14.3 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024
Αρχική1821-2021: 200 Χρόνια Ανεξαρτησίας και ΜνήμηςΟι φάσεις της πολιορκίας της Ακρόπολης (1826-1827)

Οι φάσεις της πολιορκίας της Ακρόπολης (1826-1827)


Του Γιώργου Σαλπιγγίδη,

Το 1826 αποτέλεσε έτος καίριων γεγονότων για τον Εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα. Στο πολιτικό επίπεδο, κυριαρχούσαν οι εργασίες της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης, που πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο, ενώ στο πεδίο των μαχών δέσποζε η έξοδος του Μεσολογγίου. Σε αυτό το κλίμα του αναβρασμού, έλαβε χώρα και ένα από τα γνωστότερα περιστατικά του Αγώνα, η πολιορκία της Ακρόπολης των Αθηνών, του στρατηγικού αυτού σημείου για την ευρύτερη περιοχή της Στερεάς Ελλάδας, καθώς τα υπόλοιπα μέρη της είχαν πέσει στα χέρια των Οθωμανών.

Οι ιστορίες από το Μεσολόγγι ενίσχυσαν την αποφασιστικότητα των Οθωμανών, αλλά πείσμωσαν τους Έλληνες, που πήραν θάρρος από το παράδειγμα των συμπατριωτών τους κι ήταν έτοιμοι για ν’ αντισταθούν, δίνοντας ακόμα και τη ζωή τους, υπερασπιζόμενοι την Αθήνα, που ήταν στα χέρια τους. Στις 3 Ιουλίου 1826, έφτασαν, λίγο έξω από εκεί, οι δυνάμεις του Μεχμέτ Ρεσί Πασά ή Κιουταχή, όπως είναι ευρέως γνωστός, που αριθμούσαν 10.000 άνδρες, ενώ ο ίδιος ο Οθωμανός στρατηγός εμφανίστηκε στην πόλη στις 16 του ίδιου μήνα. Από την πλευρά των εξεγερμένων, ο Ανδρέας Ζαΐμης εμπιστεύτηκε στο Γεώργιο Καραϊσκάκη τη γενική αρχηγία των στρατευμάτων της Στερεάς Ελλάδας, παρά τις διαφωνίες που είχαν στο παρελθόν. Έτσι, ο οπλαρχηγός κινήθηκε προς τη Σαλαμίνα μαζί με 600 παλικάρια. Στο μεταξύ, καθ’ όλο το διάστημα του Ιουλίου, πραγματοποιούνταν μικρής κλίμακας επιθέσεις. Στις 28 του μήνα, ο Καραϊσκάκης στράφηκε προς την Ελευσίνα για να συντονίσει τις εκεί ενέργειες, όπου δύο μέρες μετά έφτασε κι ο Γάλλος φιλέλληνας και στρατηγός Κάρολος Φαβιέρος μαζί με 1.750 πολεμιστές. Για να μην προκληθεί διαμάχη ανάμεσα στους δυο στρατηγούς, αποφασίστηκε οι αποφάσεις να παίρνονται από κοινού. Η Ελευσίνα το επόμενο διάστημα θα δεχτεί ενισχύσεις από διάφορα μέρη κι έτσι, οι συνολικές δυνάμεις στην περιοχή θα φτάσουν τις 2.500.

Αργότερα, τις πρώτες δυο μέρες του Αυγούστου, το τείχος της Αθήνας είχε υποστεί σοβαρές ζημίες, ύστερα από τους κανονιοβολισμούς των Οθωμανών, με αποτέλεσμα την αυγή της 3ης Αυγούστου να προβούν σε μαζική επίθεση οι 5.000 άντρες κατά των 800 Ελλήνων και την υποχώρηση των τελευταίων στο βράχο της Ακρόπολης, μαζί με το φρούραρχο της Αθήνας, Γιάννη Γκούρα. Στο άκουσμα της είδησης για την προέλαση των Οθωμανών στην Αθήνα ο Καραϊσκάκης με τους οπλαρχηγούς του αποφάσισε να επιτεθεί στους αντιπάλους, μ’ επακόλουθες τις μάχες στο Χαϊδάρι, που κράτησαν από τις 6 έως τις 8 Αυγούστου, με αρκετές απώλειες και για τις δυο πλευρές.

