18.6 C
Athens
Τετάρτη, 8 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΘεσσαλονίκη: Πηγή αξιομνημόνευτης ιστορίας

Θεσσαλονίκη: Πηγή αξιομνημόνευτης ιστορίας


Της Στεφανίας Αρβανιτάκη,

«…Αλλά ακόμα μεγαλύτερος είναι ο τωρινός ρόλος της (Θεσσαλονίκης) και ο προορισμός της για το μέλλον (…) κατακτάει την ευημερία. Κατακτάει το μέλλον (…) και το αύριο προμηνύεται λαμπρό σε αυτήν την αιώνια πόλη».
Μανόλης Ανδρόνικος

Η Θεσσαλονίκη στην μακραίωνη ιστορική της διαδρομή ουδέποτε δεν αναπαύτηκε στις δάφνες της. Αντιθέτως, η ιστορία που έγραψε και που συνεχίζει να γράφει μαρτυρεί την αέναη προσφορά της όχι μόνο στον ελληνισμό, αλλά και στον χριστιανισμό. Όντας μια πόλη που επέδειξε σταθερά, αμετάβλητα στοιχεία μέσα στον χρόνο (πράγμα που σπανίζει όσο αναφορά την εξέλιξη άλλων ελληνικών πόλεων), κατάφερε να εδραιωθεί και να κατακτήσει τους τίτλους της «συμβασιλεύουσας» και «συμπρωτεύουσας». Αξιομνημόνευτο χαρακτηριστικό της ζωντανής και δημιουργικής αυτής πολιτείας είναι ο πνευματικός πολιτισμός της, που όχι μόνο δεν γνώρισε σύνορα, αλλά κανένας σκόπελος δεν παρεμπόδισε την συνεισφορά του στο πανελλήνιο. Αυτήν ακριβώς, λοιπόν, την πτυχή της πόλης θα θίξουμε, στο παρόν άρθρο, την πάντοτε σημαντική και με αδιάκοπη, σχεδόν ανεξάντλητη, θα λέγαμε, ακτινοβολία και αίγλη.

Κάνοντας μια αναδρομή στο ιστορικό παρελθόν, είναι σκόπιμο να αναφερθεί πως, ενώ η Θεσσαλονίκη δεν είναι η πιο αρχαία πόλη, γνωρίζουμε το ακριβές έτος ίδρυσής της μέσα από πηγές (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ήδη από τα προϊστορικά χρόνια δεν υπήρχε ζωή στην περιοχή αυτή), κάτι το οποίο δεν ισχύει για πολλές άλλες πόλεις. Στην πραγματικότητα, σχεδόν στις αρχές της ελληνιστικής εποχής, και πιο συγκεκριμένα το 316/5 π.Χ., ο Κάσσανδρος προέβη σε συνοικισμό των προηγούμενων αρχαίων χωριών και κωμοπόλεων που βρίσκονταν στον Θερμαϊκό κόλπο. Ως επακόλουθο, ιδρύθηκε μια νέα πόλη σε αρκετά ευνοϊκή γεωγραφική θέση που εξελίχθηκε σε εμπορική, αστική και πολιτιστική δύναμη. Η διορατική απόφαση του διαδόχου του Μεγάλου Αλεξάνδρου κατέστησε τη νύμφη του Θερμαϊκού ένα μεγάλο λιμάνι, που αποτέλεσε τον δίαυλο επικοινωνίας ανάμεσα στην μακεδονική ενδοχώρα, το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.

