24 C
Athens
Δευτέρα, 29 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΦώκαια 1914: Η αρχή του τέλους για τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας

Φώκαια 1914: Η αρχή του τέλους για τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας


Του Στέργιου Παπαστεργίου,

Στις 11 Ιουνίου του 1914, Γάλλοι αρχαιολόγοι που διέμεναν στην Παλαιά Φώκαια της Μικράς Ασίας έχοντας άδεια για ανασκαφές, είδαν μια μεγάλη ομάδα Ρωμιών να έρχεται από τις γύρω περιοχές προς την πόλη, φορτωμένη με πράγματα και ζώα. Επρόκειτο για όσους είχαν γλυτώσει και έψαχναν καταφύγιο από τις διώξεις που εξαπέλυαν οι τσέτες (συμμορίες Τούρκων άτακτων ληστών) στις ελληνικές πόλεις και χωριά της περιοχής. Την εποχή εκείνη, η Παλαιά Φώκαια, παραλιακή πόλη βόρεια της Σμύρνης, αριθμούσε γύρω στα 10.000 άτομα, εκ των οποίων τα ¾ ήταν Έλληνες, κάτι το οποίο σύντομα θα άλλαζε δραματικά.

Ο πρώτος πυροβολισμός ακούστηκε στις 8 το βράδυ της επομένης και κραυγές απελπισίας εναλλάσσονταν με το κροτάλισμα των πυροβόλων. Οι τσέτες κύκλωναν την πόλη, κατεβαίνοντας από τις γύρω πλαγιές με τα άλογά τους. Οι άνθρωποι περίμεναν την τραγωδία που ετοιμαζόταν να τους συμβεί και μια λέξη περνούσε από στόμα σε στόμα: «Έρχονται!». Οι γυναίκες και τα παιδιά βιάζονταν να φτάσουν στα σπίτια τους, έκλειναν τις πόρτες τους και μέσα σε λίγα μόνο λεπτά οι δρόμοι ήταν εντελώς ερημωμένοι. Οι Τούρκοι δεν άργησαν να εισέλθουν στην πόλη και να επιδοθούν σε βιαιοπραγίες, λεηλατώντας, καταστρέφοντας και σκορπώντας τον θάνατο. Υπήρξε τόσος πανικός που μια γυναίκα κατάφερε να πνιγεί μαζί με το παιδί της σε 60 εκατοστά νερό. Το σκηνικό αυτό εξακολούθησε και την επόμενη ημέρα, και οι άνθρωποι έψαχναν απεγνωσμένα τρόπο να διαφύγουν μέσω θαλάσσης. «Ένα μεγάλο σύννεφο καπνού σκεπάζει τον ροζ ουρανό πριν τον ανατέλλοντα ήλιο. Όσοι κάτοικοι έμειναν και σώθηκαν ανοίγουν τις πόρτες τους αποκαλύπτοντας ματωμένα και τρομοκρατημένα πρόσωπα».

Εθνοτικός χάρτης όπου με γκρι απεικονίζονται οι ελληνικοί πληθυσμοί. Πηγή εικόνας: phocaea1914.org

Στο μεταξύ, οι Γάλλοι αρχαιολόγοι δεν είχαν μείνει άπραγοι μπροστά στα όσα εκτυλίσσονταν. Προσπάθησαν να ειδοποιήσουν τον κυβερνήτη της πόλης για να λάβει μέτρα, αλλά αυτός έδειξε πλήρη αδιαφορία. Οθωμανοί στρατιώτες που δήθεν είχαν έρθει για να επιβάλλουν την τάξη συμμετείχαν στο πλιάτσικο και οι κάτοικοι ήταν απροστάτευτοι. Έτσι, οι αρχαιολόγοι ύψωσαν αυτοσχέδιες γαλλικές σημαίες στα τέσσερα σπίτια όπου κατοικούσαν, και με αυτόν τον τρόπο προστάτεψαν περί τις χίλιες ψυχές. Βοήθησαν τον κόσμο να επιβιβαστεί στα εμπορικά ατμόπλοια που τυχαία βρίσκονταν εκεί και να φύγει για διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Ως τελευταία πράξη αγριότητας οι τσέτες προσπαθούσαν να κλέψουν όλους όσοι επιβιβάζονταν στις βάρκες. Ήθελαν να είναι σίγουροι ότι θα έφευγαν όλοι τους.

