17.6 C
Athens
Πέμπτη, 2 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΤο Μακεδονικό ζήτημα και οι θέσεις των ελληνικών κομμάτων

Το Μακεδονικό ζήτημα και οι θέσεις των ελληνικών κομμάτων


Του Γιώργου Κωστόπουλου,

Το ζήτημα της ονομασίας της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας ή αλλιώς «Μακεδονικό» (και όχι Σκοπιανό, όπως λανθασμένα λέγεται), ταλανίζει την ελληνική πολιτική σκηνή, εδώ και τρεις, σχεδόν, δεκαετίες. Οι διαφωνίες και οι έριδες πάνω σε αυτό το θέμα ποικίλουν, με τους εκπροσώπους των κομμάτων του ελληνικού κοινοβουλίου, άλλοτε να μένουν πιστοί στις πάγιες θέσεις τους και άλλοτε να αλλάζουν στάση ωσάν πολιτικοί χαμαιλέοντες.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, ξεκινώντας με το κυβερνών κόμμα, τον Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ως ένα καθαρά αριστερών πεποιθήσεων κόμμα, ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α., ήδη από την εποχή που ονομαζόταν “Συνασπισμός”, είχε ως πάγια θέση την εξεύρεση λύσης με την γείτονα χώρα, πέρα από μικροπολιτικές σκοπιμότητες και εθνικιστικές κορώνες. Φτάνοντας στο σήμερα, όπου ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. αποτελεί τον μεγαλύτερο εταίρο της συγκυβέρνησης, έγινε το μεγάλο βήμα, ώστε να λυθεί οριστικά το φλέγον αυτό ζήτημα, ξεκινώντας ουσιαστικές διαπραγματεύσεις με τη κυβέρνηση της γειτονικής χώρας. Έτσι, μέσα από όλες αυτές τις ζυμώσεις και ενώ το γειτονικό κράτος απέκτησε μια μη εθνικιστική κυβέρνηση, φτάσαμε στην προτεινόμενη ονομασία της «Βόρειας Μακεδονίας», μιας που ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. ήρθε πιο κοντά στις θέσεις της επίσημης ελληνικής εξωτερικής πολιτικής που τάσσεται υπέρ μιας σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό. Η θέση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. πάνω σε αυτό το ζήτημα μπορεί να χαρακτηριστεί σε μεγάλο βαθμό συνεπής ως προς τις διακηρύξεις του κόμματος της Οδού Κουμουνδούρου, καθώς ήταν γνωστά ήδη πριν τις εκλογές του 2015 τα πολιτικά πιστεύω και η στάση που θα κρατούσε το κόμμα πάνω σε αυτό το κρίσιμο ζήτημα.

Περνώντας στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τη Νέα Δημοκρατία, το τοπίο γύρω από αυτό το ζήτημα μοιάζει ομιχλώδες. Αρχικά, μπορούμε να αναφέρουμε ότι επί διοίκησης Αντώνη Σαμαρά στο Υπουργείο Εξωτερικών το 1991, το γειτονικό κράτος αναγνωρίζεται από τον ίδιο ως «Μακεδονία» σε Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σχετικά με εμπορικά ζητήματα με τις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Αυτή η κίνηση ήρθε σε κόντρα με την θέση του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ο οποίος και «ξήλωσε» τον Μεσσήνιο πολιτικό από τον υπουργικό θώκο. Στη συνέχεια, ακολούθησε η πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, μετά την αποστασία Σαμαρά, με κύριο αίτιο την αντίθεση του στη θέση του πρωθυπουργού για διπλή ονομασία, ως λύση του «Μακεδονικού». Με την εντεκάχρονη απουσία της Νέας Δημοκρατίας από τη διακυβέρνηση της χώρας, αλλά και την ανάληψη της προεδρίας του κόμματος από τον Κώστα Καραμανλή, η γαλάζια παράταξη υιοθέτησε τη θέση της σύνθετης ονομασίας, βάζοντας αρκετό νερό στο κρασί της. Η στάση αυτή κράτησε έως και πριν από λίγο διάστημα, παρά το γεγονός ότι η Νέα Δημοκρατία διαπραγματεύθηκε πολλές φορές, ως κυβέρνηση τη περίοδο 2004-2014, πιθανές ονομασίες που πήγαιναν κόντρα στις διακηρύξεις της. Σήμερα, εν μέσω των πιέσεων στην κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει κάνει μια στροφή προς τα δεξιά του πολιτικού φάσματος, ώστε να προσελκύσει το συντηρητικό στοιχείο της κοινωνίας, δείχνοντας ένα ύφος ακραίου συντηρητισμού και υπερπατριωτισμού με εθνικιστικά στοιχεία. Η μεταστροφή των θέσεων του κόμματος έχει να κάνει όχι τόσο με αλλαγή νοοτροπίας, όσο με έντονο τακτικισμό, με σκοπό να χτυπηθεί το κυβερνητικό σχήμα, γιατί εκτός των άλλων ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και Νέα Δημοκρατία δε διαφέρουν πλέον πολύ πάνω σε αυτό το ζήτημα.

