23.2 C
Athens
Παρασκευή, 3 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμός«Σε δέκα λεπτά» (2022): Μια ταινία μικρού μήκους για να θυμηθούμε όσους...

«Σε δέκα λεπτά» (2022): Μια ταινία μικρού μήκους για να θυμηθούμε όσους δυσκολεύονται να θυμηθούν


Της Κατερίνας Σφυράκη,

Δεν αποτελεί πλέον σπάνιο φαινόμενο να συναντάμε ανθρώπους που κάπως «έχασαν» τον δρόμο τους, κάπως αναστατωμένοι δεν ξέρουν πού βρίσκονται, κάπως δεν θυμούνται πού πήγαιναν ή ποιοι είναι… Η ταινία μικρού μήκους «Σε 10 λεπτά» αντικατοπτρίζει ακριβώς αυτήν την πορεία των μη αναστρέψιμων νευροεκφυλιστικών παθήσεων, μέσα από το παράδειγμα της συχνότερης μορφής άνοιας, της Νόσου (Alzheimer Disease).

Πρόκειται για μια παραγωγή του 2022 από το “I Travel Poetry”, η οποία, παρά τη σύντομη διάρκεια των επτά, μόλις, λεπτών, καταφέρνει να καθηλώσει όποιον/α την παρακολουθήσει, μέσα από το σενάριο και τη σκηνοθετική ματιά του Κριστιάν Νίρκα, με τη βοήθεια της Ιωάννας Παπανούτσου. Η υπόθεση αφορά μία γυναίκα, περίπου στα εξήντα πέντε της έτη, η οποία πάσχει από τη συγκεκριμένη νόσο, γεγονός που δε δηλώνεται ρητά εξαρχής, αλλά γίνεται εύκολα αντιληπτό από την απώλεια μνήμης που παρουσιάζει, τις εκφράσεις, τον λόγο και την αντίληψή της.

Η ταινία ξεκινά με την πρωταγωνίστρια, την οποία υποδύεται η Χριστίνα Τσάφου, να κάθεται σε ένα παγκάκι μιας στάσης λεωφορείου, ενώ μπροστά της βρίσκεται όρθια μια νεαρή κοπέλα, η ηθοποιός Ελένη Κόντη, η οποία μιλά στο τηλέφωνο και αναρωτιέται αν έχει κλείσει το θερμοσίφωνα, ενώ στη συνέχεια ενημερώνεται από τον/την συνομιλητή/τρια της ότι οι οδηγοί των λεωφορείων απεργούν. Τη συζήτηση αυτή ακούει η κυρία που κάθεται στο παγκάκι και ζητά από τη νεαρή κοπέλα να της καλέσει ταξί, το οποίο φτάνει «σε 10 λεπτά», φράση από την οποία προκύπτει και ο ομώνυμος τίτλος της ταινίας.

Πηγή εικόνας: meallamatia.gr

Οι δυο τους αρχίζουν τότε να συνομιλούν, με τη μεγαλύτερη κυρία να προσπαθεί να γνωριστεί με τη νεαρή κοπέλα, ενώ, ταυτόχρονα, αποπειράται να την πειράξει και να κάνει πλάκα, την οποία η νεαρή κοπέλα αντιμετωπίζει διστακτικά. Συζητούν για τις ζωές και τα επαγγέλματά τους, φιλοσοφούν για την αλήθεια και το ψέμα που βιώνει ο άνθρωπος μέσα στην καθημερινότητά του και… για τον έρωτα.

Μέσα από όλη τη συζήτηση εκτυλίσσονται οι ψυχικές διαθέσεις και των δύο. Η νεαρή κοπέλα είναι εμφανώς ταραγμένη, συγκροτημένη έως και διστακτική, ίσως και κάπως νευρική στην αρχή, ενώ η μεγαλύτερη παρουσιάζεται πιο γλυκιά και πρόσχαρη, αλλά είναι εμφανές ότι είναι αποπροσανατολισμένη, δεν είναι σίγουρη για το πού βρίσκεται, ξεχνά τις ερωτήσεις που η ίδια κάνει και ταράζεται εύκολα. Σταδιακά, η νεαρότερη μαλακώνει και γλυκαίνει, αφήνεται και παρασύρεται από τον διάλογο, ενώ η μεγαλύτερη ταράζεται ολοένα και περισσότερο και ξεχνά πού βρίσκεται.