Ο Κιουταχής, βλέποντας πώς έχει η κατάσταση, αποφάσισε να διαλύσει το συντομότερο δυνατό την πολιορκία, πριν ενισχυθούν οι ελληνικές θέσεις. Σχεδίασε, λοιπόν, να εισβάλει στην Ακρόπολη, καταστρέφοντας το τείχος μέσα από υπονόμους -θα έσκαβε λαγούμια κάτω από σημεία του τείχους για να γκρεμιστεί. Τα σχέδιά του, όμως, δεν ευοδώθηκαν, διότι οι πολιορκημένοι φρόντιζαν να σχηματίζουν ανθυπονόμους -λαγούμια κάτω από αυτά των Οθωμανών, για να καταρρέουν αυτά του εχθρού και να μην προχωρούν- ματαιώνοντας τις βλέψεις τους. Επικεφαλής αυτού του έργου ήταν ο πολύπειρος Κώστας Χορμοβίτης ή Λαγουμιτζής, που μπήκε εθελοντικά στην Ακρόπολη, ενώ συμμετείχε σε παρόμοιες επιχειρήσεις στο Νεόκαστρο και στο Μεσολόγγι. Ο Κιουταχής, αντικρίζοντας τις αποτυχίες των δικών του, ζήτησε να του σταλούν άλλοι εμπειρότεροι, καθώς επιθυμούσε να κατακτήσει το βράχο, γιατί πίστευε πως ήταν στρατηγικό σημείο και, επίσης, έλεγε πως «οι Ευρωπαίοι και τα λοιπά έθνη των απίστων θεωρούσι […] ως ίδιαν αυτών οικία», αναφερόμενος στους φιλέλληνες που μάχονταν εκεί.

Υδατογραφία με την αναπαράσταση της πολιορκίας της Ακρόπολης, του Δ. Ζωγράφου. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αθήνα. Πηγή εικόνας: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. ΙΒ΄, σελ. 424

Η κόπωση ήταν μεγάλη, με τις επιθέσεις να συνεχίζονται και με τους ανθυπονόμους να μη σταματούν. Ορισμένοι άντρες λιποτάκτησαν και η ανάγκη για νέους επαυξάνονταν. Έτσι, επιχειρήθηκε η είσοδος στρατιωτών και πολεμοφοδίων δυο φορές μέσα στο Σεπτέμβριο, στις 13 και 27 κατά τη διάρκεια της νύχτας. Ωστόσο, απέτυχαν αμφότερες, καθώς στη μεν πρώτη σημειώθηκαν μάχες ανάμεσα στους αντιπάλους, στη δε δεύτερη έγιναν αντιληπτοί οι Έλληνες από τους Οθωμανούς και σημειώθηκε καταδίωξη.

Το βράδυ μεταξύ της 31ης Σεπτεμβρίου και 1ης Οκτωβρίου ένα βόλι βρήκε το φρούραρχο της Ακρόπολης Γκούρα και τον σκότωσε. Προσωρινά τη θέση του έλαβε ο Μακρυγιάννης, ενώ ο Κιουταχής, στις 3 Οκτωβρίου, προσπάθησε να επωφεληθεί από αυτή την απώλεια και επιτέθηκε στη περιοχή Λιοντάρι, αλλά δίχως αποτέλεσμα, καθώς οι πολιορκημένοι ανταπέδωσαν με βόμβες. Το ίδιο συνέβη και στις 7 του μήνα, με επίθεση των Οθωμανών που κατέληξε σε δίωρη μάχη, αλλά και πάλι δεν κατάφεραν τίποτα. Την επόμενη μέρα, οι Έλληνες ανατίναξαν έναν υπόνομο, για να προξενήσουν ταραχή στον αντίπαλο και μέσα στον πανικό που δημιουργήθηκε έσπευσαν σε επίθεση και κατόρθωσαν να πάρουν πολλά λάφυρα.

