17.2 C
Athens
Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΠώς άλλαξε η ζωή μας; Πώς αντιδράσαμε; Τι προτείνουμε;

Πώς άλλαξε η ζωή μας; Πώς αντιδράσαμε; Τι προτείνουμε;


Της Δήμητρας Κουφωλιά,

Μέσα σε μία στιγμή του Μαρτίου η ζωή όλων μας άλλαξε. Δικαιώματα μας δέχθηκαν και δέχονται περιορισμούς με διάφορες μορφές: περιορισμός της ελευθερίας κίνησής μας, τηλεκπαίδευση, τηλεργασία, αναστολή λειτουργίας καταστημάτων, χώρων εστίασης και χώρων πολιτισμού (π.χ. συνέδρια, μουσεία κλπ), αποκλεισμός των πιστών από την άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων τους. Εξαιτίας όλων αυτών, το κράτος και το Σύνταγμα επανήλθαν ως έννοιες στην καθημερινότητα. Οι ανθρώπινες σχέσεις χρειάστηκαν αναρρύθμιση, κάτι το οποίο ανέλαβε το Κράτος Δικαίου στην προσπάθειά του να νικήσει τον αόρατο εχθρό του ιού.

Λόγω του ότι το δικό μας Σύνταγμα δεν περιέχει ρύθμιση για τέτοιες έκτακτες περιπτώσεις υγειονομικού χαρακτήρα -εν αντιθέσει με τη Γαλλία και με άλλα κράτη, τα οποία περιέχουν ρητή πρόβλεψη- το κράτος προχώρησε στην αξιοποίηση του (μοναδικού) άρθρου 44 παρ. 1 κι έτσι στην έκδοση πράξεων νομοθετικού περιεχομένου (ΠΝΠ). Μέχρι σήμερα, που η χώρα μας διανύει το δεύτερο κύμα πανδημίας λέγεται ότι έχουν εκδοθεί 6 τόμοι πράξεων νομοθετικού περιεχομένου και Υπουργικών Αποφάσεων (ΥΑ).

Από τότε που ξεκίνησε η επιβολή περιορισμών και μέτρων εκατοντάδες νομικοί έχουν εκφράσει τις απόψεις τους σχετικά με τη Συνταγματικότητα ή μη των μέτρων, για την εφαρμογή τους στην πράξη, για την έννοια της ανωτέρας βίας, ενώ πολλές τέτοιες υποθέσεις ήδη έχουν απασχολήσει τα δικαστήρια ολόκληρης της υφηλίου. Πολυάριθμες συζητήσεις νομικών και άλλων επιστημόνων γίνονταν, γίνονται και θα γίνονται κ μετά το τέλος της πανδημίας πάνω στο θέμα: είναι η πανδημία ανωτέρα βία στο ιδιωτικό δίκαιο; Τηρήθηκε η αρχή της αναλογικότητας που επιτάσσει το άρθρο 25 του Συντάγματός μας σε κάθε περιορισμό; Θίγονται τα προσωπικά δεδομένα με την ιχνηλάτηση των επαφών κρουσμάτων και την αποστολή SMS στο 13033; Πάρα πολλές απόψεις διατυπώνονται από τους νομικούς επιστήμονες, που πολλές φορές δε συγκλίνουν κι αυτό είναι κι εξάλλου η γοητεία στο δίκαιο, το ότι έχει δηλαδή δυναμική.

Εγώ δε θα επιχειρήσω εδώ να κρίνω αν τα μέτρα είναι συνταγματικά ή όχι -αυτό εξάλλου δεν μπορώ να το κάνω: Εύκολο να βγάλεις έναν νόμο συνταγματικό, ακόμα πιο εύκολο όμως να τον βγάλεις αντισυνταγματικό. Κι αυτό είναι κάτι που ανέδειξε η πανδημία: τους αντιπάλους του ορθού λόγου, τη συνωμοσιολογία, τον λαϊκισμό. Πολίτες αντιμετωπίζουν το κράτος ως εχθρό τους, οι χάκερς με την ψηφιοποίηση των πάντων προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες πιο γρήγορα από όσο το δίκαιο σε αυτές, οι διαδικτυακές απάτες του ποινικού κώδικα (άρθρο 386Α ΠΚ) αυξάνονται δραματικά και οι ανισότητες οξύνονται σε όλα τα επίπεδα, ενώ χωρίς φειδώ κάποιοι -σε οριζόντιο επίπεδο- απειλούν για τέλεση εγκλημάτων 285 ΠΚ («παραβίαση μέτρων για την πρόληψη ασθενειών») και για άλλα όπως το άρθρο 183 ΠΚ («διέγερση σε ανυπακοή») κι το άρθρο 191 ΠΚ («διασπορά ψευδών ειδήσεων»). Από όλα αυτά τα παραδείγματα, αλλά και από άλλα διπλάσια που θα μπορούσαν να αναφερθούν, φαίνεται πως οι ανθρώπινες σχέσεις είναι  μεν ανθρώπινες, είναι πρωτίστως όμως και έννομες.

