24.4 C
Athens
Τετάρτη, 8 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΝέα χρέη, νέοι φόροι: Πώς το schwarze Null θα αργήσει να επιστρέψει

Νέα χρέη, νέοι φόροι: Πώς το schwarze Null θα αργήσει να επιστρέψει


Του Κωνσταντίνου Λίκα,

Βερολίνο. Η Γερμανική Κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι δεν θα επιστρέψει σε πρωτογενές πλεόνασμα το 2021 και ότι θα αναλάβει περισσότερα χρέη, συνιστώντας μία πρωτοφανή για την Γερμανία αλλαγή οικονομικής πολιτικής.

Η εξέλιξη αυτή είναι σημαντική, τόσο οικονομικά, όσο και πολιτικά. Το schwarze Null (προφέρεται ως «σβάρτσε νούλ») -ελληνιστί «μαύρο μηδέν»- είναι το παρατσούκλι της γερμανικής πολιτικής μηδενικών ελλειμμάτων και μηδενικής λήψης χρέους. Το «μηδέν» αναφέρεται στα ελλείμματα και κατ’ επέκταση την λήψη χρεών (που για τους Γερμανούς είναι επιλήψιμο), το «μαύρο» στην λογιστική καταγραφή κερδών ή break-even αποτελέσματος (δηλαδή καθαρό αποτέλεσμα μηδέν). Ουσιαστικά, επιτάσσει εξισορροπημένο προϋπολογισμό, αποπληρωμή χρεών αλλά και λιτότητα, προκειμένου να αποφευχθούν περιττές δαπάνες και η μη αναγκαία λήψη χρεών. Κυρίως, όμως, επιτάσσει και την συλλογή πλεονασμάτων.

Σαφώς και η πολιτική αυτή, επειδή ενέχει λιτότητα, έχει μειονεκτήματα στην ανάπτυξη. Ωστόσο, η συλλογή πλεονασμάτων (το 2019 η Γερμανία σημείωσε €52,5 δις πρωτογενές πλεόνασμα), παρόλο που σε καλές εποχές φαίνεται κακή διότι συνιστά ένδειξη υπερφορολόγησης (θέση που στηρίζουν κλιμάκια του CDU, η FDP και η AfD), αποδείχτηκε σωτήρια με την κρίση του κορωνοϊού, όπου η Γερμανία βρέθηκε σε ευλογημένη και αξιοζήλευτη θέση για δυο λόγους.

  • Πρώτον, υπήρχαν τεράστια ταμειακά διαθέσιμα. Αυτό έδωσε περιθώριο κινήσεων στην Γερμανική Κυβέρνηση να στηρίξει τις επιχειρήσεις της με «απεριόριστη χρηματοδότηση» και κυρίως να χρηματοδοτήσει το σύστημα διατήρησης εργαζομένων Kurzarbeit, αποτρέποντας την μαζική χρεοκοπία επιχειρήσεων και τις μαζικές απολύσεις.
  • Δεύτερον, η ύπαρξη πλεονασμάτων μείωσε σημαντικά την ανάγκη για πρωτογενή δανεισμό. Το ότι το ποσοστό χρέος/ΑΕΠ της Γερμανίας θα ανέλθει από το 61,3% το 2019, σε επίπεδα άνω του 80% φέτος, σημαίνει ότι τα δανειακά διαθέσιμα θα περιορίσουν την υπερχρέωση του Γερμανικού δημοσίου να προβεί σε δανεισμό.

Με την έλευση του κορωνοϊού, τα ταμειακά διαθέσιμα αποδείχθηκαν χρήσιμες εφεδρείες για το Γερμανικό κράτος. Ωστόσο, ο δανεισμός το 2020 δεν μπόρεσε να αποκλειστεί τελείως και, με μείωση 10,1% στο ΑΕΠ το β’ τρίμηνο του 2020, η Γερμανία βρέθηκε σε μία δυσμενέστερη κατάσταση από ότι αρχικά αναμενόταν. Το πακέτο σωτήριας, που ψηφίστηκε από το Bundestag, ήταν εκτενές, αλλά η Γερμανία αναγκάστηκε να δανειστεί χρήματα, τουτέστιν 217 δισεκατομμύρια ευρώ, και -δικαιολογημένως- να διακόψει το schwarze Null.

