18.4 C
Athens
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΗ εξέλιξη του διεθνούς νομισματικού συστήματος

Η εξέλιξη του διεθνούς νομισματικού συστήματος


Του Αντώνη Ντούμα,

Οι διεθνείς συναλλαγές συνιστούν πολυσήμαντο παράγοντα στην αύξηση του βοιωτικού επιπέδου και της ευημερίας των πολιτών. Για την πραγματοποίησή τους καθοριστικό ρόλο διαδραματίζει ένα αποτελεσματικό διεθνές νομισματικό σύστημα. Ως νομισματικό σύστημα ορίζουμε τους κανόνες που καθορίζουν την αξία του βασικού νομίσματος μιας χώρας, το σύστημα έκδοσης και κυκλοφορίας του, αλλά και τη μετατρεψιμότητά του.

Τα νομισματικά συστήματα ξεκίνησαν να σχηματίζονται ήδη από την αρχαιότητα, που εδράζονταν σε πολύτιμα μέταλλα. Εντούτοις, όπως είναι γνωστό, το νομισματικό σύστημα είναι δυναμικό και συνεπώς, μεταβάλλεται με την πάροδο του χρόνου. Παρακάτω, θα γίνει αναφορά στα σημαντικότερα συστήματα της παγκόσμιας οικονομικής ιστορίας.

 Ο κλασικός κανόνας του χρυσού 1871-1914

Το πρώτο μεγάλο διεθνές νομισματικό σύστημα ονομάστηκε ως ο κλασσικός κανόνας του χρυσού. Το σύστημα αυτό εξελίχθηκε σε διεθνές το έτος 1871, έπειτα από την υιοθέτησή του από τη Γερμανία, ωστόσο πολλές χώρες το εφάρμοζαν ήδη εδώ και πολλά χρόνια, με πρώτο το Ηνωμένο Βασίλειο κατά το έτος 1821. Ενώ μέχρι το 1900 η πλειονότητα των αναπτυγμένων κρατών είχε συνδεθεί στον διεθνή κανόνα του χρυσού.

Ο κανόνας του χρυσού συνιστά ένα νομισματικό σύστημα κατά το οποίο το νόμισμα μίας χώρας έχει μια αξία άμεσα συνδεδεμένη με τον χρυσό. Ειδικότερα, μια χώρα που χρησιμοποιεί τον κανόνα του χρυσού ορίζει μια σταθερή τιμή για αυτόν και έπειτα αγοράζει και πουλάει χρυσό σε αυτήν την τιμή. Αυτή η σταθερή τιμή χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της αξίας του νομίσματος. Συνεπώς, το σύνολο των νομισμάτων ή χαρτονομισμάτων που κυκλοφορούν στην οικονομία μίας χώρας πρέπει να αντιστοιχεί στο σύνολο των αποθεμάτων του χρυσού που θα έχει αυτή η χώρα. Παράλληλα, τα χαρτονομίσματα δεν είναι τίποτε άλλο από τίτλους κυριότητας μίας ποσότητας χρυσού, η οποία κατά την πραγματοποίηση μίας συναλλαγής μεταβιβάζεται σε κάποιον άλλο.

Βασικό πλεονέκτημα αυτού του κάπως πρώιμου νομισματικού συστήματος αποτελεί το γεγονός πως, δεδομένου ότι η φυσική ποσότητα χρυσού λειτουργεί ως όριο στην επεκτατική νομισματική πολιτική των κρατών, δηλαδή στην τύπωση περισσότερων νομισμάτων, οι οικονομίες χαρακτηρίζονται από σταθερότητα των τιμών, αφού δεν εμφανίζονταν έντονα σε αυτήν τα νομισματικά φαινόμενα του πληθωρισμού και του αποπληθωρισμού. Επιπλέον, το νομισματικό σύστημα ήταν σταθερό και συνεπώς, δεν υπήρχε κίνδυνος και αβεβαιότητα στις διεθνείς συναλλαγές.

Παρόλα αυτά, ο κανόνας του χρυσού χαρακτηρίζεται και από σοβαρά ελαττώματα, μεταξύ των οποίων είναι ότι η κάθε χώρα, που δεσμευόταν να το υιοθετήσει ως σύστημα, είχε τη δυνατότητα να το εγκαταλείψει ανά πάσα στιγμή, αφού η συμμετοχή σε αυτό ήταν προαιρετική. Το καθοριστικό πρόβλημα, ωστόσο, με το συγκεκριμένο νομισματικό σύστημα συνίσταται στο ότι τα κράτη, εφόσον συνέδεαν την ποσότητα του χρήματος που κυκλοφορούσε στην οικονομία με τα αποθέματά τους σε χρυσό, δεν είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν τους μοχλούς της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής αντικυκλικά. Ώστε δηλαδή μία οικονομία να κατορθώσει να αντιμετωπίσει μία ύφεση, αφού δεν ήταν εφικτό να κοπεί περαιτέρω νόμισμα από το διαθέσιμο χρυσό.

