Της Κατερίνας Μανάδη,
Το καλοκαίρι έφτασε, κι εκτός από τον αφόρητο καύσωνα συνοδεύεται και από τη δυνατότητα απόδρασης της ανιαρής καθημερινότητας. Ωστόσο, κάποιοι από εμάς, λιγότερο τυχεροί, δε μπορούμε να τηρήσουμε τη συμβουλή του Καβάφη και, ως Οδυσσέας, να απολαύσουμε τη διαδρομή, καθώς το σώμα μας φαίνεται να είναι φτιαγμένο για μια πιο «στατική» πορεία. Η ναυτία του δρόμου, αυτή η μάστιγα που ταλανίζει τα παιδάκια που στις εκδρομές αναγκάζονταν να καθίσουν στις μπροστινές θέσεις του λεωφορείου, ακολουθώντας τα και μετά την ενηλικίωση, η θανάσιμη εχθρός του Ευτύχη Μπλέτσα, παρά το γεγονός ότι αποτελεί μια αρκετά διαδεδομένη εμπειρία, παραμένει ένα μυστήριο στη συλλογική συνείδηση, το οποίο θα επιχειρήσουμε να διαλευκάνουμε στο προκείμενο άρθρο.
Καταρχάς, οφείλουμε να ορίσουμε τι ακριβώς συνιστά η ναυτία του δρόμου. Το λεγόμενο “motion sickness’’ ορίζεται ως μια δυσάρεστη απάντηση του οργανισμού σε πραγματική ή φαινομενική κίνηση (δεν τη γλυτώνουμε ούτε σε εικονική πραγματικότητα). Τα κύρια συμπτώματα που παρουσιάζουν οι πάσχοντες είναι αυτονομικές αντιδράσεις ή, διαφορετικά, αντιδράσεις του αυτόνομου νευρικού συστήματος, όπως ναυτία, εμετός, εφίδρωση, αυξημένη σιελόρροια και ζαλάδα. Η διάγνωση πραγματοποιείται με έκθεση σε ερεθίσματα που πυροδοτούν τις δυσάρεστες αυτές αντιδράσεις, έχοντας αποκλείσει προηγουμένως άλλες παθολογικές καταστάσεις. Η διαφοροποίηση του καρδιακού παλμού, καθώς και το ηλεκτροκαρδιογράφημα, αποβαίνουν χρήσιμα εργαλεία στη φαρέτρα του ιατρού. Ακόμη, η έκφραση της πρωτεΐνης Fos, η οποία συνδέεται με τη νευρωνική λειτουργία, αποτελεί μοριακού επιπέδου δείκτης της ανάπτυξης και της εξέλιξης της συνθήκης, αν και δεν είμαστε βέβαιοι για το αν η ευαισθησία του διαφοροποιείται ανάλογα με το προφίλ του ασθενούς.
Ποιους θεούς και δαίμονες πρέπει, λοιπόν, έχοντας λάβει τη διάγνωσή μας, να καταραστούμε για το γεγονός ότι η σακούλα έχει γίνει απαραίτητο αξεσουάρ σε κάθε μας μακρινή μετακίνηση; Η ευρέως αποδεκτή θεωρία είναι αυτή της “sensory conflict”, ή, ελληνιστί, της «αισθητηριακής σύγκρουσης». Ουσιαστικά, η συγκεκριμένη θεωρία υποστηρίζει ότι γενεσιουργό αίτιο αυτής της δυσάρεστης συνθήκης είναι η αδυναμία του αυτόνομου νευρικού συστήματος να αντιστοιχίσει τα ερεθίσματα που δέχεται από το περιβάλλον, με αυτά που έχει ήδη εδραιώσει ότι οφείλει να δέχεται στην ορισμένη κατάσταση της κίνησης. Η αποδοχή της εν λόγω υπόθεσης μάλιστα ενισχύεται από το γεγονός ότι η ένταση των ερεθισμάτων δεν συνδέεται με γραμμική σχέση με την ένταση των συμπτωμάτων.
Αξίζει να σημειωθεί πως δεδομένου ότι η παθολογική αυτή συνθήκη είναι απότοκο δυσλειτουργίας του αυτόνομου νευρικού συστήματος, οι άτυχοι φίλοι σας δεν είναι προφανώς σε θέση να ελέγξουν την έκφραση των συμπτωμάτων τους (πιστέψτε με, ούτε οι ίδιοι θέλουν να βγάλουν τη διαδρομή με μια σακούλα στο χέρι). Την όλη κατάσταση, μάλιστα, δυσχεραίνει η συνοδεία των ορμονών του στρες που εκκρίνει ο οργανισμός όταν εκτεθεί στο μοτίβο των κινήσεων που πυροδότησε την αρχική αντίδραση, χρωματίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την παθολογία με τον χαρακτηρισμό της γενικευμένης αντίδρασης άγχους. Διάφοροι γενετικοί παράγοντες τροποποιούν την πιθανότητα εμφάνισης της παθολογίας με κριτήριο τη φυλή, το φύλο και λοιπές ιατρικές συνθήκες (λ.χ. οι Ασιάτες και οι γυναίκες ασθενείς με ημικρανίες παρουσιάζουν μεγαλύτερη ευαισθησία).
