16.4 C
Athens
Σάββατο, 4 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΔιεθνήΚίνα-Ταϊβάν: Πώς η γεωπολιτική έχει μεσολαβήσει στη συμφιλίωση των δύο χωρών

Κίνα-Ταϊβάν: Πώς η γεωπολιτική έχει μεσολαβήσει στη συμφιλίωση των δύο χωρών


Της Φαίδρας Χρυσοστάλη, 

Το διεθνές περιβάλλον αλλάζει συνεχώς και η κυριαρχία, καθώς και η δύναμη των κρατών μετατοπίζεται γεωγραφικά. Στο πλαίσιο της γεωπολιτικής, μπορούμε να μελετήσουμε την συμπεριφορά των κρατών στο διεθνές περιβάλλον, αλλά και πώς η γεωγραφία επηρεάζει τις διεθνείς σχέσεις. Η επανεμφάνιση της γεωπολιτικής στρατηγικής στο επίκεντρο των συζητήσεων τις τελευταίες δεκαετίες υποστηρίζει πως η ιστορία έχει αποδείξει ότι εάν ένα κράτος εκμεταλλευτεί την γεωγραφική του θέση, τους πόρους του και τη στρατηγική του προοπτική, τότε είτε θα καταφέρει να κυριαρχήσει γεωγραφικά είτε θα βρεθεί θύμα της γεωγραφικής του θέσης.

Η Κίνα και η Ταϊβάν έχουν υπάρξει θύματα της γεωγραφικής τους θέσης, γεγονός που τις αποτρέπει από το να συμφιλιωθούν και αντιθέτως, με το πέρασμα του χρόνου, αναπτύσσουν ένα ανταγωνιστικό και εχθρικό ύφος, το οποίο φαίνεται σήμερα να φτάνει στην κορύφωσή του.

Η Ταϊβάν είναι ένα νησιωτικό κράτος, έκτασης 36.197 τετραγωνικών χιλιομέτρων με περίπου 23,3 εκατ. κατοίκους και με πρωτεύουσα την Ταϊπέι. Το πολίτευμα της είναι ημιπροεδρική δημοκρατία, ενώ επίσημη γλώσσα είναι τα μανδαρινικά. Υπήρξε ένα κράτος, το οποίο βρισκόταν υπό την διοίκηση τρίτων χωρών για πολλούς αιώνες, ξεκινώντας από τον 17ο αιώνα όποτε και τέθηκε για πρώτη φορά υπό τον έλεγχο της Κίνας. Το 1865, με την συνθήκη του Σιμονοσέκι, η Ιαπωνία αναλαμβάνει και επίσημα τον έλεγχο της Ταϊβάν, όπου σημειώθηκε σημαντική άνοδος στην οικονομία της χώρας. Παρά την εμφανή ανάπτυξη της, ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, το οποίο αποτελούνταν κυρίως από Κινέζους αποίκους, επιθυμούσε την επανένωση με την Κίνα. Έτσι λοιπόν, μετά την λήξη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, κατά την διάσκεψη του Ποτσνταμ, η Ταιβάν επέστρεψε στην Κίνα. Το επίσημο όνομα που έλαβε η Ταιβάν ήταν «Δημοκρατία της Κίνας», παρόλο που δεν κυβερνήθηκε ποτέ πραγματικά από την Κίνα, ενώ αντιθέτως ακολούθησε την δική της πολιτική, η οποία διαφέρει σημαντικά από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ).