Αδρομερώς θα επιχειρηθεί μια αναφορά στους σημαντικούς σταθμούς της Θεσσαλονίκης κατά την διάρκεια των διαφορετικών της περιόδων που συμβατικά χωρίζονται στις παρακάτω: ελληνιστική, ρωμαϊκή, βυζαντινή, τουρκοκρατία και σύγχρονη. Όσο αναφορά την πρώτη, είναι η εποχή κατά την οποία δημιουργείται το λιμάνι της. Εκτός αυτού, λαμβάνει χώρα η ανέγερση των τειχών, αλλά και της ακρόπολης. Στα ρωμαϊκά χρόνια, ο πληθυσμός της πολλαπλασιάζεται και χτίζεται η Εγνατία Οδός μεταξύ του 146 και 120 π.Χ. Επιπλέον, σε αυτήν την περίοδο ανάγονται επιβλητικά κτιριακά συγκροτήματα, το Οκτάγωνο, η Ροτόντα και η αψίδα του Γαλερίου, πολλά από τα οποία σώζονται ως σήμερα. Προχωρώντας στη βυζαντινή περίοδο και σε μια οικονομική και δημογραφική ανάκαμψη, η πόλη αναλαμβάνει τον εκχριστιανισμό και εκπολιτισμό λαών με το έργο ιεραποστόλων. Ακόμα, η «συμβασιλεύουσα» εξελίσσεται σε ένα λαμπρό καλλιτεχνικό και φιλολογικό κέντρο και ο 14ος αιώνας αποτελεί τον «χρυσό αιώνα» της πόλης. Μετέπειτα, στην τουρκοκρατία, ανιχνεύεται ανάπτυξη του εμπορίου, έντονη πνευματική κίνηση και δημιουργία σιδηροδρομικών συγκοινωνιών, στοιχεία που καθιστούν την πόλη σε μια ανοδική πορεία και ακμή. Τελικά, το 1912 απελευθερώνεται και η έκταση της μεγαλώνει. Ενισχύεται με τον προσφυγικό πληθυσμό και αρχίζει το εκσυγχρονιστικό της έργο.

Θεωρώ πως ορισμένα δρώμενα τα οποία είναι συνδεδεμένα με τον σπουδαίο και πολύτιμο χαρακτήρα της Θεσσαλονίκης χρήζουν περαιτέρω ανάλυση, στην οποία και θα επιδοθώ αμέσως. Όπως ανέφερα παραπάνω, η προσφορά της στον Χριστιανισμό και εν γένει στην ανθρωπότητα είναι ανεκτίμητης αξίας. Ο Απόστολος Παύλος κήρυξε το ευαγγέλιο και την αγάπη στο δικό της χώμα, με αποτέλεσμα την συγκρότηση της πρώτης χριστιανικής κοινότητας. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα αναφέρει ο ίδιος σε επιστολή του προς τους υπηκόους της πόλης: «Γίνατε υπόδειγμα σε όλους τους πιστούς στη Μακεδονία και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Γιατί από εσάς έχει διαδοθεί η διδασκαλία του Κυρίου όχι μόνο στη Μακεδονία και στην υπόλοιπη Ελλάδα, αλλά η πίστη σας έχει εξαπλωθεί σε κάθε τόπο, ώστε να μη χρειάζεται να πούμε εμείς κάτι για αυτό». Ανάγεται, λοιπόν, το συμπέρασμα ότι η Θεσσαλονίκη είχε αποκτήσει μια ξεχωριστή θέση στον τότε χριστιανικό κόσμο και οι πιστοί της διαδραμάτισαν έναν εξέχοντα ρόλο σε αυτό.

Συνεχίζοντας, η «πόλη του Δημητρίου» διαμόρφωσε μια χριστιανική παράδοση και αποτέλεσε το σύμβολο του αήττητου πνεύματος των Ελλήνων. Το μαρτύριο του πολιούχου της, που θανατώθηκε στα 305 μ.Χ., έμεινε χαραγμένο στη μνήμη της οικουμένης και χτίστηκαν προς τιμήν του θεράποντα Αγίου πλήθος εκκλησιών. Η «αγιοτόκος» (όπως αποκαλείται διαφορετικά η Θεσσαλονίκη), εκτός από τον Άγιο Δημήτριο, γέννησε κι άλλα εκλεκτά τέκνα. Ο Κύριλλος (827-869) και Μεθόδιος (815-885) αποτελούν παράδειγμα αυτών. Οι ιεραπόστολοι και φωτιστές των Σλάβων μετέδωσαν το αλφαβητάριο και μύησαν πολλούς στον βυζαντινό και ελληνικό πολιτισμό, γεγονός πραγματικά κοσμοϊστορικό. Εκτός αυτών, η σημαντικότερη πόλη της χερσονήσου του Αίμου είχε την τιμή να καλωσορίσει σημαίνοντα πρόσωπα θεολογίας. Ένας από αυτούς ήταν και ο κληρικός και ησυχαστής Γρηγόριος Παλαμάς (1296-1359), ο οποίος ήταν Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης. Η τελευταία αποτέλεσε τον χώρο στον οποίο γεννήθηκε η τέχνη μιας σειράς ζωγράφων με χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό των Αστραπάδων, αλλά και αγιογραφών, όπως ο Μανουήλ Πανσέληνος, που έδρασαν στο Άγιο Όρος. Η στενή σχέση του τελευταίου με τη Θεσσαλονίκη είναι γνωστή ήδη από την βυζαντινή περίοδο και είναι εμφανής η μεταξύ τους καλλιτεχνική αλληλεπίδραση που διατηρείται ως τις ημέρες μας.

