17.4 C
Athens
Δευτέρα, 29 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΕυρώπηΥποψηφιότητα Olaf Scholz και η μετά Merkel εποχή για το CDU

Υποψηφιότητα Olaf Scholz και η μετά Merkel εποχή για το CDU


Της Στεφανίας-Μαρίας Νικηταρά,

Το 2021 πρόκειται να αποτελέσει σημαντικό έτος για τις πολιτικές εξελίξεις στη Γερμανία. Μολονότι, δεν έχει οριστεί συγκεκριμένη ημερομηνία για τις ομοσπονδιακές εκλογές, η αναμενόμενη ημερομηνία αφορά το διάστημα μεταξύ 25 Αυγούστου έως 24 Οκτωβρίου 2021. Το 2015, οι δηλώσεις της Angela Merkel σχετικά με τις προσφυγικο-μεταναστευτικές ροές προκάλεσαν την αντίδραση της κοινωνίας, σε μία ιστορική συγκυρία, κατά την οποία η ξενοφοβία και οι ακραίες πεποιθήσεις ήταν ιδιαίτερα ενισχυμένες. Οι ομοσπονδιακές εκλογές του 2017 δημιούργησαν αναταραχή στην πολιτική σκηνή της Γερμανίας, καθώς τα ποσοστά που είχαν συγκεντρώσει τόσο η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (Christlich Demokratische UnionDeutschlands-CDU) όσο και το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (Socialdemokratische Partei Deutschlands-SPD) ήταν πολύ χαμηλά, ενώ, ταυτόχρονα, η άνοδος του ακροδεξιού Alternative für Deutschland (AfD) προκάλεσαν ένα δριμύ κατηγορώ κατά της καγκελαρίου, Angela Merkel. Ο προσανατολισμός του CDU έγινε πιο συντηρητικός, δεδομένης της προσπάθειας αντιστάθμισης της ακροδεξιάς ανόδου.

Στις 10 Απριλίου 2000, η Angela Merkel κέρδισε την ηγεσία του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος. Η ισχυρή παρουσία της Angela Merkel, της εξασφάλισε δεκαοχτώ χρόνια ηγεσίας του κόμματος, ενώ, το 2018, παραιτήθηκε από τα καθήκοντά της υπέρ της Annegret Kramp-Karrenbauer. Ωστόσο, η παραίτηση της τελευταίας στις αρχές Φεβρουαρίου τόσο από το αξίωμα της προέδρου όσο και από το τη διεκδίκηση της καγκελαρίας δυσχέραινε την πολιτική σταθερότητα του κόμματος, καθώς η απόφασή της ήρθε μετά τη φερόμενη ως «συνεργασία» CDU-AfD στις εκλογές στη Θουριγγία, ενώ, ταυτόχρονα, ανεδείχθη ο σταθερός ρόλος της Angela Merkel. Εν μέσω της πανδημίας COVID-19, η εκλογή προέδρου για το CDU έχει αναβληθεί μέχρι τις 4 Δεκεμβρίου. Η πρόκληση που καλείται να αντιμετωπίσει η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση, που συνδέεται άρρηκτα με τις επερχόμενες ομοσπονδιακές εκλογές, είναι διττή. Αφενός, πρόκειται για τις εκλογές ανάδειξης προέδρου της ένωσης, αφετέρου για τις υποψηφιότητες της καγκελαρίας από τα άλλα κόμματα.

Οι τέσσερις υποψήφιοι της προεδρίας του CDU είναι ο Friedrich Merz, ο Jens Spahn, ο Armin Laschet και ο Markus Söder. Οι ιστορικές συνθήκες έχουν φέρει τους υποψηφίους να «δοκιμάζονται» ήδη ως προς την ετοιμότητα και αποτελεσματικότητα των αποφάσεων τους, εν μέσω της κρίσης που έχει κληθεί να αντιμετωπίσει ο καθένας τους σε διαφορετικό αξίωμα. Ο Armin Laschet αποτελεί έναν από τους πιο «αγαπημένους» της Merkel, καθώς εκπροσωπεί τη φιλελεύθερη πτέρυγα του κόμματος, διατηρώντας έναν πιο κεντρώο προσανατολισμό του CDU. Παρ’ όλα αυτά, ως πρωθυπουργός του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται πλήρως στη διαχείριση της πανδημίας COVID-19, με έκδηλη την απροθυμία του να προχωρήσει και να τηρήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα τα πιο αυστηρά μέτρα προστασίας, όπως το κλείσιμο χώρων εστίασης και καταστημάτων. Η εν λόγω επαμφοτερίζουσα πολιτική στάση έχει επιπτώσεις στη δημοτικότητά του.

