Της Βαΐας Σταυρίδου,
Με αφορμή την ημέρα της Ευρώπης, που είναι σήμερα, 9 Μαΐου, αξίζει να γίνει αναφορά στην ιστορική διαδρομή της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα και τη σχέση της με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Να σημειωθεί ότι συνιστά ένα σταθερό και πολυεπίπεδο θεσμικό εγχείρημα, το οποίο έχει επηρεάσει ριζικά την εσωτερική πολιτική, διοικητική και οικονομική συγκρότηση της χώρας. Από την αρχική πρόθεση προσχώρησης στην Ε.Ο.Κ., έως την πλήρη ενσωμάτωση στους θεσμούς και τους μηχανισμούς της Ευρωζώνης, η Ελλάδα επεδίωξε την εγκαθίδρυση ενός ευρωπαϊκού προσανατολισμού, βασισμένου στη σταθερότητα, τη σύγκλιση και τον μετασχηματισμό. Η επιλογή αυτή δεν ήταν απλώς λειτουργική, αλλά βαθύτατα υπαρξιακή για τον δημόσιο βίο της χώρας. Για τον λόγο αυτό, η συμμετοχή στην Ε.Ε. υπήρξε συντελεστής δημοκρατικής εμβάθυνσης και θεσμικής ενδυνάμωσης.
Η εναρμόνιση με το κοινοτικό κεκτημένο επέβαλε την οργανική προσαρμογή των ελληνικών θεσμών στο ευρωπαϊκό διοικητικό και νομικό πρότυπο, προκαλώντας σειρά θεσμικών επαναπροσδιορισμών και δημοκρατικών εμβαθύνσεων. Με την ενίσχυση των ανεξάρτητων αρχών, τη συγκράτηση της εκτελεστικής αυθαιρεσίας και την ανάδυση νέων μορφών ελεγκτικής λειτουργίας, το ελληνικό κράτος ενίσχυσε τις αντιστάσεις του απέναντι στη μονολιθικότητα της κυβερνητικής ισχύος. Εν προκειμένω, η ενσωμάτωση των ανεξάρτητων αρχών στο Σύνταγμα του 2001 (άρθρο 101Α) σηματοδότησε την κατοχύρωση της θεσμικής αμεροληψίας και της διοικητικής ουδετερότητας σε πεδία μείζονος δημοσίου συμφέροντος. Η θεσμοθέτηση αυτή υπήρξε όχι μόνο αναγκαία, αλλά και ενδεικτική της εμπέδωσης του ευρωπαϊκού κεκτημένου ως εσωτερικού κώδικα πολιτειακής λειτουργίας.
Η εμβάθυνση, όμως, της ευρωπαϊκής συμμετοχής δεν ήταν απαλλαγμένη από κρίσεις, καθώς η δεκαετία των Μνημονίων αποτέλεσε για την Ελλάδα πεδίο δοκιμασίας των αντοχών της θεσμικής συνοχής και της οικονομικής αυτοτέλειας. Τα Προγράμματα Δημοσιονομικής Προσαρμογής, τα οποία εφαρμόστηκαν υπό την αιγίδα της Ε.Ε. και του Δ.Ν.Τ., επέβαλαν δυσμενείς όρους χρηματοδότησης, φέρνοντας στο προσκήνιο το όριο της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και την αναγκαιότητα εκτεταμένων μεταρρυθμίσεων. Η δοκιμασία του πολιτικού συστήματος, η φθορά των παραδοσιακών κομμάτων και η ανάδειξη νέων πολιτικών σχηματισμών αντανακλούν τον μετασχηματισμό της λαϊκής νομιμοποίησης και της κοινωνικής συναίνεσης. Επομένως, η κρίση δεν προκάλεσε απλώς διαταραχή· λειτούργησε ως μηχανισμός επανακαθορισμού της θεσμικής λειτουργίας και της δημοκρατικής λογοδοσίας.
