Του Δημήτρη Νικολάου,
Το συγκεκριμένο άρθρο επιχειρεί μια συνοπτική ανάλυση της διαπολιτισμικής αλληλεπίδρασης μεταξύ της Βενετικής Δημοκρατίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά τον 15ο αιώνα, εστιάζοντας στο πώς η Βενετία συγκροτούσε την εικόνα των Οθωμανών ως μια ετερότητα μέσω αφηγήσεων όπως αυτή του Viaggio di Negroponte του Giovanni Maria Angiolello. Ο Angiolello, γεννημένος περίπου το 1452 στη Βιτσέντζα, μια περιοχή που ανήκε στη Βενετική Αυτοκρατορία από το 1404, αιχμαλωτίστηκε το 1470 κατά την Άλωση της Χαλκίδας και υπηρέτησε στην αυλή του Σουλτάνου Μωάμεθ Β’. Αν και δεν ήταν γεννημένος στην πόλης της Βενετίας, στο κείμενο λειτουργεί ως εκπρόσωπος της βενετικής κουλτούρας απέναντι στην οθωμανική ετερότητα.
Ο Angiolello, αφού υπηρέτησε στην αυλή του Σουλτάνου, ανέλαβε διαχείριση των οικονομικών του παλατιού και συμμετείχε σε εκστρατείες κατά της Μολδαβίας και της Ουγγαρίας. Η εμπειρία του στην αυλή του Σουλτάνου ήταν καθοριστική για την προσωπική του εξέλιξη και η σχέση του με την Οθωμανική Αυτοκρατορία αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της αφήγησής του. Το κείμενο του Angiolello, προσφέρει μια εσωτερική οπτική που αποτυπώνει την πολυπλοκότητα των σχέσεων μεταξύ των δύο πολιτισμών. Η αφήγησή του, αν και υποκειμενική, είναι ενδεικτική των γενικότερων τάσεων που επικρατούσαν στις βενετικές αφηγήσεις για την Οθωμανική Αυτοκρατορία, καθώς ενσωματώνει στοιχεία τόσο φόβου και εχθρότητας όσο και θαυμασμού για τη δύναμη των Οθωμανών.

Για να εξετάσουμε το Viaggio di Negroponte στο πλαίσιο του, είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε το ιστορικό και πολιτικό περιβάλλον στο οποίο γράφτηκε. Η Βενετία του 15ου αιώνα αποτελούσε μια από τις ισχυρότερες ναυτικές και εμπορικές δυνάμεις της Μεσογείου, έχοντας εδραιώσει ένα εκτεταμένο δίκτυο εμπορικών σταθμών και αποικιών που της επέτρεπαν να κυριαρχεί στις θαλάσσιες οδούς και να διατηρεί οικονομικές και πολιτικές σχέσεις με διάφορους λαούς της Ευρώπης, της Αφρικής και της Ανατολής. Η οικονομική της ευρωστία βασιζόταν στο εμπόριο μπαχαρικών, υφασμάτων, μετάλλων και άλλων πολύτιμων αγαθών, τα οποία έφταναν στη Βενετία από διάφορες περιοχές του κόσμου. Ωστόσο, η άνοδος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας απείλησε τη βενετική κυριαρχία στη Μεσόγειο, καθώς οι Οθωμανοί δεν ήταν μόνο μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη, αλλά και ένας μεγάλος εμπορικός ανταγωνιστής που διεκδικούσε τον έλεγχο των βασικών εμπορικών δρόμων και αγορών.