Ο αρκετά συντηρητικός υπουργός υγείας της Γερμανίας, Jens Spahn, έχει αναδειχθεί ως ισχυρή προσωπικότητα εν μέσω της διαχείρισης της πανδημίας, δημιουργώντας την εντύπωση ότι θα μπορούσε να διεκδικήσει και την καγκελαρία, παρά τη σχετικά νεαρή του ηλικία. Ο δικηγόρος Friedrich Merz ως αντιπρόεδρος του Οικονομικού Συμβουλίου του CDU έχει μακρά πολιτική εμπειρία, με την οικονομική του άποψη για μειωμένη φορολογία να έχει μεγάλη απήχηση. Καθώς ο νέος πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος θα έχει ως βασικό ρόλο τη διατήρηση της ενότητας ανάμεσα στο CDU και το CSU (Christlich-Soziale Union-Χριστιανοσοσιαλιστική Ένωση), ο Friedrich Merz κρίνεται από τους επικρατέστερους διαδόχους. Ο τελευταίος υποψήφιος, Markus Söder, είναι ο πρόεδρος του βαυαρικού αδελφού κόμματος του CDU. Ο συγκεκριμένος πολιτικός φαίνεται να έχει κινήσει το ενδιαφέρον της κεντροδεξιάς πτέρυγας, λόγω της διαχείρισης της πανδημίας, δεδομένου ότι η Βαυαρία επλήγη ιδιαίτερα, αλλά εξακολουθεί να διακατέχεται από απειρία ως προς το ομοσπονδιακό επίπεδο διακυβέρνησης.

Η εκλογή ενός κατάλληλου προέδρου της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης κρίνεται ιδιαίτερης σημασίας, λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτός θα διεκδικήσει και την καγκελαρία εν μέσω ιδιαίτερα απαιτητικών συνθηκών. Η σχετικά πρόσφατη ανακοίνωση του Olaf Scholz, υπουργού οικονομικών, να αναλάβει την υποψηφιότητα της καγκελαρίας για το κόμμα των Σοσιαλδημοκρατών αποτελεί μία εξέλιξη, η οποία θα πρέπει να κινητοποιήσει περισσότερο τους υποψήφιους του CDU, καταδεικνύοντας ότι το SPD διακατέχεται από μεγαλύτερη σταθερότητα. Παρά το γεγονός ότι έχουν ξεκινήσει έρευνες εναντίον του για εμπλοκή σε δύο οικονομικά ζητήματα, ο Olaf Scholz επικεντρώνεται στον επαγγελματισμό του και στη θέλησή του να διαλευκανθούν οι δύο υποθέσεις.

Εν κατακλείδι, οι πολιτικές εξελίξεις στην Γερμανία, ιδιαίτερα από τον Φεβρουάριου του 2020 και μέχρι και την ανάδειξη του ηγέτη της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης είναι βέβαιο ότι διαμορφώνουν νέα δεδομένα για την πολιτική κατάσταση της χώρας, προετοιμάζοντας το έδαφος για τις εκλογές του 2021. Η ανάδειξη ενός ηγέτη που θα καταφέρει να διατηρήσει την ένωση στο CDU καθίσταται προτεραιότητα, διότι, με αυτό τον τρόπο, θα αποτραπεί, μετέπειτα, μία «πύρρειος νίκη» σαν αυτή των εκλογών του 2017. Παρόλο που το SPD, κατά τις εκλογές του 2017, επίσης είχε χάσει σημαντικό ποσοστό, ακολουθώντας μια γενικότερη πτώση της απήχησης των σοσιαλιστικών κομμάτων στην Ευρώπη, η υποψηφιότητα του Scholz, ενδεχομένως να μεταβάλλει αυτή την τάση, δημιουργώντας ένα ακόμα πρόβλημα που θα πρέπει να αντιμετωπίσει το CDU, μόλις επανέλθει στην πολιτική «κανονικότητα».


Μαρία-Στεφανία Νικηταρά

Φοιτήτρια στο τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου και δόκιμη ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων. Ασχολείται με τη συγγραφή κειμένων επιστημονικού περιεχομένου και με τον εθελοντισμό.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία-Στεφανία Νικηταρά
Μαρία-Στεφανία Νικηταρά
Φοιτήτρια στο τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου και δόκιμη ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων. Ασχολείται με τη συγγραφή κειμένων επιστημονικού περιεχομένου και με τον εθελοντισμό.