Η ταινία κλείνει με την άφιξη του ταξί και την είσοδο και των δύο γυναικών εντός του, με τη μεγαλύτερη να δίνει στους θεατές την αίσθηση ότι θα ήταν τελείως αβοήθητη μόνη της, ενώ η νεαρή κοπέλα προσπαθεί να την καθησυχάσει, λέγοντάς της γεμάτη ενσυναίσθηση «Ηρέμησε μητέρα, όλα καλά»! Αμέσως μετά, ζητά από τον οδηγό να τις μεταφέρει στο «Καρέλλειο Κέντρο Αλτσχάιμερ», στο Χαλάνδρι, αποκαλύπτοντας στο κοινό, τόσο τη μεταξύ τους σχέση, όσο και την πάθηση από την οποία υποφέρει η μεγαλύτερη γυναίκα. Η γυναίκα είναι, λοιπόν, μητέρα της κοπέλας, χωρίς, ωστόσο, να μπορεί να το θυμηθεί και να το συνειδητοποιήσει.

Η συγκεκριμένη εξέλιξη της ιστορίας μπορεί να μην είναι απαραίτητα απρόβλεπτη ή κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί ποτέ με παρόμοιο τρόπο σε άλλες ταινίες, εξακολουθεί, όμως, να προκαλεί συγκίνηση. Η Χριστίνα Τσάφου, η οποία μέσα από τις τρομερές υποκριτικές ικανότητές της καταφέρνει να αποδώσει, όχι μόνο την έκπτωση των νοητικών λειτουργιών που υφίστανται οι παθόντες και παθούσες αυτής της νόσου, αλλά και τις διαταραχές τόσο στη συμπεριφορά όσο και στο συναίσθημα. Αποτυπώνει επιτυχώς το πώς βιώνουν τα άτομα αυτά τη δυσμενή συνθήκη του να χάνεσαι μέσα στο ίδιο σου το μυαλό, τη δυσκολία να προσανατολιστείς στον χώρο, αλλά και να προσανατολίσεις αυτά που θέλεις να συζητήσεις, αυτά που νιώθεις, αυτά που επιθυμείς.

Η Χριστίνα Τσάφου. Πηγή εικόνας: thestival.gr

Αντίστοιχα, η κόρη, Ελένη Κόντη, αποδίδει με τρομερή παραστατικότητα και ειλικρίνεια, ακόμα κι αν μιλάμε για μια σεναριογραφημένη σκηνή, το πώς αισθάνεται, ούσα το παιδί μιας γυναίκας που σταδιακά «μαραίνεται» από την αρρώστια της. Οι εκφράσεις της αποτυπώνουν την ανησυχία, το ενδόμυχο παράπονο ότι έχει πια αναλάβει η ίδια τη θέση του φροντιστή και όχι του φροντιζόμενου ατόμου, το άγχος για την υγεία και τη σωματική και ψυχική κατάσταση της μητέρας της. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει, πέρα από τις δυνατές ερμηνείες, η μουσική επένδυση της ταινίας με τα νοσταλγικά και μελαγχολικά κομμάτια “Chassing lights, “Ablaze” και το “Mantra”, τα οποία προκαλούν ακόμη μεγαλύτερη συγκίνηση με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο στη συνολική εμπειρία της ταινίας.

Η συγκεκριμένη ταινία έρχεται, λοιπόν, όχι για να τραβήξει τα βλέμματα με μια ασυνήθιστη και πρωτοποριακή πλοκή, αλλά για να υπενθυμίσει το πόσο δύσκολο είναι τόσο για τους παθόντες, όσο και για τους συγγενείς αυτών, να ανταπεξέλθουν στην καθημερινότητά τους, ιδίως όταν πρόκειται για τα παιδιά, μικρά ή μεγάλα που βλέπουν τους γονείς τους να εξαρτώνται ολοένα και περισσότερο από αυτά, καθώς και να εγείρει το ενδιαφέρον γύρω από τα ζητήματα των νευροεκφυλιστικών ασθενειών.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • ”Σε 10 λεπτά” – Η ταινία μικρού μήκους για τη νόσο του Αλτσχάιμερ, politischios.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κατερίνα Σφυράκη
Κατερίνα Σφυράκη
Ζει στον Βόλο και σπουδάζει στο τμήμα Γλωσσικών και Διαπολιτισμικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Μεγάλωσε στο Κιλκίς, έχοντας καταγωγή από τον Πόντο και την Κρήτη. Αγαπά τον χορό, την γραφή και τα ταξίδια. Γνωρίζει Αγγλικά και Γερμανικά.