Το Γερμανικό Υπουργείο Οικονομικών στο Βερολίνο. Πηγή: Liesa Johannssen/imago/Süddeutsche Zeitung

Ωστόσο, οι μεταβολές στην παγκόσμια οικονομία και η εύθραυστη κατάσταση στην Ευρώπη και τη Γερμανία, η Γερμανική κυβέρνηση θα γυρίσει τόσο απότομα στο schwarze Null; Η απάντηση είναι όχι. Ο Υπουργός Οικονομικών της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης, Olaf Scholz, ανακοίνωσε νέο καθαρό δανεισμό το 2021 ύψους €96 δισεκατομμυρίων, προς στήριξη της οικονομίας. Σκοπός είναι να αποφευχθούν μέτρα λιτότητας και να χρηματοδοτηθούν διάφορα προγράμματα στήριξης, κυρίως δε το Kurzarbeit, το οποίο ο Scholz επέκτεινε μέχρι και το τέλος του 2021. Καθώς τον Αύγουστο του 2020 βρισκόταν πέριξ των 4.600.000 εργαζομένων σε Kurzarbeit (στη αρχή της πανδημίας, υπήρχαν 12.000.000 εργαζόμενοι σε αυτό το καθεστώς) και οι άνεργοι ανήλθαν στα 3.000.000 (από 1,8 εκατομμύρια πέρυσι), η οικονομική στήριξη του προγράμματος αποδεικνύεται κοστοβόρα άρα και οι ανάγκες χρηματοδότησης αυξάνονται.

Ωστόσο, το Γερμανικό Κράτος βιώνει μία δραματική μείωση φορολογικών εσόδων της τάξεως των €81 δις τον Μάιο. Ειδικά, ενόψει της μελλοντικής διόγκωσης της τρύπας στα έσοδα του κράτους και της ανάγκης αυξημένης χρηματοδότησης του κράτους, η επιπρόσθετη λήψη δανείων θα οδηγήσει ενδεχομένως και σε αυξήσεις φόρων. Ο Olaf Scholz δεν απέκλεισε καν αυτό το ενδεχόμενο -αν μη τι άλλο, πρότεινε επιπρόσθετη φορολογία σε εισοδήματα άνω των €200.000 το χρόνο. Σε συνέντευξή του με την WELT, ανέφερε ότι «μιλάμε για πολύ μεγάλα εισοδήματα» και ότι «πρόκειται λιγότερο για αύξηση των φορολογικών εσόδων για το κράτος, αλλά πρωτίστως την δικαιοσύνη εισπράξεων». Ωστόσο, το κόμμα απορρίπτει το ενδεχόμενο αύξησης της φορολογίας πριν από τις εκλογές του 2021, διότι είναι μη δημοφιλές, αλλά για το 2022 και εντεύθεν τίποτε δεν αποκλείεται.

Ο Friedrich Merz (CDU) είναι ο μεγαλύτερος επικριτής της οικονομικής πολιτικής του Scholz. Πηγή: Lukas Schulze / Getty Images/ Der Spiegel

Αυτό προφανώς και προκάλεσε διάφορες αντιδράσεις, καθώς κριτική στη στροφή αυτή, ειδικά στο ενδεχόμενο αύξησης φορολογίας, ωστόσο, υπάρχει. Ας ξεκινήσουμε με τον συναίτερο των Σοσιαλδημοκρατών (SPD), τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU). Η αντίδρασή τους ήταν αρνητική έως ανάμεικτη στην καλύτερη. Ανέχτηκαν το ενδεχόμενο ελαφριάς αύξησης φορολογίας βάσει του σχεδίου του Scholz, παρόλο που το SPD απέρριψε τις προτάσεις των Χριστιανοδημοκρατών για μειώσεις φορολογίας, τις οποίες στηρίζουν στελέχη του CDU, όπως ο Υπουργός Εμπορίου Peter Altmeier και ο υποψήφιος για την προεδρία του κόμματος, Friedrich Merz.

Ο δε Merz, ως το φαβορί των Γερμανών βιομηχάνων, μικρομεσαίων επιχειρηματιών και τραπεζιτών, ο οποίος ανταγωνίζεται τον Υπουργό Υγείας, Jens Spahn, τον Πρωθυπουργό της Βόρειας Ρηνανίας Βεστφαλίας, Armin Laschet, και τον Norbert Röttgen για την προεδρία του κόμματος, ήταν και ο σθεναρότερος επικριτής της πολιτικής του Scholz. Έδειξε κατανόηση για τη λήψη χρεών το 2020, αλλά κατέκρινε τη λήψη χρεών το 2021. «Ο Υπουργός οικονομικών δαπανάει χρήματα σαν να μην υπήρχε αύριο», είπε χαρακτηριστικά ο υποψήφιος πρόεδρος των Χριστιανοδημοκρατών. Άποψη, την οποία καταδικάζει ο Olaf Scholz. «Δεν είναι η ώρα να υβριστεί ο δάσκαλος», ανέφερε χαρακηριστικά.

