18.8 C
Athens
Δευτέρα, 29 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΑνάπτυξη πάνω σε αδύναμα θεμέλια

Ανάπτυξη πάνω σε αδύναμα θεμέλια


Του Κωνσταντίνου Γκότση, 

Για πολλούς, η ελληνική οικονομία και αγορά οδεύει ακάθεκτη προς το απόλυτο “success story”. Η υψηλή κερδοφορία σε συνδυασμό με ισχυρά θεμελιώδη των ελληνικών (μεγάλων) επιχειρήσεων, τα σημαντικά επιχειρηματικά deals σε διάφορους εγχώριους κλάδους, οι συνεχείς θετικές εκθέσεις από ξένους αναλυτές, η μέχρι τώρα δημοσιονομική εξομάλυνση και, προφανώς, η επικείμενη ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για το ελληνικό αξιόχρεο (που είναι απόρροια των προαναφερθέντων), στηρίζουν και τροφοδοτούν αδιάκοπα την άνοδο της ελληνικής αγοράς, παρά την αβεβαιότητα που επικρατεί σε διεθνές επίπεδο. Οι μέχρι τώρα οικονομικές επιδόσεις μαζί με τις θετικές προοπτικές για τα επόμενα χρόνια έχουν ωθήσει και το Χρηματιστήριο Αθηνών σε ένα «ράλι» που ξεπερνά το 40% από την αρχή του έτους.

Αναμφίβολα, με το “discount” που διαπραγματεύονται αρκετά περιουσιακά στοιχεία της ελληνικής αγοράς, ήταν αναμενόμενο πως θα γίνει επενδυτικός πόλος έλξης, ξεχωρίζοντας ανάμεσα στις υπόλοιπες αναδυόμενες αγορές της περιοχής. Το ενδιαφέρον και η είσοδος νέων επενδυτών γίνεται όλο και πιο έντονη, εστιάζοντας στον κλάδο της ενέργειας, των κατασκευών, της πληροφορικής και των τραπεζών.

Προφανώς, σε όλη αυτή την ανάκαμψη που σημειώνεται βοήθησε πολύ και η πολιτική της Κυβέρνησης, η οποία, αν και εμπεριείχε αρκετές λάθος επιλογές και προτεραιότητες, κατάφερε να δημιουργήσει ένα κλίμα σταθερότητας και να σηματοδοτήσει σημαντικές διορθωτικές μεταρρυθμίσεις, που θα διατηρήσουν την ισχυρή ανάπτυξη και θα εκσυγχρονίσουν την Ελλάδα, στα πλαίσια των ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών κρατών. Σημαίνον ρόλο είχαν και έχουν οι χρηματοδοτήσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης, οι οποίες βοηθούν στην επίσπευση κάποιων ενεργειών, που διαφορετικά θα πραγματοποιούνταν με βραδύτητα.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών, το 2023 θα αποτελέσει ακόμα ένα έτος υψηλής κερδοφορίας για πολλές επιχειρήσεις και με διανομές μερισμάτων, ακόμα, ενδεχομένως, και από τις τράπεζες. Ωστόσο, θα έχουμε μια πολύ καλύτερη εικόνα μέσα στο επόμενο διάστημα, που θα δημοσιευθούν τα εταιρικά αποτελέσματα του β’ τριμήνου, τα οποία, σε μεγάλο βαθμό, θα ορίσουν τη μετέπειτα πορεία τους για φέτος.

Πηγή εικόνας: Freepik

Γενικότερα, όμως, παρά τις πολύ καλές προοπτικές που διαφαίνονται για την ελληνική οικονομία, πρέπει να είμαστε αρκετά επιφυλακτικοί. Η προηγούμενη τετραετία για την Κυβέρνηση ήταν αρκετά εύκολη, παρά τις πολλαπλές κρίσεις με τις οποίες βρέθηκε αντιμέτωπη. Αυτό, διότι πολύ απλά, μέχρι και το α’ τρίμηνο του 2023 τα επιτόκια ήταν υπερβολικά χαμηλά και η ρευστότητα από την Ε.Κ.Τ. σχεδόν άφθονη, ενώ, παράλληλα, οι δημοσιονομική κανόνες από την Κομισιόν είχαν αρθεί, με αποτέλεσμα να υπάρχει η δυνατότητα δημιουργίας ελλειμμάτων στον προϋπολογισμό, παρ’ ότι είχαμε, ήδη, πολύ υψηλό δημόσιο χρέος.

