17.6 C
Athens
Κυριακή, 28 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΜυθολογιαΜυθολογία Ιθαγενών Βορείου Αμερικής: Καλαμπόκι, φασόλι, κολοκύθα (Α΄ Μέρος)

Μυθολογία Ιθαγενών Βορείου Αμερικής: Καλαμπόκι, φασόλι, κολοκύθα (Α΄ Μέρος)


Της Καρολίνας Σόμπτσυκ,

Μάσκα των ιθαγενών της Βορείου Αμερικής. Πηγή εικόνας: Προσωπικό Αρχείο Καρολίνας Σόμπτσυκ

Στην 30.000 ετών ιστορία τους, οι Ιθαγενείς της Βορείου Αμερικής ανά τις 300 και πλέον φυλές τους, κλήθηκαν πολλές φορές να επιβιώσουν, όχι μόνο με δεδομένη την αχανή γη τους και την αγριότητα της φύσης της, αλλά και λόγω του τυχόντος υπερπληθυσμού, της έλλειψης τροφίμων λόγω καιρικών συνθηκών και των αδιάκοπων συγκρούσεων μεταξύ τους. Στα παραπάνω προστίθεται η κατακτητική διάθεση των Ευρωπαίων αποίκων της ηπείρου, που συχνά απωθούσαν ομαδικά φυλές μιας ολόκληρης περιοχής, σε μια προκαθορισμένη τοποθεσία. Αναγκασμένοι να ριζώσουν, καλλιέργησαν τα νέα εδάφη τους και σημείωσαν γεωργική ανάπτυξη. Ίσχυσε, ωστόσο, και το αντίστροφο: επειδή η αγροτική παραγωγή απαιτεί περισσότερο μόχθο από το κυνήγι και τη συλλογή τροφών, συνέβαλε στη συγκέντρωση πληθυσμών και τη δημιουργία νέων φυλών και φατριών. Έτσι, λοιπόν, η γη που τους παρείχε ανέκαθεν δε θα μπορούσε να λείψει από την πίστη και τη θρησκευτική λατρεία τους. Ανάλαφροι μύθοι συναντώνται σε όλη την έκταση της Βορείου Αμερικής και αφορούν τα πολυτιμότερα φυτά που καλλιεργήθηκαν: τα φασόλια, την κολοκύθα και, το χαρακτηριστικότερο φυτό της ηπείρου, το καλαμπόκι.

Η Φασουλογυναίκα

Ένα χωριό βρισκόταν δίπλα σε ένα ποτάμι. Από πέρα μακριά κατά μήκος του ποταμού, ακούστηκε μια γυναίκα να τραγουδά. Ήταν η Φασουλογυναίκα, που με το τραγούδι της ήθελε να μάθει, ποιος άραγε θα την παντρευόταν. Πρώτος αποκρίθηκε ο Πανθηράντρας. Τότε ρώτησε η Γυναίκα, τι θα την τάιζε εκείνος ως σύζυγος. Αυτός απάντησε, κρέας φυσικά. Εκείνη όμως αρνήθηκε το συγκεκριμένο φαγητό, συνεπώς και το γάμο. Ακούγοντας το τραγούδι, δεύτερος εμφανίστηκε ο Ελαφάντρας, που προέτεινε να την τρέφει με μπουμπούκια και φλοιούς από τρυφερά δενδρύλλια-όμως η Γυναίκα απέρριψε και αυτόν. Ακολούθησαν ο Αρκουδάντρας, με τους ξηρούς καρπούς που είχε αποθηκευμένους, και ο Λυκάντρας, προσφέροντας κρέας ελαφιού. Αφού απέρριψε και τους τελευταίους, την πλησίασε ο Καλαμποκάντρας. Στην ερώτηση, τι θα την τάιζε, αυτός αποκρίθηκε ότι θα της παρείχε πάντοτε γλυκό καλαμπόκι. Η Φασουλογυναίκα ακούγοντας την πολυπόθητη απάντηση ενθουσιάστηκε, δέχτηκε να τον παντρευτεί, τον αγκάλιασε τυλίγοντας τα χέρια της γύρω από το λαιμό του και τότε αυτοί ενώθηκαν για πάντα, ενώ ακόμη και σήμερα ζουν και καλλιεργούνται αγκαλιασμένοι και ευτυχείς.

