16.6 C
Athens
Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ Αποστασία και η 21η Απριλίου

Η Αποστασία και η 21η Απριλίου


Του Νίκου Χριστοδούλου,

Το τελευταίο διάστημα στον δημόσιο διάλογο κυριαρχεί η συζήτηση σχετικά με τη μορφή που θα έχει η Kυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 21ης Μαΐου. Ανεξαρτήτως των εκλογικών αναμετρήσεων που πιθανώς θα ακολουθήσουν, είναι αρκετά ασφαλές να πούμε ότι το επόμενο κυβερνητικό σχήμα θα βασίζεται σε συνεργασίες μεταξύ κομμάτων που θα εκπροσωπούνται στο νέο κοινοβούλιο. Αυτό το δεδομένο τροφοδότησε ένα «ενδιαφέρον» σενάριο, το οποίο πρώτος άφησε να εννοηθεί ο ίδιος ο Πρωθυπουργός πριν από μερικούς μήνες. Σύμφωνα με το σενάριο αυτό, αν το πρώτο κόμμα μετά τη δεύτερη εκλογή, η οποία, αν χρειαστεί, προγραμματίζεται για τις αρχές Ιουλίου απέχει λίγες έδρες της αυτοδυναμίας, τότε δεν χρειάζεται να σχηματίσει επίσημο συνασπισμό με άλλο κόμμα, αλλά μπορεί απλά να δανειστεί μερικούς βουλευτές, ώστε να συμπληρώσει τον μαγικό αριθμό 151.

Κάτι τέτοιο θυμίζει τα λόγια του Helmut Schmidt στη συζήτηση κατά τη διάρκεια της πρότασης δυσπιστίας, που τον ανέτρεψε από την Κυβέρνηση το 1982, όταν, χωρίς εκλογές, οι Φιλελεύθεροι (FDP) εγκατέλειψαν τον συνασπισμό και συνεργάστηκαν με τους Χριστιανοδημοκράτες του Helmut Kohl (CDU/CSU). Χαρακτηριστικά, σε μια στιγμή αγανάκτησης ο, συνήθως τρομακτικά ψύχραιμος, απερχόμενος καγκελάριος είχε πει: «H πράξη σας [του FDP] είναι βεβαίως νομικά θεμιτή, δεν έχει όμως καμία εσωτερική ηθική δικαιολογία».

Γεώργιος Παπανδρέου. Πηγή εικόνας: ikarianews.gr

Μάλιστα, στη δική μας περίπτωση, δεν είναι μόνο το ζήτημα πολιτικής δεοντολογίας που προκαλεί προβληματισμό, αλλά και οι σκοτεινές μνήμες που γεννά αυτή η σεναριολογία. Στη χώρα μας κάποτε είχαμε ξαναζήσει κυβερνήσεις να στηρίζονται σε εξαγοράσιμες συνειδήσεις βουλευτών, που εξελέγησαν με τη σημαία μιας παράταξης, αλλά, θέλοντας να διασφαλίσουν γρήγορη πολιτική ανέλιξη, πρόδωσαν την εμπιστοσύνη των εκλογέων τους. Ο λόγος, φυσικά, για την περίοδο 1965-1967 και τη διαβόητη Αποστασία, η οποία είναι ό,τι πιο κοντινό έχει γνωρίσει η Ελλάδα σε συνταγματική κρίση (εκτός κινημάτων), η οποία, σε τελική φάση, άνοιξε τον δρόμο στην ανατροπή του πολιτεύματος και την επιβολή της επτάχρονης δικτατορίας.

Την 16η Φεβρουαρίου 1964, η Ένωση Κέντρου με αρχηγό τον Γεώργιο Παπανδρέου ήταν ο θριαμβευτής των εκλογών, έχοντας την εμπιστοσύνη του 53% του εκλογικού σώματος και μία ευρύτατη πλειοψηφία 171 εδρών στη νέα βουλή. Η Κυβέρνηση που σχηματίστηκε αντανακλούσε την επιδίωξη του νέου Πρωθυπουργού να κρατήσει ενωμένες όλες τις διαφορετικές τάσεις που υπήρχαν μέσα στο κόμμα και οι οποίες, μετά το πέρας των εκλογών, έβρισκαν όλο και πιο δύσκολη τη μεταξύ τους συνύπαρξη. Άλλωστε, η Ένωση Κέντρου ήταν ένας πολιτικός συνασπισμός χωρίς κοινή ιδεολογική αφετηρία, παρά μόνο σε ελάχιστα ζητήματα που κατά βάση εξαντλούνταν στην αποδοχή ότι η κατάσταση στη χώρα, όπως είχε διαμορφωθεί από την κυβέρνηση της ΕΡΕ, δεν ήταν δυνατόν να κρατήσει περισσότερο. Το κόμμα περιλάμβανε στις τάξεις του από σκληρούς φιλοβασιλικούς δεξιούς (Στέφανος Στεφανόπουλος, Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας) έως δημοκρατικούς σοσιαλιστές (Ανδρέας Παπανδρέου, Ηλίας Τσιριμώκος).