Λίγα χιλιόμετρα μακριά, οι επαναστατημένοι πραγματοποιούσαν συμβούλιο υπό την ηγεσία του Καραϊσκάκη, αποφασίζοντας να στείλουν στην Ακρόπολη ενισχύσεις με επικεφαλής το Νικόλαο Κριεζώτη. Για να μπορέσουν να μπουν, ο Φαβιέρος με τους άνδρες του ετοίμασαν έναν αντιπερισπασμό, ενώ ο Κριεζώτης με τα 450 παλικάρια του έφτασαν στου Φιλοπάππου και -αφού κατεδίωξαν τους Οθωμανούς που φρουρούσαν την είσοδο προς την Ακρόπολη-, κατάφεραν να εισέλθουν στις 12 Οκτωβρίου. Όταν ο Κιουταχής ενημερώθηκε για τα γεγονότα, διέταξε να ενταθεί η πολιορκία και να κατασκευαστούν καλύτερα οχυρώματα, ενώ, παράλληλα, συνέχιζε να φτιάχνει υπονόμους.

Τον επόμενο μήνα, οι υπερασπιστές της Ακρόπολης ήρθαν αντιμέτωποι με την έλλειψη μπαρουτιού, έτσι ενημέρωσαν την Κυβέρνηση, που τώρα βρισκόταν στην Αίγινα, και για το λόγο αυτό εστάλη και ο Μακρυγιάννης για να τους πληροφορήσει εκ του σύνεγγυς. Αποφασίστηκε τελικά πως ο Φαβιέρος, μαζί με τους 480 άνδρες του, θα ήταν αυτοί που θ’ ανεφοδιάσουν τους Αγωνιστές, το βράδυ της 29ης Νοεμβρίου. Στην αρχή το σώμα αυτό πέρασε απαρατήρητο από τους Οθωμανούς, ωστόσο δεν άργησαν να τους αντιληφθούν και άνοιξαν πυρ εναντίον τους, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει μια σύντομη μάχη, στην οποία συμμετείχαν και οι πολιορκημένοι. Ο απολογισμός ήταν ο θάνατος 100 Ελλήνων, αλλά ο αρχικός στόχος επετεύχθη με τον ανεφοδιασμό των δυνάμεων.

Ο Γάλλος φιλέλληνας Κάρολος Φαβιέρος. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα. Πηγή εικόνας: Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τόμ. ΙΒ΄, σελ. 425

Με την ολοκλήρωση της αποστολής ο Φαβιέρος θέλησε ν’ αποχωρήσει μαζί με τις δυνάμεις του, αλλά οι υπερασπιστές του βράχου θέλησαν να μείνουν και να τους βοηθήσουν. Τελικά, αποφασίστηκε ν’ αποσυρθούν το βράδυ της 5ης Δεκεμβρίου, αφού πρώτα πραγματοποιήσουν μια επίθεση κατά των Οθωμανικών θέσεων. Στην επίθεση συμμετείχαν 3 λόχοι του τακτικού στρατού, ο λόχος των φιλελλήνων και οι άνδρες του Κριεζώτη, συνολικά, δηλαδή, 400 άτομα. Η μάχη ήταν σκληρή και κράτησε τρεις ώρες, με τα κανόνια των Οθωμανών να βάλουν συνεχώς, αλλά οι ελληνικές δυνάμεις μπόρεσαν να εκδιώξουν από την Πλάκα τους αντιπάλους τους. Ένας λάθος, όμως, συγχρονισμός προκάλεσε την αναδιοργάνωση του στρατού και έτσι επέστρεψαν όλοι στην Ακρόπολη με πολλά λάφυρα.