Η μαρτυρία του Félix Sartiaux αποδίδει την αγριότητα της κατάστασης: «Μπορούμε να πούμε πως με δύο ή τρεις εξαιρέσεις, όλοι οι τραυματίες ήταν άνω των 60 ετών. Υπάρχουν ενενηντάχρονες γυναίκες που δολοφονήθηκαν. Μια γυναίκα στα 70 της κείτεται στο δρόμο, παράλυτη από τα χτυπήματα. Ένας παράλυτος γέρος βρέθηκε στο κρεβάτι του, όπου δολοφονήθηκε αβοήθητος. Μας έφεραν μια γυναίκα στα τελευταία της: είχε βιαστεί από δεκαεφτά Τούρκους. Μας είπαν ότι πήραν μαζί τους στα βουνά αρκετά νεαρά κορίτσια, μπροστά στα μάτια των οποίων είχαν σκοτώσει τις μανάδες και τους πατεράδες τους… εδώ έχουμε, όπως στους πιο βαρβάρους καιρούς, όλα τα χαρακτηριστικά της καταστροφής μιας πόλης: κλοπή, λεηλασία, εμπρησμό, φόνο και βιασμό». Η επιχείρηση διήρκησε όλες κι όλες εικοσιτέσσερις ώρες. Πέρα από ελάχιστα άτομα, όλοι οι Έλληνες έφυγαν και ούτως τελείωσαν τρεις χιλιάδες χρόνια ιστορίας. Όλοι οι τσέτες που συμμετείχαν στους διωγμούς ήταν Τούρκοι από τα γύρω χωριά. Οι ίδιοι ομολογούσαν: «έχουμε λάβει διαταγές τις οποίες εκτελούμε, δεν είναι παρά δικαιοσύνη».

Των διωγμών αυτών είχαν προηγηθεί οι Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-1913) που είχαν ως αποτέλεσμα η Οθωμανική Αυτοκρατορία να χάσει σχεδόν όλες τις κτήσεις της στα Βαλκάνια, οι οποίες αποτελούσαν τον κεντρικό κορμό της για πάνω από πεντακόσια χρόνια. Η ήττα της Αυτοκρατορίας είχε ως συνέπεια 400.000 εξαθλιωμένους Μουσουλμάνους πρόσφυγες, οι οποίοι ήθελαν «εκδίκηση» για ό,τι τους συνέβη. Αυτοί λοιπόν ήταν και ο ιδανικός πληθυσμός, σύμφωνα με τις Οθωμανικές αρχές, για να εγκατασταθεί στις περιουσίες που θα άφηναν οι Χριστιανοί, οι οποίοι πλέον έπρεπε να εκτοπιστούν. Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, όλοι περίμεναν έναν νέο πόλεμο και καμία δύναμη δεν ήταν ευχαριστημένη. Η επιδίκαση των νησιών του ανατολικού Αιγαίου στην Ελλάδα, η ναυτική υπεροχή της τελευταίας και το γεγονός ότι οι δυτικές ακτές τις Μικράς Ασίας κατοικούνταν από μεγάλο αριθμό Ελλήνων προκαλούσαν την καχυποψία της Τουρκίας, που ένιωθε να απειλείται.

Παρά το ότι μετά την επανάσταση των Νεότουρκων (1908) είχε φυσήξει άνεμος φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος, τα κατοπινά γεγονότα και η πραξικοπηματική κατάληψη της εξουσίας από την εθνικιστική Επιτροπή Ένωσης και Προόδου το 1913, έθεσαν ως πολιτική προτεραιότητα τη δημιουργία ενός κράτους, όπου κυρίαρχη εθνότητα θα ήταν οι Τούρκοι. Το πέρασμα από μια πολυεθνοτική αυτοκρατορία σε ένα έθνος-κράτος ήταν ένα σύνθετο πρόβλημα, που αντιμετωπίστηκε υπό την επίδραση ψυχρών, ριζοσπαστικών εθνικιστικών ιδεών. Εξάλλου, και οι ίδιοι οι πρωτεργάτες της ΕΕΠ προέρχονταν από τα Βαλκάνια και είχαν βιώσει το τραύμα της απώλειας των εδαφών αυτών. Προκρίθηκε έτσι ένα οργανωμένο σχέδιο εθνοκάθαρσης, το οποίο θα υλοποιείτο μέσω παραστρατιωτικών οργανώσεων. Οι οργανώσεις αυτές καθοδηγούνταν από μέλη της ΕΕΠ, κάτι που στην περίπτωση της Φώκαιας επιβεβαιώνεται από μαρτυρίες.

Ληστής επιδεικνύει τις ομπρέλες που έκλεψε. Στο βάθος Έλληνες που καλούν πλοία σε βοήθεια. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Μια τέτοια παραστρατιωτική οργάνωση ήταν η Teşkilât-ı Mahsusa (Ειδική Οργάνωση). Αυτή συμμετείχε ενεργά στον εκτοπισμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και αναγνωρίζεται ως ο εγκέφαλος και ο εκτελεστής της γενοκτονίας των Αρμενίων που ξεκίνησε το επόμενο έτος. Δεν είναι υπερβολή να πούμε πως οι διωγμοί του ‘14 αποτέλεσαν το πρελούδιο της Γενοκτονίας αυτής, που υπολογίζεται πως στοίχισε τη ζωή σε 700.000 με 1,2 εκατομμύρια Αρμένιους. Βέβαια, για τον διωγμό των Χριστιανών της Αυτοκρατορίας χρησιμοποιήθηκαν νωρίτερα και άλλου είδους μέτρα όπως μποϊκοτάζ, ώστε να πληγεί οικονομικά η χριστιανική αστική τάξη, που στην ουσία είχε το εμπόριο στα χέρια της, και να αναδυθεί έτσι μια τουρκική αστική τάξη που θα αναλάμβανε τον πραγματικό έλεγχο της χώρας.

