23.5 C
Athens
Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024

Η Α΄ Πολιορκία του Μεσολογγίου


Της Μαρίας Τσέα,

Τον Οκτώβριο του 1822 συναντώνται στη Λεπενού της Αιτωλοακαρνανίας ο Ομέρ Βρυώνης και ο Μεχμέτ Ρεσίτ Πασάς, ο επονομαζόμενος Κιουταχής. Η δύναμη των δύο στρατηγών ανερχόταν σε 7.000 ή 8.000 άνδρες περίπου και φαινόταν έτοιμη να σβήσει την, πρόσφατα αναμμένη, επαναστατική φλόγα στην Αιτωλία και το Μοριά.

Σχεδόν ανεμπόδιστα, οι τουρκικές δυνάμεις διασχίζουν το Αγγελόκαστρο και την 21η του Οκτώβρη φτάνουν στο Κεφαλόβρυσο, το οποίο απείχε απόσταση δύο ωρών από το Μεσολόγγι. Εκεί στήθηκε και μια πρώτη γραμμή άμυνας με ελληνικά στρατεύματα από διάφορα σημεία της Αιτωλίας. Ανάμεσα στους αμυνόμενους βρίσκονταν ο Μάρκος Μπότσαρης, ο Αλέξανδρος Βλαχόπουλος, ο Γεώργιος Τσόγκας και ο Δημήτριος Μακρής. Η ελληνική αντίσταση κράτησε ελάχιστες ώρες και τελικά ανάγκασε τους ντόπιους οπλαρχηγούς να καταφύγουν στα βουνά και τους Κίτσο και Μάρκο Μπότσαρη να εισέλθουν καταδιωκόμενοι στο Μεσολόγγι.

Το ηθικό των Ελλήνων είχε πέσει αρκετά. Αισιόδοξος παρέμενε ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ο οποίος βρισκόταν ήδη στο Μεσολόγγι και από τις 20 Οκτωβρίου ζητούσε από τους Υδραίους να βοηθήσουν στέλνοντας πλοία. Στην πόλη εκείνη την περίοδο δεν υπήρχαν ούτε τρόφιμα ούτε στρατός και επικρατούσε ο φόβος ότι αν έπεφτε το Μεσολόγγι, ο Ομέρ και ο Κιουταχής θα περνούσαν στη Ναύπακτο και από εκεί στην Πελοπόννησο.

Αμέσως μετά τη νίκη τους στο Κεφαλόβρυσο, οι τουρκικές δυνάμεις φτάνουν στην πεδιάδα του Μεσολογγίου και τέσσερις μέρες μετά θα βρεθούν έξω από το Μεσολόγγι. Για να ξεκινήσουν την πολιορκία, τα δύο στρατεύματα θα χωριστούν, με τον Ομέρ Βρυώνη να στρατοπεδεύει σε θέση κοντά στον Άγιο Δημήτριο και τον Κιουταχή κοντά στον Άγιο Αθανάσιο. Στην τουρκική δύναμη συγκαταλέγονταν οι Έλληνες Βαρνακιώτης, Μπακόλας, Ίσκος, Ράγκος και Βαλτινός, οι οποίοι είχαν πρωτύτερα δηλώσει υποταγή.

Ο Ομέρ Βρυώνης, ένας από τους 2 πασάδες που συμμετείχαν στην εκστρατεία. Έργο του Giovanni Boggi. Πηγή/europeana.eu

Και ενώ είχε ήδη αρχίσει η από ξηράς πολιορκία με κανόνια και βομβοβόλα να βρίσκονται σε απόσταση βολής από τα τείχη της πόλης, τρία τουρκικά πλοία του Γιουσούφ πασά της Πάτρας έφτασαν μπροστά στη λιμνοθάλασσα κλείνοντας το δρόμο προς την Πελοπόννησο και εμποδίζοντας την αποστολή ενισχύσεων και εφοδίων στους επαναστάτες. Η πρώτη φάση της πολιορκίας του Μεσολογγίου ξεκινά τις τελευταίες μέρες του Οκτωβρίου.