Πηγή εικόνας: ABC News Δικαιώματα χρήση: GFX/Jarrod Fankhauser

Οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών άρχισαν να διαταράσσονται, όταν η Ταιβάν αρνήθηκε να είναι μέρος της Κίνας, παρόλο που η Κινέζικη κυβέρνηση είχε προτείνει την αρχή «μία χώρα, δυο συστήματα». Ως συνέπεια, όταν η Ταϊβάν επιθύμησε να ανακηρύξει την ανεξαρτησία της από την Κίνα, η Κινέζικη κυβέρνηση αρνήθηκε αυστηρά, δηλώνοντας πως υπάρχει «μία Κίνα» της οποίας είναι κομμάτι και η Ταϊβάν και πως όποια κίνηση προς ανεξαρτητοποίησή της θα θεωρηθεί παράνομη και δεν θα αναγνωριστεί διεθνώς. Παρά τις ενστάσεις της Κίνας, η Ταϊβάν συνέχισε τις προσπάθειες της στην ανάπτυξη μιας πολιτικής και κουλτούρας διαφορετικής από την Κίνα, ιδιαίτερα με την βοήθεια της Αμερικής η οποία συνέβαλε στην σταθεροποίηση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών και την αποφυγή ένοπλης σύγκρουσης. Το αποτέλεσμα ήταν, οι δυο χώρες οι οποίες θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν την γεωγραφική τους θέση, να έχουν γίνει θύματα της και φαίνεται πως οι εντάσεις εντείνονται σημαντικά, με ανησυχίες σύγκρουσης.

Πιο συγκεκριμένα, είναι σημαντικό να αναφέρουμε πως ένας από τους κυριότερους λόγους για τους οποίους βρίσκονται σε αντιπαράθεση οι δύο χώρες, είναι οι ιδεολογικές διαφορές και η στροφή της Ταϊβάν προς το μέρος του μεγαλύτερου αντιπάλου της Κίνας, των Η.Π.Α.. Αρχικά, η Κίνα μέσω του Κομμουνιστικού Κόμματος της, έχει υιοθετήσει έναν αυταρχικό χαρακτήρα, περιορίζοντας τις ελευθερίες των πολιτών αλλά και παραβιάζοντας τις αρχές της δημοκρατίας, οι οποίες χαρακτηρίζουν την Ταϊβάν. Εύλογα, ένα δημοκρατικό κράτος αποτελεί απειλή για την Κίνα, διότι έχει την ικανότητα να επηρεάσει τους Κινέζους πολίτες και να αναρωτηθούν εάν ο αυταρχικός χαρακτήρας της χώρας τους είναι εν τέλει αποτελεσματικός. Επιπρόσθετα, ο πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπινγκ, έχει επανειλημμένα αποτύχει να κατανοήσει την επιθυμία της Ταϊβάν να αυτοδιοικείται και να αποκτήσει τον δικό της, ανεξάρτητο ρόλο στην διεθνή σκηνή, χωρίς να επισκιάζεται κάτω από την ομπρέλα της υπερδύναμης Κίνας. Αυτό αποδεικνύεται και από την απόπειρα της Κίνας να εξαπλώσει παραπληροφόρηση και να ελέγξει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ώστε να έχει τον έλεγχο της κοινής γνώμης στις εκλογές του 2020.

Έτσι, η άρνηση της Κίνας να σεβαστεί το γειτονικό της κράτος και παράλληλα η ανασφάλειά της για την αποτελεσματικότητα του αυταρχικού καθεστώτος της, έχουν δημιουργήσει ένα χάσμα στις σχέσεις τους, αλλά και ένα εχθρικό περιβάλλον αφού ο Σι Τζινπινγκ έχει απειλήσει πως δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει βία, ώστε να επιτευχθεί επανένωση των δυο κρατών. Από πέρυσι πάντως η Κίνα έχει αυξήσει την πίεση προς την Ταϊβάν με επανειλημμένες παραβιάσεις του εναέριου χώρου του κράτους, σημειώνοντας μέχρι και 56 παραβιάσεις μέσα σε μία μέρα, ενώ ταυτόχρονα παρακολουθεί στενά ξένα αεροσκάφη υποστηρίζοντας πως προστατεύει συμφέροντα εθνικής ασφάλειας.

Πηγή εικόνας και δικαιώματα χρήσης: cmc markets

Η οικονομία της Ταϊβάν είναι εξαιρετικά σημαντική για τις ανεπτυγμένες χώρες, καθώς ένα μεγάλο μέρος του ηλεκτρονικού εξοπλισμού που χρησιμοποιούν καθημερινά εκατομμύρια άνθρωποι, όπως κινητά, υπολογιστές, κονσόλες παιχνιδιών και πολλά άλλα, παράγεται από τσιπ που κατασκευάζονται στην Ταϊβάν. Συγκεκριμένα, η χώρα παράγει πάνω από το 60% των τσιπ του κόσμου μέσω της ταϊβανέζικης εταιρείας TSMC (Taiwan Semiconductor Manufacturing Company), η οποία σήμερα κατέχει πάνω από το ήμισυ της παγκόσμιας αγοράς με την αξία της να ξεπερνά τα 100 δις. το 2021. Το γεγονός αυτό δίνει έναν ακόμη λόγο στη Κίνα να επιθυμεί τον πλήρη έλεγχο της Ταϊβάν καθώς εάν τα τσιπ ελέγχονται μόνο από την Κίνα τότε θα κυριαρχήσει παγκοσμίως.

