17.2 C
Athens
Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΒιβλιοΔιαβάσαμε και προτείνουμε: «Η πλεξούδα» της Laetitia Colombani

Διαβάσαμε και προτείνουμε: «Η πλεξούδα» της Laetitia Colombani


Της Ευθυμίας Γκαμπέση,

Βρισκόμαστε, αναμφίβολα, σε μία εποχή που ο αγώνας των γυναικών αντηχεί από παντού και από κάθε γωνιά, με κάθε μέσο. Ενίοτε, τα προβλήματα και οι συνθήκες αλλάζουν, αλλά ο ζήλος παραμένει στα ίδια υψηλά επίπεδα. Σε ένα τέτοιο εγχείρημα επιδόθηκε και η Λετισιά Κολομπανί (Laetitia Colombani) στο βιβλίο της Η πλεξούδα, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση του Γιάννη Στρίγκου.

Οι καλλιτεχνικές δεξιότητες της Κολομπανί δεν περιορίζονται στο συγγραφικό επίπεδο, καθώς, εκτός από συγγραφέας, είναι ηθοποιός, σεναριογράφος, σκηνοθέτιδα και θεατρική συγγραφέας. Μάλιστα, οι δύο ταινίες μικρού μήκους Μ’ αγαπά… δε μ’ αγαπά και το Οι γυναίκες των ονείρων μου, έχουν σκηνοθετηθεί από την ίδια και έχουν προβληθεί και στον ελληνικό χώρο. Το παρουσιαζόμενο βιβλίο, το οποίο έχει μεταφραστεί σε πάνω από 40 γλώσσες, αποτελεί το πρώτο μυθιστόρημα της συγγραφέως, έχοντας αποσπάσει μεγάλη δημοφιλία ανάμεσα στο γαλλικό αναγνωστικό κοινό, καθώς, επίσης, έχει βραβευτεί και με το Βραβείο The Athens Prize for Literature του περιοδικού (Δέ)κατα.

Στην παρούσα ιστορία, βλέπουμε να ξετυλίγονται οι ζωές τριών γυναικών που, ενώ έχουν αμέτρητες διαφορές μεταξύ τους, έχουν έναν κοινό αντίπαλο: τα άσχημα παιχνίδια της ζωής. Η Σμίτα ανήκει σε διαφορετική κάστα, στην αφάνεια, στο περιθώριο, είναι μία «Ντάλιτ» (Ανέγγιχτη), που παίρνει το καλάθι της κάθε πρωί και πηγαίνει για δουλειά. Περιθωριοποιημένη, αποκλεισμένη με κάθε τρόπο από την υπόλοιπη κοινότητα και ενδεής, αναγκάζεται να ζει κάτω από απάνθρωπες συνθήκες, με τη δουλειά της στα αποχωρητήρια να της υπενθυμίζει συνεχώς πού «ανήκει». Μία δουλειά ταπεινωτική, εξευτελιστική, πρωτόγονη. Είναι η σκιά που έρχεται, καθαρίζει και φεύγει αθόρυβα… αόρατα.

Η συγγραφέας του βιβλίου Λετισιά Κολομπανί. Πηγή εικόνας: justfocus.fr

Οι γυναίκες σε αυτήν την κοινωνία δεν είναι άνθρωποι, ούτε καν ζώα. Κάτι υποδεέστερο. Είναι ατομική ιδιοκτησία του συζύγου τους και των πατεράδων. Καμία ανοχή, καμία ελευθερία. Ακόμη και μια αγελάδα έχει μεγαλύτερη αξία. Η κόρη της, όμως, η Λαλίτα, δεν αξίζει μία τέτοια ζωή και αυτό ακριβώς αποτελεί από εδώ και πέρα το νόημα της ζωής της Σμίτα, να δώσει, δηλαδή, στο παιδί της την ευκαιρία που αυτή ποτέ δεν είχε για μία καλύτερη και αξιοπρεπή ζωή, μακριά από τα αποχωρητήρια, τη φτώχεια και τις διακρίσεις. Γι’ αυτόν τον λόγο, λοιπόν, επιθυμεί διακαώς η κόρη της να μεγαλώσει φυσιολογικά, να εξελιχθεί στην κοινωνία, να μάθει να γράφει και να διαβάζει, να μην ακολουθήσει το μονοπάτι των Ντάλιτ προς τα τάρταρα.

