17.6 C
Athens
Πέμπτη, 2 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΜάχη της Πελαγονίας-1259 μ.Χ.: Η Θεσσαλονίκη σώζεται, η Πόλη απειλείται…

Μάχη της Πελαγονίας-1259 μ.Χ.: Η Θεσσαλονίκη σώζεται, η Πόλη απειλείται…


Του Νίκου Μελιτσιώτη,

Τον Ιούλιο του 1259, στην κοιλάδα της Πελαγονίας, διεξήχθη μια μάχη, η οποία αποτέλεσε το πρελούδιο της ανακατάληψης της Κωνσταντινούπολης και της επιστροφής της σε ρωμαϊκά χέρια. Η επιτυχία του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου αποτέλεσε μια ακόμη ηρωική σελίδα στην πρόοδο της αυτοκρατορίας της Νίκαιας, η οποία διεκδικούσε σθεναρά την καταληφθείσα Κωνσταντινούπολη από τους παραπαίοντες Λατίνους, των οποίων οι κτήσεις φυλλορροούσαν.

Η αλυσίδα των γεγονότων ξεκινά από τον Αύγουστο του 1258, οπότε απεβίωσε ο αυτοκράτορας της Νίκαιας, Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης (1254–1258). Ως διάδοχος ορίστηκε ο μοναδικός γιος του, Ιωάννης Δ΄ Λάσκαρης, με τον αυτοκράτορα να ορίζει στη διαθήκη του ως αντιβασιλέα τον Γεώργιο Μουζάλωνα, ο οποίος δεν προερχόταν από τις τάξεις της αριστοκρατίας. Οι ευγενείς πήραν με άσχημο μάτι την επιλογή αυτή. Έτσι, στο μνημόσυνο του θανόντος αυτοκράτορα, η φρουρά των Λατίνων, της οποίας ο Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης αμελούσε την καταβολή της μισθοδοσίας, εισέβαλε, υπό την καθοδήγηση του διοικητή της, Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου, ύστερα από τέχνασμα στην εκκλησία και αφού συνέλαβαν μπροστά στην Αγία τράπεζα τον αντιβασιλέα μαζί με τα αδέρφια του, τους δολοφόνησαν.

Με τα νέα δεδομένα, κατέστη άμεση η ανάγκη εκλογής αντιβασιλέα. Για τη θέση αυτή, παρουσιάστηκε ως ο πλέον κατάλληλος, με την εύνοια της αριστοκρατίας, ο Μιχαήλ Η΄, ο οποίος πήρε, αρχικά, τον τίτλο του Μεγάλου Δούκα, ενώ, σε λίγους μήνες, κατάφερε να αποσπάσει τον τίτλο του συναυτοκράτορα. Στην τελετή της στέψης, ο Μιχαήλ στέφθηκε πρώτος με το αυτοκρατορικό στέμμα, ενώ ο νεαρός αυτοκράτορας στέφθηκε με ένα μικρότερο, το οποίο κατασκευάστηκε για αυτή την περίσταση.

Βαριά θωρακισμένοι Βυζαντινοί στρατιώτες

Η είδηση της απώλειας του αυτοκράτορα και η διαδοχή του από ένα παιδί διαδόθηκαν σύντομα. Ο Δεσπότης της Ηπείρου, Μιχαήλ Β΄, θεώρησε την ευκαιρία ιδανική, προκειμένου να καταφέρει να ανακτήσει τα εδάφη, που είχε χάσει το Δεσποτάτο από τους προκατόχους του θρόνου της Νίκαιας. Έτσι, θέτοντας ως πρώτο στόχο του τη Θεσσαλονίκη, αποφάσισε να συνάψει συμμαχίες μέσω επιγαμιών, προκειμένου να ισχυροποιήσει τη θέση του. Πρώτα, προσέγγισε τον ηγεμόνα της Σικελίας Μανφρέδο, ο οποίος είχε εισβάλει στην Ήπειρο και στον οποίο προσέφερε την κόρη του, ενώ τα κατακτημένα εδάφη του χορηγήθηκαν από τον Δεσπότη ως προίκα.

Στη συνέχεια, ακολουθώντας την ίδια τακτική, προσεταιρίστηκε τον πρίγκιπα της Αχαΐας, Γουλιέλμο Βιλλεαρδουίνο, τον οποίο βοήθησε, λίγους μήνες πριν, να καταπνίξει μια στάση στα εδάφη του. Και σε αυτή την περίπτωση, ο Μιχαήλ Β΄ προσέφερε μια ακόμη κόρη του, μαζί με 60.000 υπέρπυρα και αρκετά εδάφη. Φυσικά, σε αυτή την εκστρατεία, ο Μιχαήλ Β΄ είχε συμπαραστάτη του τον πρώτο από τους 2 νόθους γιους του, τον Ιωάννη Δούκα, ο οποίος είχε, με τη σειρά του, συνάψει συμμαχία με τους Βλάχους της Θεσσαλίας, έχοντας παντρευτεί την κόρη του φυλάρχου Ταρωνά.

