21.4 C
Athens
Δευτέρα, 19 Μαΐου, 2025
ΑρχικήΙστορίαΟι πρώτες χριστιανικές αιρέσεις: Νεστοριανισμός και Μονοφυσιτισμός

Οι πρώτες χριστιανικές αιρέσεις: Νεστοριανισμός και Μονοφυσιτισμός


Tου Κώστα Κατσούλα,

Οι πρώτοι τέσσερις αιώνες της εξέλιξης του Χριστιανισμού χαρακτηρίστηκαν, όπως είδαμε και στο προηγούμενο άρθρο, από πληθώρα αιρέσεων, οι οποίες αναπτύχθηκαν κατά κύριο λόγο στο ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Μετά την διάσπαση της Αυτοκρατορίας, το 395, το τμήμα αυτό αντιμετώπισε καινούρια χριστιανικά δόγματα, τα οποία αμφισβητούσαν ευθέως το Σύμβολο της Πίστεως, και τα οποία βρήκαν ανταπόκριση στους πιστούς της Ασίας και της Αιγύπτου. 

Εν έτει 428, ο Νεστόριος, ιερέας από την Γερμανίκεια της Συρίας, ορίστηκε Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως. Η θεολογική σκέψη του Νεστορίου είχε επηρεαστεί από τα διδάγματα των θεολόγων της Αντιόχειας, οι οποίοι προσπαθούσαν να ερμηνεύσουν την σύνδεση μεταξύ της ανθρώπινης και της Θείας φύσης του Ιησού. Ο Νεστόριος διακήρυττε πως οι δύο υποστάσεις του Ιησού είναι ξεχωριστές, υπήρχαν δηλαδή ο Ιησούς Χριστός ως ανθρώπινη υπόσταση, και ο Θείος Λόγος. Συνεπώς, απέρριπταν την χρήση του όρου Θεοτόκος για την Μαρία, και προτιμούσαν τον όρο «Χριστοτόκος» για αυτήν, πιστεύοντας πως η Μαρία είχε γεννήσει μόνο την ανθρώπινη υπόσταση του Ιησού. 

Η ταπείνωση του Νεστορίου από την Σύνοδο της Εφέσου. Πηγή εικόνας: el.wikipedia.org

Ο πλήρης διαχωρισμός των δύο φύσεων, τον οποίο πρότεινε ο Νεστόριος, τον έφερε σε ρήξη με πολλούς σημαντικούς ιεράρχες της εποχής, με σημαντικότερο τον Κύριλλο της Αλεξάνδρειας. Ο Αυτοκράτορας Θεοδόσιος Β΄ κάλεσε τους δύο ιεράρχες μαζί με τους υπόλοιπους επισκόπους σε Σύνοδο στην Έφεσο (431). Ενώ αρχικά ο Αυτοκράτορας πήρε το μέρος του Νεστορίου στην Σύνοδο, τελικά η πλευρά του Κυρίλλου υπερίσχυσε. Ως αποτέλεσμα, ο Νεστόριος καθαιρέθηκε και το δόγμα του καταδικάστηκε ως αίρεση, και δόθηκε επίσημο ανάθεμα από την εκκλησία στον Νεστοριανισμό.

Παρά την καταδίκη του δόγματος, υπήρξαν αρκετές εκκλησίες, κυρίως στην Συρία, οι οποίες υποστήριξαν τον Νεστόριο και τις διδαχές του. Η καταδίκη του δόγματός του εκ νέου στη Σύνοδο της Χαλκηδόνας (451) οδήγησε τους πιστούς του να μεταναστεύσουν στην Περσική Αυτοκρατορία. Μάλιστα, η Θεολογική Σχολή της Έδεσσας, η οποία είχε εξαρχής στηρίξει τον Νεστόριο, μετακινήθηκε στην Νισίβι της Περσίας (489). Η σχολή της Νισίβης, όπως αυτή ονομάστηκε, απέκτησε σημαντικό πνευματικό κύρος εντός της περσικής Αυτοκρατορίας, με αποτέλεσμα ο Νεστοριανισμός να εξαπλωθεί αρκετά στον Καύκασο, αλλά και στα βάθη της Κεντρικής Ασίας. Η Περσική εκκλησία είχε υιοθετήσει σε μεγάλο βαθμό το δόγμα του Νεστορίου, ενώ η αντιπαλότητα μεταξύ Σασσανιδών και Βυζαντίου οδήγησε να διευρυνθεί το χάσμα μεταξύ των εκκλησιών. Οι ιεραποστολές στην Ανατολή συνεχίστηκαν με αμείωτο ρυθμό και στον ΣΤ΄ μ.Χ. αιώνα, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν αξιόλογες κοινότητες Νεστοριανών στην Ταπροβανή (σημερινή Σρι Λάνκα), στις τουρκικές φυλές της Κεντρικής Ασίας, ενώ ιεραπόστολοι του Νεστοριανισμού έφτασαν στην Κίνα για πρώτη φορά το 635. 