Ακόμα ένα κόμμα που έχει συμμετάσχει στην πολιτική συζήτηση για το «Μακεδονικό» είναι το ΠΑ.ΣΟ.Κ., που πλέον εκφράζεται μέσω του πολιτικού σχήματος “Κίνημα Αλλαγής”. Το 1993, επί ηγεσίας Ανδρέα Παπανδρέου, είχε τεθεί από τον ίδιο ο κίνδυνος των αλυτρωτικών κινήσεων της γείτονα χώρας «εδώ το βασικό θέμα, και είναι βασικό θέμα, είναι το θέμα του ονόματος, είναι το θέμα της προπαγάνδας. Γιατί το θέλουν το όνομα Μακεδονία; Είναι ένα όπλο για μακροπρόθεσμη δημιουργία κράτους “μακεδονικού” που θα έχει τα Σκόπια, τη Μακεδονία του Πιρίν και τη Βόρεια Ελλάδα», όπως δήλωσε ο ίδιος σε συνέντευξή του τον Οκτώβριο του 1993. Τα επόμενα χρόνια, επί ηγεσίας Κώστα Σημίτη και επί διοίκησης στο Υπουργείο Εξωτερικών του Γιώργου Παπανδρέου, δόθηκε έμφαση στη εξεύρεση κοινά αποδεκτής λύσης και όχι διπλής ονομασίας. Η στάση αυτή παρέμεινε και όταν την ηγεσία του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ανέλαβε ο ίδιος ο Παπανδρέου, καθώς και όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία πέντε χρόνια αργότερα, το 2009. Πλέον, ως Κίνημα Αλλαγής, τα διάφορα συστατικά στοιχεία που απαρτίζουν τον φορέα αυτό της Κεντροαριστεράς δείχνουν να μην τα βρίσκουν πάνω στο «Μακεδονικό» ζήτημα. Το μεν ΠΑ.ΣΟ.Κ. επιθυμεί διαφορετική λύση από την προτεινόμενη της κυβέρνησης Τσίπρα, επιδιώκοντας περισσότερο να ελαχιστοποιήσει την ζωή της συγκυβέρνησης ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ. παρά να πάρουν επίσημη θέση υπέρ ή κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών. Από την άλλη, η Δημοκρατική Αριστερά, το ΠΟΤΑΜΙ, και το ΚΙ.ΔΗ.ΣΟ. έχουν μια πιο ήπια στάση και δηλώνουν σε πρώτη φάση ότι θα στηρίξουν τη λύση, που θα μπορούσε να είναι καλύτερη αν υπήρχε εθνική συνεννόηση μεταξύ όλων των κομμάτων του κοινοβουλίου.

Προχωρώντας στη λαϊκή και άκρα δεξιά συναντούμε τα κόμματα των ‘’Ανεξαρτήτων Ελλήνων’’ και της ‘’Χρυσής Αυγής’’. Οι μεν ΑΝ.ΕΛ. δημιουργήθηκαν το 2012, έχοντας το «Μακεδονικό ζήτημα» πολύ ψηλά στην πολιτική τους ατζέντα, χαρακτηρίζοντας το ως «κόκκινη γραμμή», δηλαδή απαραβίαστη και αδιαπραγμάτευτη θέση. Ωστόσο, καθώς οι ΑΝ.ΕΛ. αποτελούν πλέον εταίρο της συγκυβέρνησης, σκέφτονται διπλά και τριπλά να δείξουν την αντίθεσή τους στην Συμφωνία των Πρεσπών. Μπορεί ο κ. Καμμένος να δηλώνει προς πάσα κατεύθυνση ότι είναι πατριώτης και δε θα πουλήσει ποτέ τη Μακεδονία, παρ’ όλα αυτά δύσκολα θα οδηγούσε το κυβερνητικό σχήμα σε διάλυση, γνωρίζοντας πως είναι πολύ πιθανό το κόμμα του να μην εκλεγεί καν στην επόμενη Βουλή. Το πιο πιθανό σενάριο είναι οι ΑΝ.ΕΛ. να ρίξουν την κυβέρνηση, όταν και αν αποτύχουν οι διαδικασίες που προβλέπει η Συμφωνία των Πρεσπών ή όταν πλησιάζει η λήξη της θητείας της κυβέρνησης, δηλαδή τον Χειμώνα ή την Άνοιξη του 2019. Η ‘’Χρυσή Αυγή’’ από την άλλη, είναι σταθερή στην υποστήριξη εθνικιστικών τσιτάτων και ακροδεξιών ρητορικών που τάσσονται ακόμα και κατά της καθεστηκυίας τάξης στα Βαλκάνια. Εκτός του ότι δεν θέλουν να συζητήσουν καν οποιαδήποτε συμφωνία περιλαμβάνει τον όρο Μακεδονία, δηλώνουν ανερυθρίαστοι ότι τα εδάφη των βόρειων γειτόνων ανήκουν στην Ελλάδα και ότι πρέπει το ελληνικό Κράτος να τα διεκδικήσει με τη μεσολάβηση του στρατού. Πριν από εννέα μήνες, κατά την διάρκεια των «πατριωτικών» συλλαλητηρίων για τη Μακεδονία, γίναμε όλοι μάρτυρες της κατάπτωσης της ελληνικής κοινωνίας όταν επηρεάζεται από ακροδεξιές ρητορικές και εθνικιστικά κιτς θεάματα, καθώς οι εικόνες των συμμετεχόντων ενδεδυμένοι με αρχαιοπρεπείς φορεσιές, καβαλώντας άλογα και ανεμίζοντας σημαίες του Βυζαντίου(!) έκαναν το γύρο του κόσμου και εξέθεσαν διεθνώς την Ελλάδα.

