17.4 C
Athens
Δευτέρα, 29 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμός"Avatar - The Way of Water" (2022): Μεγαλύτερο, πλουσιότερο, καλύτερο

“Avatar – The Way of Water” (2022): Μεγαλύτερο, πλουσιότερο, καλύτερο


Του Νίκου Αστυρακάκη,

17 Δεκεμβρίου 2009. Τότε έκανε πρεμιέρα στις οθόνες μας το Avatar του θρυλικού James Cameron. Μια ταινία που, παρά την απλή της ιστορία, επαναστάτησε στον χώρο του κινηματογράφου με την πρωτοποριακή χρήση των ψηφιακών εφέ και την επαναστατική χρήση 3D, οδηγώντας την στο να γίνει η πιο εισπρακτικά επιτυχημένη ταινία όλων των εποχών, με εισπράξεις πάνω από 2 δισεκατομμύρια δολάρια.

Ο James Cameron, έπειτα, αφιερώθηκε πλήρως στην υλοποίηση τουλάχιστον άλλων τεσσάρων σίκουελ ταυτόχρονα, με το πρώτο εκ των οποίων να κυκλοφορεί σχεδόν 13 ολόκληρα χρόνια από την κυκλοφορία του πρώτου. Το Avatar: The Way of Water επιτέλους ήρθε, λοιπόν, και μας έκανε να θυμηθούμε γιατί αγαπήσαμε τόσο πολύ την πρώτη ταινία, προσφέροντάς μας τα ίδια και πολλά περισσότερα.

Χωρίς να μπω σε λεπτομέρειες, η ιστορία μας μεταφέρει 13 χρόνια μετά το τέλος της πρώτης ταινίας. Ο Jake Sully (Sam Worthington) είναι πλέον αρχηγός της Φυλής των Omaticaya, με τη Neytiri (Zoe Saldana) σύζυγο και μητέρα των τεσσάρων παιδιών του. Όταν, όμως, οι άνθρωποι επιστρέφουν στην Πανδώρα –μαζί τους ένας παλιός εχθρός– με μια νέα γενιά Άβαταρ, ο Jake και η οικογένειά του αναγκάζονται να καταφύγουν στη Φυλή των Metkayina, μιας θαλασσόβιας φυλής Na’vi, και καλούνται να προσαρμοστούν στην κουλτούρα τους.

Αν και η περίληψη που έδωσα κάνει την ταινία να φαίνεται απλή, απεικονίζει πολλά πράγματα να συμβαίνουν ταυτόχρονα. Η ταινία χωρίζεται σε τρεις βασικές οπτικές, αυτή του Jake και της Neytiri, αυτή των παιδιών τους και αυτή των ανταγωνιστών, οι οποίες περιλαμβάνουν πολλές διαφορετικές ιστορίες η καθεμία, ανάλογα με το ποιος βρίσκεται στο προσκήνιο την κάθε στιγμή. Η σωστή χρήση και εναλλαγή μεταξύ τους, καθώς και η φυσικότητα με την οποία διασπώνται και ξαναενώνονται, κάνουν την πάνω από τρεις ώρες ταινία να ρέει με έναν μη κουραστικό ρυθμό, αντιθέτως αρκετά χαλαρό για να ησυχάζεις και αρκετά γρήγορο για να μην βαριέσαι.

Ο σκηνοθέτης James Cameron με τους βασικούς συντελεστές της ταινίας στην παγκόσμια πρεμιέρα. Πηγή εικόνας: www.deadline.com

Το ύφος της ταινίας θυμίζει αρκετά το ύφος της πρώτης, όπως θα περίμενε κανείς. Ωστόσο, ο Cameron, αντλώντας έμπνευση από εποχές Terminator και Aliens, δεν φοβάται να πάει την ταινία σε πιο σκοτεινά μονοπάτια, οδηγώντας τη σε μερικές από τις πιο βίαιες σκηνές δράσης που έχει αποτυπώσει ποτέ. Βέβαια, η ταινία δεν είναι μόνο βία και σκοτάδι, αλλά διατηρεί αυτή την αίσθηση θαύματος και ανακάλυψης της πρώτης ταινίας. Υπάρχουν πολλές εκτεταμένες σκηνές, που οι χαρακτήρες εξερευνούν απλώς το νέο τους περιβάλλον και εκεί βρίσκεται η μαγεία της ταινίας: στην ανακάλυψη ενός νέου φανταστικού κόσμου κάτω από το νερό.