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, υπήρξε ένα γεγονός-ορόσημο που άλλαξε ριζικά τις γεωπολιτικές ισορροπίες της περιοχής. Οι Οθωμανοί απέκτησαν πλήρη έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου, απειλώντας άμεσα τις βενετικές κτήσεις στο Αιγαίο και την Κρήτη, ενώ παράλληλα η επέκτασή τους προς τα Βαλκάνια σήμαινε ότι η Βενετία βρισκόταν πλέον αντιμέτωπη με έναν αντίπαλο που μπορούσε να απειλήσει άμεσα τα συμφέροντά της. Σε αυτό το πλαίσιο, η πτώση του Negroponte το 1470, δεν ήταν απλώς μια στρατιωτική ήττα, αλλά ένα πολιτικό και ψυχολογικό σοκ για τη Βενετία, καθώς επιβεβαίωνε την αδυναμία της να αναχαιτίσει την οθωμανική επέκταση.
Ο Angiolello, καταγράφει λεπτομερώς την πολιορκία του Negroponte και τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των Οθωμανών. Περιγράφει την οθωμανική πολεμική μηχανή ως απόλυτα οργανωμένη, αποτελεσματική και πειθαρχημένη, κάτι που αναδεικνύει τη στρατιωτική υπεροχή των Οθωμανών έναντι των Βενετών. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι περιγραφές του για τη χρήση πολιορκητικών μηχανών, την πειθαρχία των γενιτσάρων και τη στρατηγική ευφυΐα του Μωάμεθ Β’, ο οποίος παρουσιάζεται ως ένας ηγέτης που συνδυάζει τη βία με την πολιτική διορατικότητα.
Ωστόσο, παρά τον θαυμασμό του για την οθωμανική στρατιωτική ισχύ, η αφήγηση του Angiolello αποκαλύπτει έντονα στοιχεία φόβου και πολιτισμικής αντίθεσης. Οι Οθωμανοί παρουσιάζονται ως μια απειλή όχι μόνο στρατιωτική, αλλά και πολιτισμική, καθώς η ισχύς τους συνοδεύεται από μια αντίληψη τους ως βάρβαρων και απάνθρωπων. Αυτή η αφήγηση εντάσσεται σε ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό αφήγημα, το οποίο κατασκεύασε την εικόνα των Οθωμανών ως πολιτισμικά κατώτερων, αποδίδοντάς τους χαρακτηριστικά όπως η έλλειψη ηθικών αρχών, η σκληρότητα στον πόλεμο και η αυταρχική διακυβέρνηση.

Η ανάλυση του Viaggio di Negroponte αποκαλύπτει τη σύνθετη δυναμική μεταξύ της Βενετικής Δημοκρατίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μια σχέση που δεν μπορεί να περιοριστεί σε απλουστευμένες αφηγήσεις σύγκρουσης και αντίθεσης. Αντίθετα, οι περιγραφές του Angiolello αποδεικνύουν ότι οι δύο κόσμοι βρίσκονταν σε συνεχή αλληλεπίδραση, άλλοτε μέσα από πολεμικές αναμετρήσεις και άλλοτε μέσα από εμπορικές συναλλαγές, διπλωματικές σχέσεις και πολιτισμικές ανταλλαγές.
Μια σημαντική πτυχή της ανάλυσης, αφορά τον τρόπο με τον οποίο η Βενετία χρησιμοποιούσε την εικόνα των Οθωμανών για να ενισχύσει τη δική της πολιτισμική ταυτότητα. Ο Angiolello και άλλοι συγγραφείς της εποχής δεν περιέγραφαν απλώς τους Οθωμανούς, αλλά μέσα από τα γραπρτά τους διαμόρφωναν ένα αφήγημα όπου η Βενετία παρουσιαζόταν ως το τελευταίο προπύργιο του πολιτισμού απέναντι στην ανατολική «βαρβαρότητα». Αυτή η ρητορική εξυπηρετούσε πρακτικούς σκοπούς, καθώς ενίσχυε τη συνοχή της βενετικής κοινωνίας και δικαιολογούσε τις πολιτικές επιλογές της, όπως οι συνεχείς συγκρούσεις με τους Οθωμανούς ή οι συμμαχίες με άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις.
