15.9 C
Athens
Κυριακή, 5 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΚλοπή ή υπεξαίρεση;

Κλοπή ή υπεξαίρεση;


Της Ηλιάνας Πολύζου,

Ο Α εισέρχεται σε κατάστημα ρούχων και, όταν αποσπάται η προσοχή του υπαλλήλου, αφαιρεί από την ταμειακή το ποσό των 1.500 ευρώ. Έπειτα αποχωρεί από το κατάστημα, χαρούμενος που κατάφερε να αποσπάσει ένα τόσο μεγάλο ποσό. Τέλεσε κάποιο αδίκημα ο Α; Θα είχε διαφορετική ποινική αντιμετώπιση, αν δεν ήταν τρίτος, αλλά υπάλληλος του καταστήματος και, συγκεκριμένα, χειριστής της ταμειακής, έχοντας άμεση πρόσβαση στα χρήματα;

Αρκετά συχνά παρατηρείται μία σύγχυση μεταξύ του εγκλήματος της κλοπής και της υπεξαίρεσης. Συχνά, μάλιστα, χρησιμοποιούνται ως λέξεις συνώνυμες. Αυτό συμβαίνει λόγω μίας πολύ σημαντικής ομοιότητάς τους: και στις δύο περιπτώσεις ο δράστης ιδιοποιείται κάτι που δεν του ανήκει. Παρά την ομοιότητα αυτή, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τις πολύ σημαντικές διαφορές τους, που οδηγούν στη διαφορετική ποινική τους αντιμετώπιση. Για την καλύτερη κατανόησή τους ας ανατρέξουμε στα σχετικά άρθρα.

 Άρθρο 372 ΠΚ – Κλοπή 

«Όποιος αφαιρεί ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα από την κατοχή άλλου, με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών»

Για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της κλοπής απαιτείται αφαίρεση ξένου κινητού πράγματος, που βρίσκεται στην κατοχή άλλου. Ως αφαίρεση νοείται η πράξη απομάκρυνσης ενός πράγματος από τη θέση στην οποία βρίσκονταν αρχικά, το οποίο –σε επίπεδο νομικό– σηματοδοτεί τη θραύση της παλιάς κατοχής και τη θεμελίωση νέας. Απαιτείται δόλος οριστικής αποστέρησης (ο δράστης θα πρέπει να στοχεύει σε οριστική αποστέρηση του πράγματος και όχι σε αφαίρεση για απλή χρήση), ο οποίος θα πρέπει να καλύπτει κάθε στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης, καθώς και σκοπός παράνομης ιδιοποίησης, θέληση, δηλαδή, εξουσιάσεως του πράγματος και αποκλεισμού του πραγματικού κυρίου.

Δικαιώματα Χρήσης: Pexels Photo, Πηγή εικόνας: ktar.com

Άρθρο 375 ΠΚ – Υπεξαίρεση 

«Όποιος ιδιοποιείται παρανόμως ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα που περιήλθε στην κατοχή του με οποιονδήποτε τρόπο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών»

Όσον αφορά τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της υπεξαίρεσης, απαιτείται ιδιοποίηση ξένου κινητού πράγματος, το οποίο βρίσκεται στην κατοχή του υπαιτίου. Βέβαια, η ιδιοποίηση θα πρέπει να έχει το στοιχείο του «παρανόμου», δεν θα πρέπει να στηρίζεται, δηλαδή, σε κάποια νόμιμη αξίωση. Ως νόμιμη αξίωση νοείται η απαίτηση που βασίζεται σε κάποιο υφιστάμενο δικαίωμα (π.χ. αν κάποιος μου χρωστάει 100 ευρώ και τα αφαιρέσω από το πορτοφόλι του, ενώ δεν κοιτάει, δεν τελώ κάποιο έγκλημα προσβολής της ιδιοκτησίας, διότι είχα νόμιμη αξίωση, αλλά το έγκλημα της αυτοδικίας). Ως προς την υποκειμενική υπόσταση απαιτείται δόλος, ο οποίος θα πρέπει να καλύπτει κάθε στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης και ο δράστης θα πρέπει να στοχεύει στην οριστική απομάκρυνση του πράγματος από τον πραγματικό κύριο.