Οι χαρακτήρες, επίσης, βοηθούν σε αυτό. Ναι μεν επιστρέφουν αρκετοί από την πρώτη ταινία, ωστόσο παίρνουν μια δευτερεύουσα θέση σε αρκετούς καινούριους, μεταξύ των οποίων και τα παιδιά των πρωταγωνιστών. Τα παιδιά αυτά, σε συνδυασμό με τους φίλους που κάνουν στη νέα Φυλή, φέρνουν μια φρεσκάδα και αλλαγή οπτικής από την πρώτη ταινία.

Είναι παιδιά που μεγαλώνουν εν καιρώ πολέμου, ενώ, παράλληλα, προσπαθούν να βρουν τον εαυτό τους και να αναδειχθούν στα μάτια των δικών τους. Το γεγονός ότι τα περισσότερα βρίσκονται στην εφηβεία και ακόμη ανακαλύπτουν τον εαυτό τους, τους δίνει μια παραπάνω ανθρωπιά από τους πεζοναύτες και επιστήμονες της πρώτης, κάτι που επιτρέπει τη συναισθηματική καρδιά της πρώτης ταινίας να αναδειχθεί πολύ πιο άφοβα και ειλικρινέστατα από άλλες ταινίες των τελευταίων ετών, που γίνονται ολοένα και πιο κυνικές.

Ο Sam Worthington ως Jake Sully. Πηγή εικόνας: www.variety.com

Αξιοσημείωτη είναι και η ερμηνεία της εβδομηντατριάχρονης Sigourney Weaver στον ρόλο της δεκαεξάχρονης Kiri, υιοθετημένη κόρη των Sully και απόγονος του χαρακτήρα της στην πρώτη, που μπαίνει με τόση φυσικότητα στον ρόλο, όπου εάν δεν έβλεπα τους τίτλους τέλους, θα νόμιζα ότι επρόκειτο για μια εντελώς διαφορετική ηθοποιό. Ο ρόλος της είναι αδιαμφησβήτητα ο καλύτερος χαρακτήρας στην ταινία, το συναισθηματικό της επίκεντρο αφήνει τον θεατή πάντα να θέλει να δει περισσότερα από τις εσωτερικές και εξωτερικές διαμάχες της.

Βέβαια, τα παιδιά δεν είναι οι μόνοι πρωταγωνιστές. Ο Sam Worthington και η Zoe Saldana ενσαρκώνουν με απόλυτη πειστικότητα τους χαρακτήρες τους από την πρώτη ταινία, φέροντας πίσω όλα τα χαρακτηριστικά στοιχεία τους αλλά και ωριμάζοντάς τους με έναν φυσικό τρόπο. Ο Jake και η Neytiri, προφανώς επηρεασμένοι από την πρώτη ταινία, έχουν εξελιχθεί σε πιο γκρίζους αλλά παράλληλα πιο ώριμους χαρακτήρες, που κάνουν πολλά λάθη με κατανοητά κίνητρα και συνεχίζουν να μαθαίνουν κατά τη διάρκεια της ταινίας. Φυσικά και οι νέοι ηθοποιοί φέρνουν κάτι στο τραπέζι, με την Kate Winslet να δίνει μια δυνατή, συναισθηματική ερμηνεία στον ρόλο της πνευματικής μητέρας των Metkayina, παρά τον περιορισμένο χρόνο εμφάνισής της μας δίνει ίσως την πιο συναισθηματικά φορτισμένη στιγμή της ταινίας.

