21.3 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ ιστορία της Ρόδου την εποχή των Ιωαννιτών ιπποτών

Η ιστορία της Ρόδου την εποχή των Ιωαννιτών ιπποτών


Της Θεοδώρας Κρέπη,

Μετά την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους, το 1204, τα εδάφη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας μοιράστηκαν ανάμεσα στους κατακτητές. Το γεγονός αυτό εγκαινίασε στον ελλαδικό χώρο την εποχή της Λατινοκρατίας, η οποία κράτησε σε άλλα μέρη περισσότερο και σε άλλα λιγότερο. Στα Δωδεκάνησα, και ιδιαίτερα στο σημαντικότερο νησί, τη Ρόδο, χρονολογία έναρξης της Λατινοκρατίας θεωρείται επίσημα το έτος 1309. Τότε ήταν που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή, με έδρα τους τη Ρόδο, οι Ιωαννίτες Ιππότες. Ποιο ήταν αυτοί, και πώς άλλαξαν το πολιτισμικό τοπίο της Ρόδου;

Το τάγμα των ιπποτών του Αγίου Ιωάννη, ή αλλιώς των Ιωαννιτών Ιπποτών (στις πηγές τους συναντάμε με αρκετά ονόματα) ήταν ένα θρησκευτικό και στρατιωτικό τάγμα. Ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα στην Ιερουσαλήμ, και πρωταρχικός του στόχος ήταν η φροντίδα και η περίθαλψη των φτωχών ή αρρώστων προσκυνητών που έφθαναν στους Αγίους Τόπους. Το 1113 ο πάπας Πασχάλης Β΄ αναγνώρισε επίσημα το τάγμα, το οποίο έκτοτε άρχισε να ενισχύεται όλο και περισσότερο. Αποκορύφωμα ήταν το έτος 1312, όταν διαλύθηκε το τάγμα των Ναϊτών ιπποτών και ένα μεγάλο τμήμα της περιουσίας τους πέρασε στα χέρια των Ιωαννιτών.

Το τάγμα είχε αρχικά ως έδρα την Ιερουσαλήμ. Από το 1099, όταν, στο πλαίσιο της Α΄ Σταυροφορίας, η πόλη πέρασε σε χριστιανικά χέρια, το τάγμα ενισχύθηκε περαιτέρω και απέκτησε και έναν δεύτερο στόχο, την προστασία των Αγίων Τόπων, και δη του βασιλείου της Ιερουσαλήμ, από τη μουσουλμανική απειλή. Το 1187, όταν οι μουσουλμάνοι υπό τον Σαλαντίν κατέλαβαν την Ιερουσαλήμ, οι ιππότες μετέφεραν την έδρα τους πρώτα στην παρακείμενη πόλη Άκρα, και, μετά την κατάληψή της και για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, στην Κύπρο. Σύντομα όμως αναζήτησαν νέο καταφύγιο και το 1309/10 κατέλαβαν τη Ρόδο, μετά από μια αιματηρή πολιορκία, κατά τη διάρκεια της οποίας οι Βυζαντινοί την υπερασπίστηκαν με σθένος. Οι Ιωαννίτες, με Μέγα Μάγιστρο τον Foulques de Villaret, κατέστησαν νέα έδρα τους το νησί. Στη διάρκεια των επόμενων δύο αιώνων θα παρέμεναν κύριοι της Ρόδου και θα προσπαθούσαν να επεκτείνουν την κυριαρχία τους όχι μόνο στα παρακείμενα νησιά των Δωδεκανήσων, αλλά και στον ηπειρωτικό ελλαδικό χώρο, διεκδικώντας κατά καιρούς σημαντικές θέσεις σε Στερεά Ελλάδα και Πελοπόννησο, όπως η Θήβα ή η Κόρινθος.