Από τότε το οικονομικό περιβάλλον έχει μεταβληθεί και πρόκειται να αλλάξει περαιτέρω. Μάλιστα, αν υπάρξουν κακοί χειρισμοί στη διαχείριση των δημοσιονομικών, θα επωμιστούμε μεγάλο κόστος από τα λάθη της προηγούμενης θητείας. Από το 2024 επανέρχονται οι δημοσιονομικοί κανόνες στην Ε.Ε. Αυτό σημαίνει πως πρέπει η χώρα μας να παρουσιάζει σημαντικό πρωτογενές πλεόνασμα, ώστε τα επίπεδα του χρέους να συγκλίνουν προς τους στόχους της Ένωσης. Δηλαδή, όποιος δημοσιονομικός χώρος παρουσιάζεται, δύσκολα θα μπορέσει να αξιοποιηθεί από την Κυβέρνηση για πιθανές πρόσθετες δαπάνες. Επίσης, πλέον δεν θα έχουμε τόσο μεγάλο πληθωρισμό, ο οποίος (φαινομενικά) συμπίεζε τον δείκτη χρέους προς Α.Ε.Π., κάνοντας το χρέος της χώρας να φαίνεται πιο «βιώσιμο» απ’ ό,τι είναι.

Εκτός των άλλων, με την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών να παραμένει ακόμη σε χαμηλά επίπεδα, καθώς οι ανατιμήσεις σε κάποια βασικά αγαθά συνεχίζονται και οι μισθοί αυξάνονται με σημαντική χρονική υστέρηση, θα πρέπει να μάθουμε χωρίς πολλά επιδόματα και κρατική ενίσχυση. Η χαλαρότητα τελείωσε.

Ας υποθέσουμε, όμως, πως η διαχείριση των δημοσιονομικών θα είναι επαρκής, οι προβλέψεις για την ανάπτυξη και την κερδοφορία των επιχειρήσεων το επόμενο διάστημα θα επιβεβαιωθούν και, επιτέλους, θα επέλθει η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας. Αυτή θα είναι μια διατηρήσιμη κατάσταση; Βάσει των εγχώριων παραγόντων θα είναι, αφού οι μεταρρυθμίσεις είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και η αγορά μας, παρά τα προβλήματα και τις στρεβλώσεις της που σταδιακά τείνουν να διορθωθούν, προσελκύει επενδυτές και γίνεται ανταγωνιστικότερη. Αν, όμως, μπουν στην εξίσωση και οι εξωγενείς κίνδυνοι, δηλαδή η ύφεση που βρίσκεται προ των πυλών για πολλές αναπτυγμένες οικονομίες του εξωτερικού, η γεωπολιτική αστάθεια, ο κίνδυνος για εκ νέου πληθωριστικό «κύμα» σε τρόφιμα και ενέργεια και η πιθανότητα για μια παγκόσμια κρίση χρέους στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα μπορούν να ανατρέψουν την τάση της ελληνικής οικονομίας. Προς το παρόν, βάσει της πορείας των μακροοικονομικών μεγεθών, αλλά και του ελληνικού χρηματιστηρίου (κάτι που δείχνει άμεσα τη διάθεση των επενδυτών για τα ελληνικά assets), φαίνεται πως το κλίμα στη χώρας μας δεν επηρεάζεται ιδιαίτερα, γεγονός που δικαιολογείται σε μεγάλο βαθμό.

Τι θα γίνει, όμως, σε περίπτωση που σημειωθεί παγκοσμίως το λεγόμενο “Minsky Moment”, δηλαδή η στιγμή που οι αγορές καταρρεύσουν λόγω της υπερβολικής ανάληψης κινδύνου κερδοσκόπων επενδυτών, πολλοί εκ των οποίων, μάλιστα, έχουν χρηματοδοτήσει τις θέσεις τους κυρίως από πιστώσεις και όχι τόσο από ίδια κεφάλαια; Προφανώς, κάτι τέτοιο μπορεί και να μην συμβεί. Δεν είναι αναγκαστικά προδιαγραμμένο. Υπάρχουν ενδείξεις για να συντελεστεί αυτό το φαινόμενο, που για πολλούς οικονομολόγους πλησιάζει, αλλά παραμένει αβέβαιο. Εξάλλου, κανείς δεν μπορεί να κάνει (ακριβείς) προβλέψεις στα οικονομικά. Μέχρι τώρα, τόσο η ευρωπαϊκή όσο και η παγκόσμια οικονομία έχουν παρουσιάσει εντυπωσιακή ανθεκτικότητα απέναντι στις δυσμενείς εξελίξεις.

Το ζήτημα, όμως, είναι να είσαι προετοιμασμένος για να μπορείς να αντιμετωπίσεις σε μεγάλο βαθμό, αν όχι εξ ολοκλήρου, μια ενδεχόμενη κρίση. Η Ελλάδα δεν φαίνεται αρκετά θωρακισμένη για μια απρόσμενη ύφεση και αυτό οφείλεται σε αφανή λάθη της προηγούμενης κυβερνητικής θητείας.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Γκότσης, Αρχισυντάκτης Οικονομικών
Κωνσταντίνος Γκότσης, Αρχισυντάκτης Οικονομικών
Γεννήθηκε το 2001 στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να διαβάζει πολιτικο-οικονομικά και ιστορικά βιβλία και να παρακολουθεί θέματα της επικαιρότητας.