Ανδρέας Παπανδρέου. Πηγή εικόνας: iefimerida.gr

Στο Υπουργείο Προεδρίας τοποθετήθηκε ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος σε συντομότατο χρονικό διάστημα αναδείχτηκε ηγέτης της de facto αριστερής πτέρυγας του κόμματος, η οποία ενισχύονταν από νέους που τότε δεν είχαν ακόμη εισέλθει στην πολιτική (Νικηφόρος Μανδηλαράς). Αυτό ήταν προάγγελος των δύσκολων σχέσεων του Ανδρέα με το Παλάτι και τη Δεξιά, αλλά και με τους πρώην αρχηγούς της αριστερής φατρίας, Ηλία Τσιριμώκο και Σάββα Παπαπολίτη, οι οποίοι αισθάνονταν να παραγκωνίζονται και να χάνουν την άλλοτε πολιτική τους δύναμη. Στο Υπουργείο Οικονομικών ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, πολιτικός της παραδοσιακής κεντρώας-βενιζελικής πτέρυγας με ηγετικές φιλοδοξίες και στενή συνεργασία με τον εκδότη της εφημερίδας Ελευθερία, Πάνο Κόκκα και στο Υπουργείο Εθνικής Αμύνης ο Πέτρος Γαρουφαλιάς, υποστηρικτής και χρηματοδότης του Πρωθυπουργού, αλλά κυρίως πολιτικός με στενές σχέσεις με το Παλάτι και κατ’ εξοχήν εκπρόσωπος του οικονομικού κατεστημένου.

Οι εύθραυστες εσωκομματικές σχέσεις σχεδόν διαλύθηκαν, όταν ξέσπασε το σκάνδαλο ΑΣΠΙΔΑ και άρχισαν οι πιέσεις προς τον Γεώργιο Παπανδρέου να περιορίσει τον γιο του Ανδρέα, ο οποίος κατηγορούνταν ότι ήταν ο αρχηγός της παραστρατιωτικής ομάδας, που για τον δεξιό Τύπο είχε κομμουνιστικό χαρακτήρα. Το έναυσμα για την τελική ρήξη θα δώσει ο Πρωθυπουργός που θα ζητήσει την παραίτηση του Υπουργού Εθνικής Αμύνης, Πέτρου Γαρουφαλιά, προκειμένου να αναλάβει ο ίδιος το κρίσιμο αυτό Υπουργείο. Ο Υπουργός αρνείται και δηλώνει αντισυνταγματικά ότι θα το πράξει μόνο αν του το ζητήσει ο Βασιλιάς! Ως αιτιολογία προβάλλει ότι ο Παπανδρέου δεν πρέπει να αναλάβει το Υπουργείο, επειδή εκκρεμεί η υπόθεση Ασπίδα και ο Γαρουφαλιάς αμφισβητεί ανοιχτά όχι μόνο την ακεραιότητα, αλλά και το δικαίωμα του Πρωθυπουργού να ηγηθεί του χαρτοφυλακίου της επιλογής του.

Μετά από έντονες παρασκηνιακές συγκρούσεις μεταξύ Παλατιού και πρωθυπουργικού γραφείου ακολούθησε στα μέσα του Ιούλη ο παρακάτω διάλογος μεταξύ Κωνσταντίνου Β’ και Γεώργιου Παπανδρέου:

Παπανδρέου: «Μεγαλειότατε αύριον θα σας υποβάλλω εγγράφως την παραίτησίν μου
Κωνσταντίνος Β’: «Άκουσα τα περί παραιτήσεώς σας και τα λαμβάνω υπ’ όψιν μου
Παπανδρέου: «Αντιλαμβάνομαι τον λόγον δια τον οποίον επείγεσθε δια την παραίτησιν
Κωνσταντίνος Β’: «Είναι δεδομένη η παραίτησις.»
Παπανδρέου: «Καταλαβαίνω τις έχετε κατά νουν, Μεγαλειότατε

Κωνσταντίνος Β΄. Πηγή εικόνας: sansimera.gr

Ο Κωνσταντίνος δεν περίμενε να του κατατεθεί εγγράφως η παραίτηση της Κυβέρνησης, τα γεγονότα εξελίχθηκαν ταχύτατα. Λίγες ώρες αργότερα ορκίστηκε ενώπιών του το πρώτο ολιγομελές αρχικά κλιμάκιο της, πρώτης από τις τρεις, κυβερνήσεις των «Αποστατών», όπως ονομάστηκαν, υπό τον πρόεδρο της Βουλής, Γεώργιο Αθανασιάδη Νόβα.

