Της Νάγιας Καστρενοπούλου,
Η εικόνα καθηλωτική και αποκαρδιωτική: ένα νεαρό κορίτσι απαιτεί από μία συνομήλική της να γονατίσει για να τη χαστουκίσει μπροστά στα μάτια τρίτων, οι οποίοι φάνηκαν να σιωπούν και να καταγράφουν. Το ειδεχθές γεγονός κάνει το γύρο του διαδικτύου και προκαλεί στην κοινή γνώμη αποστροφή. Όλοι συγκλονίζονται με τις ροές σχολίων οργής να κατακλύζουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Παρόλα που η κοινωνία φαίνεται να σοκάρεται από την πράξη, η αντίδρασή της αποκαλύπτει κάτι πιο βαθύ και ανησυχητικό. Από τη μία σιωπή και απάθεια κατά τη στιγμή του βίαιου γεγονότος, από την άλλη περνάμε σε μία μορφή κοινωνικής εκδίκησης, με δημόσιο διασυρμό, λιντσάρισμα και ανεξέλεγκτη στοχοποίηση. Αντί να θωρακίσουμε τα παιδιά μας απέναντι στη βία, αναπαράγουμε φαύλους κύκλους κατακραυγής, χωρίς τελικά να προσφέρουμε ουσιαστικές απαντήσεις.
Το ερώτημα, λοιπόν, το οποίο προκύπτει δεν αφορά το περιστατικό καθαυτό. Το κρίσιμο ερώτημα είναι «τι λέει αυτό το περιστατικό για εμάς ως κοινωνία;». Πώς φτάσαμε ως εδώ και ποια ευθύνη έχουμε όλοι στην ανοχή, την αναπαραγωγή αλλά και τη διαχείριση της βίας;

Φτάσαμε να είμαστε απαθείς θεατές μιας ιστορίας της οποίας χρόνια γράφαμε το σενάριο. Γίναμε παρατηρητές του ίδιου μας του έργου και πολλές φορές αφήσαμε τους «ηθοποιούς» να αυτοσχεδιάσουν. Δεν παρεμβήκαμε σχεδόν ποτέ και η παράσταση συνεχίστηκε. Συμμαθητές και περαστικοί κοιτούσαν την «παράσταση» να εκτυλίσσεται —και ήταν άραγε αυτό φόβος ή αδιαφορία; Ή μήπως ήταν το σύνδρομο του θεατή που είχε φωλιάσει μέσα μας; Μείναμε ακίνητοι, γιατί υπήρχαν κι άλλοι γύρω μας. Κάποιος άλλος θα έκανε κάτι, σκεφτήκαμε. Κι όσο πιο πολλοί γινόμασταν τόσο πιο πολύ διαλυόταν η ατομική μας ευθύνη. Έτσι, η βία γινόταν κανονικότητα, ένα ακόμα επεισόδιο στην ατελείωτη παράσταση της σιωπής. Μια συλλογική απραξία, καμουφλαρισμένη ως αμηχανία. Στην τελική, δεν ήταν ότι δε βλέπαμε. Ήταν ότι δε θέλαμε να φανούμε μόνοι εκείνοι που νοιάζονται.
Μα μη ξεχνάς πως εμείς καθιερώσαμε τη βία ως κανονικότητα. Ηλεκτρονικά παιχνίδια, ταινίες και σειρές την προβάλλουν ως κάτι κοινό —κάτι απλό, κάτι σύνηθες. Η βία παράγεται από εμάς και αναπαράγεται από όλους εμάς μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Γίναμε οι δημιουργοί ενός θεάματος λυπηρού. Το κάναμε “viral”, το δείξαμε στον διπλανό μας, το μεταδώσαμε με την ίδια ευκολία που κάποτε μοιραζόμασταν ιδέες ή συγκινήσεις. Και το πιο τρομακτικό; Δεν κοντοσταθήκαμε να αναρωτηθούμε γιατί το παρακολουθούμε. Γιατί το μοιραζόμαστε. Σαν να αντικαταστήσαμε τη συνείδησή μας με το κινητό μας: εκείνο αποφασίζει τι αξίζει προσοχής, τι αξίζει να καταγραφεί, τι να μείνει στην αφάνεια. Αντί να νιώθουμε, τραβάμε βίντεο. Αντί να αντιδρούμε, κοινοποιούμε. Αντί να επεμβαίνουμε, παρακολουθούμε. Μπροστά σε κάθε μορφή βίας, κρατήσαμε το κινητό πιο ψηλά από την ευθύνη μας.
Σε έναν κόσμο όπου η βία κανονικοποιείται και διαδίδεται με την ταχύτητα ενός swipe, η κουλτούρα της ακύρωσης παρουσιάζεται συχνά ως εργαλείο «δικαιοσύνης»— μια εικονική τιμωρία από θεατές που κάποτε σιώπησαν μπροστά στην αληθινή βία. Όμως, δεν είναι λίγες οι φορές που και αυτή μετατρέπεται σε θέαμα. Δεν αναζητούμε τη θεραπεία αλλά τη δημόσια διαπόμπευση. Το κινητό μας συνεχίζει να αντικαθιστά τη συνείδησή μας: καταγράφει το λάθος, το εκθέτει, το αναπαράγει, κι εμείς —αντί να συζητήσουμε, να κατανοήσουμε ή να συγχωρέσουμε— πατάμε “share”. Μια κοινωνία η οποία δεν επεμβαίνει στη βία του δρόμου, σπεύδει να λιθοβολήσει ψηφιακά. Και έτσι, η ακύρωση γίνεται νέα μορφή βίας, μια εκδίκηση με το ένδυμα της ηθικής.

