Του Κώστα Πασχάλη,
Τι κοινό έχουν το smartphone σου, οι έξυπνοι θερμοστάτες, και τα αυτόνομα drones της Ουκρανίας; Όλα εξαρτώνται από μικροτσίπ που παράγονται κυρίως από εργοστάσια στην Κίνα. Αυτά τα εργοστάσια βρίσκονται πλέον στο επίκεντρο μιας σιωπηλής αλλά κρίσιμης γεωπολιτικής αντιπαράθεσης μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας—με την τεχνολογία να γίνεται το νέο μέτωπο.
Η προειδοποίηση: Mέτρο ή μοχλός πίεσης;
Στις 20 Ιουνίου 2025, έγινε γνωστό ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ εξετάζει δραστικά μέτρα για να περιορίσει τη χρήση αμερικανικής τεχνολογίας στα εργοστάσια ημιαγωγών που διατηρούν σύμμαχοι των ΗΠΑ στην Κίνα. Σύμφωνα με δημοσίευμα της Wall Street Journal (που επιβεβαιώθηκε από το Reuters), ο υφυπουργός Εμπορίου Τζέφρι Κέσλερ ενημέρωσε τις εταιρείες Samsung Electronics, SK Hynix και TSMC για σχέδια ανάκλησης των ειδικών αδειών (waivers) που μέχρι τώρα τους επέτρεπαν να χρησιμοποιούν αμερικανικό εξοπλισμό και τεχνογνωσία στις κινεζικές εγκαταστάσεις τους. Εάν προχωρήσει αυτή η κίνηση, οι εταιρείες αυτές δεν θα έχουν πλέον γενική εξαίρεση, αλλά θα χρειάζεται να αιτούνται άδειες κατά περίπτωση για κάθε μεταφορά αμερικανικής τεχνολογίας στις κινεζικές τους μονάδες. Αν και η Ουάσινγκτον διαβεβαιώνει ότι «οι κατασκευαστές τσιπ θα μπορούν ακόμα να λειτουργούν στην Κίνα» και ότι οι νέοι περιορισμοί απλώς ευθυγραμμίζουν το καθεστώς αδειοδότησης με αυτό που ισχύει ήδη για άλλες εταιρείες, πρόκειται για μια σαφή κλιμάκωση στον τεχνολογικό «πόλεμο» μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
Η απόφαση για αυτές τις εξαιρέσεις είχε στόχο να αποτρέψει απότομες διαταραχές στην αγορά ημιαγωγών: οι σύμμαχοι της Ουάσιγκτον ελέγχουν μεγάλο μέρος της παραγωγής μνήμης και άλλων τσιπ, και η απότομη παρεμπόδιση της λειτουργίας των κινεζικών εργοστασίων τους θα μπορούσε να προκαλέσει σοκ στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα. Χαρακτηριστικά, μέχρι τα μέσα του 2023 η Samsung παρήγαγε περίπου το 40% των παγκόσμιων NAND flash στο εργοστάσιό της στην Xi’an, ενώ η SK Hynix παρήγαγε σχεδόν το 40% της παγκόσμιας μνήμης DRAM από το εργοστάσιό της στο Wuxi.Μαζί, οι δύο κορεατικές εταιρείες κατείχαν ~70% του διεθνούς μεριδίου αγοράς DRAM και ~50% της NAND.Είναι εμφανές λοιπόν γιατί αρχικά οι ΗΠΑ επέτρεψαν στις εταιρείες αυτές μια ανάσα προσαρμογής: ένας απότομος αποκλεισμός τους θα διατάρασσε σοβαρά την προμήθεια μνημών παγκοσμίως.
Πλέον όμως, η τάση αντιστρέφεται. Η Ουάσιγκτον, υπό το πρίσμα των συνεχιζόμενων ανησυχιών για την κινεζική τεχνολογική άνοδο, φαίνεται διατεθειμένη να θυσιάσει βραχυπρόθεσμα οικονομικά οφέλη προς όφελος της εθνικής ασφάλειας. Οι σχεδιαζόμενες ανακλήσεις αδειών θα άρουν αυτές τις διευκολύνσεις και θα απαιτούν πλήρη συμμόρφωση των συμμάχων με το αμερικανικό καθεστώς ελέγχου εξαγωγών προς την Κίνα. Αμερικανοί αξιωματούχοι τονίζουν ότι πρόκειται για εφαρμογή «ίσης και αμοιβαίας διαδικασίας»—δηλαδή οι ξένες εταιρείες δεν θα απολαμβάνουν ειδική μεταχείριση έναντι των αμερικανικών και θα υπόκεινται στους ίδιους κανόνες αδειοδότησης.