Ο Νεστοριανισμός γνώρισε σημαντική άνθιση στην Ασία μέχρι τον Θ΄ μ.Χ. αιώνα, ωστόσο έπειτα ξεκίνησε η κάμψη του. Σήμερα, η Ασσυριανή Εκκλησία της Ανατολής, είναι η εκκλησία-απόγονος του δόγματος του Νεστορίου, αλλά και της Περσικής εκκλησίας της περιόδου των Σασσανιδών. Η εκκλησία αυτή σήμερα μετρά σχεδόν μισό εκατομμύριο πιστούς, ενώ επίκεντρό της θεωρείται το Erbil στο βόρειο Ιράκ (Κουρδιστάν).

Μεταφερόμαστε πίσω στον Ε΄ μ.Χ. αιώνα, όταν ο Κύριλλος της Αλεξάνδρειας επέβαλλε την θέση του έναντι της διπλής φύσης του Χριστού, την οποία πρότεινε ο Νεστόριος. Οι ακραίοι πολέμιοι του Νεστοριανισμού διακήρυτταν πως στο σώμα του Ιησού Χριστού, η ανθρώπινή του φύση είχε απορροφηθεί από την Θεία, συνεπώς ο Ιησούς είχε μία μόνο φύση. Οι πιστοί του δόγματος αυτού ονομάστηκαν Μονοφυσίτες. Ο Αυτοκράτορας Ζήνων μαζί με τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ακάκιο, έφτιαξαν ένα κείμενο περίπου το 475, το οποίο ονόμασαν «Ενωτικόν», με το οποίο ευελπιστούσαν να γεφυρώσουν τις δογματικές διαφορές τόσο με τους Μονοφυσίτες όσο και με τους Νεστοριανούς. Ο Ζήνων απείλησε όσους ιερείς της επικρατείας του δεν συμμορφώνονταν με το «Ενωτικόν» με ανάθεμα. 

Η αποτυχία της προσπάθειας του Αυτοκράτορα υπήρξε οικτρή, καθώς όχι μόνο οδήγησε σε νέες ταραχές εντός της Αυτοκρατορίας, αλλά οδήγησε και στην απόσχιση των ανατολικών Πατριαρχείων από την Ρώμη, γεγονός που έμεινε γνωστό ως το «Ακακιανό Σχίσμα» (484-515). Καίρια για να επουλωθεί το σχίσμα υπήρξε η συμβολή του Ιουστινιανού, ο οποίος ως σύμβουλος αρχικά του θείου του, Αυτοκράτορα Ιουστίνου, αποφάσισε να απομακρύνει τους Μονοφυσίτες από οποιαδήποτε εκκλησιαστική θέση, με στόχο να προσεταιριστεί τον Πάπα. 

