16.1 C
Athens
Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΜικρά ΚαθημερινάPina Bausch: Η ζωή και η καριέρα της θρυλικής Γερμανίδας χορογράφου 

Pina Bausch: Η ζωή και η καριέρα της θρυλικής Γερμανίδας χορογράφου 


Του Τάσου Μοσχονά, 

Η Pina Bausch ήταν Γερμανίδα χορεύτρια και χορογράφος. Μια από τις σημαντικότερες μορφές του σύγχρονου χορού, ακόμα και ούσα εν ζωή, η Bausch είχε ένα ξεκάθαρο και ριζοσπαστικό όραμα για τη χορευτική τέχνη, γεμάτο ψυχή, που άφησε ένα βαθύ αποτύπωμα και άλλαξε για πάντα το κατεστημένο. 

Γεννήθηκε ως Philippine Bausch, στις 27 Ιουλίου του 1940, στο Ζόλινγκεν της Γερμανίας. Το παρατσούκλι «Πίνα» το υιοθέτησε από τους γονείς της, ιδιοκτήτες ενός μικρού εστιατορίου και ξενοδοχείου. Μικρή, η Πίνα και οι αδερφές της δούλευαν στην οικογενειακή επιχείρηση, με την καθημερινή της επαφή με τους πελάτες να οξύνει ιδιαίτερα την παρατηρητικότητά της, καθώς και την ανάγκη της να ανακαλύψει τι είναι αυτό που κινεί και συγκινεί τον κόσμο. 

Αναφορικά με τον χορό, παρακολούθησε μαθήματα παιδικού μπαλέτου στο Ζόλινγκεν. Το ταλέντο της δεν άργησε να λάμψει, και σε ηλικία 14 ετών ξεκίνησε επαγγελματική εκπαίδευση στην Ακαδημία Folkwang της Έσσης, κάτω από την καθοδήγηση και διδασκαλία του Kurt Jooss. Ο Jooss ήταν μια σημαντική φιγούρα του Γερμανικού χορού, πριν και μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Βασικές του διδαχές ήταν η στήριξη και ο σεβασμός των βασικών κανόνων και κινήσεων του κλασικού μπαλέτου, με σημαντική όμως την απελευθέρωση από ορισμένα εμπόδια που το καθιστούσαν κάπως στατικό. Κάτω από την καθοδήγηση του Jooss, η Bausch κατάφερε να κερδίσει μια πλήρη γνώση του κλασικού μπαλέτου, με ταυτόχρονη την ικανότητα να αναζητήσει μια άνευ προηγουμένου δημιουργική ελευθερία να εκφραστεί με νέες κινήσεις. Στην Ακαδημία Folkwang εκτέθηκε, επίσης, και στην παρουσία άλλων τεχνών, όπως η όπερα, η μουσική, η γλυπτική και η φωτογραφία, τις οποίες ενέταξε σε μελλοντικά της έργα.

Πηγή Εικόνας: Σαν Σήμερα

Σε ηλικία 18 ετών, η Bausch κερδίζει το βραβείο Folkwang-Leistungspreis για επιδόσεις στον χορό, και κερδίζει, μέσω προγράμματος ανταλλαγής, μια θέση στην περιζήτηττη ακαδημία Juilliard της Νάς Υόρκης. Η αμερικανική πόλη του 1958 ήταν μια «Μέκκα» του χορού, και η Bausch συνάντησε μεγάλες μορφές του παγκόσμιου χορού, όπως τον Antony Tudor και τον Alfredo Corvino. Στη Νέα Υόρκη περνούσε τον χρόνο της παρακολουθώντας όσο το δυνατόν περισσότερες παραστάσεις μπορούσε, ενώ ενθουσιάστηκε με την καλλιτεχνική ταυτότητα της πόλης. Τόσο πολύ, που αποφάσισε να μείνει για ακόμα μια χρονιά, πληρώνοντας η ίδια τα δίδακτρα. Μια απόφαση που απέδωσε καρπούς, μιας και σύντομα ο Antony Tudor της πρότεινε θέση στη Metropolitan Opera. 