Ο Ερημίτης Ντακότα ή Το δώρο του Καλαμποκιού

Άγαλμα που αναπαριστά γυναίκα της φυλής Cherokee. Πηγή εικόνας: pueblosoriginarios.com

Ένας άντρας ζούσε μόνος μακριά από τους υπόλοιπους Ντακότα, μελετώντας τα φυτά και τις ρίζες, ως προς τις χρήσεις τους ως τρόφιμα αλλά και ως φάρμακα. Μια νύχτα, καθώς λαγοκοιμόταν, είδε ένα σκοτεινό αντικείμενο μέσα στη σκηνή του, που σα να κρατούσε κάτι σαν βέλος από πυρόλιθο. Είπε στον άντρα ότι είχε έρθει, για να τον προσκαλέσει στο σπίτι του. Ο ερημίτης δέχτηκε να το ακολουθήσει, όμως βγαίνοντας από τη σκηνή έχασε κάθε ίχνος του. Το σκηνικό επαναλήφθηκε και τα επόμενα βράδια. Ο άντρας αποφάσισε να παρακολουθήσει την άφιξη από μια τρύπα στη σκηνή του, περνώντας από αυτήν ένα βέλος. Μόλις κατέφτασε το αντικείμενο και καθώς ανακοίνωνε το σκοπό της άφιξής του, ο άντρας το χτύπησε με το βέλος του και ακούστηκε ένας ήχος, σα να κάρφωσε το βέλος σε σακί με βότσαλα. Με το πρωινό φως ο Λακότα είδε στην πόρτα της σκηνής του σπόρους καλαμποκιού. Ακολούθησε τη διαδρομή των σπόρων, μέχρι ένα σημείο στο έδαφος, όπου το χορτάρι είχε κοπεί κυκλικά. Εκεί σταματούσαν οι σπόροι και αντιλήφθηκε ότι αυτό ήταν το μέρος που έπρεπε να επισκεφτεί. Έσκαψε στο κυκλικό σημείο και βρήκε πολλούς σάκους, με αποξηραμένο κρέας, κεράσια, γογγύλια, καλαμπόκι, και στο τέλος έναν σάκο με λίγους χύμα σπόρους καλαμποκιού και το βέλος του ίδιου μέσα! Κατάλαβε, λοιπόν, το δίδαγμα του αλλόκοτου αντικειμένου και έφερε σε επαφή τους συγχωριανούς του με τον τρόπο φύλαξης της τροφής τους στο έδαφος (από ζώα ή άλλους ανθρώπους), αλλά και με το ίδιο το καλαμπόκι.

Από πού ήρθε το καλαμπόκι

Ο αρχηγός των Μάλισεετ των Ουαμπανάκι στα βορειοανατολικά της Βορείου Αμερικής, είχε κάποτε μια πανέμορφη κόρη με χρυσά μαλλιά, που παντρεύτηκε έναν άντρα που την αγαπούσε πολύ. Όταν έφτανε στο τέλος της ζωής της, ο άντρας δεν ήθελε να την αποχωριστεί και ακολούθησε τις οδηγίες της. Έκαψε τα δέντρα κοντά στο σπίτι τους, της έδεσε τα χέρια με φλοιό κέδρου και περιέστρεψε μέσα στο ξέφωτο το σώμα της επτά φορές χωρίς να κοιτάξει πίσω του, ώσπου έμεινε μόνο ο σκελετός της. Θλιμμένος έφυγε, όμως ξαναγύρισε στο τέλος του καλοκαιριού. Τότε έκπληκτος είδε το ξέφωτο γεμάτο καλαμπόκια. Η γυναίκα του είχε τηρήσει την υπόσχεσή της και έμεινε έτσι για πάντα μαζί του.

