Τριανταφυλλιά Παπαδοπούλου (2015) Συνταγματικό Δίκαιο-Πανεπιστημιακές παραδόσεις, πηγή: https://repository.kallipos.gr/handle/11419/4277
  • Σύνταγμα πηγή: https://www.hellenicparliament.gr/Vouli-ton-Ellinon/To-Politevma/Syntagma/
  • Κανονισμός της Βουλής πηγή: https://www.hellenicparliament.gr/Vouli-ton-Ellinon/Kanonismos-tis-Voulis/
Συμέλα Θεοδοσιάδου

Γεννηθείσα το 1996, είναι επί πτυχίω φοιτήτρια στο Τμήμα Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Από ξένες γλώσσες, κατέχει άριστη γνώση της αγγλικής. Έχει παρακολουθήσει ημερίδες και συζητήσεις με νομικό περιεχόμενο. Μέσα από την αρθρογραφία, ευελπιστεί ότι θα κατανοήσει, διευρύνει κι ερευνήσει περαιτέρω το αντικείμενο σπουδών της. Στον ελεύθερό της χρόνο, ανάμεσα στις ασχολίες της, ξεχωρίζει τη δραστηριοποίησή της ως ενεργού μέλους φοιτητικού πολιτιστικού συλλόγου της Θεσσαλονίκης. Συμμετέχει στο εγχείρημα του OffLine Post αρθρογραφώντας κυρίως με νομικό άξονα.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Συμέλα Θεοδοσιάδου
Συμέλα Θεοδοσιάδου
Είναι απόφοιτη της Νομικής του ΑΠΘ και αυτό το διάστημα είναι ασκούμενη δικηγόρος. Από ξένες γλώσσες, κατέχει άριστη γνώση της αγγλικής. Έχει παρακολουθήσει ημερίδες και συζητήσεις με νομικό περιεχόμενο. Μέσα από την αρθρογραφία, ευελπιστεί ότι θα κατανοήσει, διευρύνει κι ερευνήσει περαιτέρω το αντικείμενο σπουδών της. Στον ελεύθερό της χρόνο, ανάμεσα στις ασχολίες της, ξεχωρίζει τη δραστηριοποίησή της ως ενεργού μέλους φοιτητικού πολιτιστικού συλλόγου της Θεσσαλονίκης. Συμμετέχει στο εγχείρημα του OffLine Post αρθρογραφώντας κυρίως με νομικό άξονα.