19.2 C
Athens
Πέμπτη, 2 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΒαράγγοι: τα λιοντάρια της αυτοκρατορικής φρουράς

Βαράγγοι: τα λιοντάρια της αυτοκρατορικής φρουράς


Του Κώστα Σακκά,

Είναι γεγονός ότι πάρα πολλά Σκανδιναβικά φύλα από τις πατρίδες των Βίκινγκς (Δανία, Σουηδία, Νορβηγία, Ισλανδία) μετανάστευαν αθρόως στη νότια και ανατολική Ευρώπη. Εις εξ αυτών αποτελούν οι Βαράγγοι, οι οποίοι, αν και όντας ένας καθαρά πολεμικός και αιμοσταγής λαός, δεν αντιμετώπισαν τη δυσκολία να ιδρύσουν ένα κρατικό μόρφωμα με ισχυρές δομές στην ανατολική Ευρώπη (μεσαιωνικό κράτος των Ρως), του οποίου προΐστατο κιόλας στη διοίκηση. Μάλιστα, ήρθαν σε επαφή με την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, στην οποία έδειξαν άγριες πολιορκητικές διαθέσεις, όσον αφορά την πρωτεύουσά της, Κωνσταντινούπολη (μεταξύ 860-1043 μ.Χ.), χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία, λόγω της υπεροπλίας των Βυζαντινών. Οι Βυζαντινοί, έχοντας ως μοχλό της εξωτερικής τους πολιτικής την πολιτιστική επίδραση διά του εκχριστιανισμού στους γειτονικούς λαούς, προσέγγισαν τους Βαράγγους και τα λοιπά φύλα που απάρτιζαν την κρατική οντότητα των Ρως και επί της ουσίας, τους μύησαν στην Ανατολική Ορθόδοξη εκκλησία, εντάσσοντάς τους στη σφαίρα επιρροής τους. Όμως, αυτό που υστεροφημεί τη δόξα των Βαράγγων είναι το γεγονός ότι επιλέχτηκαν για να στελεχώσουν την αυτοκρατορική φρουρά του Βυζαντινού θρόνου, πράξη που συνοδευόταν με την αέναη και πολυποίκιλη πίστη τους προς το πρόσωπο του εκάστοτε αυτοκράτορα. Μέσα στη μακραίωνη ιστορία τους ως φύλακες του θρόνου (988-1453) μ.Χ., μαρτυρείται πλειάδα κατορθωμάτων τους, τα οποία ενορχηστρώνουν ένα προσωπείο σεβασμού, αλλά και δέοντος, αναγνωρισμένο και από τους εχθρούς της αυτοκρατορίας, αλλά και από τους μυριάδες μελετητές της νεότερης εποχής.

Πριν γίνει λόγος, όμως, για τη στρατολογική τους χρήση, αξίζει να σημειωθεί ότι οι Βαράγγοι είχαν αναπτύξει έντονες εμπορικές επαφές με τους Βυζαντινούς. Η διεξαγωγή του εμπορίου δεν ήταν στατική, αλλά διενεργούνταν σε πάρα πολλές περιοχές και πόλεις της Ευρώπης, με αφετηρία τις πόλεις της βορειοδυτικής Βαλτικής Μπίρκα και Γκότλαντ. Η εμπορική οδός ξεκίνησε τον 8ο αιώνα μ.Χ. με κύριο ενδιαφέρον των Βαράγγων για την αγορά οίνου, μπαχαρικών, φορητών εικόνων, πολυτελών υφασμάτων και βιβλίων. Συν τω χρόνο, οι επαφές πολλαπλασιάζονταν, με τους Βαράγγους να εξάγουν από την πλευρά τους πολυποίκιλα αγαθά, τα οποία έχρηζαν ιδιαίτερης ανάγκης από τους Βυζαντινούς, όπως όπλα, γούνες, μέλι, κερί και διάφορες χειροποίητες κατασκευές. Κατά την Υστεροβυζαντινή περίοδο, η εμπορικότητα των Βαράγγων προς τη Βυζαντινή αυτοκρατορία αρχίζει βαθμιαία και σταδιακά να εξασθενεί, διότι η αυτοκρατορία βρίσκεται σε έναν φαύλο κύκλο αποσύνθεσης και πτώσης, γεγονός που μετατοπίζει τους Ρως να στραφούν προς τη Δυτική Ευρώπη και να συσφίξουν τις σχέσεις τους. Εν τέλει, οι εμπορικές επαφές διεκόπησαν οριστικά και αμετάκλητα μετά την άλωση της Πόλης από τους Φράγκους (1204 μ.Χ.).