Εύλογα, λοιπόν, ανακύπτει η ερώτηση: πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε και κατά συνέπεια, ως έναν βαθμό, να απαλλαχθούμε από τις αρνητικές συνέπειες του φαινομένου; Η φαρμακευτική λύση επιχειρεί να αναιρέσει τη δυσλειτουργία του νευρικού συστήματος, με τα λεγόμενα αντιχολινεργικά και αντισταμινικά φάρμακα, όπως η γνωστή σε όλους μας δραμαμίνη, να λαμβάνουν διάφορες μορφές στον ιδιόμορφο αυτό αγώνα. Από ενδομυϊκές ενέσεις, μέχρι και τσίχλες, το καταπραϋντικό αποτέλεσμα των εν λόγω φαρμάκων αποδεικνύεται σωτήριο για τους επίδοξους ταξιδιώτες. Άλλων ειδών ηρεμιστικά και διεγερτικά φάρμακα, όπως βαρβιτουρικά και σκοπoλαμίνη, έχουν αποδειχθεί σε μια κωμική επιβεβαίωση του παράδοξου της φύσης να ανακουφίζουν την επίπονη αυτή παθολογία, με τον κίνδυνο, βέβαια, του εθισμού να ελλοχεύει.
Μια ριζική, ωστόσο, και, συνεπώς πιο αποτελεσματική, αντιμετώπιση του φαινομένου έγκειται στο γεγονός ότι καθώς προκύπτει ως απάντηση του οργανισμού σε ορισμένα ερεθίσματα, μπορούμε να εκπαιδεύσουμε τον οργανισμό μας να αντιδρά κατάλληλα σε αυτά, με παρατεταμένη έκθεση σε αυτά. Παρ’ όλο που οι κάπως διαστρεβλωμένοι παραλληλισμοί με τα αγαπημένα σκυλιά του Παβλώφ διόλου κολακευτικοί δεν είναι για τους πάσχοντες, η εξοικείωση του οργανισμού στη δυσάρεστη γι’ αυτόν συνθήκη είναι ικανή να ελαχιστοποιήσει την αντίδρασή του σε αυτή. Η αξιοποίηση της περιστρεφόμενης καρέκλας, της κούνιας, καθώς και της προβολής έντονου φωτός σε κάθετους, οριζόντιους και στροφικούς άξονες, ίσως υπονομεύουν τη διαδεδομένη εντύπωση της σοβαρότητας του ιατρικού πεδίου, δεν παύουν, εντούτοις, να αποφέρουν ιαματικά αποτελέσματα στους ασθενείς. Παρόμοιες μέθοδοι περιλαμβάνουν τον έλεγχο της αναπνοής, την εστίαση του βλέμματος στον ορίζοντα, καθώς και τις λιγότερο ανορθόδοξες ευχάριστες οσμές και μουσική.
Ποιο συμπέρασμα μπορούμε να συνάγουμε απ’ όλα τα παραπάνω; Ότι αν ο Οδυσσέας ανακατεύεται στο πλοίο, καλύτερα να πεθάνει στην Τροία; Προφανώς και όχι. Όλοι έχουμε δικαίωμα στα ταξίδια. Ιδιαίτερα όσοι βασανίζονται στην πορεία τους. Γι’ αυτό όσοι έχουμε το θάρρος να βγούμε στα ανοιχτά, με αναγούλα ή χωρίς, οφείλουμε στον εαυτό μας να συμμεριστούμε τη σοφία του Αλεξανδρινού ποιητή. Να απολαύσουμε δηλαδή και να επωφεληθούμε από όλη τη διαδικασία, και πόσο μάλλον από τις δυσκολίες που αυτή προβάλλει. Με μια χάρτινη σακούλα, λοιπόν, στο ένα χέρι, και με ταμπλέτες δραμαμίνης στο άλλο, είναι καιρός να ξανοιχτούμε προς τη δική μας Ιθάκη, στο δικό μας ταξίδι, με ή χωρίς προορισμό…
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Motion sickness, sciencedirect, διαθέσιμο εδώ
- Motion Sickness: Current Knowledge and Recent Advance, CNS Neuroscience and Therapeutics, διαθέσιμο εδώ