Οι δικές μου σκέψεις επί του θέματος θα κινηθούν γύρω από την αρχή της στάθμισης και της πρακτικής εναρμόνισης, όπως αυτές εφαρμόζονται μέσω της αρχής της αναλογικότητας του άρθρου 25 Σ. Είναι πια συνταγματικά κατοχυρωμένο πως όταν συγκρούονται δύο έννομα αγαθά το πρόβλημα επιλύεται μέσω της αρχής της πρακτικής εναρμόνισης. Αυτό σημαίνει πως περιορίζονται αμφότερα τα δύο συγκρουόμενα δικαιώματα σε τέτοιο βαθμό όμως που και τα δυο να διατηρούν τη μέγιστη κανονιστική τους εμβέλεια. Σε κάθε περιορισμό, υπάρχουν οι λεγόμενοι περιορισμοί των περιορισμών, ένας από τους οποίους είναι η αρχή της αναλογικότητας.

Η αρχή της αναλογικότητας εκφράζεται με 3 στάδια-πυλώνες: προσφορότητα, αναγκαιότητα, stricto sensu αναλογικότητα. Συνεπώς, κάθε περιορισμός σε ένα δικαίωμα θα πρέπει να είναι πρόσφορος ώστε να οδηγήσει στον επιδιωκόμενο σκοπό (εν προκειμένω τη διασφάλιση της υγείας), να είναι αναγκαίος, δηλαδή να μην υπάρχουν ηπιότερα μέτρα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ο περιορισμός να είναι μονόδρομος και να είναι, τέλος, εν στενή εννοία αναλογικός. Και στο τελευταίο αυτό στάδιο έρχεται η στάθμιση. Προκειμένου να είναι αναλογικό το μέτρο θα πρέπει τα κέρδη να είναι περισσότερα από τις ζημίες. Το Σύνταγμά μας αυτά λέει κι τίποτε παραπάνω, πράγμα που καθιστά την όλη κατάσταση ακόμα πιο δύσκολη. Τι και πώς θα σταθμίσεις; Το όλο παιχνίδι παίζεται με ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ. Πόσες φορές μέσα σε ένα χρονικό διάστημα θα πρέπει να σταθμίσεις; Δικαιολογείται στάθμιση ξανά και ξανά για τη σωτηρία του ίδιου εννόμου αγαθού; Από παντού ακούγονται οι λέξεις: Μα, δε γίνεται αλλιώς, αυτό επιτάσσει ο ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΣΚΟΠΟΣ, η ΔΗΜΟΣΙΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑ, αλλά πάντως για ΕΥΛΟΓΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ.

Δύσκολα τα πράγματα…Πολλές οι αόριστες νομικές έννοιες, που χρήζουν εξειδίκευσης.  Για άλλη μια φορά ακόμα πιο δύσκολη η δουλειά του ερμηνευτή του δικαίου. Δύσκολη αυτή η in concreto στάθμιση κι δικαιολογημένη εν μέρει για όλους αυτούς τους λόγους η αντίδραση των πολιτών στους περιορισμούς. Να σημειωθεί ότι πολλοί νομικοί του παρελθόντος πολέμησαν την αρχή της αναλογικότητας: η έννοια του δικαιώματος είναι απόλυτη και δεν επιδέχεται καμία στάθμιση. Άπαξ και χωρέσει στάθμιση δικαίωμα δεν υπάρχει, και στη θέση του μπαίνει το -έννομο (;)- συμφέρον.1

1Στ.Τσ.: Η αρχή της αναλογικότητας οδηγεί σε μια σύγκριση. Στην ουσία, λέει, τι ζυγίζεις; Ζυγίζεις την ελευθερία του λόγου με την προσβολή της προσωπικότητας, και λες: κερδίζει το ένα ή το άλλο. Αυτό, ισχυρίζομαι εγώ, δεν είναι σωστό. Δεν είναι θέμα τι ζυγίζεις. Δεν είναι ομοειδή αυτά τα πράγματα. Εάν έχεις δικαίωμα σε κάτι, ή το έχεις ή δεν το έχεις. Αυτό το «έχω κατ’ αρχήν και θα το ζυγίσω», και θα δω αν έχω και στο τέλος, είναι μια νομική αυθαιρεσία.