Χάρτης του «νησιού των ιπποτών», τέλη 15ου αιώνα. Πηγή εικόνας: connectedmediterranean.weebly.com

Πριν προχωρήσουμε στην παρουσίαση της περιόδου της Ιπποτοκρατίας στη Ρόδο, ας περιγράψουμε τη δομή του τάγματος. Το τάγμα των Ιωαννιτών ήταν διαιρεμένο σε 7 τμήματα, ή σε 7 «γλώσσες»: της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Ισπανίας (η οποία αργότερα χωρίστηκε σε δύο επιμέρους «γλώσσες», της Αραγώνας και της Καστίλλης), της Προβηγκίας και της Ωβέρνης. Η κάθε «γλώσσα» είχε τον αρχηγό της και τη δική της ξεχωριστή κατοικία, όπου τα μέλη της συγκεντρώνονταν για διάφορους λόγους. Οι 7 (και αργότερα 8) αρχηγοί των «γλωσσών» απάρτιζαν το συμβούλιο που πλαισίωνε τον Μεγάλο Μάγιστρο, τον αρχηγό του τάγματος, και ο καθένας εξ αυτών είχε ξεχωριστές αρμοδιότητες. Ο Μέγας Μάγιστρος ήταν αιρετός άρχοντας, είχε διοικητικά και στρατιωτικά καθήκοντα και υπαγόταν στον πάπα.

Με την εγκατάσταση των Ιωαννιτών στη Ρόδο, άλλαξαν τα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά δεδομένα στο νησί. Αρχικά, η διαφορά δόγματος ανάμεσα στους νέους επικυρίαρχους και στους ντόπιους οδήγησε σε μία αποστασιοποίηση των τελευταίων από την ορθόδοξη εκκλησία. Στο νησί, πνευματικός κυρίαρχος ήταν ο εκάστοτε Λατίνος αρχιεπίσκοπος, αν και οι μητροπολίτες χειροτονούνταν κανονικά από το Πατριαρχείο, έστω και τυπικά, καθώς δεν διέμεναν στη Ρόδο. Αυτό άλλαξε μόνο κατά τον 15ο αιώνα, όταν, στο πλαίσιο των ενεργειών για την ένωση των Εκκλησιών, άρχισαν να φθάνουν ορθόδοξοι μητροπολίτες στο νησί. Η κατάσταση αυτή διατηρήθηκε μέχρι και την αποχώρηση των ιπποτών από τη Ρόδο, το 1522.

Στο νησί, πέρα από Έλληνες και Φράγκους, διέμεναν και Εβραίοι, αλλά και μία μειονότητα Αρμενίων. Όλοι αυτοί κατοικούσαν στο νότιο και μεγαλύτερο τμήμα της πόλης, που ονομαζόταν Ville. Οι ιππότες κατοικούσαν σε μια ξεχωριστή συνοικία, το Κολλάκιο, που καταλάμβανε το βόρειο τμήμα της πόλης και είχε μικρότερη έκταση. Εκεί, πίσω από το τείχος που χώριζε το Κολλάκιο από την υπόλοιπη πόλη, βρίσκονταν, πέρα από τις κατοικίες των ιπποτών, τα σημαντικότερα οικοδομήματα: το παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου, ο ναός του προστάτη του τάγματος, Αγίου Ιωάννη, οι κατοικίες της κάθε «γλώσσας», καθώς και το μεγάλο νοσοκομείο. Στο Κολλάκιο βρισκόταν και το νομισματοκοπείο, καθώς οι ιππότες είχαν το δικαίωμα να κόβουν δικό τους νόμισμα.

Το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου στη Ρόδο. Πηγή εικόνας: connectedmediterranean.weebly.com

Ήδη από τις απαρχές της εγκατάστασής τους στο νησί, οι Ιωαννίτες είχαν να αντιμετωπίσουν τις επιθέσεις των μουσουλμάνων. Γι’ αυτό και μία από τις πρώτες τους πρωτοβουλίες ήταν η οχύρωση της Ρόδου. Μάλιστα φαίνεται πως στην πορεία τα τείχη προσαρμόστηκαν, έτσι ώστε να ανταπεξέρχονται στις επιθέσεις των Τούρκων με πυροβόλα όπλα. Τόσο η οχυρωματική όσο και η κοσμική αρχιτεκτονική ακολούθησε τη δυτική παράδοση, ενώ το παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου χτίστηκε επίσης κατά τα δυτικά πρότυπα.

Από οικονομικής απόψεως, η Ρόδος άκμασε την περίοδο των Ιωαννιτών. Στο νησί εγκαταστάθηκαν μεγάλοι εμπορικοί οίκοι της Δύσης, και στο λιμάνι της έφθαναν σε αφθονία προϊόντα από μεγάλα εμπορικά κέντρα της εποχής. Και στον πνευματικό τομέα όμως σημειώθηκε άνθηση. Στην αυλή του Μεγάλου Μαγίστρου συνέρρεαν λόγιοι και καλλιτέχνες, Έλληνες και Λατίνοι, ενώ εκείνα τα χρόνια σημειώθηκε και αξιόλογη λογοτεχνική και καλλιτεχνική παραγωγή.

