17.6 C
Athens
Κυριακή, 5 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΣωκράτης εναντίον Δημοκρατίας

Σωκράτης εναντίον Δημοκρατίας


Του Θεμιστοκλή Καγκέλη,

Έστω ότι είναι μία ηλιόλουστη μέρα στη αρχαία Αθήνα. Βρισκόμαστε στην Ερμού της εποχής – την Αγορά – όπου απ’ τη μία επικρατούν οι φωνές των μικροπωλητών κι απ’ την άλλη η ευωδιά απ’ τα μυροπωλεία. Ξαφνικά, μέσα στη λαοθάλασσα, κάποιοι πολίτες αρχίζουν να συγκεντρώνονται γύρω από έναν ξυπόλυτο γεράκο με πολλά μούσια, ο οποίος απευθύνεται στην αθηναϊκή νεολαία: «Εἰ μὲν καλοὶ εἶεν, ἄξιοι γίγνοιντο· εἰ δ’ αἰσχροί, παιδείᾳ τὴν δυσείδειαν ἐπικαλύπτοιεν» (οι όμορφοι να είναι αντάξιοι της ομορφιάς τους, ενώ οι άσχημοι να καλύψουν την ασχήμια τους με μόρφωση). Ποιος μπορεί να είχε τόση όρεξη για σοφιστείες; Ποιος άλλος από τον Σωκράτη, δάσκαλο του Πλάτωνος και του Ξενοφώντος και ίσως τη μεγαλύτερη φιλοσοφική ιδιοφυία που πάτησε ποτέ στη Γη. «Άγιε Σωκράτη πρέσβευε υπέρ ημών» είχε γράψει χαρακτηριστικά ο μέγας Ολλανδός φιλόσοφος Έρασμος ως ένας απ’ τους χιλιάδες διανοούμενους που αναγνώρισαν το βάρος της κληρονομιάς του Σωκράτη. Ωστόσο, η ζωή του φιλοσόφου βρήκε τραγικό τέλος το 399 π.Χ. όταν αυτός δολοφονήθηκε. Όχι όμως από ανθρώπους, αλλά από ιδέες.

Το ανώτατο δικαστήριο των Αθηνών, η Ηλιαία. Πηγή εικόνας: assassinscreed.fandom.com

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Σωκράτης αποτελούσε έναν γνήσιο Αθηναίο. Λάτρευε τόσο πολύ την πόλη του, ώστε καυχιόταν πως είχε βγει έξω απ’ αυτή λιγότερο απ’ όσο είχαν βγει οι τυφλοί, οι κουτσοί και οι ανάπηροι. Όμως, οι πολιτικές εξελίξεις της εποχής ήταν ραγδαίες και δεν τον άφησαν να διάγει ήρεμο βίο στην Αττική. Συγκεκριμένα, εκείνα τα χρόνια εκτυλισσόταν ο καταστροφικός Πελοποννησιακός Πόλεμος. Επρόκειτο για μία τρομακτική εμφύλια σύρραξη μεταξύ των Αθηνών και της Σπάρτης, η οποία έδωσε τέλος στη χρυσή, κλασσική εποχή της Ελλάδας και έσπειρε το θάνατο σε αμέτρητους Έλληνες. Να σημειωθεί ότι ο πόλεμος δε θα ξεκινούσε αν οι Αθηναίοι δημοκράτες, όπως ο Περικλής, δε διεκδικούσαν απερίσκεπτα το εμπορικό και πολιτικό μονοπώλιο στον ελλαδικό χώρο. Τα σκοτεινά αυτά χρόνια, ήταν καταλύτης αφενός για τον εξευτελισμό και τη διάλυση των Αθηνών και αφετέρου για τη θανάτωση του Σωκράτη.

Με την ήττα της αθηναϊκής δημοκρατίας, αναδύθηκε στη θέση της το αριστοκρατικό πολίτευμα των Τριάκοντα, οι οποίοι είχαν στόχο να αναδιοργανώσουν την κατεστραμμένη πατρίδα τους. Με αρχηγό τον Κριτία και την υποστήριξη της Σπάρτης, κυβέρνησαν με σιδηρά πυγμή την Αττική για περίπου δύο χρόνια και ο Σωκράτης, ως γνήσιος πολέμιος της δημοκρατίας, συντάσσοταν με το έργο τους. Χαρακτηριστικά, σε μία συζήτηση με τον στρατηγό και φίλο του, Αλκιβιάδη, παρομοίαζε το δημοκρατικό κράτος με ένα πλοίο που βουλιάζει, επειδή κυβερνάται από ανθρώπους ανίδεους από πλοήγηση. Θεωρούσε ότι κυβερνήτες πρέπει να είναι μόνο οι άριστοι, ενώ οι υπόλοιποι οφείλουν απλώς να υπακούν, με γνώμονα την ευημερία του συνόλου. Όταν έλεγε «άριστοι» δεν αναφερόταν στους οικονομικά κραταιούς, αλλά σε εκείνους που πραγματικά υπερέχουν σε ήθος, γνώσεις και ικανότητες. Ο Σωκράτης πίστευε ότι η δημοκρατία δε δύναται να επικρατήσει, καθώς ο λαός εύκολα παρασύρεται από ανθρώπους με άψογες ρητορικές ικανότητες, που είναι όμως ανάξιοι να κυβερνήσουν. Φυσικά, αναφερόταν στους δημαγωγούς.