Ο Κιουταχής, βλέποντας πως δε μπορεί να λύσει την πολιορκία, αποφασίζει να στείλει απεσταλμένο, στις 25 Δεκεμβρίου, για να ζητήσει από τους υπερασπιστές να παραδοθούν, με οποιονδήποτε όρο ήθελαν. Η πρόταση αυτή, όμως, έπεσε στο κενό και η πολιορκία συνεχίστηκε. Οι προσπάθειες του Κιουταχή συνεχίστηκαν και οι Έλληνες ήταν αντιμέτωποι πια με τις λοιμώδεις αρρώστιες, με την έλλειψη ανδρών και πολεμοφοδίων. Η θέση τους θα επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο, όταν θ’ αναλάβουν, τον Ιανουάριο του 1827, την ηγεσία του στρατού και του στόλου οι Τσώρτς και Κόχραν αντίστοιχα. Ο πρώτος επέμενε να κατευθύνει τις επιχειρήσεις σε μια κατά μέτωπο επίθεση, αλλά δεν έλαβε υπόψιν το μικρό αριθμό των ανδρών που υπήρχε πάνω στο βράχο.

Οι επόμενοι μήνες θα κυλήσουν με δυσκολία, αλλά το πείσμα των Αγωνιστών ήταν σκληρό και κατάφεραν να αντισταθούν. Η αρχή του τέλους θα έρθει με το θάνατο του Καραϊσκάκη στις 23 Απριλίου 1827 και την επόμενη μέρα θα δοθεί ένα ακόμα πλήγμα με την ήττα των Ελλήνων στη μάχη του Αναλάτου. Μέσα σε αυτό το σκηνικό, οι πολιορκημένοι ήταν έτοιμοι να πραγματοποιήσουν μια ηρωική έξοδο, αντίστοιχη με αυτή του Μεσολογγίου. Εν τέλει, όμως, ύστερα από πολλές συζητήσεις μεταξύ των Ελλήνων, αποφασίστηκε να παραδοθεί ο βράχος στους Οθωμανούς.

Η κυρά του κάστρου της Ακρόπολης. Απεικόνιση της Ασημούς Λοιδωρίκης Γκούραινας, έργο του Nicolas Gosse Louis Francois (1787-1878), Εθνική Πινακοθήκη, παράρτημα Ναυπλίου. Πηγή εικόνας: nationalgallery.gr

Μεσολαβητής ήταν ο Γάλλος αξιωματικός Δεριγνύ και οι διαπραγματεύσεις κράτησαν περίπου έναν μήνα και στις 24 Μαΐου υπογράφηκε, ανάμεσα στις δυο πλευρές, η συνθήκη παράδοσης. Μεταξύ των όρων της συνθήκης αναφερόταν, πως η φρουρά θα διατηρούσε τα όπλα της κατά την έξοδο, οι κάτοικοι θα επέστρεφαν στις εστίες τους δίχως να κινδυνεύει η ζωή τους κ.α.

Τελικά, η αποχώρηση των Ελλήνων στις 25 Μαΐου έγινε ήρεμα και χωρίς έκτροπα. Μπορεί εκείνη τη στιγμή να χάθηκε ένα στρατηγικό σημείο στη Στερεά Ελλάδα, ωστόσο ο πόθος για την ελευθερία δεν έσβησε και ο Αγώνας συνεχίστηκε.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Συλλογικό έργο (1975), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Η Ελληνική Επανάσταση και η Ίδρυση του Ελληνικού Κράτους 1821-1832 ,τομ. ΙΒ΄, Αθήνα: Εκδ. Αθηνών
  • Βακαλόπουλος, Απόστολος (1982), Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, Η Μεγάλη Ελληνική Επανάσταση 1821-1829-Ο Αφρικανός Σιμούν ή Η Επιδρομή του Ιμπραΐμ στην Ελλάδα, τόμ. Ζ΄, Αθήνα: Εκδ. Τεγόπουλος Α.Ε.
  • Φωτιάδης, Δημήτρης (1977), Η Επανάσταση του εικοσιένα, Αθήνα: Εκδ. Ν. Βότση

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιώργος Σαλπιγγίδης, Σύμβουλος Διοίκησης
Γιώργος Σαλπιγγίδης, Σύμβουλος Διοίκησης
Γεννημένος στην Αθήνα το 1999. Φοιτητής του Τμήματος Ιστορία, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών, της Καλαμάτας. Λάτρης της Βυζαντινής και Νεότερης Ιστορίας, του αρχαίου θεάτρου, του βιβλίου και της μαγειρικής.