18.1 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΑλλαγή χρόνου ναι, αλλαγή νοοτροπίας όχι

Αλλαγή χρόνου ναι, αλλαγή νοοτροπίας όχι

Του Δημήτριου Θεοδωρή,

Η αλλαγή του χρόνου αποτελεί μια καλή ευκαιρία αυτοκριτικής. Κρατάμε τα χρήσιμα, πετάμε τα άχρηστα. Συλλογιζόμαστε τι κάναμε καλά και τι θα μπορούσαμε να κάνουμε καλύτερα.

Μια τέτοια αλλαγή υπόσχονταν και οι κυβερνώντες τον Ιανουάριο του 2015. Μια αλλαγή που θα επέτρεπε στους πολίτες να σηκώσουν ψηλά το κεφάλι και να αντικρίσουν το μέλλον με αισιοδοξία για κάτι καλύτερο. Στο πλαίσιο αυτής της αλλαγής υπόσχονταν την επιστροφή των Ελληνίδων και των Ελλήνων (κυρίως των νέων) που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα και να αναζητήσουν την τύχη τους στο εξωτερικό. Η υπόσχεση, το υποτιθέμενο πλάνο για την επιστροφή των νέων συνεχίζει να υπάρχει. Όμως, η επιθυμία επιστροφής (αν κάποιος θέλει πραγματικά να επιστρέψει), αλλά και η επιθυμία παραμονής στην Ελλάδα δε μπορεί να συνεχίζει να υπάρχει αν δεν υπάρξει μια ουσιαστική αλλαγή νοοτροπίας των κυβερνώντων.

Ο κάθε πολίτης που αναγκάζεται να φύγει (ειδικευμένος ή μη) «παίρνει» μαζί του και ένα μικρό κομμάτι του ΑΕΠ. Με βάση τη συνάρτηση της συνολικής παραγωγής, Y/L= f(K/L, H/L, T), το πραγματικό ΑΕΠ ανά εργαζόμενο εξαρτάται από το φυσικό κεφάλαιο ανά εργαζόμενο, το ανθρώπινο κεφάλαιο ανά εργαζόμενο, καθώς και το επίπεδο της τεχνολογίας. (όπου K η ποσότητα του φυσικού κεφαλαίου, δηλαδή εξοπλισμός και κτιριακές εγκαταστάσεις,  που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αγαθών υπηρεσιών, όπου Τ η τεχνολογία, το τεχνολογικό επίπεδο, όπου Η το ανθρώπινο κεφάλαιο). Με τον όρο ανθρώπινο κεφάλαιο, αναφερόμαστε στις δεξιότητες και τη γνώση που αποκτούν οι εργαζόμενοι μέσω της εκπαίδευσης, της εμπειρίας, της κατάρτισης. Μεγαλύτερο ανθρώπινο κεφάλαιο σημαίνει μεγαλύτερη παραγωγή, αλλά και υψηλότερη παραγωγικότητα ανά εργαζόμενο. Η εκπαίδευση συμβάλλει όμως και στην ανάπτυξη, αλλά και υιοθέτηση νέων τεχνολογιών. Όταν λοιπόν, οι νέοι πτυχιούχοι φεύγουν από τη χώρα, επειδή αυτή είναι ανίκανη να τους δώσει ευκαιρίες να αποδείξουν την αξία τους και να προοδεύσουν πάνω στο αντικείμενο των σπουδών τους, φεύγει μαζί τους η δυνατότητα ουσιαστικής οικονομικής μεγέθυνσης.