Με μία σύντομη ανάλυση των δύο αυτών εγκλημάτων, εύκολα εντοπίζεται η πρώτη ειδοποιός διαφορά, η οποία σχετίζεται με το στοιχείο της κατοχής. Ως κατοχή νοείται η φυσική εξουσία πάνω σε ένα πράγμα, που γίνεται με θέληση εξουσιάσεώς του. Η κατοχή περιορίζεται στην υλική εξουσίαση του πράγματος και δεν απαιτείται κυριότητα του εξουσιάζοντος. Στην υπεξαίρεση προϋποτίθεται ότι το ξένο κινητό πράγμα έχει φύγει από την ξένη κατοχή και βρίσκεται στην κατοχή του δράστη, είτε βάσει κάποιας νόμιμης ενοχικής σχέσης (μίσθωση/χρησιδάνειο) είτε βάσει κάποιας παράνομης ενέργειας (απάτη/προηγούμενη αφαίρεση). Διαφορετικά είναι τα πράγματα στην περίπτωση της κλοπής, όπου ο δράστης πρέπει να επέμβει στην ξένη σφαίρα κατοχής, προκειμένου να αποκτήσει τη φυσική εξουσία του πράγματος. Στην τελευταία περίπτωση, θίγεται και το status κατοχής, καθιστώντας την κλοπή μια «θρασύτερη» προσβολή, ακόμη και αν –από αστική άποψη– εγκυμονεί μεγαλύτερος κίνδυνος απώλειας της κυριότητας, στην περίπτωση εκποίησης σε καλόπιστο τρίτο στο έγκλημα της υπεξαίρεσης (1036 ΑΚ).

Πιο εύκολα θα καταλάβουμε τη διαφορά αυτή μέσω ενός παραδείγματος. Ο Α εισέρχεται το βράδυ στο σπίτι του Β και αφαιρεί από τον τοίχο έναν πίνακα γνωστού ζωγράφου. Στην περίπτωση αυτή, πρόκειται για το έγκλημα της κλοπής, καθώς ο Α δεν ήταν με κάποιο τρόπο κάτοχος του πίνακα, αλλά έπρεπε να επέμβει στη σφαίρα κατοχής του Β, προκειμένου να τον αποκτήσει. Διαφορετική αντιμετώπιση θα είχε ο Α, αν ο Β του είχε χρησιδανίσει τον πίνακα και ο ίδιος αποφάσιζε να τον κρατήσει και να μην τον επιστρέψει. Ο Α θα ήταν ήδη κάτοχος του πίνακα, βάσει σχέσης χρησιδανείου και απλώς θα μετατρέπονταν αυτή η κυριαρχική σχέση (κατοχή) σε ιδιοποίηση, οδηγώντας μας στο έγκλημα της υπεξαίρεσης.

Εκεί, ακριβώς, εντοπίζεται και η δεύτερη διαφορά μεταξύ των δύο εγκλημάτων, στην ιδιοποίηση. Η ιδιοποίηση προϋποθέτει την ύπαρξη κατοχής και όχι την αφαίρεσή της. Για το λόγο αυτό, συναντάται μόνο στην αντικειμενική υπόσταση της υπεξαίρεσης. Συγκεκριμένα, αρκεί η εξωτερίκευση της θέλησης του δράστη να το εξουσιάζει από εδώ και πέρα σαν κύριος, η μετατροπή, δηλαδή, μίας σχετικής κυριαρχικής σχέσης (κατοχής) σε απόλυτη (ιδιοποίηση). Η ιδιοποίηση δεν εκλείπει, ωστόσο, εντελώς από το έγκλημα της κλοπής. Συγκεκριμένα, εντοπίζεται στην υποκειμενική του υπόσταση με μία διαφορετική μορφή, ως σκοπός ιδιοποίησης, ως θέληση εξουσιάσεως και όχι ως εξουσίαση καθαυτή.

Δικαιώματα Χρήσης: Mohamed Hassan από το Pixabay, Πηγή εικόνας: securitytech.gr

Τόσο η κλοπή όσο και η υπεξαίρεση συνιστούν εγκλήματα προσβολής της ιδιοκτησίας, θίγοντας την κοινωνική-πραγματική σχέση με το πράγμα. Ύστερα από την κατάδειξη των μεταξύ τους διαφορών, με ασφάλεια μπορούμε πλέον να απαντήσουμε στο ερώτημα που τέθηκε στην αρχή. Ο Α ως τρίτος που εισήλθε στο κατάστημα και αφαίρεσε το χρηματικό ποσό διέπραξε το έγκλημα της κλοπής. Η ιδιότητά του ως υπαλλήλου και, συγκεκριμένα, ως ταμία, θα άλλαζε ριζικά τα πράγματα, καθώς τα χρήματα θα βρίσκονταν στην κατοχή του και απλώς θα τα ιδιοποιούνταν.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Κλοπή 372 ΠΚ, lawspot.gr, διαθέσιμο εδώ 
  • Υπεξαίρεση 375 ΠΚ, lawspot.gr, διαθέσιμο εδώ 
  • Νικόλαος Μπιτζιλέκης (2020), Εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα -Θεσσαλονίκη


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ηλιάνα Πολύζου
Ηλιάνα Πολύζου
Γεννήθηκε στην Καρδίτσα το 2002. Είναι τριτοετής φοιτήτρια στο τμήμα Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Αναφορικά με το κλάδο σπουδών της προσανατολίζεται προς το ποινικό δίκαιο. Γνωρίζει αγγλικά και γαλλικά. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με εθελοντικές δράσεις.