Για όλους αυτούς τους λόγους θεωρώ πως οι κοινωνοί του δικαίου θα έπρεπε να έχουν μια πλήρη εικόνα της στάθμισης-σύγκρισης που γίνεται κάθε φορά όταν επιβάλλεται κάποιος περιορισμός (π.χ.: πώς σταθμίστηκε η υγεία με την παιδεία κι επιβλήθηκε η τηλεκπαίδευση). Η απόφαση να είναι πλήρως αιτιολογημένη -γνωστό ότι η δικαιοσύνη απεχθάνεται και τιμωρεί την αοριστία-  με συγκεκριμένα νούμερα στην κάθε περίπτωση ξεχωριστά και να περιέχει ποιες ειδικότητες επιστημόνων θεώρησαν το μέτρο αναγκαίο και αναλογικό. Για παράδειγμα στον περιορισμό του δικαιώματος στην παιδεία ρωτήθηκαν μόνο λοιμωξιολόγοι; Ρωτήθηκαν νομικοί, ρωτήθηκαν καθηγητές, ρωτήθηκαν ψυχολόγοι; Ρωτήθηκαν κοινωνικοί λειτουργοί; Όλα αυτά τα δεδομένα θα πρέπει να περιέρχονται σε γνώση των πολιτών, επομένως σε δημοσιότητα ολόκληρης της διαδικασίας. Μόνο έτσι ο περιορισμός ενός δικαιώματος θα είναι ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΜΕΝΟΣ. Όχι γενικότητες και όχι εμμονές στις λέξεις  του Συντάγματος, αλλά επαρκής λογοδοσία του δημοσίου φορέα. Απαιτείται εξειδίκευση των αόριστων νομικών εννοιών και ιδίως της λέξης «εύλογο χρονικό διάστημα», γιατί επαναλαμβάνω πως εδώ έχουμε να κάνουμε με ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΦΥΣΗ.

Προτείνω, επομένως, μια πλήρη αιτιολογία του περιορισμού  και της εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας, η οποία θα υπόκειται σε δημοσιότητα. Δεύτερον, όλοι αυτοί οι τόμοι των ΠΝΠ και ΥΑ θα πρέπει να κωδικοποιηθούν ενιαία, διαφορετικά θα υπάρξει έντονη ανασφάλεια δικαίου. Με αυτόν τον τρόπο οι πολίτες θα ξέρουν ποια διάταξη ισχύει και κατισχύει έναντι των υπολοίπων. Τρίτον, αναγκαία είναι η ενεργοποίηση του μηχανισμού της αστικής ευθύνης του δημοσίου των άρθρων 104, 105, 106 ΕισΝΑΚ, τα οποία υποχρεώνουν το Δημόσιο σε αποζημίωση των ιδιωτών που ανήκουν σε επαγγελματικές ομάδες οι οποίες επλήγησαν περισσότερο από άλλες όμοιες, ακόμα και αν η πράξη του Δημοσίου ήταν νόμιμη (νομολογία).  Τελευταίο και πιο σημαντικό, όμως, είναι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στο κράτος και δη στο κράτος δικαίου, το οποίο για άλλη μια φορά έχει τον πρωτεύοντα ρόλο. Για να υπάρξει ομαλή συνέχεια των εξελίξεων και διάσωση του νομικού και κοινωνικού γίγνεσθαι θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι σχέσεις κράτους-ιδιωτών δεν είναι μια σχέση σύγκρουσης, αλλά  μια σχέση πλήρους αλληλοβοήθειας και σύνδεσης, κάτι που έχει φανεί ήδη από τη συνεργασία ιδιωτικού και δημοσίου τομέα σε πολλές περιπτώσεις. Για να φθάσουμε όμως στο σημείο αυτό, θα πρέπει κι το Κράτος από τη πλευρά του να συμμορφώνεται με τέτοιου είδους αξιώσεις πολιτών, έτσι ώστε η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη στο κράτος -που πρέπει να ισχύει ως αρχή- να μην μετατραπεί σε εύλογη αμφισβήτηση.


Πηγές 

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δήμητρα Κουφωλιά
Δήμητρα Κουφωλιά
Βρίσκεται στο τρίτο έτος της Νομικής Σχολής Αθηνών κι από πάντα την γοήτευε ο κόσμος της συγγραφής και των κειμένων. Παράλληλα με την αφοσίωση στη νομική επιστήμη και το διάβασμα λογοτεχνικών κειμένων, λατρεύει τον χορό και θεωρεί πως συνδέεται άμεσα με την πνευματική καλλιέργεια, εφόσον αποτελεί κι αυτός έκφραση της ανθρώπινης ψυχής. Πιστεύει πως ό,τι κι αν επιλέξει κάποιος να κάνει στη ζωή, πρέπει να επιδεικνύει ζήλο, να στοχεύει ψηλά, έχοντας όμως πάντα στο νου του από πού ξεκίνησε κι τηρώντας πάντα τον «αξιακό» κώδικα.