Η μετανάστευση του ανθρωπίνου κεφαλαίου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ελευθερία μετακίνησης κεφαλαίου. Όπως λοιπόν απομακρύνεται το ανθρώπινο κεφάλαιο έτσι απομακρύνεται και το φυσικό κεφάλαιο. Έτσι απομακρύνονται και οι πολύ σημαντικές ξένες επενδύσεις. Ξένες επενδύσεις που είχαν την επιθυμία να «εγκατασταθούν» στην Ελλάδα καταφεύγουν στη Βουλγαρία, την Τουρκία, την Κύπρο και την Ιταλία. Οι ξένοι επενδυτές έχουν ως σκοπό την αύξηση των κερδών τους και οι χώρα η οποία δέχεται τις επενδύσεις τους ανταμείβεται με την αύξηση του κεφαλαίου της οικονομίας της, την υψηλότερη παραγωγικότητα (αποτέλεσμα της οποίας είναι και η υψηλότερη ανταγωνιστικότητα) και τους υψηλότερους μισθούς. Παράλληλα, της δίνεται η δυνατότητα να υιοθετήσει και να αξιοποιήσει και η ίδια νέα τεχνολογία.

Ποιο είναι λοιπόν το κοινό χαρακτηριστικό των χωρών που καλοδέχονται τους Έλληνες μετανάστες; Ποιο είναι το χαρακτηριστικό που κάνει το ξένο κεφάλαιο να μην επιλέγει την Ελλάδα; Αυτό το κοινό χαρακτηριστικό είναι η οικονομική ελευθερία. Ως οικονομική ελευθερία ορίζεται η ελευθερία του ατόμου να αναπτύσσει τις οικονομικές του δραστηριότητες προς διάφορες κατευθύνσεις (ελευθερία επιλογής-ελευθερία άσκησης). Στο βαθμό, στον οποίο περιορίζεται η οικονομική ελευθερία, προσδιορίζεται και το οικονομικό σύστημα και κατά επέκταση το πολιτικό καθεστώς της. Το μέγεθος του κράτους και το κατά πόσο επεμβαίνει στην ιδιωτική πρωτοβουλία, η απονομή της δικαιοσύνης, η ισχύς του νομίσματος, η ελευθερία του διεθνούς εμπορίου, το ρυθμιστικό πλαίσιο για την πρόσβαση στην αγορά συνιστούν την οικονομική ελευθερία.

Ο Δείκτης Οικονομικής Ελευθερίας του 2018 κατατάσσει την Ελλάδα στην 115η θέση (μεταξύ 180 χωρών), ενώ το 2000 βρισκόταν στην 49η θέση και πάλι αρκετά πιο κάτω από άλλες χώρες της Ευρώπης. Για το 2018, ευρισκόμενη στο 57,3 κατατάσσεται 43η μεταξύ 44 χωρών της Ευρώπης. Η οικονομία της χαρακτηρίζεται κυρίως ανελεύθερη και ο δημόσιος τομέας εξακολουθεί να καταναλώνει περισσότερο από 50% του ΑΕΠ.

Όσο λοιπόν οι κυβερνώντες επιμένουν στον κρατισμό τόσο η επιχειρηματικότητα, η παραγωγικότητα και η ανταγωνιστικότητα της χώρας θα κατακρημνίζονται. Όσο η φορολογία παραμένει σε τέτοια επίπεδα που κάποιος θα μπορούσε πολύ εύκολα να της αποδώσει τον χαρακτηρισμό ληστρική, τόσο οι επενδύσεις θα απομακρύνονται. Χωρίς επενδύσεις δε θα υπάρχουν επιχειρήσεις. Η ιδιωτική πρωτοβουλία αντί να προστατεύεται θα δέχεται σοβαρά πλήγματα και αυτό προς όφελος της προστασίας του δημοσίου τομέα.

Επομένως, η αλλαγή της νοοτροπίας, (από τον κρατισμό στην εξωστρέφεια και σε ένα περιβάλλον φιλικό προς το επιχειρείν και την ιδιωτική πρωτοβουλία) αποτελεί βασική προϋπόθεση για μια πραγματική αλλαγή. Όμως, μέχρι στιγμής, φαίνεται ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί,  επιβεβαιώνοντας με τον καλύτερο τρόπο το «κάθε πέρσι και καλύτερα».

Δημήτριος Θεοδωρής
Γεννήθηκε το 1997 στο Μαρούσι Αττικής, με καταγωγή από Λέσβο και Άρτα. Σπουδάζει Πολιτική Επιστήμη και Ιστορία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