Οι Η.Π.Α. αλλά και όλη η Δύση θα αναγκαστούν να βασίσουν τις οικονομίες τους στην Κίνα, η οποία θα κινεί πλέον τα νήματα και θα προκαλούσε πολιτικές και γεωστρατηγικές συνέπειες, που θα αφορούσαν το μέλλον της πολιτικής ελευθερίας στον κόσμο αλλά και την μέχρι τώρα διεθνή ισορροπία δυνάμεων. Η Ταϊβάν, όμως, φαίνεται να αναπτύσσει διπλωματικές σχέσεις με τις Η.Π.Α. καθώς από το 1979, οι Η.Π.Α. χορηγούν την Ταϊβάν με στρατιωτική βοήθεια για να εξασφαλιστεί η άμυνά της, η οποία σήμερα έχει εκτοξευθεί με την Αμερικανική κυβέρνηση να ανακοινώνει ένα νέο πακέτο στρατιωτικής βοήθειας στην Ταϊβάν, εκτιμώμενης αξίας 345 εκατομμυρίων δολαρίων. Η Κίνα, προφανώς, δεν βλέπει θετικά αυτή τη προσέγγιση των Η.Π.Α. αφού η στρατιωτική υποστήριξη περιορίζει την θαλάσσια εκμετάλλευση, την οποία χρειάζεται η Κίνα, καθώς η Ταιβάν έχει πρόσβαση στη Σινική θάλασσα και κατ’ επέκταση στον Ειρηνικό ωκεανό. Η διαμάχη των Η.Π.Α. και της Κίνας για την Ταϊβάν είναι ύψιστης σημασίας για το Κινέζικο μέλλον, διότι θα καθορίσει αν η Κίνα μπορεί να επιβληθεί στην Δύση και να διαταράξει το status quo των διεθνών δυνάμεων.

Εν κατακλείδι, η γεωπολιτική παίζει σημαντικό ρόλο στο πως θα εξελιχθούν οι σχέσεις δύο γειτονικών χωρών και αυτό γίνεται φανερό από τις συχνές αντιπαραθέσεις της Κίνας και της Ταϊβάν. Καμία απόπειρα προσέγγισης δεν έχει μέχρι τώρα καταφέρει να δώσει μια λύση στις διαφωνίες τους αφού αγγίζουν το ιδεολογικό επίπεδο, το οποίο διαφέρει σημαντικά.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Γεωπολιτική, Kallipos, διαθέσιμο εδώ
  • Explainer: Η Κίνα ‘πολιορκεί’ την Ταϊβάν και τα μισά μικροτσίπ του πλανήτη, Καθημερινή, διαθέσιμο εδώ
  • What You Need to Know about China-Taiwan Tensions, CNN, διαθέσιμο εδώ
  • ΗΠΑ: Στρατιωτική βοήθεια ύψους 345 εκατ. δολαρίων στην Ταϊβάν – Γιατί η απόφαση είναι ιστορική, CNN, διαθέσιμο εδώ
  • Η εκρηκτική σχέση της Κίνας με την Ταϊβάν. Αναδρομή σε μια κρίση 70 ετών που κλιμακώνεται επικίνδυνα, Huffington post, διαθέσιμο εδώ
  • Why China-Taiwan Relations Are so Tense, Council on Foreign Relations, διαθέσιμο εδώ
  • What’s behind the China-Taiwan Divide?, BBC News, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Φαίδρα Χρυσοστάλη
Φαίδρα Χρυσοστάλη
Γεννήθηκε το 2001 στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ιnternational Relations and European Affairs του Deree University και ταυτόχρονα σπουδάζει Πολιτικές Επιστήμες και Δημόσια Διοίκηση στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ενδιαφέρεται για τα ευρωπαϊκά και διεθνή ζητήματα. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων, την άθληση και την αρθρογραφία.