Του Γιώργου Σαλπιγγίδη,
Συνήθως στο άκουσμα του έτους 1821, συνειρμικά ο νους μας κατευθύνεται στην Επανάσταση των Ελλήνων κατά του οθωμανικού ζυγού. Πράγματι, για τη χώρα μας αυτή η χρονολογία αποτελεί ορόσημο, καθώς τέθηκαν οι βάσεις για την απελευθέρωση του τόπου και τη δημιουργία του ελληνικού κράτους. Ωστόσο, το ίδιο περίπου διάστημα πραγματοποιούνται στην υπόλοιπη Ευρώπη διάφορες εξεγέρσεις κατά της απόλυτης μοναρχικής εξουσίας, καθιστώντας έτσι την πρώτη εικοσαετία του 19ου αιώνα «καζάνι που βράζει».
Αυτό το έντονο επαναστατικό πνεύμα, που κυριαρχούσε στην Ευρώπη την εποχή εκείνη, έρχεται να φωτίσει ο Διδάκτωρ Ιστορίας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών, Δημήτριος Κ. Γιαννακόπουλος, με το έργο του Η Εξεγειρόμενη Ευρώπη του 1820-1821. Τα Δυτικοευρωπαϊκά κινήματα και η έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, που κυκλοφόρησε φέτος από τις Εκδόσεις Επίκεντρο. Ο συγγραφέας «θέτει την πένα του επί τον τύπον των ήλων» -για να παραφράσουμε λίγο τη γνωστή φράση-, αφού με απλό και συνάμα επιστημονικό ύφος διερευνά πτυχές της Ευρωπαϊκής Ιστορίας, όχι και τόσο γνωστές στο ευρύ ελληνικό αναγνωστικό κοινό.
Χωρισμένο σε τρία μέρη, το βιβλίο έχει ως αφετηρία, στο πρώτο μέρος, το ιδεολογικό υπόβαθρο των κινημάτων που εκδηλώθηκαν, καθώς και τις διεθνείς συγκυρίες που διαδραματίζονταν στη γηραιά Ήπειρο. Πιο συγκεκριμένα, διερευνά τον πολιτικό φιλελευθερισμό, που αρχίζει να εμφανίζεται σε ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη -ύστερα και από την επιρροή της Γαλλικής Επανάστασης- και εκδηλώθηκε μέσα από τα αιτήματα για την παροχή Συντάγματος και τον περιορισμό των Απολυταρχικών εξουσιών, που εδραιώθηκαν μετά από την ήττα του Ναπολέοντα. Το φαινόμενο αυτό περιγράφεται ως Παλινόρθωση.
Επίσης, γίνεται μια απαραίτητη αναφορά στη δημιουργία των Μυστικών Εταιρειών, που κάνουν τότε αισθητή την παρουσία τους και στοχεύουν στη διάδοση των πολιτικών τους ιδεών στον απλό λαό, υπό άκρα μυστικότητα, έτσι ώστε να γίνει κοινωνός των απόψεων αυτών και εκείνες να αποκτήσουν μια συνοχή. Ορισμένες Εταιρίες τέτοιου είδους υπήρχαν ήδη από τη μεσαιωνική εποχή, αλλά τώρα αυξάνεται ο αριθμός τους και εξαπλώνεται η δράση τους. Η κυριότερη Μυστική Εταιρεία αυτού του ύφους -που διαπερνά όλο το βιβλίο- ήταν των Carbonari (Καρμπονάροι) της Ιταλίας, με την επιρροή της να είναι έντονη και σε άλλες παρόμοιες ομάδες. Πέραν, όμως, από αυτή τη πλευρά συναντάμε και τη σκοπιά των Μοναρχών, οι οποίοι ήρθαν αντιμέτωποι με αυτές τις δράσεις, καθώς στόχο είχαν τον περιορισμό της εξουσίας τους. Τον πιο σκληρό ρόλο κατά του Φιλελευθερισμού είχε ο Κλέμενς φον Μέττερνιχ, Υπουργός Εξωτερικών της Αυστριακής Αυτοκρατορίας και μετέπειτα Καγκελάριος.
Στο δεύτερο μέρος γίνεται λόγος για τα επαναστατικά κινήματα αυτά καθ’ εαυτά. Η καταγραφή τους μάς βοηθά να κατανοήσουμε καλύτερα τον τρόπο με τον οποίο οι επαναστατικές και φιλελεύθερες ιδέες μπολιάστηκαν στη συνείδηση του κόσμου και οδήγησαν σε αλυσιδωτές εξεγέρσεις στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, αλλά και στις αποικίες της Αμερικανικής Ηπείρου. Η άκρη της αλυσίδας αυτής θα μπορούσε να τοποθετηθεί κάλλιστα στη μεταναπολεόντεια Γαλλία, η οποία γνώρισε την Παλινόρθωση του μονάρχη της και είχε τη στήριξη των άλλων δυνάμεων. Η παραχώρηση στον λαό μιας «Χάρτας» βασικών δικαιωμάτων -κατά τα πρότυπα της Αγγλικής του 1215- δεν ικανοποίησε τον λαό, που επιθυμούσε την ουσιαστική παροχή Συντάγματος. Ωστόσο, εκτός από τη φιλελεύθερη πτέρυγα των πολιτών υπήρχε και η φιλομοναρχική, δημιουργώντας έτσι στην κοινωνία δύο πόλους. Η αποφασιστική καταστολή των επαναστατικών δράσεων στη χώρα θα έρθει ύστερα από τη δολοφονία του διαδόχου του γαλλικού θρόνου, Καρόλου-Φερδινάνδου.