Η μεταπανδημική περίοδος, αντιστρέφοντας την κατεύθυνση των κρίσεων, εγκαινίασε μια νέα φάση ευρωπαϊκής στήριξης με επίκεντρο την ανασυγκρότηση και τον μετασχηματισμό. Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (NextGenerationEU) αποτέλεσε εργαλείο κανονιστικής ώθησης προς τη βιώσιμη ανάπτυξη, με κατευθύνσεις την πράσινη μετάβαση και τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Η Ελλάδα, συμμετέχοντας ενεργά στον σχεδιασμό του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης «Ελλάδα 2.0», εστίασε στην αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης, την ενεργειακή απεξάρτηση και την τεχνολογική αναβάθμιση της διοίκησης. Η νέα αυτή φάση προοιωνίζεται στην αναδιατύπωση του ίδιου του νοήματος της εθνικής ανάπτυξης με όρους ευρωπαϊκής κανονικότητας και διαρθρωτικής ευελιξίας.

Η μετάβαση από τη Μεταπολίτευση στην ευρωπαϊκή διακυβέρνηση μπορεί να αποκωδικοποιηθεί αποτελεσματικά μέσω της παρατήρησης των σταδίων θεσμικής και πολιτικής προσαρμογής ανά δεκαετία, όπως διαρθρώνονται στις επόμενες ενότητες. Η περίοδος αυτή καταδεικνύει, όχι απλώς μια χρονική διαδρομή, αλλά μια λειτουργική μετεξέλιξη της ελληνικής Πολιτείας από εσωστρεφή κρατική οντότητα σε ενεργό δρώντα της υπερεθνικής πολυεπίπεδης διακυβέρνησης.
Η δεκαετία του 1980 σηματοδοτεί την αρχική φάση τριβής της εθνικής διοίκησης με το κοινοτικό δίκαιο, σε ένα πλαίσιο ακόμη έντονα εσωστρεφές και κρατικοκεντρικό. Η ενίσχυση του κρατικού παρεμβατισμού, η στροφή προς την κοινωνική αναδιανομή και η προσκόλληση στο διοικητικό μοντέλο της προνοιακής επέκτασης περιόρισαν τις δυνατότητες εξομοίωσης με τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις. Η διστακτικότητα προσαρμογής και η επιλεκτική ενσωμάτωση οδήγησαν σε βραδεία διοικητική μεταρρύθμιση. Παρά ταύτα, η δεκαετία έθεσε τις βάσεις για το επόμενο κύμα μεταρρυθμίσεων, ανοίγοντας τον δίαυλο ευρωπαϊκής επιρροής.
Κατά τη δεκαετία του 1990, η στρατηγική επιδίωξη της ένταξης στην Ο.Ν.Ε., ενεργοποίησε σειρά μεταρρυθμιστικών πρωτοβουλιών που επιτάχυναν την πορεία εναρμόνισης με τα ευρωπαϊκά κριτήρια. Η αποκέντρωση, η διοικητική αναδιοργάνωση και η επιβολή δημοσιονομικής πειθαρχίας αποτέλεσαν αναγκαίους όρους για την ικανοποίηση των κριτηρίων του Μάαστριχτ. Παράλληλα, διαμορφώνεται μια νέα δυναμική συνεργασίας μεταξύ κράτους, ευρωπαϊκών θεσμών και περιφερειών. Η δεκαετία αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί ως περίοδος εντατικού εξευρωπαϊσμού και εμπέδωσης της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης.
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η θεσμική ενσωμάτωση κορυφώνεται με τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001, η οποία σηματοδοτεί τη de jure αναγνώριση των ανεξάρτητων αρχών ως θεσμικών πυλώνων της διοικητικής ακεραιότητας. Ο διοικητικός εξορθολογισμός και η λειτουργική αυτονόμηση επιλεγμένων φορέων ενισχύουν τη διαφάνεια, τη λογοδοσία και την εγγύτητα προς τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Εισάγεται η λογική της θεσμικής ισοτιμίας μεταξύ εθνικής και κοινοτικής τάξης. Το Σύνταγμα παύει να είναι ένα αυστηρά εσωτερικό νομικό εργαλείο και καθίσταται φορέας ευρωπαϊκής μεταρρύθμισης.
Η δεκαετία 2010–2020 στιγματίζεται από την επιβολή των Μνημονίων, την επόπτευση από την τρόικα και τη θεσμική συμπίεση της εθνικής δημοκρατικής κυριαρχίας υπό συνθήκες χρηματοπιστωτικής ασφυξίας. Η απώλεια πρόσβασης στις αγορές και η ανάγκη διατήρησης της δημοσιονομικής σταθερότητας επιφέρουν σειρά επώδυνων μεταρρυθμίσεων και αλλαγών στο πολιτικό προσωπικό. Ο δημοκρατικός διάλογος περιορίζεται σε ελεγχόμενες εκφάνσεις διαβούλευσης. Η περίοδος αυτή ανέδειξε τις ασυμμετρίες της Ε.Ε., αλλά και την αναγκαιότητα θεσμικού αναστοχασμού επί του ορίου της εθνικής αυτονομίας.