Στην αρχή της αφήγησής του, ο Angiolello εντυπωσιάζεται από τον εξωτισμό του κόσμου του Μωάμεθ Β’, αποτυπώνοντας τις προσδοκίες και τη βαθιά πολιτισμική περιέργεια του. Ωστόσο, καθώς προχωρά το ταξίδι, ο τόνος της γραφής του μεταβάλλεται, προσπαθώντας να αναδείξει τα κοινά σημεία μεταξύ των δύο πολιτισμών.
Ο Angiolello αναφέρεται στα μοναστήρια και τις εκκλησίες με σεβασμό, τονίζοντας τις ομοιότητες με τα βενετικά χριστιανικά μοναστήρια. Η προσέγγιση του γίνεται διαπολιτισμική, επισημαίνοντας ότι ακόμη και τα φαινομενικά ασύμβατα στοιχεία των δύο πολιτισμών μπορούν να έχουν κοινά χαρακτηριστικά. Ταυτόχρονα, η περιγραφή του για τους δερβίσηδες δείχνει μια κριτική διάθεση προς τις «παράξενες» πρακτικές τους, χωρίς ωστόσο να εκφράζει επίθεση ή αποδοκιμασία.

Η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρουσιάζεται ως πολυπολιτισμική και κοσμοπολίτικη, με επιρροές από διάφορες εθνοτικές ομάδες και θρησκείες. Η εκτίμηση του Angiolello για αυτή τη διαφορετικότητα αντανακλά την ανοχή που είχε η Βενετία, η οποία επίσης υπήρξε κοσμοπολίτικη και ανεκτική, όπως δείχνει η ιστορία της εβραϊκής κοινότητας της Βενετίας. Ο Angiolello περιγράφει τη στάση των Οθωμανών προς τους Εβραίους ως πιο ανεκτική, δείχνοντας μια ομοιότητα στην πολιτική της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε σχέση με την Βενετία.
Η ανάλυση του έργου Viaggio di Negroponte αναδεικνύει τις πολύπλοκες σχέσεις που διαμορφώθηκαν μεταξύ της Βενετικής Δημοκρατίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον 15ο αιώνα. Η αφήγηση του Angiolello, αν και καθορισμένη από την υποκειμενικότητα της βενετικής οπτικής, προσφέρει πολύτιμα στοιχεία για την κατανόηση της αλληλεπίδρασης των δύο πολιτισμών, αναδεικνύοντας τόσο τις αντιφάσεις, όσο και τις κοινές πολιτισμικές αξίες που ενδεχομένως συνδέουν τις δύο πλευρές. Η Βενετία, αν και εμφανίζεται να κατασκευάζει μια εικόνα του Οθωμανού ως εχθρού και «άλλου», ταυτόχρονα αναγνωρίζει την πολυπολιτισμικότητα και την ανοχή που χαρακτηρίζουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτή η συνύπαρξη εχθρότητας και θαυμασμού αντικατοπτρίζει την αμφίσημη φύση της σχέσης τους και τη στρατηγική της Βενετίας, που διαμορφώνει την πολιτισμική της ταυτότητα μέσα από την εικόνα του «εξωτερικού» εχθρού.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Διαλέτη Ανδρονίκη (2015), «Ο Βενετικός Μύθος στο Παρελθόν και το Παρόν: Συμβολισμοί, Αφηγήσεις, Ιστοριογραφικές Διαδρομές», στο Ανδρονίκη Διαλέτη, Γιώργος Πλακωτός και Άννα Πούπου, Ιστορία της Βενετίας και της Βενετικής Αυτοκρατορίας, 11ος-18ος αι.: Κοινωνία, Οικονομία, Πολιτισμός, Αθήνα: Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών
- Brummett Palmira (2015), “Mapping Trans-Imperial Ottoman Space: Alterity and Attraction”, στο Representing Imperial Rivalry in the Early Modern Mediterranean, Tορόντο: University of Toronto Press
- ANGIOLELLO, Giovanni Maria, treccani.it, διαθέσιμο εδώ