Ο Νταϋοχαγκουέντα και το Πνεύμα του Καλαμποκιού

Δείγμα της τέχνης των ιθαγενών. Πηγή εικόνας: nativeartgallery.ca

Οι Τουσκαρόρα των Ιροκουόι (ή Ιροκουά) στη βορειοανατολική Βόρεια Αμερική, βίωναν περίοδο αφθονίας στις σοδειές τους. Δυστυχώς άρχισαν να παραμελούν τις καλλιέργειες, να σπαταλούν το καλαμπόκι και να μην αποθηκεύουν ποσότητες, ούτε καν να ευχαριστούν το Δημιουργό τους. Μόνο ένας άντρας, ο Νταϋοχαγκουέντα φρόντιζε σωστά τις σοδειές του και πονούσε με τη συμπεριφορά των ανθρώπων της φυλής του. Μια μέρα καθώς σκεπτόταν, είδε ένα μονοπάτι που οδηγούσε σε ένα παραμελημένο καταφύγιο. Έφτασε εκεί και βρήκε έναν γέρο που θρηνούσε. Ο Νταϋοχαγκουέντα τον ρώτησε, γιατί θρηνεί, γιατί έχει σκισμένα ρούχα, γιατί είναι βρώμικος και γιατί έχει ζιζάνια το σπίτι του ολόγυρα. Ο γέρος απάντησε, ότι οι άνθρωποι τον έχουν πια ξεχάσει, τον έριξαν στα σκυλιά, αφήνουν τα παιδιά τους να τον πατούν και τον έχουν εγκαταλείψει τελείως. Γι’ αυτό σχεδίαζε να τους αφήσει για πάντα. Ο Νταϋοχαγκουέντα τον παρακάλεσε να μην το κάνει και πως ο ίδιος θα τους παρότρυνε να τον σέβονται στο εξής. Μεταφέροντας στους Τουσκαρόρα το σκηνικό με το γέρο, που ήταν το Πνεύμα του Καλαμποκιού, τους βοήθησε να ξαναρχίσουν την καλλιέργεια, δίνοντάς τους καλαμπόκια από εκείνα που είχε αποθηκεύσει, και αυτοί πλέον φρόντιζαν σωστά τις σοδειές τους και ευγνωμονούσαν το Πνεύμα, που δεν τους εγκατέλειψε ποτέ.

Γιατί τα κοράκια αγαπούν το καλαμπόκι

Οι φυλές Πουέμπλο κάποτε είχαν καλαμπόκια που ωρίμαζαν πολύ γρήγορα. Μια μέρα ένας κερασφόρος μπούφος έψαχνε να φάει και βρήκε ένα χωράφι με καλαμπόκια. Περίεργος ρώτησε τον Κόρακα, τι ήταν αυτά τα σπαρτά. Ο Κόρακας απάντησε πως είναι καλαμπόκια και ότι ανήκουν στον ίδιο. Ο Μπούφος δύσπιστος πρότεινε να ψήσουν και να φάνε: εάν ήταν γλυκά, ο ίδιος θα αναγνώριζε ότι ανήκουν στον Κόρακα. Έτσι και έγινε, τα καλαμπόκια αποδείχτηκαν γλυκά και ο Μπούφος τα απέδωσε στον Κόρακα. Συνέστησε δε στους ανθρώπους να καλλιεργούν το καλαμπόκι κοντά στα λασπόσπιτά τους (πουέμπλος), έδωσε το δικαίωμα στα κοράκια να επισκέπτονται τα σπαρτά, διέταξε τα τελευταία να τρώνε με μέτρο από τις σοδειές. Και η πιο ενδιαφέρουσα εξαγγελία του: οι άνθρωποι θα ξέρουν πως τα καλαμπόκια τους θα βγουν γλυκά, εφόσον από πάνω πετούν κοράκια!


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Dawn E. Bastian & Judy K. Mitchell (2004), Handbook of Native American Mythology (World Mythology), Santa Barbara: ABC-CLIO, Inc.
  • Iroquois Corn Spirit, mythus.fandom.com, Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Καρολίνα Σόμπτσυκ
Καρολίνα Σόμπτσυκ
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Χανιά. Είναι απόφοιτη της Νομικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και επαγγελματικά έχει στραφεί στη Διοίκηση Ανθρωπίνων Πόρων. Αγαπά πολύ να ταξιδεύει, να μαθαίνει καινούριες γλώσσες και να διαβάζει ο,τιδήποτε βρεθεί στα χέρια της. Πιστεύει ότι οι δημιουργικές δραστηριότητες είναι η πιο αξιόλογη μορφή ψυχαγωγίας και η σοφότερη επένδυση ελεύθερου χρόνου.