Μόλις οι κινήσεις αυτές έγιναν γνωστές στον Μιχαήλ Η΄, έστειλε ενισχύσεις στη Θεσσαλονίκη υπό τον μέγα δομέστικο και αδερφό του, Ιωάννη, ενώ έστειλε πρεσβείες σε καθέναν από τους τρεις αντιπάλους του με διαφορετικά αιτήματα, όπως, επίσης, και στον πάπα, προκειμένου να καταδικάσει τη συμμαχία αυτή. Δυστυχώς, τόσο οι διπλωματικές κινήσεις όσο και η πρώτη σύγκρουση των δύο πλευρών κατέληξαν σε ήττα για τη Νίκαια, με τον Ιωάννη να χάνει από ένα σώμα Βλάχων υπό τον Ιωάννη Δούκα και να συμπτύσσεται στα στενά κοντά στη Θεσσαλονίκη, προστατεύοντάς τα και ζητώντας ενισχύσεις.

Τόσο ο Μιχαήλ Η΄, μετά την ήττα του αδερφού του, όσο και ο Μιχαήλ Β΄ συγκέντρωσαν τους στρατούς τους, την άνοιξη του 1259, με τον πρώτο να συγκεντρώνει πληθώρα μισθοφόρων και να συναντώνται με τα ελληνικά στρατεύματα στην Αδριανούπολη, και τον δεύτερο να συγκεντρώνει τα διαθέσιμα στρατεύματά του στη Θεσσαλία και να καθορίζει τις τελευταίες λεπτομέρειες με τους συμμάχους του. Παρά την αρχική του ήττα, ο Ιωάννης επετέθη αιφνιδιαστικά εναντίον των δυνάμεων του Μιχαήλ Β΄, οι οποίες διασκορπίστηκαν, αρχικά, και έδωσαν την ευκαιρία στον σεβαστοκράτορα Ιωάννη να καταλάβει μια σειρά φρουρίων, ανάμεσά τους και αυτό του Βερατίου.

Μισθοφόροι του Βυζαντινού στρατού

Ο στρατός του Μιχαήλ Β΄ είχε στρατοπεδεύσει στην Καστοριά, ενώ αυτός του Ιωάννη στην Αχρίδα. Ο πρώτος είχε πληθώρα διοικητών, με τον Μανφρέδο και τον Βιλλεαρδουίνο να διοικούν τις δικές τους μονάδες, ενώ οι γιοι του Δεσπότη, Νικηφόρος και Ιωάννης, να διοικούν τα ελληνικά στρατεύματα και τους Βλάχους, αντίστοιχα. Από την άλλη, οι βυζαντινές δυνάμεις βρίσκονταν υπό τις διαταγές του σεβαστοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγου, ο οποίος πλαισιωνόταν από τους στρατηγούς Αλέξιο Στρατηγόπουλο και Ιωάννη Ραούλ. Ο στρατός των συνασπισμένων εχθρών της Νίκαιας περιείχε Έλληνες, Βλάχους, Γάλλους και Γερμανούς, ενώ οι αντίπαλοί τους είχαν στις τάξεις τους Τούρκους, Κουμάνους, Ούγγρους, Βούλγαρους, Σέρβους και Γερμανούς. Οι δύο στρατοί ξεκίνησαν από τα σημεία που είχαν σταθμεύσει και συναντήθηκαν στην κοιλάδα της Πελαγονίας, τον Ιούλιο του 1259.

Ακολουθώντας τη συμβουλή του αδερφού του, Μιχαήλ Η΄, ο σεβαστοκράτορας Ιωάννης Παλαιολόγος απέφυγε μια μάχη εκ παρατάξεως, διατηρώντας σε έναν λόφο τις βαριά οπλισμένες μονάδες του και διενεργώντας επιθέσεις φθοράς κατά των αντιπάλων του με τους ευκίνητους Κουμάνους, Τούρκους και Βυζαντινούς ιπποτοξότες, οι οποίοι με τις επιδρομές τους έριχναν το ηθικό των αντιπάλων και αποσπούσαν προμήθειες από το στρατόπεδό τους. Επίσης, γνωρίζοντας πως υστερούσε αριθμητικά των αντιπάλων του, επιστράτευσε τους ντόπιους κατοίκους, τους ανέβασε σε έναν λόφο και τους έδωσε υποζύγια, έτσι ώστε από μακριά να φαίνονται ως έφιπποι στρατιώτες.