Τέλος, ας εστιάσουμε στα εφέ της ταινίας, όπου, όπως και στην πρώτη, ο James Cameron πάλι διαπρέπει. Με ένα νέο υποβρύχιο σύστημα απεικόνισης κινήσεων (motion capture), η ταινία διαπρέπει στα υποβρύχια πλάνα της, που ανακαλύπτουμε έναν τελείως άλλο κόσμο. Χρησιμοποιώντας την εμπειρία του ως ωκεανογράφος, ο Cameron μπλέκει άρτια το φυσικό με το ψηφιακό και δημιουργεί ένα οικοσύστημα, το οποίο νιώθει ταυτόχρονα υπαρκτό και εξωπραγματικό. Η μεγαλύτερη διάρκεια της ταινίας αποτελείται από τέτοια πλάνα δίπλα ή κάτω από το νερό, όπου πάντα καταφέρνουν να εντυπωσιάσουν.

Τα λοιπά ψηφιακά εφέ, βεβαίως, δεν υστερούν. Η τεχνολογία έχει κάνει τεράστια άλματα στα 13 χρόνια μεταξύ των δύο ταινιών και ο Cameron δεν διστάζει να την αξιοποιήσει στο έπακρον. Οι Na’vi –και όλη η Πανδώρα γενικά– δείχνουν ακόμα πιο φυσικοί και ρεαλιστικοί, καθώς τα τοπία σε ρουφάνε μέσα σε βαθμό που ξαναορίζεται η έννοια «επικός κινηματογράφος». Η ταινία επιβάλλεται να θεαθεί σε 3D, καθώς προσδίδει έναν ακόμα βαθμό ζωντάνιας στις ήδη ζωντανές εικόνες, σε βαθμό που νιώθεις ότι αν τεντώσεις το χέρι σου θα καταφέρεις να τις αγγίξεις.

Η πρωτοεμφανιζόμενη Bailey Bass ως Tsireya. Πηγή εικόνας: www.digitalspy.com

Συμπέρασμα, το Avatar: The Way of Water χρησιμοποίησε συνετά τον χρόνο του, για να δώσει στους φαν –και όχι μόνο– ό,τι τους έκανε να λατρέψουν στο πρώτο, σε βαθμό που σπάνια βλέπουμε πλέον στις οθόνες μας. Είναι ένα κινηματογραφικό αριστούργημα που απαιτεί προβολή στη μεγάλη οθόνη –και με εξοπλισμό 3D– για να κατανοήσει κάποιος πλήρως τον κόπο των δημιουργών, να το εκτιμήσει και να το απολαύσει στο έπακρον. Πάρτε, λοιπόν, μερικούς φίλους και αγαπημένους και πηγαίνετε γρήγορα στην κοντινότερη οθόνη σας. Πρόκειται για μια εμπειρία που δεν θα ξεχάσετε σύντομα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 
  • Οι εισπράξεις του πρώτου Avatar, Box Office Mojo, διαθέσιμο εδώ
  • Avatar: The Way of Water (2022) – IMDb, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Αστυρακάκης
Νίκος Αστυρακάκης
Γεννήθηκε το 2001 στον Υμηττό Αττικής, όπου και διαμένει. Είναι τριτοετής φοιτητής του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ στο ΕΚΠΑ, όπου στοχεύει σε μεταπτυχιακό στις Πολιτισμικές και Κινηματογραφικές Σπουδές. Πρώτη του αγάπη είναι ο κινηματογράφος, μετά η μουσική και η σύγχρονη τέχνη. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να πηγαίνει σε πολιτιστικά δρώμενα, γνωστά και άγνωστα, καθώς του δίνουν την ευκαιρία να αντιμετωπίσει πολλές διαφορετικές πηγές έμπνευσης και έκφρασης.