13 C
Athens
Πέμπτη, 12 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ Αίγιvα ως πρoσωριvή πρωτεύoυσα της Ελλάδας

Η Αίγιvα ως πρoσωριvή πρωτεύoυσα της Ελλάδας


Του Παναγιώτη Τσελέκη,

Από τις πρώτες πόλεις που δέχονται τον ευεργετικό αντίκτυπο του ερχομού του Καποδίστρια είναι η Αίγινα, προσωρινή έδρα της κυβέρνησης, όπου εγκαθίσταται αρχικά ο Καποδίστριας πριν μετακομίσει στο Ναύπλιο.

Στην Αίγινα κτίζεται το πρώτο και μεγαλύτερο κτήριο της καποδιστριακής περιόδου, καθαρό δείγμα έντεχνης αρχιτεκτονικής. Πρόκειται για το Ορφανοτροφείο, το φιλανθρωπικό κατάστημα που ιδρύθηκε από τον Κυβερνήτη με σκοπό να στεγάσει τα ορφανά του Αγώνα, τα λεγόμενα ψυχοπαίδια των στρατιωτών, δηλαδή τα μειράκια που ακολουθούσαν τον στρατό από τόπο σε τόπο με όλες τις προφανείς συνέπειες. Η μελέτη και η κατασκευή του Ορφανοτροφείου ανατέθηκε στον Θεόδωρο Βαλλιάνο, απόφοιτο της Στρατιωτικής Ακαδημίας της Πετρούπολης και αξιωματικό του σώματος των «Iνζενιέρων» του Τσάρου. Πρόκειται για μεγάλο συγκρότημα, διαστάσεων 1,40 χλμ. και 80 μ., οργανωμένο γύρω από μια κλειστή εσωτερική αυλή, που οι βασικές αρχές της οργάνωσής του θυμίζουν τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά κολέγια του 18ου αιώνα. Η αυστηρή συμμετρία της κάτοψης, καθώς και η απλότητα και η σαφήνεια στην οργάνωσή της δηλώνει σχεδιασμό από στρατιωτικό μηχανικό. Η ίδια συμμετρία, αυστηρότητα και λιτότητα χαρακτηρίζει και τις όψεις, όπου διακρίνονται τυπικά στοιχεία του κλασικισμού, δείγματα του οποίου είχε γνωρίσει ο Βαλλιάνος στην τσαρική Ρωσία, εκεί ως υλοποίηση των ιδανικών της απόλυτης μοναρχίας, διαμορφωμένα όμως μέσα από το προσωπικό γούστο μιας σειράς από τσάρους και τσαρίνες. Επιπροσθέτως, το Ορφανοτροφείο αποτελείται από μια σειρά παραθύρων με εναλλαγή της αρχιτεκτονικής του πλαισίου και της επίστεψης. Τα μορφολογικά αυτά στοιχεία, αν και κλασικίζοντα, ανάγονται με σαφήνεια στην πρωιμότερη ιταλική παράδοση. Δύο ακόμη χαρακτηριστικά στοιχεία της εξωτερικής όψης του κτηρίου είναι ο υπερκείμενος ελλειπτικός του φεγγίτης, ο οποίος βρίσκεται επάνω από το κεντρικό θύρωμα και μια επιγραφή κάτω από τον φεγγίτη στην οποία αναγράφονται τα εξής: Ο ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΤΟ ΟΡΦΑΝΟΤΡΟΦΕIΟΝ ΤΟΔΕ ΑΝΗΓΕIΡΕΝ ΕΝ ΕΤΕI ΧΗΗΗΗΔΔΠIII (1829).

Η τυπολογία του Ορφανοτροφείου ακολουθεί την αντίστοιχη κτηρίων με παρόμοιες λειτουργίες, τόσο στον ευρωπαϊκό χώρο όσο και στην Ανατολή. Επιπλέον αποτελεί λαμπρό δείγμα συνάντησης της ελληνικής αρχιτεκτονικής παράδοσης και ενός πρώιμου ρομαντικού κλασικισμού. Το ορφανοτροφείο χρησίμευσε, επίσης, ως είδος σχολείου για μεγάλο αριθμό μαθητών. Πάνω από 2.000 ανειδίκευτοι εργάτες απασχολήθηκαν για την κατασκευή του, ενώ ταυτόχρονα δούλεψαν μάστορες, κτίστες, μαραγκοί, φουρνελατζήδες, πετροκόποι, μαρμαριτζήδες, πηλοποιοί, πελεκάνοι, πριονιστάδες κ.ά.