Βλέποντας πως στο σημείο αυτό ο στρατός τους ήταν ευάλωτος, ο Μιχαήλ Β΄, μαζί με τον Γουλιέλμο, αποφάσισε να μετακινηθούν προς μια πιο οχυρή θέση και κινήθηκαν προς την Πρίλαπο, όμως οι Κουμάνοι τούς εμπόδισαν. Στο κρίσιμο αυτό σημείο της μάχης, η διχόνοια έκανε την εμφάνισή της, με την επικρατέστερη άποψη να θέλει μερικούς Γάλλους ιππότες να προσβάλλουν την τιμή του Ιωάννη, κοιτώντας λάγνα τη σύζυγό του. Ζητήθηκε η παρέμβαση του Βιλλεαρδουίνου, ο οποίος έριξε λάδι στη φωτιά, αποκαλώντας τον νόθο. Τότε, ο Ιωάννης αυτομόλησε στον στρατό της Νίκαιας, με μοναδικό όρο να μην χρησιμοποιηθεί ενάντια στους Ηπειρώτες, αλλά μόνο κατά των Λατίνων. Βέβαια, την επόμενη ημέρα, ο όρος ήταν περιττός, καθώς ο πατέρας του Μιχαήλ Β΄ με τον νόμιμο γιο του, Νικηφόρο, και τον στρατό τους αποχώρησαν, εγκαταλείποντας στο πεδίο τον Μανφρέδο και τον Γουλιέλμο.

Βυζαντινός θωρακοφόρος ιππέας

Η σύγκρουση εξελίχθηκε σε μάχη μεταξύ Βυζαντινών και Λατίνων, με τους τελευταίους να μάχονται απελπισμένοι και προδομένοι. Οι ικανότατοι Κουμάνοι ιπποτοξότες έβγαλαν εκτός μάχης τους ιππότες του Βιλλεαρδουίνου, σκοτώνοντας τα άλογά τους, με τον υπόλοιπο στρατό να ολοκληρώνει την εξουδετέρωσή τους. Όσον αφορά τους ιππότες του Μανφρέδου, παραδόθηκαν στον στρατό της Νίκαιας αμαχητί. Όσον αφορά τον ίδιο τον Γουλιέλμο Βιλλεαρδουίνο, προσπάθησε να διαφύγει πεζός και κρύφτηκε πίσω από μια θημωνιά σιτηρών. Όμως τον ανακάλυψαν και τον αναγνώρισαν από δύο χαρακτηριστικά πεταχτά δόντια που είχε.

Οι συνέπειες της μάχης ήταν τραγικές για το Δεσποτάτο της Ηπείρου. Ο ίδιος ο Μιχαήλ Β΄ με τη σύζυγο του, καταδιωκόμενος από ένα τμήμα του στρατού της Νίκαιας υπό τον Αλέξιο Στρατηγόπουλο και τον Ιωάννη Ραούλ, κατέφυγε, αρχικά, στη Λευκάδα και στη συνέχεια στην Κεφαλονιά, όπου ζήτησε άσυλο στην αυλή του ηγεμόνα της.

Το δεύτερο τμήμα του στρατού της Νίκαιας υπό τους Ιωάννη Παλαιολόγο και Ιωάννη Δούκα εισέβαλαν στη Θεσσαλία, όπου, το ένα μετά το άλλο, τα φρούρια και οι πόλεις παραδίδονταν, έχοντας χάσει το ηθικό τους, μετά την αποχώρηση του Δεσπότη τους. Το Δεσποτάτο της Ηπείρου, ο μοναδικός αντίζηλος της Αυτοκρατορίας της Νίκαια, είχε ταπεινωθεί, με τον δρόμο προς την Κωνσταντινούπολη να ανοίγεται μπροστά τους.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • G. Ostrogorsky, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, τόμος 3 εκδόσεις Βασιλόπουλος, Αθήνα 1963
  • D. J. Geanakopoulos, Ο Αυτοκράτωρ Μιχαήλ Παλαιολόγος και η Δύσις, εκδόσεις Α. Καραβιά, Αθήνα 1969
  • Nicol D. «Από την άλωση στην ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης (1204–1261 μ.Χ., Η τελική σύγκρουση μεταξύ Νίκαιας και Ηπείρου» σε Συλλογικό έργο (2015) Ιστορία του Ελληνικού Έθνους τόμος 21 Βυζαντινός Ελληνισμός–Μεσοβυζαντινοί και Υστεροβυζαντινοί Χρόνοι Αθήνα: Εκδόσεις Παραπολιτικά

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Μελιτσιώτης, Σύμβουλος Έκδοσης
Νίκος Μελιτσιώτης, Σύμβουλος Έκδοσης
Γεννήθηκε το 1997 στην Καλαμάτα και είναι επί πτυχίω φοιτητής στο τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Συμμετείχε σε αρχαιολογικά και ιστορικά συνέδρια και ημερίδες ως εισηγητής και εθελοντής. Είναι ένθερμος μελετητής της Βυζαντινής Ιστορίας. Ασχολείται με τον παραδοσιακό χορό και τη συλλογή και μελέτη νομισμάτων.