Όσον αφορά το στρατιωτικό-πολιτικό κομμάτι, οι Βαράγγοι, πριν αποτελέσουν αδιάσπαστο μέρος της αυτοκρατορικής φρουράς, είχαν προτιμηθεί ως μισθοφόροι το 949 μ.Χ. στο στρατό του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου (913-959 μ.Χ.), για την εκστρατεία εναντίον των Σαρακηνών, που κυρίευαν την Κρήτη. Εξαιτίας της απαράμιλλης αφοσίωσης και αυτοθυσίας τους, η θέση τους αναβαθμίστηκε, καθώς «κλείδωσαν» ως επιλογή για τη στελέχωση της αυτοκρατορικής φρουράς εις το επέκεινα. Πληροφοριακά, η κατά βάση αυτοκρατορική φρουρά ήταν η εταιρία, ένα κατεξοχήν στρατιωτικό σώμα αποτελούμενο από τυχοδιώκτες μισθοφόρους. Ο διοικητής της μερίδας αυτής έφερε τον τίτλο Μέγας Εταιριάρχης. Το αποτύπωμα της ενίσχυσης  με τους Βαράγγους, αναβάθμισε ποιοτικώς την αυτοκρατορική φρουρά (Ντρουζίνα). Η εγκατάσταση των Βαράγγων ήταν εν ολίγοις στη Βασιλεύουσα και εν πολλοίς στη Βιθυνία. Με την πάροδο του χρόνου, εξετόπισαν μεθοδικά τα πλείστα αυτοκρατορικά τάγματα και εναπόμειναν κυρίαρχοι, κατέχοντες την πρωταρχία υπεράσπισης του θρόνου του Βασιλέως των Ρωμαίων.

Επιπλέον, το στίγμα των Βαράγγων ήταν ιδιαίτερα έντονο στην εποχή του Βασιλείου Β’ του Βουλγαροκτόνου (976-1025 μ.Χ.), ο οποίος ζήτησε από τον Βλαδίμηρο Α’ τον Μέγα (980-1015 μ.Χ.) να του στείλει μία στρατιωτική επικουρία, για την υπεράσπιση του θρόνου από τον Βάρδα Φωκά. Προθύμως, ο πρίγκιπας του Κιέβου και αρχηγός του κράτους των Ρως, απέστειλε δύναμη 6000 Βαράγγων με αντάλλαγμα να σταλεί η αδελφή του Βασιλείου Β’ -Άννα Πορφυρογέννητη- για σύζυγος, γεγονός που άνοιξε τον δρόμο για εκχριστιανισμό των Ρως. Η επιβλητικότητα και η μαχητικότητα των στρατευμάτων των Βίκινγκς έσπειραν τον τρόμο στους στασιαστές, οι οποίοι κατακοπήκαν και σφαγιάστηκαν από τα τσεκούρια των Βαράγγων. Θα πρέπει να λεχθεί ότι το μέγεθος της αξιοπιστίας των Βαράγγων ενθουσίασε τον Βασίλειο Β’, ο οποίος δημιούργησε το τάγμα της Βαραγγικής Φρουράς. Με τον καιρό, η φρουρά διογκωνόταν σε ανθρώπινο δυναμικό από τους λαούς των Βίκινγκς (Νορβηγία, Σουηδία, Δανία, Ισλανδία). Από τότε και στο εξής, οι Βαράγγοι χάρισαν στιγμές επικού διαμετρήματος στην πολεμική ιστορία των Βυζαντινών. Δύο εξ αυτών, που έχουν ακτινοβόλα διάσταση, είναι από τη μία η άλωση της Πόλης από τους Φράγκους, όπου η Βαραγγική Φρουρά ήταν το μόνο νικηφόρο τμήμα του Βυζαντινού στρατού απέναντι στις ορδές της Δ’ Σταυροφορίας και από την άλλη η δεύτερη άλωση της Πόλης από τους Οθωμανούς Τούρκους (1453 μ.Χ.), όπου και πάλι γύρω από την ολιγάνθρωπη άμυνα της Κωνσταντινούπολης, στάθηκαν ως προμαχώνες και οι Βαράγγοι.

Συνοψίζοντας, οι Βαράγγοι στιγμάτισαν με τα ήθη, την καθημερινότητά τους και τα ανδραγαθήματά τους τη Βυζαντινή κοινωνία, η οποία είχε διαφορετική ηθική υφή από αυτούς. Παρ’ όλα αυτά, θα πρέπει να επισημανθεί ότι πέρα από τις ανέκαθεν εντάσεις που ξέσπαζαν κατά καιρούς στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, η Βαραγγική Φρουρά παρέμενε πιστή στον θρόνο, όπως άλλωστε φημιζόταν για την ισχυρή αφοσίωσή της.


Βιβλιογραφία 
  • Ιωάννης Καραγιαννόπουλος, Το Βυζαντινό Κράτος, σελ. 355-356
  • Charles Diehl, Η Ιστορία της Βυζαντινής Αυοκρατορίας, τόμος Γ, σελ. 400-402

Κώστας Σακκάς
Είναι γεννημένος το 1999 στην Θεσσαλονίκη και απόφοιτος Γενικού Λυκείου. Αυτή την εποχή σπουδάζει στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), με κατεύθυνση στην Ιστορία.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