Το κλίμα του αναβρασμού πέρασε και σε άλλες γειτονικές περιοχές, όπως στις κατακερματισμένες Γερμανικές Χώρες, με τους φοιτητές να έχουν ενεργό δράση, αλλά και σε αυτή τη περίπτωση μια δολοφονία θα δώσει την αφορμή στους μονάρχες να επέμβουν για να μην κινδυνεύσει το status quo. Από τα κινήματα που αναπτύχθηκαν το διάστημα αυτό ξεχωρίζουν τρία για την έκταση και τη σημασία τους. Αυτά σε Ισπανία, Νάπολη και Πεδεμόντιο. Ενδεικτικά, μπορούμε να αναφέρουμε την περίπτωση της επανάστασης στην Ισπανία, που είχε ως σκοπό την επαναφορά του Συντάγματος του 1812 -που είχε θεσπιστεί επί Ναπολέοντα, όταν κατέλαβε την περιοχή- και τον περιορισμό του αυταρχικού Φερδινάνδου Ζ`. Έπειτα από την έκρηξη ενός εμφυλίου πολέμου (1823), η Ιερά Συμμαχία αποφάσισε να καταπνίξει την επανάσταση, ισχυροποιώντας το εκεί μοναρχικό καθεστώς.
Στο τρίτο και τελευταίο μέρος, ο συγγραφέας επικεντρώνεται γύρω από το πλαίσιο της Ελληνικής Επανάστασης. Εδώ, μεταξύ άλλων, γίνεται αναφορά στις ελληνικές Μυστικές Εταιρείες, πριν από τη Φιλική Εταιρεία, που δραστηριοποιούνταν σε διάφορες περιοχές ανά την Ευρώπη, όπως το «Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο» στο Παρίσι, η «Φιλόμουσος Εταιρεία» σε Βιέννη και Αθήνα και άλλες. Οι λόγοι για την ίδρυσή τους ποικίλουν. Ενδεικτικά, μπορούμε να πούμε πως ήταν ο φωτισμός του γένους, η διάσωση του ελληνικού πνεύματος, αλλά και η διάδοση επαναστατικών και φιλελεύθερων ιδεών. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται, όπως είναι φυσικό, στη Φιλική Εταιρεία, την ίδρυσή της, τα μέλη της και τη δράση τους, το φιλοσοφικό της υπόβαθρο και το έργο που παρήγε. Επιπροσθέτως, παρατίθενται στοιχεία σχετικά με την ηγεσία της και πώς αυτή πέρασε στον Αλέξανδρο Υψηλάντη, έπειτα από την άρνηση του Καποδίστρια.
Στο ίδιο μέρος, παρουσιάζονται τα κοινά σημεία και οι διάφορες της Ελληνικής Επανάστασης με αυτές στην Ευρώπη, ενώ συναντάμε και τις απόψεις ορισμένων ελληνικών προσωπικοτήτων σχετικά με την Εταιρεία, την Επανάσταση και τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά κινήματα. Το ενδιαφέρον είναι πως όλοι οι σύγχρονοι των γεγονότων αυτών αρνούνται την ιδεολογική σχέση της Ελληνικής Επανάστασης με τον Καρμποναρισμό, θέλοντας να διαχωρίσουν τη θέση τους στα μάτια των Μοναρχών για να δείξουν πως δεν κινδύνευε η εξουσία τους από αυτούς.
Αξίζει στο σημείο αυτό να κάνουμε ειδική αναφορά στην επιλογή του συγγραφέα να σταχυολογήσει ορισμένες πηγές, σχετικές με τα θέματα που επιλέγει να θίξει. Με τον τρόπο αυτό, μας μεταφέρει νοερά στο κλίμα της εποχής, αναδεικνύοντας τις σκέψεις των πρωταγωνιστών της, ενώ εμπεριέχεται και ένας χρονολογικός πίνακας που βοηθά τον αναγνώστη να δει κατοπτρικά τα γεγονότα. Επίσης, στο τέλος του βιβλίου υπάρχει μια πλούσια βιβλιογραφία στην οποία μπορεί να ανατρέξει το φιλίστορ κοινό.
Εν κατακλείδι, το πόνημα αυτό αποτελεί μια εξαιρετική κριτική μάτια για τα Επαναστατικά κινήματα στην Ευρώπη το διάστημα 1820-1821, συνδέοντάς τα, παράλληλα, με την Ελληνική Επανάσταση.