Η δεύτερη «τούφα» της πλεξούδας είναι η Τζούλια. Η νεαρή κοπέλα από το Παλέρμο που ξαφνικά χάνει τον πατέρα της και ταυτόχρονα μαθαίνει πως η —μέχρι τώρα επιτυχημένη και κερδοφόρα— βιοτεχνία μαλλιού της οικογένειάς της κινδυνεύει να χρεοκοπήσει. Φαίνεται το βάρος της οικογένειας να μετατοπίζεται αυτομάτως στην πλάτη της, αν και η ίδια δείχνει προθυμία και τόλμη, αφενός να το επωμιστεί και αφετέρου να κάνει ό, τι περνάει από το χέρι της για να αποκαταστήσει την οικογένειά της, τη φήμη του πατέρα της και το μέλλον των εργατριών της βιοτεχνίας. Στο δύσκολο αυτό εγχείρημα, θα έχει στο πλευρό της τον αγαπημένο της, τον μελαμψό νέο με τα ανοιχτόχρωμα μάτια που όσο κρυφό κι αν επιδιώκουν να κρατήσουν τον έρωτά τους λόγω των σχολίων και της αποδοκιμασίας που ενδέχεται να λάβουν από τον κοινωνικό περίγυρο, τόσο πιο πολύ μεσουρανεί στη ζωή της.

Η Σάρα αποτελεί την τρίτη πρωταγωνίστρια της πλοκής. Μία δυναμική και επιτυχημένη γυναίκα, μητέρα και δικηγόρος που έχει ανέβει ορόφους ολόκληρους στην ανδροκρατούμενη δουλειά της και ζει στον Καναδά. Όλα αυτά όμως ανατρέπονται σε μία στιγμή, όταν αιφνίδια μαθαίνει πως πάσχει από καρκίνο. Τη βαραίνουν οι τύψεις και οι ενοχές σε κάθε της βήμα αλλά παραμένει δυνατή, υπενθυμίζοντας στον εαυτό της ότι όλο αυτό θα ωφελήσει την ίδια και τα παιδιά της στο μέλλον. Ακόμα και σε αυτήν την περίπτωση δεν το βάζει κάτω, δεν αφήνει ούτε σε αυτό το «ύπουλο μανταρίνι» —όπως της ανέφεραν οι γιατροί— αλλά, ταυτόχρονα, πολύ επικίνδυνο να τη βγάλει από το πρόγραμμά της.

Πηγή εικόνας: unsplash.com/ Φωτογράφος και Δικαιώματα χρήσης: Tamara Bellis

Το επαγγελματικό περιβάλλον της, ωστόσο, δε φαίνεται να είναι καθόλου υποστηρικτικό, ούτε καν συμπονετικό, αφού φανερά γίνεται αντιληπτό πως τους «τρέχουν τα σάλια» για τη θέση που πρόκειται να κληροδοτήσει η Σάρα όταν αποχωρήσει από την εταιρεία. Η Σάρα είναι άρρωστη, που σημαίνει ευάλωτη, ευαίσθητη, μπορεί πλέον να αντικατασταθεί. Είναι στιγματισμένη, δέχεται υποχθόνιες διακρίσεις εις βάρος της. Η κατάβαση άρχισε για τη Σάρα Κόεν, «πλέον για τον κόσμο η Σάρα δεν είναι μία δικηγόρος που είναι άρρωστη, αλλά μία άρρωστη που είναι δικηγόρος». Έχει γίνει και αυτήν μία Ανέγγιχτη…

Οι τρεις αυτές ιστορίες αυτών των αγωνιζόμενων γυναικών διαπλέκονται με έναν μοναδικό τρόπο. Χωρίς να υπάρχει ένα σημείο-τομή όπου θα συναντηθούν, συνεισφέρουν η μία στη ζωή της άλλης, απαλύνοντας λίγο πόνο από τον Γολγοθά τους, εν αγνοία τους, διατηρώντας πάντα την αξιοπρέπειά τους.


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ευθυμία Γκαμπέση, Αρχισυντάκτρια Πολιτισμού
Ευθυμία Γκαμπέση, Αρχισυντάκτρια Πολιτισμού
Γεννήθηκε το 2003 στην Καστοριά, όπου και μεγάλωσε. Είναι φοιτήτρια του τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και δηλώνει πως κατέχει την αγγλική και ισπανική γλώσσα, ενώ δεν σκοπεύει να παραμείνει σε αυτές. Είναι λάτρης της γυμναστικής, του χορού και των ταξιδιών, ενώ στον ελεύθερο της χρόνο, της αρέσει να διαβάζει λογοτεχνικά βιβλία και να ταξιδεύει. Τέλος, ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την αρθρογραφία, την τέχνη και την κοινωνία σε όλες της τις πτυχές.