Επιπτώσεις και ανησυχίες για τους συμμάχους
Τα νέα αυτά μέτρα προκάλεσαν ανατριχίλα σε Σεούλ και Ταϊπέι, καθώς Νότια Κορέα και Ταϊβάν βλέπουν τους πρωταθλητές τεχνολογίας τους να βρίσκονται στο στόχαστρο. Οι Samsung και SK Hynix—βασικοί πυλώνες της νοτιοκορεατικής οικονομίας—αντιμετωπίζουν την προοπτική είτε να υποβάλουν διαρκείς αιτήσεις αδειών για να μεταφέρουν εξοπλισμό στις κινεζικές τους εγκαταστάσεις, είτε να περιορίσουν και εν τέλει να αναθεωρήσουν τη δραστηριότητά τους στην Κίνα. Η SK Hynix διαθέτει μια τεράστια μονάδα παραγωγής DRAM στο Wuxi και εργοστάσιο NAND στο Dalian, στα οποία έχει επενδύσει δισεκατομμύρια δολάρια. Αντίστοιχα, η Samsung παράγει ένα σημαντικό ποσοστό των flash μνημών της στην πόλη Xi’an της Κίνας. Η απόσυρση των αμερικανικών αδειών θα μπορούσε να σημάνει ότι αυτά τα εργοστάσια δεν θα μπορούν να αναβαθμίζονται με τα πιο σύγχρονα εργαλεία (π.χ. μηχανές λιθογραφίας, εξοπλισμός εγχάραξης κ.λπ.), με αποτέλεσμα να μείνουν τεχνολογικά πίσω ή να αναγκαστούν να λειτουργούν σε χαμηλότερες αποδόσεις. Το δίλημμα για τις εταιρείες είναι έντονο: να επενδύσουν σε εναλλακτικές λύσεις παραγωγής εκτός Κίνας (με υψηλό κόστος) ή να ρισκάρουν τη θέση τους στην αγορά αν τα κινεζικά τους εργοστάσια “παγώσουν” τεχνολογικά.
Οι κυβερνήσεις των συμμάχων δεν έμειναν αδιάφορες. Ο υπουργός Εμπορίου της Νότιας Κορέας, Γιο Χαν-κου, λίγο πριν αναχωρήσει για διαβουλεύσεις στην Ουάσιγκτον, δήλωσε ευθέως ότι θα μεταφέρει την έντονη ανησυχία της βιομηχανίας σχετικά με τις πιθανές αμερικανικές κυρώσεις στις επιχειρήσεις τσιπ στην Κίνα. Τόνισε ότι θα επιδείξει τη «μέγιστη προσοχή» στο θέμα, υπογραμμίζοντας πως το ζήτημα θεωρείται κρίσιμο από τους κύκλους της τεχνολογίας στη χώρα του.
Για την Ταιβάν, η πρόκληση είναι εξίσου σοβαρή αλλά πιο γεωπολιτικά φορτισμένη. Η TSMC—μια από τις σημαντικότερες ίσως εταιρείες ημιαγωγών παγκοσμίως—έχει μικρότερη παραγωγική παρουσία εντός της ηπειρωτικής Κίνας (κυρίως ένα εργοστάσιο στη Nαντζίνγκ), αλλά και αυτή θα επηρεαστεί από την απόφαση ανάκλησης των αδειών. Η TSMC είχε λάβει άδεια να συνεχίσει τη λειτουργία του εργοστασίου 28 νανομέτρων στη Ναντζίνγκ, με προοπτική μελλοντικής επέκτασης ίσως σε 16nm, κάτι που τώρα τίθεται εν αμφιβόλω. Εάν οι ΗΠΑ αυστηροποιήσουν το καθεστώς γι’ αυτές τις εγκαταστάσεις, η TSMC θα χρειαστεί και αυτή να υποβάλλει αιτήσεις για κάθε νέο μηχάνημα που θα θέλει να εγκαταστήσει εκεί—διαδικασία που μπορεί να καθυστερεί ή και να απορρίπτεται. Επιπλέον, η Ταιβάν ως σύμμαχος-κλειδί των ΗΠΑ στο ζήτημα της Κίνας βρίσκεται σε διπλή πίεση: αφενός εξαρτάται απόλυτα από την αμερικανική ασφάλεια έναντι της κινεζικής απειλής, αφετέρου η οικονομία της (και εταιρείες σαν την TSMC) ωφελούνται σημαντικά από την πρόσβαση στην τεράστια κινεζική αγορά και το φθηνό εργατικό δυναμικό εκεί. Τυχόν επιδείνωση των όρων δραστηριοποίησης στην Κίνα εντείνει το δίλημμα για την Ταϊπέι.
