19.6 C
Athens
Κυριακή, 28 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΥγείαΟιστρογόνα: Οι ορμόνες του φύλου και οι παθολογικές καταστάσεις που τις συνοδεύουν

Οιστρογόνα: Οι ορμόνες του φύλου και οι παθολογικές καταστάσεις που τις συνοδεύουν


Της Μαρίνας-Μαρίας Αντωναράκη,

Τα οιστρογόνα κατατάσσονται στις γυναικείες ορμόνες του φύλου, διαδραματίζουν, ωστόσο, σπουδαίο ρόλο τόσο στο ανδρικό όσο και στο γυναικείο φύλο. Οι γυναίκες, από την εφηβεία έως την (αρχή) εμμηνόπαυση, έχουν υψηλά επίπεδα οιστραδιόλης. Από εκεί και μετά έχει αποδειχθεί ότι η παραγωγή μειώνεται, γεγονός που σχετίζεται και με τη μειωμένη προστατευτική δράση που αυτά προσδίδουν στο ανθρώπινο σώμα.

Η κυκλοφορία των οιστρογόνων στο σώμα επιτελείται μέσω της σύνδεσής τους με τη σφαιρίνη, που προσδένεται ειδικά με τη σεξουαλική ορμόνη (SHBG). Μόνο τα ελεύθερα οιστρογόνα μπορούν να εισέλθουν στα κύτταρα-στόχους και να προκαλέσουν βιολογικές μεταβολές. Μελέτες έχουν αποδείξει την ποικιλόμορφη συνεισφορά τους. Συγκεκριμένα, ρυθμίζουν τη χοληστερόλη, συμβάλλουν στην υγεία των οστών και στη διάθεση. Το σώμα απαιτεί μια ισορροπία μεταξύ οιστρογόνων και των άλλων ορμονών του φύλου, και όχι μόνο, για να είναι υγιές. Επί παραδείγματι, γνωρίζουμε ότι τα υψηλά επίπεδα οιστρογόνων τείνουν να αποφέρουν αύξηση βάρους, συναισθηματική μεταβολή, αλλά και σοβαρό προεμμηνορροϊκό σύνδρομο για τις γυναίκες, ενώ, από την άλλη πλευρά, για τους άνδρες, ενδέχεται να συνδέεται με στυτική δυσλειτουργία.

Η συνέργεια των διαφορετικών μορφών οιστρογόνων συμβάλλει ποικιλοτρόπως κυρίως στη διατήρηση της ενέργειας, μέσω της ομοιόστασης της γλυκόζης, ελαχιστοποιεί την οξειδωτική βλάβη και τη φλεγμονή που προκαλείται από λιπίδια, τη συσσώρευση υπερβολικού λίπους (παχυσαρκία) και ρυθμίζει τη περίσσεια αζώτου.

Πηγή Εικόνας και Δικαιώματα Χρήσης: istockphoto.com/ Drypsiak

Τρεις κύριοι τύποι οιστρογόνων υπάρχουν:

  1. Η Οιστρόνη που παράγεται από ανδροστενεδιόνη ή ανδρογόνα στις ωοθήκες, στον πλακούντα, στους όρχεις και στον λιπώδη ιστό. Παρατηρείται σε υψηλότερα ποσοστά στους άνδρες και στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση.
  2. Η Οιστραδιόλη –η πιο ισχυρή μορφή οιστρογόνου– με συγκέντρωσή υψηλότερη στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Αποτελεί έναν σημαντικό δείκτη υγείας των ωοθηκών.
  3. Η Οιστριόλη που παράγεται βάσει όσων έχουν παρατηρηθεί στον πλακούντα και φτάνει τα μέγιστα επίπεδα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης

Η Οιστραδιόλη, που αναφέρθηκε προηγουμένως, διευκολύνει την πρόσληψη γλυκόζης από το έντερο και τη μεταφορά της από την κυκλοφορία του αίματος μέσω των μεταφορέων GLUT4 και GLUT1 στον εγκέφαλο. Μάλιστα, μειώνει την παραγωγή γλυκόζης στο ήπαρ, χωρίς να προκαλεί μεταβολές στην ποσότητα του γλυκογόνου κατά τη διάρκεια ήπιας άσκησης. Σπουδαίο ρόλο διαδραματίζει, ακόμα, στη γλυκόλυση, που επιτελείται στα ενδοθηλιακά κύτταρα μέσω μη γονιδιωματικών οδών. Ακόμα, μειώνεται η αντίσταση στην ινσουλίνη και η αποθήκευση λίπους, διότι χρησιμοποιούν τα λιπίδια ως κύριο ενεργειακό υπόστρωμα (κυρίως όταν η διαθεσιμότητα αυτών είναι υψηλότερη από των υδατανθράκων). Το ενεργειακό έλλειμμα οφείλεται κυρίως είτε σε μειωμένη θερμιδική πρόσληψη είτε σε υπερβολική άσκηση με μειωμένη θερμιδική πρόσληψη. Υπό αυτές τις συνθήκες, μπορεί κανείς να κατανοήσει εύκολα ότι καταστέλλεται η υποθαλαμική έκκριση τη γοναδοτροπίνης, με συνέπεια τον υποοιστρογονισμό, καθώς και άλλες πολυποίκιλες αλλαγές, προκειμένου να καταφέρει να πετύχει το σώμα μια ισορροπία.