Στο τέλος της δεύτερης χρονιάς στη Νέα Υόρκη, ο Jooss της ζητά να επιστρέψει στην Έσση και στην ακαδημία του Folkwang. Αναθεωρώντας παλιές χορογραφίες του, η Bausch καταφέρνει και αναπτύσσει δικές της και σύντομα ανακηρύσσεται σε βοηθό χορογράφο. Το 1969, κερδίζει για το έργο της “In the Wind of Time” το 1ο βραβείο στον διαγωνισμό χορού του Βούπερταλ, και το όνομά της γίνεται γνωστό στους καλλιτεχνικούς κύκλους. 

Αφού εργάστηκε ως guest χορογράφος σε διάφορες ομάδες, το 1974 προσλαμβάνεται ως καλλιτεχνική διευθύντρια και βασική χορογράφος στο Μπαλέτο του Βούπερταλ, το οποίο και έμελλε να αλλάξει για πάντα. Ευθύς αμέσως άλλαξε το όνομα του θεάτρου σε “Wuppertal Dance Theatre”, επιθυμώντας να καταστήσει ξεκάθαρο πως το μπαλέτο δε θα αποτελεί τη μόνη παραστατική τέχνη που θα παρουσιάζεται από την ομάδα. 

Το έργο της, έκτοτε, αποτελεί μια ενσάρκωση της σύνθετης και ριζοσπαστικής της σκέψης. Με τα πρώτα της δύο έργα, «Ιφιγένεια εν Ταύροις» (1974) και «Ορφέας και Ευρυδίκη (1977) δημιουργεί τις πρώτες χορευτικές όπερες. Με μεταγενέστερα έργα της, όπως το “Komm Tanz Mit Mir” εισάγει στοιχεία δημώδους παραδοσιακής μουσικής, ενώ στο “Renate Wandert Aus” (1977) παίζει με τα κλισέ της οπερέτας. 

Ένα απ’ τα μεγαλύτερά και γνωστότερά της έργα, και σημείο-σταθμός στην καριέρα της, ήταν η χορογραφία της για την «Ιεροτελεστία της Άνοιξης» το 1975. Η παράσταση είχε μια έντονη εκδήλωση συναισθημάτων και εγγύτητας μεταξύ των χορευτών, ενώ αποτέλεσε καταλύτη για τον έντονο και ακατέργαστο χαρακτήρα, για τον οποίο η Μπάους έγινε γνωστή και ο οποίος δεν είχε προηγούμενο στη Γερμανία. Οι παραστάσεις της σόκαραν το κοινό και τον τύπο από τα πρώτα μόλις χρόνια της στο Βούπερταλ, με τον πόνο και την ειλικρίνειά τους. Μερικοί περιέγραφαν την εμπειρία ακόμη και ως «βασανιστήριο», αν και πολύ συχνά εμπεριείχαν και στοιχεία χιούμορ, για το οποίο και φημιζόταν η Γερμανίδα χορογράφος.

Πηγή Εικόνας: Wikipedia

Το 1978 άλλαξε ριζικά τον τρόπο σχεδιασμού, προσέγγισης και δημιουργίας των παραστάσεών της. Τη χρονιά εκείνη, κλήθηκε να παρουσιάσει στο Μπόχουμ μια μοντέρνα εκδοχή του Μάκβεθ του Σαίξπηρ. Βλέποντας πως η χορευτική ομάδα έχει συνηθίσει σε μια πιο παραδοσιακή προσέγγιση, αποφάσισε να στελεχώσει την παράσταση με μόλις τέσσερις χορευτές, πέντε ηθοποιούς και έναν τραγουδιστή. Η παράσταση με τίτλο “He takes her by the hand and leads her into the castle, the others follow…” συνάντησε μεγάλες αντιδράσεις από μερίδα του κοινού. Η ποιητική προσέγγιση της Bausch ξένισε την κοινή γνώμη, όμως εκείνη δεν πτοήθηκε, θεωρώντας πως βρήκε, επιτέλους την αληθινή καλλιτεχνική της ταυτότητα, σπάζοντας όρια και δεσμά — προσωπικά και συλλογικά. Αυτή η παράσταση σηματοδότησε και την αρχή της παγκόσμιας επιτυχίας της, με ολοένα και περισσότερους θεατές να καταλαβαίνουν τη νέα, βαθιά συναισθηματική προσέγγισή της. 