Χάρτης του Πελοποννησιακού Πολέμου. Πηγή εικόνας: commons.wikimedia.org

Βεβαίως, αυτές οι απόψεις του δεν πέρασαν απαρατήρητες. Όχι απλώς γιατί ήταν αντιδημοφιλείς, αλλά γιατί – μετά την ανατροπή των Τριάκοντα – μία μειοψηφία από Αθηναίους δημοκράτες υπέβαλλαν μήνυση εναντίον του Σωκράτη, κατηγορώντας τον για ασέβεια απέναντι στους Θεούς και για διαφθορά των νέων. Στη δεύτερη κατηγορία υπονοούσαν ότι ο φιλόσοφος προωθούσε στη νεολαία των Αθηνών αντιδημοκρατικές ιδέες. Ωστόσο, η ψυχραιμία που επέδειξε ο Σωκράτης απέναντι στην επικείμενη δίκη του ήταν συγκλονιστική. Μάλιστα, λίγες στιγμές προτού παρουσιαστεί ενώπιον του δικαστηρίου, καθόταν και ανέλυε παρέα με δύο μαθηματικούς για το τι σήμαινε γνώση. Όταν όμως ήρθε η ώρα της δίκης, ο φιλόσοφος πράγματι παρουσιάστηκε στην Ηλιαία, το ανώτατο δικαστήριο των Αθηνών.

Ο Σωκράτης ξεκινά την απολογία του λέγοντας ότι όσα θα πει, θα τα πει όπως μιλάει στην Αγορά, όπως δηλαδή τον είχε συνηθίσει ο κόσμος. Μέσα στην πολύωρη αγόρευσή του, αποδίδει μία ακλόνητη υπεράσπιση, στην οποία καταρρίπτει μία προς μία τις κατηγορίες, ενώ διαφαίνεται σιγά σιγά ότι δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις για να σταθεί η δίκη, πράγμα που ενοχλεί ιδιαίτερα τους κατήγορους. Αυτοί όχι μόνο δε σέβονταν τους μάρτυρες, αλλά και διέκοπταν τον φιλόσοφο όποτε το ήθελαν, σε μία απόπειρα να μην ακουστούν οι απόψεις του. Στην τελική του μάχη με τη δημοκρατία, ο Σωκράτης ορίζει το μίσος εναντίον του ως ζήλια για τη σοφία του – μία σοφία που συνοψίζεται στη φράση «ένα ξέρω, ότι δεν ξέρω τίποτα».

Με αφετηρία αυτόν τον συλλογισμό, διηγείται στο ακροατήριο πως στη ζωή του συνεχώς διεπίστωνε ότι οι άνθρωποι, από τους πολιτικούς μέχρι τους ποιητές, δεν ήξεραν τίποτα, παρόλο που οι ίδιοι καυχιόνταν ότι ήξεραν τα πάντα. Συνεπώς, αμφισβητεί έμμεσα την αξιοπιστία των δικαστών, οι οποίοι δήλωναν ότι ήξεραν να λαμβάνουν αποφάσεις, παρόλο που στην πραγματικότητα ήταν κοινοί πολίτες, εκλεγμένοι με κλήρο («λαχόντες»), που στερούνταν νομικής κατάρτισης. Στο φινάλε της απολογίας τελείται η ευθεία αναμέτρηση του Σωκράτη με τον Μέλητο και τον Άνυτο, δύο εκ των τριών που ηγούνταν της κατηγορίας. Ο φιλόσοφος κυριολεκτικά τους ξεφτιλίζει με μία απίστευτη επίδειξη Σωκρατικής Ειρωνείας και επιχειρημάτων. Κλείνοντας την αγόρευσή του, καλεί το ακροατήριο να σταθμίσει την προσφορά του στην πόλη, μιας και παραμέλησε την οικογένεια και τους φίλους του, προσπαθώντας να διδάξει σε κάθε Αθηναίο την πνευματική αρετή – πράγμα που κατάφερε.