Στάσου! Αναρωτήσου! Επεξεργάσου! Μα ποια μπορεί, τέλος πάντων, να είναι η επίπτωση στο ψυχισμό τόσο του θύματος, όσο και του θύτη; Σε μια εποχή που η ψυχική υγεία δοκιμάζεται από τους ρυθμούς της καθημερινότητας, το κοινωνικό στίγμα εξακολουθεί να τη ντύνει με σιωπή, ντροπή και ενοχή. Αντί να βλέπουμε την αναζήτηση βοήθειας ως πράξη γενναιότητας, συχνά την αντιμετωπίζουμε ως αδυναμία, εγκλωβίζοντας τους ανθρώπους στον φόβο της απόρριψης και της παρεξήγησης. Δες, τα παιδιά μας μεγαλώνουν μέσα στο φόβο του δημόσιου εξευτελισμού!
Τι δεν κάνουμε ως κοινωνία; Δεν προλαμβάνουμε. Δε μιλάμε έγκαιρα, δεν ακούμε προσεκτικά, δε μαθαίνουμε στα παιδιά να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους. Η πρόληψη έχει χαθεί πίσω από την πυροσβεστική αντιμετώπιση των κρίσεων. Η παιδεία έχει περιοριστεί στη βαθμολογία και στις εξετάσεις, αφήνοντας από έξω τη συναισθηματική νοημοσύνη και την ενσυναίσθηση. Η υποστήριξη είναι αποσπασματική ή ανύπαρκτη. Πού είναι η ευθύνη; Στους γονείς οι οποίοι συχνά αγνοούν ή φοβούνται να δουν την αλήθεια. Στα σχολεία τα οποία παραμένουν παθητικοί θεατές, όταν η βία, ο αποκλεισμός ή η ψυχική δυσφορία περνούν μπροστά τους. Στους θεσμούς οι οποίοι σιωπούν ή λειτουργούν μόνο όταν είναι πια αργά. Χρειαζόμαστε λιγότερες καταδίκες μετά το συμβάν και περισσότερη παρουσία πριν από αυτό. Πρόσεχε, δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό: είναι ένα σύμπτωμα αυτής της κοινωνίας.

Και τώρα θα αναρωτιέσαι: «Τι μπορούμε να κάνουμε;». Όπως έχει πει και ο Καζαντζάκης: «Έχεις τα πινέλα, έχεις και τα χρώματα, ζωγράφισε τον παράδεισο και μπες μέσα». Μπορούμε, λοιπόν, να ξεκινήσουμε από το σπίτι —εκεί που χτίζονται οι πρώτες αξίες. Ως οικογένεια, να μιλήσουμε στα παιδιά για τη σημασία της ευγένειας, της κατανόησης, της φροντίδας του εαυτού και του άλλου. Να ακούσουμε χωρίς να ακυρώνουμε, να βλέπουμε πίσω από τις λέξεις. Ως σχολείο, να πάψουμε να μετράμε μόνο επιδόσεις και να αρχίσουμε να καλλιεργούμε χαρακτήρες. Να φέρουμε την ψυχική υγεία στο επίκεντρο της παιδαγωγικής, να μιλήσουμε για το bullying, την αποδοχή, τη διαφορετικότητα, το «μαζί». Και ως κοινωνία, να σταματήσουμε να αντιμετωπίζουμε την πρόληψη ως πολυτέλεια και την ψυχική φροντίδα ως ταμπού. Να δημιουργήσουμε δομές υποστήριξης, χώρους διαλόγου, ευκαιρίες επανόρθωσης.
Τον παράδεισο δεν τον φτιάχνει ένας. Τον χτίζουμε όλοι μαζί και ήρθε η ώρα να δράσουμε ως ολότητα και να απαλλαχτούμε από την αδιαφορία. Ήρθε η ώρα να είμαστε ουσιαστικά δίπλα στα παιδιά μας και να μη δρούμε ως τιμωροί, δίνοντας το παράδειγμα της υγειούς επικοινωνίας, της κατανόησης και της συμπόνιας. Έχουμε την ανάγκη όλοι για μία κοινωνία η οποία βλέπει, νιώθει και δρα ομαδικά και όχι μία κοινωνία η οποία κρίνει πίσω από οθόνες.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ανήλικη «υποτάσσει» άλλη να γονατίσει μετά από χαστούκι (vid), gazzetta.gr, διαθέσιμο εδώ
- ΒΙΑ ΚΑΙ ΕΚΦΟΒΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ, forgiveness.gr, διαθέσιμο εδώ