Οι παραστάσεις της Bausch είχαν μια οικουμενικότητα και προκάλεσαν μια παγκόσμια χορευτική επανάσταση. Το κοινό συγκινούνταν ιδιαίτερα με το αίσθημα επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης μαζί του, που υπερέβαινε τη σκηνή και τα στενά όριά της. Η σκηνή πλέον ήταν ένας χώρος ποιητικός και υπερβατικός, στον οποίο ο εξωτερικός κόσμος μπορούσε να «επέμβει». Νερό και βροχή τονίζουν το ανθρώπινο σώμα και την ομορφιά του, ενώ το έδαφος δεν είναι απαραίτητα λείο, και συχνά αποτελεί εμπόδιο στην κίνηση. Το τοπίο είναι συνήθως μινιμαλιστικό και ξύλινο, ενώ τα κοστούμια έχουν μια ιδιαίτερη κομψότητα. Όλα προς εξυπηρέτηση μιας αίσθησης καθημερινότητας, με δόση ονείρου. Κάτι στο οποίο, όπως έλεγε η ίδια, μπορούμε να «συναντηθούμε» όλοι μας. 

Από τα μέσα της δεκαετίας του ‘80, το θέατρο του Βούπερταλ δημιουργεί διεθνείς συμπαραγωγές, αγγίζοντας ζητήματα πολυπολιτισμικότητας και παγκοσμιοποίησης. Η τελευταία της δουλειά, το 2009 στη Χιλή, δεν είχε ονομασία. Έφυγε από τη ζωή την ίδια χρονιά στα 68, χτυπημένη από τον καρκίνο. 

Πολυβραβευμένη, αγαπημένη, αλλά και μισητή από μερίδα κοινού και κριτικών, η Μπάους σίγουρα έχει κερδίσει μια θέση στο «πάνθεον» των μεγαλύτερων χορογράφων και χορευτών του 20ού αιώνα. Με ένα έργο αποδεσμευμένο από ιδεολογίες και δογματισμού, βαθιά ανθρωπιστικό, η Μπάους, πάνω απ’ όλα επιχειρούσε, μέσα από την τέχνη, να μας κάνει να κοιτάξουμε την ανθρώπινη εμπειρία «καθαρά», χωρίς προκαταλήψεις και ιδεοληψίες. Με επίκεντρο, πάνω απ’ όλα, τον άνθρωπο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 
  • The Singular Art of Pina Bausch, Sadler’s Wells, διαθέσιμο εδώ
  • Πίνα Μπάους: Η πρωτοπόρος του μοντέρνου χορού, TVXS, διαθέσιμο εδώ
  • Πίνα Μπάους: Σαν σήμερα πεθαίνει η πιο ενδιαφέρουσα και αμφιλεγόμενη χορογράφος του κόσμου, Lifo, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Τάσος Μοσχονάς
Τάσος Μοσχονάς
Γεννήθηκε το 1997 και έχει μεγαλώσει στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πλέον εργάζεται ως ασκούμενος δικηγόρος. Μιλάει Αγγλικά και Γαλλικά, με την ελπίδα, κάποτε, να αρχίσει και Ισπανικά. Παθιάζεται ιδιαίτερα με τον κινηματογράφο, τη γεωγραφία, τη γεωπολιτική και με ό,τι αφορά την pop κουλτούρα. Στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται με τη συγγραφή, το πιάνο, τις τέχνες κάθε είδους και την ανάγνωση βιβλίων.