Αξιομνημόνευτα είναι τρία ακόμη δημόσια οικοδομήματα της περιόδου εκείνης στην Αίγινα: το πρώτο Τυπογραφείο της ελεύθερης Ελλάδας, το ιστορικό Κυβερνείο και το Εϋνάρδειο, προορισμένο για τη στέγαση του Κεντρικού Σχολείου. Το Κυβερνείο στεγάστηκε σε ένα προϋπάρχον κτήριο που ανακαινίστηκε από τον Θ. Βαλλιάνο. Η τυπολογική του ομοιότητα με το κτήριο του Τυπογραφείου είναι ευδιάκριτη και αντικατοπτρίζει την απολύτως λιτή και οικονομική αντιμετώπιση της αρχιτεκτονικής της καποδιστριακής περιόδου. Λίγο αργότερα, εγκαινιάζεται και το Εϋνάρδειο, το πρώτο έργο των δύο αποφοίτων της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Βερολίνου, τον Σταμάτη Κλεάνθη και Eduard Schaubert, οι οποίοι φτάνοντας στην Ελλάδα στα τέλη του 1829, εγκαταστάθηκαν αμέσως στην Αίγινα. Το οικοδόμημα αυτό που κτίστηκε για να στεγάσει το Κεντρικό Σχολείο, παρουσιάζει μια εμφανή διάπλαση της νεοκλασικής ρυθμολογίας, καθώς αυτή πρωτοεμφανίζεται σε δημόσιο κτήριο της ελεύθερης Ελλάδας, υπήρξε δε το σημαντικότερο δείγμα της καποδιστριακής περιόδου, όχι μόνο στην Αίγινα αλλά και σε ολόκληρη την τότε Ελλάδα. Η άποψη του Κλεάνθη ότι «παρόμοια δημόσια καταστήματα πρέπει να κτίζονται όσο το δυνατόν εις τα εμφανέστερα μέρη των πόλεων διά να φέρουν στολισμόν εις αυτάς και διά να είναι υπόψιν του καθενός», θα επικρατήσει σχεδόν για έναν ολόκληρο αιώνα. Χαρακτηριστικός είναι, άλλωστε, ο μεγάλος αριθμός νεοκλασικών σχολείων που κτίστηκαν την εποχή εκείνη, τόσο στην ελεύθερη Ελλάδα όσο και στις αλύτρωτες περιοχές.

Τόσο ο γνωστός λόγιος και αρχαιολόγος Ανδρέας Μουστοξύδης, όσο και ο Καποδίστριας είχαν επιφυλάξει θερμή υποδοχή στους δύο νεαρούς αρχιτέκτονες και μαθητές του διαπρεπούς Schinkel. Ο Μουστοξύδης ήρθε αμέσως σε επαφή μαζί τους μόλις εγκαταστάθηκαν στην Αίγινα, όπου και ανέλαβαν τη μελέτη μιας μεγάλης σύνθεσης που θα αποτελείτο από τρία κτήρια, το κεντρικό σχολείο, ένα μουσείο και μια βιβλιοθήκη, μια μικρή τριλογία ανάλογη με αυτήν που θα κτιζόταν λίγα χρόνια αργότερα στην Αθήνα από τους αδελφούς Hansen. Παρ’ όλο που δεν έχουν βρεθεί ακόμη τα έργα αυτής της σύνθεσης, από τον προϋπολογισμό της εικάζεται ότι επρόκειτο για μια καθαρά νεοκλασική σύνθεση. Το έργο αυτό που δεν υλοποιήθηκε επειδή ήταν υπερβολικά ακριβό για τις οικονομικές δυνατότητες του νεοσύστατου κράτους, κατοχύρωσε τη θέση των δύο νεαρών μαθητών του Schinkel, οι οποίοι εγκαινίασαν λίγο αργότερα το Κεντρικό Σχολείο, γνωστό ως Εϋνάρδειο.


Βιβλιογραφία

  • Καρύδης, Μερκούριος (1979). Η ιστορία της Αίγινας. Αθήνα. σελ. 47, 123
  • Κουλικούρδη, Γεωργία (1990). Αίγινα I. Αθήνα. σελ. 21-25

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παναγιώτης Τσελέκης
Παναγιώτης Τσελέκης
Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Καλαμάτα. Αποφοίτησε το 2018 από το Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Είναι μεταπτυχιακός φοιτητής του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών με τίτλο «Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία: Νέες θεωρήσεις και προοπτικές, ενώ παράλληλα ολοκληρώνει και το δεύτερο πτυχίο του σε προπτυχιακό επίπεδο στο Τμήμα Πολιτικών επιστημών και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Έχει συμμετάσχει σε πλήθος σεμιναρίων, ημερίδων και συνεδρίων με θέματα που άπτονται του ενδιαφέροντός του.