Ως Αυτοκράτορας πλέον, μετά το 527, ο Ιουστινιανός αποπειράθηκε να επιβάλλει το ορθόδοξο δόγμα στο κράτος του. Ενώ όμως τα πρώτα έτη έλαβε αυστηρά μέτρα κατά των αιρετικών, η σύζυγός του Θεοδώρα, η οποία λόγω της αιγυπτιακής καταγωγής της υπήρξε φίλα προσκείμενη στους Μονοφυσίτες, τον επηρέασε πείθοντας τον να δεχτεί την ανάρρηση του Μονοφυσίτη Ανθίμου στον θώκο του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Ο Πάπας Αγαπητός ήρθε στην Κωνσταντινούπολη, ώστε να αναγκάσει τον Άνθιμο σε παραίτηση και να παροτρύνει τον Αυτοκράτορα να τον αντικαταστήσει με Ορθόδοξο ιερέα. Η ρήξη της επίσημης Εκκλησίας με τους Μονοφυσίτες ήταν πλέον ανεπανόρθωτη, καθώς οι δεύτεροι είχαν αρχίσει να δημιουργούν μια νέα, ανεξάρτητη εκκλησία. Σημαντικό ρόλο στην επιβίωση και εξάπλωση του Μονοφυσιτισμού έπαιξε ο Ιάκωβος Βαραδαίος, ο οποίος επί τριανταπέντε ολόκληρα έτη κήρυττε σε ολόκληρο το ανατολικό σύνορο της Αυτοκρατορίας. Ο Ιουστινιανός προσπάθησε πολλές φορές να τον συλλάβει, αλλά οι οπαδοί του δεν τον πρόδωσαν σε καμία περίπτωση. 

Σημαντικό ποσοστό των κατοίκων της Συρίας, της Αρμενίας, του Ισραήλ και της Αιγύπτου είχαν μεταστραφεί στον Μονοφυσιτισμό, με αποτέλεσμα να οξυνθούν οι διαφορές μεταξύ των περιοχών αυτών και της Βασιλεύουσας. Στα τελευταία έτη της βασιλείας του Ιουστινιανού υπήρξε εσωτερική διαμάχη στους Μονοφυσίτες της Αλεξάνδρειας, μεταξύ των οπαδών του Ιουλιανού και αυτών του Σεβήρου. Ο Ιουστινιανός, με την ελπίδα ότι θα κατάφερνε πλήγμα στους πιο μετριοπαθείς Μονοφυσίτες, υποστήριξε την πιο ακραία μερίδα τους (του Ιουλιανού), διατυπώνοντας μάλιστα την θέση πως το σώμα του Ιησού ήταν άφθαρτο, ο «αφθαρτοδοκητισμός». 

Η δράση αυτή, η οποία συνοδεύτηκε από τις ανάλογες διώξεις προς τους Μονοφυσίτες, είχε – ως συνήθως – το αντίθετο αποτέλεσμα από το αναμενόμενο. Οι ανατολικές επαρχίες της Αυτοκρατορίας ήταν την εποχή του θανάτου του Ιουστινιανού (565), πιο αποξενωμένες από ποτέ από την Βασιλεύουσα εξαιτίας των αιρέσεων. Όταν ο διάδοχός του, Ιουστίνος, προσπάθησε να διαπραγματευθεί για την γεφύρωση των διαφορών μεταξύ των δύο δογμάτων, φάνηκε από τους Μονοφυσίτες η πρόθεσή τους πλέον να συμφωνήσουν σε επανένταξη, μόνο αν ο Ιουστίνος καταδίκαζε την Σύνοδο της Χαλκηδόνας και το ορθόδοξο δόγμα. Ο Αυτοκράτορας, απογοητευμένος από την στάση τους, τέθηκε σταδιακά υπό την επιρροή του Πατριάρχη Ιωάννη Σχολαστικού, φανατικού πολεμίου του Μονοφυσιτισμού, ο οποίος τον ώθησε να προχωρήσει σε νέους διωγμούς ενάντια στην αίρεση.

Σχηματική επεξήγηση των δογμάτων για την φύση του Χριστού τον τέταρτο, πέμπτο και έκτο μ.Χ. αιώνες. Πηγή εικόνας: el.wikipedia.org

Ο διάδοχος του Ιουστίνου, ο Τιβέριος, υπήρξε πιο ανεκτικός προς τους Μονοφυσίτες, εξαιτίας και του πολέμου τον οποίο διεξήγαν οι Πέρσες εναντίον της Αυτοκρατορίας στα ανατολικά σύνορα. Μάλιστα απέρριψε αίτημα του Πατριάρχη προς δίωξη των αιρετικών, αναφερόμενος στον εμφύλιο τον οποίο πίστευε πως νέες διώξεις ενάντια στους Μονοφυσίτες θα προκαλούσαν. Σε παρόμοιο πλαίσιο κινήθηκε και ο διάδοχός του, Μαυρίκιος, ο οποίος βέβαια προσπάθησε να εγκαθιδρύσει την Ορθοδοξία στην Αρμενία, στην οποία τότε πλειονότητα ήταν οι αιρετικοί. 