Ένα ακόμα στοιχείο που αποδεικνύει ότι τα γεγονότα της Φώκαιας ήταν μέρος ενός οργανωμένου σχεδίου, είναι το προφίλ του κυβερνήτη της πόλης. Αυτός ήταν ένας Τουρκοκρητικός που υπηρέτησε στους Βαλκανικούς, βασανίστηκε από Σέρβους και εκτοπίστηκε. Τοποθετήθηκε ως κυβερνήτης στην Παλαιά Φώκαια από όπου απομακρύνθηκε «επειδή δεν απέτρεψε τον διωγμό των Ελλήνων». Στη συνέχεια, όμως, ανέλαβε θέση κυβερνήτη σε πόλη της βορειοδυτικής Ανατολίας, από την οποία αυτήν τη φορά εκτοπίστηκαν οι Αρμένιοι. Ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για το κατάλληλο πόστο, που θα διασφάλιζε την επιτυχή έκβαση των εκκαθαρίσεων. Η περίπτωσή του, επίσης, επιβεβαιώνει το μοτίβο κατά το οποίο αυτοί που εκδιώκονται τείνουν να ριζοσπαστικοποιούνται και να υιοθετούν ακραίες ιδεολογίες.

Όπως φάνηκε και από την απομάκρυνση του κυβερνήτη επειδή δήθεν δεν προστάτεψε τους Έλληνες, οι Τουρκικές αρχές προσπάθησαν να συγκαλύψουν τις διώξεις. Ο Ταλαάτ Πασάς (Υπουργός Εσωτερικών Υποθέσεων) προσπάθησε να δείξει στα ξένα μέσα πως όλα ήταν υπό έλεγχο και πως ό,τι γινόταν ήταν απλώς μια αυθόρμητη αντίδραση στις αντίστοιχες βιαιότητες των Ελλήνων. Με άλλα λόγια, οι Ενωσιακοί ήθελαν να διεκπεραιώσουν το σχέδιό τους για βίαιη ομογενοποίηση του κράτους, λέγοντας ότι δεν το κάνουν, ενώ στην πραγματικότητα δημιουργούσαν τις συνθήκες για ό, τι συνέβαινε.

Έλληνες εγκαταλείπουν την Μικρά Ασία. Πηγή εικόνας: orthodoxtimes.gr

Οι Έλληνες της Φώκαιας δεν έφυγαν οριστικά το 1914. Πολλοί από αυτούς ακολούθησαν τον Ελληνικό στρατό το 1919 κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία, εγκαταστάθηκαν εκ νέου στα σπίτια τους και καλλιέργησαν ξανά τα χωράφια τους, διώχνοντας αυτή τη φορά τους Μουσουλμάνους κατοίκους. Το οριστικό τέλος του ελληνισμού της Μικράς Ασίας θα ερχόταν λίγα χρόνια αργότερα με την ήττα του ελληνικού στρατού το 1922, τη Μικρασιατική Καταστροφή, και την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών. Οι Φωκιανοί πρόσφυγες διασκορπίστηκαν για άλλη μια φορά στην Ελλάδα, και μέχρι το 1924 είχαν ιδρύσει την Παλαιά Φώκαια, 43 χλμ από την Αθήνα, και τη Νέα Φώκαια, στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • E. J. Zürcher, (2004), Σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας, Αθήνα, εκδ. Αλεξάνδρεια
  • M. Llewellyn Smith, (2022), Το όραμα της Ιωνίας: Η Ελλάδα στη Μικρά Ασία 1919-1922, Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
  • Phocaea 1914, An interactive documentary, phocaea1914.org, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Στέργιος Παπαστεργίου
Στέργιος Παπαστεργίου
Γεννήθηκε το 2002 στην Καλαμαριά και είναι προπτυχιακός φοιτητής του τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του ΠΑΜΑΚ, με κύρια κατεύθυνση την Ιστορία. Γνωρίζει αγγλικά, γαλλικά και στο τμήμα του διδάσκεται ρωσικά. Στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται με τον εθελοντισμό, διαβάζει λογοτεχνία και συγγράμματα της επιστήμης του, παρακολουθεί κινηματογράφο, ενώ ασχολείται ερασιτεχνικά με τη φωτογραφία δρόμου.