Η επόμενη φάση, υπό την επίδραση της πανδημικής κρίσης, ανέδειξε ένα διαφορετικό τρόπο ευρωπαϊκής παρέμβασης, βασισμένο στην έννοια της κοινής στρατηγικής και της διαμοιραζόμενης ευθύνης. Το Ταμείο Ανάκαμψης ενεργοποίησε χρηματοδοτικούς και θεσμικούς μηχανισμούς νέου τύπου, δίνοντας έμφαση σε κριτήρια καινοτομίας, πράσινης ανάπτυξης και ψηφιακού εκσυγχρονισμού. Το ελληνικό κράτος καλείται να μετασχηματιστεί υπό όρους ευρωπαϊκής λογοδοσίας και στρατηγικού προγραμματισμού. Η κρίση αυτή, σε αντίθεση με την προηγούμενη, δεν επέφερε περιορισμούς, αλλά κινητοποίησε αναπτυξιακά εργαλεία ενδυνάμωσης.
Η ευρωπαϊκή πορεία της Ελλάδας δεν συνιστά απλώς μια διαδοχή θεσμικών σταδίων και προσαρμογών, αλλά μια βαθύτατα μετασχηματιστική διαδικασία, κατά την οποία το εθνικό κράτος αναδιοργάνωσε την ίδια τη συντακτική του αυτοαντίληψη υπό όρους υπερεθνικής συμμετοχής και διαμοιραζόμενης κυριαρχίας. Από τις αφετηρίες της μεταπολιτευτικής εξωστρέφειας, έως τη σημερινή πολυεπίπεδη διακυβέρνηση του ψηφιακού και πράσινου μετασχηματισμού, η Ελλάδα ενσωματώθηκε σε μια έννομη τάξη που δεν της αφαίρεσε την κρατική της υπόσταση, αλλά της παρείχε το αναγκαίο πλαίσιο για να τη θεμελιώσει εκ νέου, επί υγιών και ανθεκτικών βάσεων. Η εκχώρηση κυριαρχίας, όταν εντάσσεται σε κανόνες δικαίου, ελέγχου και λογοδοσίας, δεν αποτελεί παρέκκλιση από την εθνική ισχύ, αλλά μορφή ώριμου και θεσμικά κατοχυρωμένου πατριωτισμού. Η Ελλάδα, ως κράτος με ιστορικά ίχνη διοικητικής αστάθειας, καθίσταται ισχυρότερη ακριβώς επειδή αναγνωρίζει ότι η κυριαρχία στον 21ο αιώνα δεν είναι άσκηση μοναχικής ισχύος, αλλά κοινή θεσμική ευθύνη εντός ενός συμπλέγματος ευρωπαϊκής συνύπαρξης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Η Πορεία της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ελλάδας στην Ε.Ε., Υπουργείο Εξωτερικών (2022), διαθέσιμο εδώ
- Η Ελλάδα στην Ενωμένη Ευρώπη, στο: Ιστορία του Νεότερου και Σύγχρονου Κόσμου, ΣΤ΄ Δημοτικού, Υπουργείο Παιδείας – Ψηφιακό Σχολείο (2011), διαθέσιμο εδώ
- Η Ελλάδα και η Ενωμένη Ευρώπη, στο: Ιστορία του Νεότερου και Σύγχρονου Κόσμου, Γ΄ Γυμνασίου, Υπουργείο Παιδείας – Ψηφιακό Σχολείο (2011), διαθέσιμο εδώ
- Η ευρωπαϊκή πορεία της Ελλάδας και η επίσημη ένταξη στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα το 1981, iefimerida.gr (2021), διαθέσιμο εδώ
- Πώς λειτουργεί η ΕΕ – Δομές, πολιτικές και αποφάσεις. Εργαστήριο Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, Καράγιωργας, Θ. & Μπριόλας, Π. (2018), Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Πειραιώς, διαθέσιμο εδώ