Το Κ.Κ.Ε. έχει ίσως την πιο παγιωμένη θέση πάνω στο ονοματολογικό ζήτημα, ωστόσο στερείται ρεαλισμού. Είναι υπέρ της σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό, με τερματισμό της αλυτρωτικής προπαγάνδας, επιθυμεί τον σεβασμό του απαραβίαστου των συνόρων, αλλά και της εδαφικής ακεραιότητας των δύο κρατών. Ωστόσο, όπως δηλώνουν στον Περισσό, δε θα στηρίξουν ποτέ κάποια συμφωνία που θα έχει ως σκοπό την ένταξη των γειτόνων στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. ακόμα και αν τηρηθούν όλες οι παραπάνω προϋποθέσεις. Τη στάση αυτή έχει το Κ.Κ.Ε. και όσον αφορά τη Συμφωνία των Πρεσπών, καθώς υποστηρίζει επιπλέον, ότι η συμφωνία αυτή είναι δημιούργημα των Η.Π.Α. και του μοχλού πίεσής τους, του ΝΑΤΟ.

Τέλος, η Ένωση Κεντρώων έχει κατορθώσει να επιτύχει την μεγαλύτερη κυβίστηση από όλα τα κόμματα του κοινοβουλίου πάνω σε αυτό το θέμα. Ο, πριν από κάποια χρόνια εξωκοινοβουλευτικός, Βασίλης Λεβέντης δήλωνε υπέρ μιας θέσης παρόμοιας με την σημερινή Συμφωνία των Πρεσπών. Ήταν, δηλαδή, θετικός σε μια λύση συμβιβαστική, ώστε να αποφύγουμε την de facto καθιέρωση της ονομασίας Δημοκρατία της Μακεδονίας. Πλέον, όμως, ο κοινοβουλευτικός Βασίλης Λεβέντης, γνωρίζοντας ότι ο λόγος ύπαρξης του στη Βουλή είναι το κοινό του στη Βόρεια Ελλάδα, φόρεσε το κοστούμι του Μακεδονομάχου, αναθεματίζοντας τόσο την προτεινόμενη λύση, όσο και τους εμπνευστές της, χαρακτηρίζοντας τη ως «εθνική τραγωδία» και «ξεπούλημα της εθνικής κληρονομιάς».

Συνοψίζοντας, το ονοματολογικό ζήτημα ως προς την πλευρά των ελληνικών κομμάτων, συμπεραίνουμε ότι υπάρχουν κομματικές πολιτικές τριών ταχυτήτων. Οι πρώτες είναι αυτές που παραμένουν πιστές και σχετικά άφθαρτες από την αρχή του ζητήματος σχετικά με το όνομα. Οι δεύτερες είναι αυτές που αλλάζουν, ανάλογα με τα μικροκομματικά συμφέροντα και τις ψηφοθηρικές ανάγκες, και απομακρύνουν την επίτευξη λύσης. Και τέλος, οι τρίτες είναι αυτές που ούτε ρεαλιστικές είναι, ούτε πραγματιστικές, ενώ προκαλούν μεγάλο πλήγμα στην πρόοδο και την ανάπτυξη της συνεργασίας μας με τους βόρειους γείτονές μας. Ο ελληνικός λαός πρέπει να είναι μέρος της λύσης και όχι απέναντί της. Στόχος δεν είναι ούτε το ξεπούλημα της ελληνικής Ιστορίας, ούτε η παράδοση άνευ όρων, αλλά η επίτευξη μιας συμφωνίας που θα ομαλοποιήσει το πολιτικό κλίμα στα Βαλκάνια, θα οδηγήσει στην παγίωση της ειρήνης και της σταθερότητας και θα ανοίξει το δρόμο της ειλικρινούς και παραγωγικής συνεργασίας μεταξύ των βαλκανικών κρατών στο πλαίσιο της Ενωμένης Ευρώπης.


Γιώργος Κωστόπουλος

Απόφοιτος του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Το διάστημα αυτό σπουδάζει Δημοσιογραφία και ΜΜΕ σε ιδιωτικό Ινστιτούτο εκπαίδευσης. Έχει προηγούμενη εμπειρία στην αρθρογραφία καθώς την περίοδο 2016-2017 υπήρξε αρθρογράφος για διάφορα site ποικίλης ύλης, ενώ από τις αρχές του 2018 είναι ιδρυτής και διαχειριστής ενημερωτικού group αθλητικού περιεχομένου στα social media. Από ξένες γλώσσες γνωρίζει αγγλικά.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