Της Ευμορφίλης Μεξίδου,
Ο κατηγορούμενος στο πλαίσιο του κατηγορητικού συστήματος και όντας ο ίδιος διάδικος, προσλαμβάνει την ιδιότητα του υποκειμένου της ποινικής δίκης. Αυτό σημαίνει ότι συμπράττει σε αυτήν ως φορέας δικαιωμάτων και μάλιστα ενεργητικά και παθητικά. Τεκμαίρεται αθώος μέχρι την απόδειξη της ενοχής του με αμετάκλητη απόφαση και από την άποψη αυτή είναι επιβεβλημένο μέσω της άσκησης συγκεκριμένων δικαιωμάτων να διασφαλίζεται η προστασία του, από την ενδεχόμενη καταχρηστική άσκηση σε βάρος του της ποινικής καταστολής. Παρακάτω θα αναλυθούν τα θεμελιώδη δικαιώματα που ο ίδιος έχει ως κεντρικό πρόσωπο στην ποινική δίκη.

- Δικαίωμα παράστασης με συνήγορο (α. 99 παρ. 1). Ειδικότερα, στην προδικασία μπορεί να παρασταθεί με δύο, το πολύ, δικηγόρους έναντι τριών της διαδικασίας του ακροατηρίου (α. 89 παρ. 1). Εδώ πρέπει να επισημανθεί ότι ο ανακριτής έχει την υποχρέωση να διορίσει αυτεπαγγέλτως συνήγορο στον κατηγορούμενο για κακούργημα, εκτός εάν ο τελευταίος δηλώσει ρητά και ανέκκλητα ότι παραιτείται από το δικαίωμα αυτό. Την ίδια υποχρέωση έχει και στα πλημμελήματα αν το ζητήσει ρητά ο κατηγορούμενος. Αν ο κατηγορούμενος για κακούργημα ή πλημμέλημα είναι ανήλικος, ο ανακριτής έχει την υποχρέωση να του διορίσει αυτεπαγγέλτως συνήγορο χωρίς τη δυνατότητα παραίτησης από το δικαίωμα αυτό.
- Το δικαίωμα επικοινωνίας του κατηγορουμένου με το συνήγορό του, το οποίο μορφοποιείται κατεξοχήν στο δικαίωμα της προηγούμενης επικοινωνίας με συνήγορο πριν την απολογία του. Αυτό πρακτικά υποδηλώνει την προετοιμασία της απολογίας με τη διατύπωση των υπερασπιστικών ισχυρισμών και την επίκληση των αποδεικτικών μέσων που θα παράσχουν ελπίδα αλλά και προοπτικές για την ευνοϊκότερη δυνατή κρίση. Πρόκειται ως εκ τούτου για θεμελιώδες δικαίωμα του κατηγορουμένου, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να απαγορευθεί, ενώ και η ίδια η επικοινωνία είναι απολύτως απόρρητη (α. 99 παρ. 4).
- Το δικαίωμα εξασφάλισης προθεσμίας για απολογία έχει την έννοια ότι ο κατηγορούμενος έχει το δικαίωμα να ζητήσει προθεσμία τουλάχιστον 48 ωρών και δεν έχει υποχρέωση να απολογηθεί πριν περάσει η προθεσμία. Μπορεί πάντως ύστερα από αίτησή του να του δοθεί παράταση αυτής της προθεσμίας (α. 103 ΚΠΔ). Αν ο κατηγορούμενος κρατείται, θα πρέπει οπωσδήποτε να απολογηθεί μέσα στην τριήμερη προθεσμία για να υπάρχει ευχέρεια έκδοσης εντάλματος προσωρινής κράτησης. Καταρχάς δεν είναι νοητή η παράταση της κράτησης του κατηγορουμένου πέραν του τριημέρου χωρίς την έκδοση εντάλματος προσωρινής κρατήσεως. Όταν, όμως, ο κατηγορούμενος δεν κρατείται και προσέρχεται αυτοβούλως με βάση την κλήση που του επιδόθηκε, ο ανακριτής μπορεί να δώσει απευθείας την προθεσμία που είναι αναγκαία για την προετοιμασία της υπεράσπισης του κατηγορουμένου.
- Το δικαίωμα στην ανακοίνωση των εγγράφων της ανάκρισης, ή αλλιώς και δικαίωμα πληροφόρησης, σημαίνει ότι με την εμφάνιση του κατηγορουμένου στον ανακριτή, ο τελευταίος ανακοινώνει στον κατηγορούμενο το περιεχόμενο του κατηγορητηρίου και των εγγράφων της ανάκρισης (α. 100 παρ. 1 ΚΠΔ). Έτσι, ο κατηγορούμενος και ο συνήγορός του έχουν πια στη διάθεσή της όλη τη δικογραφία και μπορούν να προδιαγράψουν την υπερασπιστική τους άμυνα. Πρόκειται για δικαίωμα με αυτονόητη αξία, καθώς, μάλιστα, λογικά και νομικά αποτελεί την προϋπόθεση για την ουσιαστική άσκηση του δικαιώματος ακροάσεως.
- Το δικαίωμα διερμηνείας και μετάφρασης. Κατά το άρθρο 101 ΚΠΔ, ο κατηγορούμενος που δεν ομιλεί ή δεν κατανοεί επαρκώς την ελληνική γλώσσα, έχει το δικαίωμα σε διερμηνεία, καθώς και σε γραπτή μετάφραση όλων των ουσιωδών εγγράφων της διαδικασίας. Η υποχρέωση μετάφρασης όλων των ουσιωδών εγγράφων της διαδικασίας προβλέπεται στο άρθρο 237.
- Δικαίωμα σιωπής και μη αυτοενοχοποίησης. Κατά τη νέα διάταξη του άρθρου 104 παρ. 1 ΚΠΔ, ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα σιωπής και μη αυτοενοχοποίησης. Η μη αυτοενοχοποίηση δεν εμποδίζει τη νόμιμη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων, ενώ και η ίδια η άσκηση του δεν μπορεί να αξιοποιηθεί σε βάρος του. Θα πρέπει πάντως να αναγνωρισθεί ότι το δικαίωμα αυτό ως προέκταση του ευρύτερου δικαιώματος της προσωπικότητας, βρίσκει επαρκή θεμελίωση και στις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1 και 2 παρ. 1 του Συντάγματος, όπως επίσης και στη σημαντική διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ.

Συνοψίζοντας, τα θεμελιώδη δικαιώματα του κατηγορουμένου στην ποινική δίκη αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο κάθε κράτους δικαίου και βασική προϋπόθεση για τη διασφάλιση μιας δίκαιης και αμερόληπτης απονομής της δικαιοσύνης. Συνιστούν όχι μόνο νομικές εγγυήσεις, αλλά και θεσμικές ασπίδες απέναντι στην αυθαιρεσία διασφαλίζοντας ότι η ποινική διαδικασία παραμένει πιστή στις αξίες της δικαιοσύνης, του σεβασμού, και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Σε ένα σύγχρονο και δημοκρατικό νομικό πολιτισμό, η διαρκής επαγρύπνηση για την τήρηση αυτών των δικαιωμάτων αποτελεί καθήκον κάθε δικαστικού λειτουργού, νομικού, και πολίτη.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Άγγελος Ι. Κωνσταντινίδης, Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο – Βασικές έννοιες, 5η έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2022