Η προοπτική της Κίνας: Aντίδραση και προσαρμογή
Εφόσον οι ΗΠΑ προχωρήσουν πράγματι στην ανάκληση των αδειών, η Κίνα πιθανότατα θα αντιδράσει περαιτέρω. Ήδη, το Πεκίνο φάνηκε θετικό στο να χρησιμοποιήσει τα δικά του «όπλα» στην τεχνολογική αρένα: τον Μάιο 2023 επέβαλε την απαγόρευση των προϊόντων της αμερικανικής Micron Technology σε κρίσιμες υποδομές, επικαλούμενο λόγους κυβερνοασφάλειας—μια απόφαση που ερμηνεύτηκε από πολλούς ως αντίποινα για τους αμερικανικούς ελέγχους. Επιπλέον, η κινεζική κυβέρνηση επέβαλε νέους κανονισμούς αδειοδότησης στις εξαγωγές σπάνιων γαιών και προηγμένων μαγνητών, υλικών ζωτικών για πολλές βιομηχανίες υψηλής τεχνολογίας, κάτι που αναλυτές συνέδεσαν άμεσα με τις πιέσεις που δέχεται η Κίνα στην προμήθεια ημιαγωγών. Με άλλα λόγια, το μήνυμα του Πεκίνου είναι ότι και αυτό έχει μοχλούς πίεσης: αν οι ΗΠΑ του στερούν τσιπ, η Κίνα μπορεί να στερήσει από τον κόσμο—και πρωτίστως από τις δυτικές βιομηχανίες—κρίσιμες πρώτες ύλες ή αγορές.
Παράλληλα, σε διπλωματικό επίπεδο, το Πεκίνο αναμένεται να κλιμακώσει τις κατηγορίες περί αμερικανικού «τεχνολογικού προστατευτισμού» και εκφοβισμού των συμμάχων. Θα επιχειρήσει να στρέψει το θέμα σε ζήτημα αξιοπιστίας των ΗΠΑ: ήδη η Κίνα υποστηρίζει ότι οι κινήσεις αυτές αντιβαίνουν στις αρχές του ελεύθερου εμπορίου και ότι εργαλειοποιούν την τεχνολογία για πολιτικούς σκοπούς. Δεν αποκλείεται να δούμε την Κίνα να προσπαθεί να δελεάσει τις νοτιοκορεατικές και ταϊβανέζικες εταιρείες με κίνητρα για να διατηρήσουν ή και να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους εκεί, αντισταθμίζοντας μέρος της ζημίας. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να προσφέρει φορολογικές ελαφρύνσεις, άτοκα δάνεια ή προνομιακή πρόσβαση στην κινεζική αγορά smartphones/υπολογιστών—η οποία είναι τεράστια καταναλώτρια μνημών και τσιπ—σε αντάλλαγμα για τη συνέχιση της λειτουργίας τους. Παράλληλα, πιθανές αντίποινες ενέργειες της Κίνας—όπως η επέκταση του αποκλεισμού και άλλων αμερικανικών εταιρειών ή η επιβολή περιορισμών σε ευαίσθητες εξαγωγές πρώτων υλών (λ.χ. περιορισμούς στο λίθιο, κοβάλτιο ή άλλα μεταλλεύματα απαραίτητα για ηλεκτρονικά)—παραμένουν στο τραπέζι.