Η δίκη του Σωκράτη αποτελεί ακόμα και σήμερα πηγή έμπνευσης για τους καλλιτέχνες. Πηγή εικόνας: fineartamerica.com

Με αυτά τα λόγια άρχισε η μυστική ψηφοφορία για την καταδίκη του Σωκράτη. Σε περίπτωση ισοψηφίας, ο κατηγορούμενος αθωωνόταν, μιας και πίστευαν ότι ψήφιζε και η Θεά Αθηνά. Η απόφαση βγήκε: ήταν 220 υπέρ και 280 κατά. Ο Σωκράτης εξεπλάγη όταν το άκουσε, μιας και θεωρούσε ότι θα τον καταδίκαζαν παμψηφεί. Ωστόσο, όπως προέβλεπε το Αττικό Δίκαιο, του δόθηκε μία τελευταία ευκαιρία να αγορεύσει ώστε να καθορίσει ο ίδιος την ποινή του, η οποία έπρεπε να είναι σωματική (εξορία, θάνατος κοκ) ή χρηματική. Είπε αρχικά ότι δεν ήθελε να εξοριστεί, καθώς δε θα μπορούσε να μελετά τους ανθρώπους και να συζητά με αυτούς, αφού θα ζούσε σε ξένη χώρα. Το ίδιο, λέει, θα ίσχυε και για τη φυλακή, όπου θα ήταν απομονωμένος. Πλούσιος δεν ήταν, άρα η χρηματική ποινή ήταν ανέφικτη. Βέβαια, σε μία συγκινητική προσπάθεια αλληλεγγύης, οι μαθητές του στο ακροατήριο φώναξαν ότι θα εξαγόραζαν με δική τους δαπάνη την ποινή του δασκάλου τους. Ο Σωκράτης δέχτηκε, αλλά στη δεύτερη ψηφοφορία επικράτησε ως βέλτιστη η ποινή του θανάτου. Με πραότητα, πριν τον συνοδέψουν στο δεσμωτήριο, ο φιλόσοφος προέτρεψε τους Αθηναίους να μη φοβούνται το θάνατο, καθώς «Οι αγαθοί δεν είναι δυνατόν να πάθουν κακό. Ούτε στη ζωή, ούτε κι όταν πεθάνουν». Αυτή ήταν και η τελευταία διδαχή του Σωκράτη.

Η ιστορία κάπου εδώ φτάνει στο τραγικό της τέλος, με έναν Σωκράτη ελεύθερο – πολιορκημένο λίγες στιγμές πριν πιεί το κώνειο. Φυλακισμένο μεν σωματικά, αλλά με ψυχή που έμεινε αθάνατη στις σελίδες της ιστορίας. Ωστόσο, επιστρέφοντας στον αρχικό μας συλλογισμό, η απάντηση για το ποιος σκότωσε τον Σωκράτη δε συνάγεται εύκολα. Η ρεαλιστική προσέγγιση είναι ότι τον δολοφόνησαν αυτοί που τον μήνυσαν, αλλά δεν επαρκεί. Δε μπορεί κανείς να αγνοήσει ότι η αθηναϊκή πολιτεία έστησε μία άδικη σε πολλά επίπεδα κατηγορία, η οποία υποκινούνταν από πολιτική σκοπιμότητα ενάντια όσων αμφισβητούσαν το δημοκρατικό πολίτευμα. Αντίστοιχα, η προδοσία που ένιωσε ο φιλόσοφος ήταν ουρανομήκης, μιας και δεν περίμενε οι Αθηναίοι, οι ίδιοι άνθρωποι που δίδασκε και προσπαθούσε να τους μάθει να σκέπτονται, να είναι δικαστές και δήμιοί του.

Συνοψίζοντας, η δίκη του Σωκράτη αποτελεί κομβικό σημείο μελέτης. Όχι ως ενδιαφέρον ιστορικό γεγονός. Αλλά γιατί αποδεικνύει ότι η αποσιώπηση της πολυφωνίας και η κατάχρηση εξουσιών μπορεί να φέρνουν καταστροφικά και απρόβλεπτα αποτελέσματα. Κι αυτό είναι που πρέπει να πρέπει να απασχολήσει.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Πλάτων (1991), Απολογία Σωκράτους, Αθήνα: εκδ. Κάκτος
  • Πλάτων (1993), Αλκιβιάδης, Αθήνα: εκδ. Κάκτος
  • Πλάτων (2005), Κρίτων – Φαίδων, Εκδοτική Θεσσαλονίκης
  • Θουκυδίδης (2012), Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, Αθήνα: εκδ. Εστία
  • Διογένης Λαέρτιος (2020), Βίοι Φιλοσόφων, Αθήνα: Άμμων Εκδοτική

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θεμιστοκλής Καγκέλης
Θεμιστοκλής Καγκέλης
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη και σπουδάζει στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Η τριβή του με τη συγγραφή είναι μεγάλη, μιας και τον τελευταίο καιρό γράφει το πρώτο του μυθιστόρημα σε high fantasy setting. Στον ελεύθερό του χρόνο, αν υπάρχει, θα τον βρει κανείς με παρέα ή να παίζει πιάνο, ενώ τον ιντριγκάρουν ζητήματα όπως η φιλοσοφία και η ιστορία. Επίσης, έχει συμμετάσχει σε πολλαπλά προγράμματα MUN, από τα οποία και «κόλλησε» το μικρόβιο της διεθνούς πολιτικής.