Το τείχος της πόλης είχε τέσσερα πόδια ύψος και δύο πόδια πλάτος. Κάποια σημεία του ήταν χτισμένα με πέτρα και κάποια με πλίνθο, ενώ επάνω του ήταν τοποθετημένα δεκατέσσερα παλιά κανόνια. Η τάφρος εμπρός του τείχους είχε βάθος τεσσάρων ποδιών, πλάτος επτά και μήκος ενός μιλίου. Από τη θάλασσα, την πόλη προάσπιζαν τα κανόνια που βρίσκονταν στο Βασιλάδι, ένα πολύ μικρό ακατοίκητο νησάκι που βρίσκεται στην είσοδο της λιμνοθάλασσας.

Η δύναμη των πολιορκημένων αποτελούνταν από τριακόσιους πενήντα άνδρες, με πολεμοφόδια και τροφές για ένα μήνα. Η μικρή αυτή ελληνική δύναμη κλήθηκε να αντιμετωπίσει δέκα χιλιάδες Τούρκους οπλισμένους με το ηθικό των νικητών. Δύο μερόνυχτα κράτησαν οι σφοδροί βομβαρδισμοί των τουρκικών κανονιών, χωρίς όμως να προκαλέσουν ιδιαίτερες ζημιές στο Μεσολόγγι. Οι βόμβες περνούσαν πάνω από την επίπεδη πόλη και τα χαμηλά της σπίτια και κατέληγαν στα νερά των ακτών χωρίς να προξενούν κάποια βλάβη.

Την τρίτη μέρα, οι πασάδες συνήλθαν σε συμβούλιο στο οποίο προτάθηκαν διάφορες απόψεις για τη συνέχεια της πολιορκίας. Ο Κιουταχής και ο Γιουσούφ πρότειναν την αιφνιδιαστική επίθεση στα πιο αδύναμα μέρη του τείχους, αλλά δε βρήκαν σύμφωνο τον Ομέρ, ο οποίος θεώρησε ότι μια τέτοια ενέργεια θα προξενούσε σημαντικές φθορές και στο δικό τους στρατιωτικό σώμα. Η πιο σοφή κίνηση, για το Βρυώνη, ήταν η υποταγή των Ελλήνων με διαπραγματεύσεις, απόφαση που έγινε τελικά αποδεκτή από το συμβούλιο και γρήγορα τέθηκε σε εφαρμογή.

Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος οργανώνει την άμυνα του Μεσολογγίου. Πίνακας του Peter Von Hess. Πηγή/gr.pinterest.com

Ο γενικός αρχηγός των στρατιωτικών δυνάμεων και πασάς των Ιωαννίνων Βρυώνης διέταξε το Βαρνακιώτη να γράψει στους προκρίτους του Μεσολογγίου, από τους οποίους δεν έλαβε καμία απάντηση. Σε μια δεύτερη προσπάθεια, ανατέθηκε στον Άγο Βασιάρη να επικοινωνήσει με το γνωστό του Μάρκο Μπότσαρη. Οι παλιοί γνώριμοι συναντήθηκαν σε απόσταση βολής και ο Άγος συμβούλεψε το Μπότσαρη να λήξει την αντίσταση και να συμβιβαστεί.

Εκμεταλλευόμενοι οι Έλληνες τη διάθεση των Οθωμανών για διαπραγματεύσεις, αποφάσισαν να παρατείνουν το διάλογο, έως ότου φτάσουν στο Μεσολόγγι τα απαραίτητα πλοία από την Ύδρα και στρατός από την Πελοπόννησο. Οπλαρχηγοί της Πελοποννήσου άρχισαν να κινητοποιούνται για τη σωτηρία του Μεσολογγίου, ιδιαίτερα ο Κολοκοτρώνης, καθώς και ο Ανδρέας Ζαΐμης και ο Ανδρέας Λόντος. Μπροστά στη λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου φάνηκαν επίσης οκτώ πλοία από την Ύδρα και τις Σπέτσες, τα οποία έτρεψαν σε φυγή το στόλο του Γιουσούφ Πασά. Τον πλήρη έλεγχο της εισόδου στο Μεσολόγγι από τη θάλασσα τον είχαν πλέον οι Έλληνες.