Παρά τις πολιτισμικές και όχι μόνο διαφορές, οι Ιωαννίτες σεβάστηκαν το ντόπιο στοιχείο και προσπάθησαν να το γνωρίσουν καλύτερα. Το αποτέλεσμα ήταν μία αρμονική συνύπαρξη μεταξύ των δύο ομάδων, πράγμα όχι αρκετά συχνό στην ιστορία της Λατινοκρατίας στον ελλαδικό χώρο. Οι Ιωαννίτες έδειξαν ευμένεια και σεβασμό στους αυτόχθονες, οι οποίοι με τη σειρά τους δέχτηκαν στην πλειονότητά τους τους ιππότες χωρίς αντιδράσεις. Χαρακτηριστική είναι άλλωστε η στάση που επέδειξαν οι ντόπιοι κατά τη διάρκεια των δύο πολιορκιών του νησιού από τους Οθωμανούς, όταν πολέμησαν θαρραλέα για να υπερασπιστούν τη Ρόδο μαζί με τους ιππότες. Γενικά πάντως οι Ιωαννίτες φρόντισαν να λάβουν μέτρα για την ευνομία και την εύρυθμη λειτουργία των θεσμών, και μερίμνησαν για την άμβλυνση των διακρίσεων ανάμεσα σε ντόπιους και ιππότες. Συχνά μάλιστα οι Ιωαννίτες ενέτασσαν τους Έλληνες και στην πολιτική, χρησιμοποιώντας τους ως διερμηνείς ή εκπροσώπους τους στις επαφές τους με τους Οθωμανούς.

Η πολιορκία της Ρόδου από τους Οθωμανούς το 1480. Πηγή εικόνας: el.wikipedia.org

Το 1480 οι Ιωαννίτες της Ρόδου, όντας πολύ ισχυροί στρατιωτικά και έχοντας την υποστήριξη των ντόπιων, απέκρουσαν την πρώτη μεγάλη πολιορκία από τους Οθωμανούς Τούρκους υπό τον Μωάμεθ τον Πορθητή.

Δεν συνέβη όμως το ίδιο και κατά τη διάρκεια της δεύτερης πολιορκίας του νησιού από τους Οθωμανούς, το 1522, με επικεφαλής τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή. Οι ιππότες, με Μάγιστρο τον de L’ Isle Adam, αφού ηττήθηκαν, έκλεισαν συμφωνία με τους Οθωμανούς και αποχώρησαν από το νησί στις αρχές της επόμενης χρονιάς, παίρνοντας μαζί τους όσες οικογένειες ντόπιων θέλησαν να τους ακολουθήσουν. Μετά από μία επταετή περιπλάνηση, παραχωρήθηκε στους Ιππότες από τον Γερμανό αυτοκράτορα Κάρολο Ε’ το νησί της Μάλτας, το οποίο και αποτέλεσε την έδρα τους για αρκετούς αιώνες.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Κόλλιας, Η. (2000), Τα Δωδεκάνησα (1204-1522), στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. Θ’: Βυζαντινός Ελληνισμός, Μεσοβυζαντινοί και Υστεροβυζαντινοί Χρόνοι, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, σ. 291-301.
  • Perra, Ph., λήμμα “Hospitaller Knights”, στο Encyclopaedic Prosopographical Lexicon of Byzantine History and Civilization, ed. by A. G. Savvides, B. Hendrickx, Brepols. Διαθέσιμο εδώ.
  • Πέρρα, Φ. (2019) Από τη Βυζαντινή στην Ιπποτοκρατούμενη Ρόδο, Βυζαντινός Δόμος, τ. 27.Διαθέσιμο εδώ.
  • Artemi, E. (2011), Diasporic Communities in Rhodes (1350-1450), στον Εκκλησιαστικό Φάρο, τ. ΠΒ’. Διαθέσιμο εδώ.
  • “Hospitallers”, άρθρο στην Εγκυκλοπαίδεια Britannica. Διαθέσιμο εδώ.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θεοδώρα Κρέπη
Θεοδώρα Κρέπη
Γεννήθηκε το 2000 και ζει στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών στην Καλαμάτα. Την ενδιαφέρουν η βυζαντινή και η σύγχρονη ιστορία. Επίσης, της αρέσουν τα ταξίδια, το διάβασμα και η μαγειρική.