Άξιοι θαυμασμού με καμία υπερβολή είναι οι ισχυροί και αιώνιοι δεσμοί της πόλης με την τέχνη και η ανάγκη των πολιτών της για στοχασμό, έκφραση και επικοινωνία. Δεν είναι τυχαία άλλωστε τα λόγια του Έλληνα πεζογράφου Νίκου-Γαβριήλ Πεντζίκη «…Καμιά πόλη δεν είναι δυνατό να διδάξει όσα η Θεσσαλονίκη σήμερα…». Αυτή η πόλη, λοιπόν, μέσα σε όλα όσα έχει διδάξει είναι και οι πνευματικές της αξίες, η δική της σκέψη που παράγει μια έντονη καλλιτεχνική κίνηση. Παραδείγματα ποιητών που γοητεύτηκαν από τον τηλαυγή φάρο της Θεσσαλονίκης είναι οι παρακάτω: Γιώργος Βαφόπουλος, Γιώργος Θέμελης, Μανόλης Αναγνωστάκης, Ντίνος Χριστιανόπουλος κλπ. Εκτός της ποίησης, το κοινό της Θεσσαλονίκης αποζητούσε και την επαφή με το θέατρο. Αυτό έγινε πραγματικότητα με την ίδρυση του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδας, που αποτελεί σήμερα διακεκριμένο φορέα θεατρικών σπουδών σε Ελλάδα και Ευρώπη. Δεν πρέπει να λησμονείται πως στην πόλη διοργανώνεται πλήθος καλλιτεχνικών θεσμών, όπως είναι τα «Δημήτρια» και το «Φεστιβάλ Κινηματογράφου». Επιπλέον, έχει ιδρυθεί Κρατική Ορχήστρα και υπάρχει μια παράδοση στη βυζαντινή μουσική, όπως και σχολή αυτής.

Κλείνοντας, η Θεσσαλονίκη κατάφερε να έχει μια μακραίωνη πορεία στον ορίζοντα της ιστορίας με τα μνημεία της να μαρτυρούν τα όσα διαδραματίστηκαν στη πόλη μας. Η πόλη που αποτέλεσε το καταφύγιο αμέτρητων προσφύγων, η πόλη που παρείχε μόρφωση σε διδασκάλους του Μακεδονικού Αγώνα, η πόλη με την έντονη βυζαντινή τέχνη και με ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα που επιβίωσε της τρομοκρατίας και κατοχής είναι μια ανεξάντλητη πηγή αξιομνημόνευτης ιστορίας, που είναι αναγκαίο να διαιωνίσουμε. Δεν ήταν ουδέποτε μια πόλη ανήλιαγη. Η ακτινοβολία της το ελπιδοφόρο μέλλον μας!


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Αναστασιάδης Γιώργος, Ανεξάντλητη πόλη: Θεσσαλονίκη 1917-1974, Θεσσαλονίκη 1996
  • Βακαλόπουλος Απόστολος, Ιστορία της Θεσσαλονίκης 316 π.Χ.-1983, Θεσσαλονίκη 1983
  • Νέα Εστία, Αφιέρωμα στη Θεσσαλονίκη, Αθήνα 1985

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Στεφανία Αρβανιτάκη
Στεφανία Αρβανιτάκη
Γεννημένη το 1997 στη Θεσσαλονίκη. Προπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου με κατεύθυνση Ιστορίας. Έχει επιλέξει να ασχοληθεί με Βυζαντινές σπουδές και ξενάγηση. Τα τελευταία χρόνια ασχολήθηκε με το Θέατρο και συμμετείχε σε διαγωνισμούς εκφραστικής ανάγνωσης στους οποίους και διακρίθηκε. Στόχος της να χρησιμοποιήσει το Θέατρο ως μέσο διδασκαλίας της Ιστορίας.