Την αποτυχία της Κυβέρνησης Νόβα να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης ακολούθησε το εξίσου αποτυχημένο εγχείρημα Τσιριμώκου, για να σχηματιστεί για έναν χρόνο κυβέρνηση υπό την ηγεσία του εκλεκτού του συγκροτήματος Λαμπράκη, Στέφανου Στεφανόπουλου. Οι καταγγελίες για εξαγορά βουλευτών με δέλεαρ τα Υπουργεία ή και δωροδοκίες, το αίσθημα της προδοσίας της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών από τους αντιπροσώπους του, που βοήθησαν την ανατροπή της λαοπρόβλητης Κυβέρνησης και ο καθαρά αντικοινοβουλευτικός χαρακτήρας προκάλεσαν την οργισμένη αντίδραση της κοινωνίας, η οποία εκφράστηκε μέσα από εντονότατες διαδηλώσεις σε πόλεις όλης της Ελλάδας. Ένα κύμα «συνταγματικού ριζοσπαστισμού», όπως το είχε χαρακτηρίσει ο Νίκος Κωνσταντόπουλος, εξαπλώθηκε σε όλη τη χώρα και μαζί του αναβίωσαν και τα ρεπουμπλικανικά αισθήματα του ελληνικού λαού.

Όμως η παρατεταμένη αστάθεια, η έντονη κοινωνική αναταραχή και η αδυναμία των πολιτικών δυνάμεων να βρουν έγκαιρα λύση μετέτρεψαν τη δημιουργική-δημοκρατική αντίδραση σε απογοήτευση και αδιαφορία. Το γεγονός ότι αντιθεσμικές συμπεριφορές έτειναν να γίνουν συνήθεια ήταν μια μαύρη κληρονομιά που η χώρα θα πλήρωνε πάρα πολύ σκληρά την 21η Απριλίου 1967. Οι Αποστάτες μπορεί, πράγματι, να μην έφεραν τη Χούντα, άνοιξαν, όμως, διάπλατα τις πύλες, εξασθένησαν όλους τους αμυντικούς θεσμικά και κοινωνικά μηχανισμούς της δημοκρατικής κοινωνίας, βύθισαν τον κόσμο στην αγανάκτηση, κάνοντας ορισμένους να θεωρούν μια ανατροπή αναπόφευκτο κακό που απλώς θα έπρεπε να υποστούμε.

Όταν αποκαταστάθηκε η Δημοκρατία το 1974 και επήλθε ποινικός κολασμός στους συντελεστές του καθεστώτος είχαμε την δίκη των Πρωταιτίων, τη δίκη των βασανιστών… ξεχάσαμε, όμως, μια. Ξεχάσαμε εκείνους που προσέφεραν στους πραξικοπηματίες βοήθεια απεριόριστα μεγαλύτερη από εκείνους που οδηγούσαν τα άρματα μάχης στο κέντρο της Αθήνας, εκείνους που τους έστρωσαν το κόκκινο χαλί. Μάλιστα, κάποιοι από αυτούς αναδείχθηκαν Υπουργοί ή ακόμη και Πρωθυπουργοί. Με αυτόν τον τρόπο όλα τα εγκλήματα της περιόδου 1967-1974 έμειναν ως ένα μέρος ατιμώρητα, τουλάχιστον σε σχέση με την πολιτική εξυγίανση που θα ήταν αναγκαία για την απόλυτη απόδοση δικαιοσύνης υπέρ όσων αδικήθηκαν σε Ελλάδα και… Κύπρο.

Σήμερα, αλίμονο, η χώρα δεν κινδυνεύει από πραξικόπημα, αυτό, όμως, με κανέναν τρόπο δεν λειτουργεί ως δικαιολογία για να επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη και να αναλαμβάνουμε τα ίδια ρίσκα. Η αξία και σταθερότητα της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας, ως μακράν η καλύτερη πολιτειακή περίοδος στην Ιστορία του ελληνικού κράτους, είναι ένας λόγος παραπάνω να σεβόμαστε τους θεσμούς και τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες και όχι να παίζουμε μαζί τους. Αυτό είναι καλό να το θυμόμαστε εμείς που θα ψηφίσουμε, όχι εκείνοι που διασπείρουν τέτοια σενάρια. Αυτοί το θυμούνται και μάλιστα πολύ καλά.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  •  Παπανδρέου, Ανδρέας Γ. (2006), Η Δημοκρατία στο απόσπασμα, Λιβάνης.
  • Παντελής, Αντώνης Μ. (2018), Εγχειρίδιο Συνταγματικού Δικαίου, Λιβάνης.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Χριστοδούλου
Νίκος Χριστοδούλου
Γεννήθηκε το 2004 στη Κεφαλλονιά όπου και μεγάλωσε. Σπουδάζει στη Νομική σχολή του ΕΚΠΑ. Εκπροσώπησε το νομό Κεφαλληνίας & Ιθάκης ως έφηβος βουλευτής 2020-2021. Γνωρίζει αγγλικά, γαλλικά και αγαπάει την αρθρογραφία με την οποία ασχολείται από τα μαθητικά του χρόνια με ιδιαίτερη αγάπη στα ιστορικά, πολιτικά και διεθνή θέματα. Στον ελεύθερο χρόνο του απολαμβάνει ταξίδια, θέατρο, κινηματογράφο, πολιτιστικές εκδηλώσεις.