Τα εφηβικά χρόνια είναι μια χρονική περίοδος πολλών νευρολογικών αλλαγών που σχετίζονται άμεσα με τη γνωστική λειτουργία, το άγχος, την κατάθλιψη και πολλά άλλα. Ο έντονος υποσιτισμός μπορεί να κρατήσει αυτούς τους αθλητές σε προεφηβική ηλικία ορμονικά μιλώντας για πολλά χρόνια λόγω της προπόνησης που κάνουν, προκειμένου να αντεπεξέλθουν στον ανταγωνισμό.

Σε συνθήκες χαμηλής διαθεσιμότητας ενέργειας, λόγω αθλητικής δραστηριότητας, διενεργούνται κάποιες ορμονικές αλλαγές, προκειμένου να προσαρμοστεί το σώμα και να επιβιώσει, καλύπτοντας πρώτα τις κύριες ενεργειακές του ανάγκες. Αυτές, όμως, οδηγούν άμεσα και σε σωματικές αλλαγές είτε στη σύσταση του είτε στη δομή των οστών (με μακροχρόνιες επιπτώσεις στη σκελετική υγεία).

Πηγή Εικόνας και Δικαιώματα Χρήσης: istockphoto.com/ pepifoto

Μάλιστα, οι μελέτες έχουν αποδείξει ότι μια σοβαρή συνέπεια αυτών των αλλαγών των επί χρόνια αθλητών είναι η χαμηλή οστική πυκνότητα. Παρατηρήθηκε, μάλιστα, και αύξηση της έκφρασης του mRNA της IL-6 και του TNFa που σε μετέπειτα έρευνες αποδείχθηκε η συσχέτισή τους με την ένταση και τη διάρκεια της προπόνησης (προφλεγμονωδεις κυτοκίνες).

Πολυάριθμες μελέτες δείχνουν ότι ο πρωταθλητισμός μπορεί να μειώσει τη λειτουργία των ωοθηκών, διαταράσσοντας την κατανομή των ορμονών στο επίπεδο του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης. Για παράδειγμα, μια καθυστερημένη σεξουαλική ωριμότητα (ή και καθυστερημένη εμμηναρχή) ή ολιγομηνόρροια ή δευτερογενής αμηνόρροια μπορεί να είναι απότοκο κάποιων αερόβιων δραστηριοτήτων, όπως τρέξιμο, αερόβια γυμναστική σε επίπεδο πρωταθλητισμού κυρίως. Το αν η ανάπτυξη συνεχιστεί μόλις σταματήσουν είναι άγνωστο και απροσδιόριστο αν θα είναι και δυσανάλογη της γενετικά προγραμματισμένης τους.

Η ανεπάρκεια οιστρογόνων προάγει τη μεταβολική δυσλειτουργία που προδιαθέτει για παχυσαρκία, μεταβολικό σύνδρομο και διαβήτη τύπου 2. Κάποια στοιχεία πρόσφατων μελετών αναφέρουν ότι η θεραπεία με 17β-οιστραδιόλη σε αθλήτριες με αμηνόρροια λειτουργεί ευεργετικά και συμπληρωματικά, προκειμένου να βελτιωθούν τα ποσά της οστικής πυκνότητας. Οι νεαροί τώρα αθλητές είναι επιρρεπείς σε μυοσκελετικούς τραυματισμούς, καθώς ο σκελετός τους ακόμη βρίσκεται σε φάση ανάπτυξης. Μια πιο αποτελεσματική διατροφή, πλούσια σε βιταμίνη D, μπορεί να έχει θεαματικά αποτελέσματα.

Εν κατακλείδι, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η ακατάλληλη έκθεση σε οιστρογόνα αυξάνει τον κίνδυνο αρκετών μορφών καρκίνου, όπως του μαστού, των ωοθηκών, του προστάτη και του θυρεοειδούς, αλλά και του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών, του προεμμηνορροϊκού συνδρόμου, της ενδομητρίωσης και πολλών ακόμα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 
  • Sex, hormones and cerebrovascular function: from development to disorder, PubMed. Διαθέσιμο εδώ
  • A prospective study on tumour response assessment methods after neoadjuvant endocrine therapy in early oestrogen receptor-positive breast cancer, PubMed. Διαθέσιμο εδώ
  • Protective role of 17-β-estradiol towards IL-6 leukocyte expression induced by intense training in young female athletes, PubMed. Διαθέσιμο εδώ
  • Role of estrogen receptors in health and disease, Frontiers in Endocrinology. Διαθέσιμο εδώ
  • Estrogen Metabolism, Science Direct. Διαθέσιμο εδώ 

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρίνα-Μαρία Αντωναράκη
Μαρίνα-Μαρία Αντωναράκη
Γεννήθηκε το 2002. Κατάγεται από το Ηράκλειο Κρήτης. Σπουδάζει στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Επιθυμεί να αποκτήσει όσο το δυνατόν περισσότερα εφόδια, προκειμένου να επιτελεί σωστά το λειτούργημα του γιατρού! Της αρέσει η ποίηση, η λογοτεχνία καθώς και η εκμάθηση ξένων γλωσσών.Στον ελεύθερό της χρόνο παρακολουθεί αστυνομικές ταινίες και ασκείται σωματικά.