Η τεχνολογία ως εργαλείο γεωπολιτικής αντιπαράθεσης
Το επεισόδιο αυτό—με τις ΗΠΑ να βάζουν στο στόχαστρο τα εργοστάσια μικροτσίπ των ίδιων τους των συμμάχων στην Κίνα—υπογραμμίζει ότι η τεχνολογία έχει πλέον μετατραπεί σε κεντρικό πεδίο γεωπολιτικής αντιπαράθεσης. Κάποτε οι συγκρούσεις των μεγάλων δυνάμεων εκτυλίσσονταν γύρω από εδάφη, στρατούς ή ενεργειακές πηγές· σήμερα, οι ημιαγωγοί και οι προηγμένες τεχνολογίες αποτελούν τον κρίσιμο πόρο που καθορίζει την ισχύ. Το γεγονός ότι η Ουάσιγκτον είναι διατεθειμένη να τραβήξει το χαλί κάτω από τα πόδια εταιρειών από τη Νότια Κορέα και την Ταιβάν—παραδοσιακούς συμμάχους—δείχνει πόσο στρατηγικής σημασίας θεωρεί τα microchips στη σύγχρονη σκακιέρα. Αντίστοιχα, η σφοδρότητα με την οποία το Πεκίνο αντιδρά—μέσω αντιποίνων όπως η τιμωρία της Micron ή οι περιορισμοί σε πρώτες ύλες—φανερώνει ότι βλέπει την τεχνολογική περικύκλωση ως υπαρξιακή απειλή.
Η διελκυστίνδα αυτή κρύβει τον κίνδυνο να διχοτομήσει τον κόσμο της τεχνολογίας σε σφαίρες επιρροής. Ήδη γίνεται λόγος για μια δυνητική διπλή αλυσίδα ημιαγωγών: ένα μπλοκ χωρών (ΗΠΑ, Ευρώπη, Ιαπωνία, Ν. Κορέα, Ταιβάν) που θα μοιράζονται τεχνολογία μεταξύ τους αλλά θα περιορίζουν την πρόσβαση της Κίνας, και από την άλλη η Κίνα με όποιους εταίρους μπορέσει να διατηρήσει (ίσως Ρωσία, Ιράν ή άλλες πρόθυμες αγορές), να προσπαθεί να αναπτύξει αυτάρκεια. Αυτό το σενάριο δύο ταχυτήτων πιθανώς θα οδηγήσει σε λιγότερη αποτελεσματικότητα συνολικά (π.χ. επαναλαμβανόμενες επενδύσεις σε παράλληλες υποδομές) και σε έναν κόσμο όπου οι τεχνολογικές καινοτομίες δεν θα διαχέονται τόσο ελεύθερα. Επιπλέον, όταν η τεχνολογία γίνει πρωτίστως γεωπολιτικό εργαλείο, υπάρχει ο κίνδυνος κάθε εξέλιξη να αντιμετωπίζεται με καχυποψία και ανταγωνισμό, δυσχεραίνοντας τη διεθνή συνεργασία σε παγκόσμιες προκλήσεις.
Σε τελική ανάλυση, η απόφαση της Ουάσιγκτον να «σφίξει τα λουριά» ακόμη και στους δικούς της συμμάχους καταδεικνύει ότι η εποχή της αθώας παγκοσμιοποίησης της τεχνολογίας έχει παρέλθει. Πλέον, κάθε τσιπ και κάθε άδεια εξαγωγής ενέχει μια στρατηγική διάσταση. Οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο καλούνται να επαναφέρουν τις ισορροπίες τους: να προστατεύσουν την ασφάλειά τους χωρίς να καταστρέψουν τις οικονομίες τους, και να προωθήσουν την καινοτομία χωρίς να αγνοούν τους κινδύνους της εξάρτησης. Το βέβαιο είναι ότι η τεχνολογία, από ενοποιητική δύναμη της παγκόσμιας οικονομίας, μετατρέπεται γοργά σε πεδίο σύγκρουσης—ένα εργαλείο γεωπολιτικής αντιπαράθεσης με συνέπειες που θα διαμορφώσουν τον 21ο αιώνα. Οι επόμενοι μήνες θα δείξουν αν η σκληρή αυτή στάση θα αποδώσει ή αν θα επιταχύνει τελικά τη δυναμική που προσπαθεί να αποτρέψει, οδηγώντας σε έναν ακόμα πιο κατακερματισμένο τεχνολογικό κόσμο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
-
Micron chip ban in China to be addressed by Biden and top US Senator, Reuters, διαθέσιμο εδώ
-
US allows Samsung, SK Hynix to keep getting US tools in China, Reuters, διαθέσιμο εδώ
-
US prepares action targeting allies’ chip plants in China, WSJ reports, Kalkino Media, διαθέσιμο εδώ