Τέλος, δεν υπήρχε κάποιος κεντρικός οργανισμός, ο οποίος να επιβλέπει την ομαλή λειτουργία του νομισματικού συστήματος. Ο κανόνας του χρυσού δεν χρησιμοποιείται πλέον από καμία χώρα. Η Βρετανία σταμάτησε να χρησιμοποιεί το χρυσό πρότυπο το 1931, ενώ οι Η.Π.Α. το 1933, εγκαταλείποντας τελικά τα υπολείμματα του συστήματος το 1973.

Πηγή εικόνας: jcomp / Freepik

 Η περίοδος του μεσοπολέμου 1919-1939

Είναι αλήθεια ότι το νομισματικό σύστημα του κανόνα του χρυσού εγκαταλείφθηκε από τα κράτη, όχι εξαιτίας κάποιας απόφασης για βελτίωσή του, αλλά επειδή κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο προέκυψε η ανάγκη οι χώρες να χρηματοδοτήσουν τις πολεμικές τους δραστηριότητες. Συνεπώς, προχώρησαν σε αύξηση της προσφοράς χρήματος πέρα από τα αποθέματά τους σε χρυσό.

Αυτό οδήγησε στην κατάρρευση της εμπιστοσύνης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, έτσι η περίοδος του μεσοπολέμου χαρακτηρίστηκε από σοβαρή μείωση του διεθνούς εμπορίου και των επενδύσεων. Ο προστατευτισμός κυριάρχησε, ενώ τεράστιες πληθωριστικές πιέσεις ταλαιπωρούσαν τις χώρες. Παράλληλα, οι Η.Π.Α. ήταν η μόνη που δεν τύπωσε αρκετά νομίσματα, ενώ αύξησε και τα αποθέματά της σε χρυσό, καθιστώντας έτσι μία ενδεχόμενη επιστροφή στον κανόνα του χρυσού αδύνατη. Κατά τη διάρκεια αυτή, το νομισματικό σύστημα που επικράτησε ήταν κυμαινόμενων καθορισμένων συναλλαγματικών ισοτιμιών. Κυρίαρχη οικονομία για πρώτη φορά αναδείχθηκαν οι Ηνωμένες Πολιτείες.

 Το νομισματικό σύστημα του Bretton Woods 1945-1971

Πριν ακόμη από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η ανάγκη για τη δημιουργία ενός νέου νομισματικού συστήματος οδήγησε στη σύσκεψη του Bretton Woods στην Πολιτεία New Hampshire στα μέσα του 1944, η οποία και κυρώθηκε από το Κογκρέσο τον Ιούλιο του 1945. Περίπου 730 εκπρόσωποι που αντιπροσώπευαν 44 χώρες συναντήθηκαν στο Bretton Woods, με στόχο τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού συστήματος συναλλάγματος, την αποτροπή ανταγωνιστικών υποτιμήσεων των νομισμάτων και την προώθηση της διεθνούς οικονομικής ανάπτυξης.

Η συμφωνία του Bretton Woods προέβλεπε τη δημιουργία της Παγκόσμιας Τράπεζας, προκειμένου να βοηθήσει τις χώρες να ανασυγκροτηθούν από τον πόλεμο, καθώς και την ίδρυση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Το οικονομικό σύστημα λειτουργούσε ως εξής: όλα τα νομίσματα θα ήταν συνδεδεμένα με το δολάριο Η.Π.Α., με δυνατότητα εκτροπής μόνο έως 1%, ενώ το δολάριο με τη σειρά του θα ήταν συνδεδεμένο με τον χρυσό σε κλειδωμένη αναλογία 35 δολάρια ανά ουγκιά χρυσού. Απότοκο του παραπάνω συστήματος ήταν η εξάλειψη του συναλλαγματικού κινδύνου, καθώς και η σταθερότητα των τιμών, η οποία συντελέστηκε.

Το σύστημα του Bretton Woods δημιουργούσε εισαγόμενο πληθωρισμό, αφού αν οι Η.Π.Α. αντιμετώπιζαν πληθωριστικές πιέσεις, υπήρχε τάση για μείωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του δολαρίου με τα άλλα νομίσματα λόγω της υποτίμησης, οπότε για να διατηρηθεί η σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία, τα άλλα κράτη έπρεπε να αυξήσουν το χρήμα που κυκλοφορούσε στην οικονομία τους δημιουργώντας έτσι πληθωρισμό και στη δική τους χώρα.