Νέοι και ιδιαίτερα σκληροί διωγμοί έλαβαν χώρα όταν σφετερίστηκε τον Ρωμαϊκό θρόνο ο Φωκάς (602). Εκείνος απαγόρευσε τις συναθροίσεις των Μονοφυσιτών και την στέψη νέων επισκόπων, αν δεν λάμβαναν πρώτα την έγκρισή του. Εκείνοι εξεγέρθηκαν, με αποτέλεσμα ολόκληρη η Συρία, η Παλαιστίνη και ιδίως η Αίγυπτος να τεθεί εκτός του ελέγχου του Φωκά, μέχρις ότου εκείνος να στείλει τον αιμοβόρο στρατηγό του, Βωνόσο, να καταπνίξει την εξέγερση. Η έκρυθμη κατάσταση, η οποία επικράτησε για ολόκληρη την δεκαετία εκείνη, οδήγησε στην παντελή αποσάθρωση των ερεισμάτων της Αυτοκρατορίας στην Ανατολή. Όταν οι Πέρσες υπό τον στρατηγό Σαρβαραζά εισέβαλαν στις περιοχές αυτές, οι ιθαγενείς δεν προέβαλαν καμία αντίσταση. Ο Ηράκλειος, κάνοντας μια απέλπιδα, τελευταία προσπάθεια να προσεταιριστεί τους Μονοφυσίτες, διατύπωσε το δόγμα του Μονενεργητισμού, το οποίο ουσιαστικά κατοχύρωνε πως ο Χριστός δρούσε μόνο ως Θεός και όχι ως άνθρωπος. Παρά τις αδιαμφισβήτητες επιτυχίες του στο πεδίο της μάχης, οι οποίες οδήγησαν στην ανάκτηση των ανατολικών επαρχιών, δεν κατάφερε ούτε ο Ηράκλειος να γεφυρώσει το βαθύτατο πλέον χάσμα μεταξύ Ορθόδοξων και Μονοφυσιτών. 

Ο Μονοφυσιτισμός και η καταδίωξη των πιστών του διαδραμάτισαν καταλυτικό ρόλο στην κατάληψη τελικά των ανατολικών επαρχιών από τους Άραβες, τους οποίους σύμφωνα με αρκετές μαρτυρίες οι Μονοφυσίτες αντιμετώπισαν ως ελευθερωτές. Σήμερα υπάρχουν έξι αυτοκέφαλες εκκλησίες οι οποίες βασίζονται στον Μονοφυσιτισμό, στην Αρμενία, την Αιθιοπία, την Ερυθραία (στις χώρες αυτές είναι κυρίαρχο δόγμα μάλιστα), την Συρία, την Αίγυπτο και την Νότια Ινδία, με συνολικά πενήντα εκατομμύρια πιστούς. 


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Τreadgold Warren (2024), Βυζάντιο: Μια συνοπτική ιστορία, εκδ. Πεδίο
  • Will Durant (1958), Παγκόσμιος ιστορία του πολιτισμού (τόμος Δ’), εκδ. Συρόπουλος


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Κατσούλας
Κωνσταντίνος Κατσούλας
Γεννήθηκε το 2001 στην Αμφιλοχία, όπου και πέρασε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια. Είναι φοιτητής του τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Τεχνολογίας Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Πατρών, ενώ κατέχει πτυχία εκμάθησης Αγγλικών και Ισπανικών. Το αγαπημένο του αντικείμενο είναι η ιστορία, καθώς τον ενδιαφέρει το πως αυτή επηρεάζει τη ζωή των ανθρώπων σήμερα αλλά και τα χαρακτηριστικά κάθε τόπου. Στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται ερασιτεχνικά με το στίβο, ενώ αφιερώνει αρκετό χρόνο στην κοινωνικοποίησή του βγαίνοντας με τους φίλους του.