23.1 C
Athens
Κυριακή, 28 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΒασικές έννοιες και αρχές στο δίκαιο των σημάτων

Βασικές έννοιες και αρχές στο δίκαιο των σημάτων


Της Κωνσταντίνας Λάμπου,

Σύμφωνα με το άρθρο 121 παράγραφος 1 ν. 4072/2012, το σήμα αποτελείται από ένα οποιοδήποτε σημείο, το οποίο είναι δεκτικό γραφικής παράστασης «ικανό να διακρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από εκείνα των άλλων επιχειρήσεων». Ως γραφική παράσταση, ορίζεται η παράσταση του δηλούμενου ως σήματος πάνω σε μια επίπεδη επιφάνεια (δισδιάστατη επιφάνεια).

Σήμα είναι δυνατόν να αποτελέσουν ιδίως λέξεις, ονόματα, επωνυμίες, ψευδώνυμα, απεικονίσεις, σχέδια, γράμματα, αριθμοί, χρώματα, ήχοι, συμπεριλαμβανομένων των μουσικών φράσεων, το σχήμα του προϊόντος ή της συσκευασίας του και τα διαφημιστικά συνθήματα (slogans). Να σημειωθεί πως η απαρίθμηση είναι ενδεικτική και όχι αποκλειστική.

Το να κατατεθεί μια ένδειξη ως σήμα, είναι μια δυνατότητα που έχει εξάρτηση μόνο από την αφηρημένη διακριτική δύναμη, αλλά και από τον τρόπο που αποδεικνύεται ως γραφική παράσταση. Πιο σωστά, «με τρόπο που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές και στο κοινό να προσδιορίζουν το ακριβές αντικείμενο της προστασίας που παρέχεται στον δικαιούχο του σήματος».

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: karolina grabowska

Πιο συνοπτικά, ο νομοθετικός ορισμός του σήματος αποτελείται από ορισμένα στοιχεία, όπως είναι: σημείο, επιδεκτικό γραφικής παράστασης, ικανό από τη φύση του να διακρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από εκείνα άλλων επιχειρήσεων.

Στον νόμο, μάλιστα, δεν υπάρχει κάποια διευκρίνιση, σχετικά με την έννοια του σημείου ή της ένδειξης. Η συγκεκριμενοποίηση αυτής της έννοιας, γίνεται μέσω του άρθρου 121 του νόμου 4072/2012. Αποτέλεσμα της έννοιας που ορίζεται στο συγκεκριμένο άρθρο, αλλά και της διακριτικής ικανότητας ή δύναμης που απαιτείται, είναι η παράσταση που πρέπει να έχει το σήμα με το σημαινόμενο εμπόρευμα ή την συσκευασία του και την υπηρεσία.

Όλα αυτά σημαίνουν πως το σήμα, δεν χρειάζεται να αποτελεί εγγενές στοιχείο ή φυσικό χαρακτηριστικό ή αναγκαίο συστατικό του, καθώς σε αντίθετη περίπτωση δε γίνεται να αναπτυχθεί η διακριτική του λειτουργία. Σε αυτή την περίπτωση υπάρχει μια σύγχυση μεταξύ σημαίνοντος διακριτικού γνωρίσματος και σημαινομένου προϊόντος ή υπηρεσίας. Επομένως, πρέπει να διέπεται από ανεξαρτησία, ελευθερία επιλεξιμότητας και αυτονομία, αναφορικά με τη λειτουργία του εμπορεύματος.

Η ανεξαρτησία που διαφαίνεται δεν συνεπάγεται πως το σήμα δε δύναται να έχει συνάρτηση με το εμπόρευμα, δηλαδή να έχει επικολληθεί σε αυτό κλπ. Αυτό που είναι κρίσιμο, είναι το σήμα να αποτελεί νοητικά αυτοτελές αντικείμενο (σημείο). Σύμφωνα με την Οδηγία 89/104, ο εθνικός νομοθέτης δε δύναται να καταστήσει ευμενέστερη ή δυσμενέστερη τη διαδικασία καταχώρισης για ένα σημείο. Κατά το άρθρο 121, εφαρμόζεται η αρχή της ίσης μεταχείρισης.

Η λειτουργία του σήματος, πάντως δεν είναι ανεξέλεγκτη, αλλά προϋποτίθεται αρχικά, η δυνατότητα που έχει από τη φύση του να ολοκληρώνει τη διακριτική του λειτουργία. Όπως ορίζεται στο προαναφερθέν άρθρο 121 παρ. 1 «Σήμα μπορεί να αποτελέσει κάθε σημείο επιδεκτικό γραφικής παράστασης ικανό να διακρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από εκείνα άλλων επιχειρήσεων». Το σημείο σαν έννοια, ορίζεται πιο καθαρά διά παραδειγμάτων στο ίδιο άρθρο, δηλαδή με λέξεις, ονόματα (φυσικών ή νομικών προσώπων), ψευδώνυμα, απεικονίσεις, σχέδια, γράμματα, αριθμούς, χρώματα, ήχους μαζί με μουσικές φράσεις, με το σχήμα του προϊόντος ή της συσκευασίας του και με διαφημιστικά συνθήματα (slogans).

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα χρήσης: QuinceCreative

Στο άρθρο 121 κατοχυρώνεται η αφηρημένη διακριτική ικανότητα, δηλαδή η ικανότητα ή καταλληλότητα που έχει μια ένδειξη να μπορεί να διακρίνει σε γενικό πλαίσιο εμπορεύματα ή υπηρεσίες. Είναι αρκετό, να υπάρχει μόνη της η ένδειξη «από τη φύση της», χωρίς να συνδέεται με συγκεκριμένα εμπορεύματα ή υπηρεσίες. Αυτή η ένδειξη πρέπει να αποκόπτεται από τον δυνατό καταθέτη και να έχει την ικανότητα να διακρίνει εμπορεύματα ή υπηρεσίες από αυτά που έχουν τρίτες επιχειρήσεις. Μια ακόμη βασική προϋπόθεση προστασίας του σήματος είναι η αφηρημένη διακριτική ικανότητά του.

Καταληκτικά, η αφηρημένη διακριτική ικανότητα που έχει το σήμα παρουσιάζει και πρακτική σημασία, η οποία διακρίνεται στις νέες μορφές σήματος, όπου υπάρχει πιθανότητα να τεθεί το ερώτημα, το αν οι συναλλαγές εμπλουτίζουν το σημείο ή την ένδειξη με την καταλληλότητα να μπορούν να διαχωρίζουν εμπορεύματα ή υπηρεσίες.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Μαρίνος Μιχ.-Θεοδ., Δίκαιο Διακριτικών Γνωρισμάτων, Eκδόσεις Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα, 2016
  • Άρθρο 121 – Νόμος 4072/2012 – Σημεία από τα οποία είναι δυνατόν να συνίσταται ένα σήμα, lawspot.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνα Λάμπου
Κωνσταντίνα Λάμπου
Γεννήθηκε το 2002 στη Ναύπακτο και σήμερα είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στη Νομική σχολή του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Γνωρίζει Αγγλικά και Γαλλικά, ενώ έχει πάρει μέρος σε διάφορα συνέδρια προσομοίωσης διεθνών και εθνικών οργανισμών. Της αρέσει να ασχολείται με τον εθελοντισμό, για αυτό και είναι ενεργό μέλος σε διάφορες φοιτητικές οργανώσεις. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων και παρακολουθεί σχετικά σεμινάρια με τον τομέα των σπουδών της. Η αρθρογραφία για αυτήν αποτελεί νέο εγχείρημα.