Στη δεκαετία του 1960, οι Ηνωμένες πολιτείες αντιμετώπισαν μεγάλα ελλείμματα στον κρατικό τους προϋπολογισμό και στο εμπορικό τους ισοζύγιο. Τελικά, ο Πρόεδρος των Η.Π.Α., Νίξον, ήρε τη μετατρεψιμότητα του δολαρίου σε χρυσό, υποτιμώντας το δολάριο σε σχέση με τον χρυσό, προκαλώντας και επίσημα την κατάρρευση του Bretton Woods.

 Το σύστημα των κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών 1971-σήμερα

Έπειτα από το Bretton Woods, το νομισματικό σύστημα, το οποίο επικράτησε και ισχύει μέχρι και τις μέρες μας, είναι αυτό των κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών. Κατά το σύστημα αυτό, η τιμή του νομίσματος μίας κρατικής οντότητας καθορίζεται από την αγορά συναλλάγματος με βάση την προσφορά και τη ζήτηση σε σχέση με άλλα νομίσματα. Σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να καταστήσουμε σαφές ότι η κυμαινόμενη συναλλαγματική ισοτιμία δεν συνεπάγεται ότι οι χώρες δεν προσπαθούν να παρέμβουν και να χειραγωγήσουν την τιμή του νομίσματός τους, καθώς οι κυβερνήσεις και οι Κεντρικές Τράπεζες προσπαθούν τακτικά να διατηρήσουν την τιμή του νομίσματός τους ευνοϊκή για το διεθνές εμπόριο.

Διαγραμματικά ο στόχος και τα όρια μια κυμαινόμενης συναλλαγματικής ισοτιμίας. Πηγή εικόνας: assignmentpoint.com

Οι μακροπρόθεσμες μεταβολές των τιμών των νομισμάτων αντανακλούν τη σχετική οικονομική ισχύ και τις διαφορές επιτοκίων μεταξύ των χωρών. Αν ένα νόμισμα είναι πολύ υψηλό ή πολύ χαμηλό, θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την οικονομία της χώρας επηρεάζοντας το εμπόριο και την ικανότητα πληρωμής των χρεών. Σε αυτή την περίπτωση παρεμβαίνουν οι Κεντρικές Τράπεζες προσφέροντας ή αγοράζοντας το νόμισμά τους με στόχο την υποτίμηση ή ανατίμησή του.

Στα πλεονεκτήματα του συστήματος συγκαταλέγεται η δυνατότητα άσκησης νομισματικής πολιτικής, αφού πλέον δεν εξαρτάται από κάποιο αγαθό πεπερασμένης ποσότητας. Ταυτόχρονα, η αξία του κάθε νομίσματος αντικατοπτρίζεται από την ισοτιμία του στην ελεύθερη αγορά. Ανεξάρτητα από την επικράτηση του συγκεκριμένου νομισματικού συστήματος, υπάρχουν μειονεκτήματα και σε αυτό. Αρχικά, η κερδοσκοπία συνιστά έναν αποσταθεροποιητικό παράγοντα στην αγορά συναλλάγματος, αφού πολλές φορές μεγάλες κερδοσκοπικές εταιρείες αγοράζουν ή πουλάν μαζικά κάποιο νόμισμα με στόχο το κέρδος. Η γενικευμένη επεκτατική νομισματική πολιτική έχει αυξήσει με πρωτοφανή ρυθμό την ποσότητα του χρήματος στην παγκόσμια οικονομία, προκαλώντας σε πολλές περιπτώσεις σημαντικό πληθωρισμό. Τέλος, επικρατεί αβεβαιότητα και κίνδυνος, αφού οι συναλλαγματικές ισοτιμίες μεταβάλλονται συχνά.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • What Is the Gold Standard?, investopedia.com, διαθέσιμο εδώ
  • Bretton Woods Agreement and System, investopedia.com, διαθέσιμο εδώ
  • Η ιστορία της απαλλοτρίωσης του χρήματος, liberal.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Floating Exchange Rate, investopedia.com, διαθέσιμο εδώ
  • Οικονομικά για μη ειδικούς, Περικλής Γκόγκας, Εκδόσεις Κριτική

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αντώνης Ντούμας
Αντώνης Ντούμας
Είναι πρωτοετής φοιτητής του Τμήματος Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Στα ενδιαφέροντά του βρίσκονται τα χρηματοοικονομικά και η οικονομική θεωρία. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να πηγαίνει βόλτες, να διαβάζει Ιστορία καθώς και να παρακολουθεί τις πολιτικές εξελίξεις.