Οι Φιλελεύθεροι (FDP) ήταν ξεκάθαρα αντίθετοι με τη λήψη χρεών και καλούν σε εξορθολογισμό κρατικών δαπανών και μειώσεις φορολογίας. Εν αντιθέσει, οι Πράσινοι και η Αριστερά συμφωνεί με την επιπρόσθετη λήψη μέτρων -οι δε αριστεροί δεν αποκλείουν και τις αυξήσεις στη φορολογία «των πλουσίων». Η AfD είναι σθεναρά αντίθετη με τη λήψη χρεών, αλλά και με την αύξηση της φορολογίας.

Ωστόσο, ούτε το ίδιο το Υπουργείο Οικονομικών δεν επιθυμεί την υπερχρέωση της Γερμανίας. Το Υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε ότι το 2022 θα επιστρέψει στο schwarze Null. Το εάν αυτό θα συνεπαχθεί λιτότητα, ήτοι αυξήσεις στη φορολογία και μειώσεις σε δημόσιες δαπάνες και εξορθολογισμούς στο Γερμανικό δημόσιο σε ομοσπονδιακό, κρατιδιακό και τοπικό επίπεδο, πέραν των ήδη προαναφερθέντων σχεδίων, μέλλει γενέσθαι. Σίγουρα, ωστόσο, η πανδημία δεν τελείωσε και τίποτε δεν αποκλείεται πλέον. Τουλάχιστον προκαταβολικά.

Ο Olaf Scholz ανέφερε ότι «Μέχρι στιγμής η Γερμανία τα κατάφερε καλά μέσα στην κρίση». Πηγή: Martin U. K. Lengemann/WELT

Εν κατακλείδι, η Γερμανία εγκαταλείπει φέτος και του χρόνου, το schwarze Null, προβαίνοντας σε συνολική λήψη δανείων άνω των €300 δις, για να στηρίξει την οικονομία της και να μην προβεί σε μέτρα λιτότητας πέραν της ύφεσης. Το εάν αυτό θα συνεπαχθεί μέτρα λιτότητας μετά από το 2022 και το πώς το επερχόμενο κύμα απολύσεων και πτωχεύσεων θα επηρεάσει τη Γερμανική οικονομία και κατά συνέπεια τις επιλογές της Γερμανικής Κυβέρνησης -άλλωστε το 2021 υπάρχουν και εκλογές- μένει να φανεί. Σίγουρα πολιτικές αντιδράσεις υπάρχουν.

Πλέον, ωστόσο, τόσο το CDU όσο και το αναιμικό SPD έχουν την τελευταία ευκαιρία να αποδείξουν την αξία τους πριν από τις εκλογές του χρόνου, ειδικά εφόσον το CDU ψάχνει για αντικαταστάτη της Merkel και ο Olaf Scholz καλείται να κάνει το SPD δημοφιλές στους πολίτες. Ειδικά ο τελευταίος, ως Υπουργός Οικονομικών, έχει και την ευθύνη για την οικονομία της χώρας επί του συνόλου. Δεν κρέμεται, επομένως, μόνο η αξιοπιστία δύο κομμάτων. Μία χώρα 83 εκατομμυρίων, αλλά και η ίδια η Ευρώπη εξαρτώνται από την απόδοσή τους.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Λίκας
Κωνσταντίνος Λίκας
Γεννήθηκε το 1995 στον Πειραιά. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ναυτιλιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς και μεταπτυχιακός φοιτητής στο ΠΜΣ Εφαρμοσμένα Οικονομικά και Χρηματοοικονομικά του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ενδιαφέρεται κυρίως για διεθνή χρηματοοικονομικά, τραπεζικά, φορολογικά και εμπορικά ζητήματα, όπως και για γερμανικά και διεθνή πολιτικά ζητήματα. Ενδιαφέρεται επίσης για ζητήματα άμυνας και ασφάλειας. Είναι υπότροφος της διεθνούς ακαδημαϊκής υποτροφίας (IPS) του Γερμανικού Κοινοβουλίου. Μιλάει αγγλικά, γερμανικά, γαλλικά, τουρκικά και ελληνικά.