21.5 C
Athens
Τετάρτη, 1 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαFast fashion vs Slow fashion

Fast fashion vs Slow fashion


Της Ευσταθίας Παππά,

Οι απαρχές της παραγωγής ρουχισμού χρονολογούνται από την εποχή που οι άνθρωποι αντιλαμβάνονταν την ένδυση ως βασική ανάγκη. Ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα, οι άνθρωποι εξασφάλιζαν μόνοι τους τα υλικά για την κατασκευή των ρούχων, τα οποία καταναλώνονταν από τους ίδιους, και γι’ αυτόν τον λόγο φρόντιζαν για τη μακροχρόνια «διάρκεια ζωής» τους. Ύστερα από δύο αιώνες και θεμελειώδη ιστορικά σημεία αναφοράς, παρακολουθούμε τη βιομηχανία της μόδας να εξελίσσεται με ρυθμό εξαιρετικά «ταχύ».

Η «γρήγορη μόδα» (fast fashion), λοιπόν, ως όρος έκανε την πρώτη του εμφάνιση κατά τη δεκαετία του ’80, λαμβάνοντας μεγαλύτερη έκταση τη δεκαετία του 90′. Η βιομηχανία της fast fashion αφορά –πολύ απλοϊκά– σε μια διαδικασία γρήγορης παραγωγής και γρήγορης κατανάλωσης με μικρό οικονομικό κόστος. Αυτή η πρακτική έχει ως αποτέλεσμα την ευρεία διεύρυνση του αγοραστικού κοινού, η οποία καταρρίπτει μια ελιτίστικη νοοτροπία στη μόδα. Γιατί, όμως, μία τέτοια διαδικασία που φαινομενικά μοιάζει δίκαιη για όλους είναι στην πραγματικότητα τόσο κατακριτέα;

Η απάντηση στο ερώτημα έγκειται στο γεγονός ότι το κόστος που τελικά πληρώνεται δεν είναι οικονομικό, και σε καμία περίπτωση δεν πληρώνεται από εμάς. Η διαδικασία κατασκευής των fast fashion ρούχων βασίζεται σε μια εκμεταλλευτική σχέση των βιομηχανιών τόσο με τους εργαζόμενους, όσο και με το περιβάλλον. Οι άνθρωποι που εργάζονται στην παραγωγή ρούχων ρισκάρουν καθημερινά τη σωματική τους ακεραιότητα, δουλεύοντας κάτω από επικίνδυνες συνθήκες εργασίας, ενώ την ίδια στιγμή αμείβονται με εξευτελιστικά χαμηλούς μισθούς. Ταυτόχρονα, η πλήξη που υφίσταται ο πλανήτης είναι τεράστια. Ετησίως, 11 εκατομμύρια τόνοι ρούχων απορρίπτονται μόνο στις Η.Π.Α. Η ανάγκη για ακόμα μεγαλύτερη παραγωγή συνεπάγεται σπατάλη μεγάλων ποσοτήτων νερού και ακόμη μεγαλύτερη απελευθέρωση τοξικών χημικών ουσιών και χρήση συνθετικών υφασμάτων, επιβλαβών για το οικοσύστημα.

Πηγή εικόνας: earth.com

Τα στοιχεία αυτά έχουν γνωστοποιηθεί τα τελευταία χρόνια, καθιστώντας την άγνοιά μας ως καταναλωτές άκρως αδικαιολόγητη. Το κίνημα του “slow fashion” έρχεται να ανατρέψει αυτή τη μακροχρόνια καταναλωτική νοοτροπία, προτείνοντας μία πιο βιώσιμη οπτική στη μόδα, η οποία έγκειται στην «παραδοσιακή» παραγωγή και κατανάλωση ρούχων. Η αργή μόδα ενθαρρύνει μια πιο ευσυνείδητη σκέψη για τις επιπτώσεις της καταναλωτικής μας δράσης, δίνει προτεραιότητα πρωτίστως στο αίσθημα της ηθικής και όχι στην εκπλήρωση των δικών μας, επίπλαστων υλικών αναγκών.

Ακόμη κι αν μοιάζει πολύπλοκη και χρονοβόρα διαδικασία, η εφαρμογή της ηθικής μόδας στην καθημερινότητά μας είναι στην ουσία πολύ εύκολη. Η αγορά μεταχειρισμένων ή vintage ρούχων έχει γίνει τα τελευταία χρόνια πολύ δημοφιλής. Το να δίνει κανείς στα ρούχα μία δεύτερη και τρίτη ευκαιρία συμβάλλει στη μείωση σπατάλης νερού, ενέργειας και χημικών ουσιών που χρησιμοποιούνται για τη βαφή και τη διαδικασία, στηρίζοντας τη βιομηχανία πιο ανθεκτικών και ποιοτικών ρούχων. Συγχρόνως, η προτίμηση στις τοπικές αγορές και τις μικρές επιχειρήσεις δίνει την ευκαιρία ανάδειξης ανθρώπων που ενδιαφέρονται πραγματικά τόσο για τους πελάτες, όσο και τους εργαζομένους τους, δουλεύουν με δίκαιους όρους και φροντίζουν για τη λιγότερη δυνατή περιβαλλοντική επιβάρυνση. Ως καταναλωτές, λοιπόν, κατέχουμε σημαντικό μερίδιο ευθύνης, κι επομένως η αντικατάσταση της ποσότητας από την ποιότητα αποτελεί μια αλλαγή επιτακτική για όλους μας ανεξαιρέτως.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Η ιστορία του fast fashion, fashionmanifesto.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Slow Fashion: Τι είναι η βιώσιμη μόδα και πώς μπορούμε να τη στηρίξουμε, enallaktikidrasi.com, διαθέσιμο εδώ
  • Fast fashion: How clothes are linked to climate change, bbc.com, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ευσταθία Παππά
Ευσταθία Παππά
Γεννήθηκε το 2003. Σπουδάζει στο τμήμα Κοινωνιολογίας του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Αγαπάει ιδιαίτερα τη μουσική, τον κινηματογράφο, την ποίηση και γενικότερα τις τέχνες, ενώ ασχολείται ερασιτεχνικά με το σχέδιο. Η αρθρογραφία αποτελεί στόχο της επαγγελματικής της καριέρας, καθώς ως μαθήτρια πάντα παρακολουθούσε εκπομπές και συζητήσεις (podcast) κοινωνιολογικού περιεχομένου.