Η ενίσχυση από την Πελοπόννησο έφτασε στις 13 Νοεμβρίου και αποτελούνταν από 1.500 άνδρες. Λίγο αργότερα η άμυνα ενισχύθηκε και από άλλους οπλαρχηγούς της Στερεάς. Όταν οι Τούρκοι κατάλαβαν για ποιο λόγο ότι οι πολιορκημένοι καθυστερούσαν τις διαπραγματεύσεις, ήταν πλέον αργά. Το τελευταίο γράμμα των Ελλήνων περιείχε μια φράση παρόμοια με εκείνη του Λακεδαίμονα στρατηγού: «αν θέλετε τον τόπο μας», έγραψαν, «ελάτε να τον πάρετε».

Επάλληλες εχθροπραξίες συνεχίζονταν μέχρι το Δεκέμβριο. Ο χρόνος που περνούσε, ευνοούσε τους Έλληνες και ταλαιπωρούσε τους Τούρκους. Ο χειμώνας, οι βροχές και οι αρρώστιες δυσκόλευαν κατά πολύ τη θέση των πολιορκητών, με αποτέλεσμα να αρχίσουν να ακούγονται οι πρώτοι ψίθυροι για λύση της πολιορκίας. Τελευταία επιλογή η έφοδος.

Ο Μάρκος Μπότσαρης. Έργο του Διονυσίου Τσόκου. (1861) Πηγή/paletaart.wordpress.com

Η ημερομηνία για την εισβολή των Τούρκων ορίστηκε η 25η Δεκεμβρίου, καθώς θεωρήθηκε ότι οι πολιορκημένοι Έλληνες θα άφηναν τα τείχη για να γιορτάσουν στις εκκλησιές τα Χριστούγεννα. Την ώρα της εφόδου, όμως, και μετά από «προδοσία» του σχεδίου από τον ηπειρώτη Γιάννη Γούναρη, οι πολιορκημένοι βρίσκονταν στις θέσεις μάχης, έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τον κατακτητή.

Η επίθεση των Οθωμανών κράτησε τρεις ώρες και δεν είχε κανένα αποτέλεσμα. Οι πασάδες βλέποντας, εκατοντάδες στρατιώτες τους να πέφτουν νεκροί μπροστά στα τείχη, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Στις 31 Δεκεμβρίου έλυσαν την πολιορκία και επέστρεψαν στην Ήπειρο αφήνοντας πίσω τους κανόνια, αποσκευές και άλλα εφόδια. Μετά την αναχώρηση των Τούρκων, ενώθηκαν με τους Έλληνες και οι οπλαρχηγοί Ανδρέας Ίσκος και Γεώργιος Βαλτινός, οι οποίοι λίγους μήνες πριν είχαν προσχωρήσει στην τουρκική δύναμη.

Με ένα πρωτοχρονιάτικο δώρο έληξε η πρώτη φάση της πολιορκίας του Μεσολογγίου. Ένα δώρο που γρήγορα θα λησμονηθεί όταν ακολουθήσει η, μετά από δύο ακόμη πολιορκίες, τελική τραγική έξοδος τον Απρίλιο του 1826.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Γ. Φ. Χέρτσβεργ (1916) Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως τόμος Β΄. Αθήνα:Εκδ. Οίκος Γ. Φεξή
  • Ν. Κ. Κασομούλη (1940) Ενθυμήματα στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων Τόμος Α΄ Αθήνα
  • Δ. Α. Κόκκινου (1974) Η Ελληνική Επανάσταση Τόμος Α΄ (6η έκδ.) Αθήνα:Εκδ. Μέλισσα
  • Συλλογικό Έργο (1975) Ιστορία του Ελληνικού Έθνους Τόμος ΙΒ΄ Αθήνα:Εκδοτική Αθηνών
  • Σ. Τρικούπη (1978) Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως Τόμος Α΄ Αθήνα:Εκδ. οίκος Χρ. Γιοβάνη

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία Τσέα
Μαρία Τσέα
Γεννήθηκε στη Βέροια το 2002. Το 2020 εισήλθε, με πανελλαδικές εξετάσεις, πρώτη στην πρώτη της επιλογή, το τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΑΠΘ. Ενδιαφέρεται για την σύγχρονη ιστορία με την μελέτη της οποίας θα ήθελε να ασχοληθεί στο μέλλον. Έχει παρακολουθήσει μαθήματα κιθάρας για 7 χρόνια και είναι αθλήτρια του βόλεϊ στο Ωραιόκαστρο Θεσσαλονίκης.