17.9 C
Athens
Τρίτη, 30 Απριλίου, 2024
Αρχική1821-2021: 200 Χρόνια Ανεξαρτησίας και ΜνήμηςΟι μεταρρυθμίσεις του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄: Ο πρόδρομος του Τανζιμάτ

Οι μεταρρυθμίσεις του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄: Ο πρόδρομος του Τανζιμάτ


Του Νίκου Μελιτσιώτη,

Πολλοί άνθρωποι, ακόμη και σήμερα, όταν ακούν ή διαβάζουν τη λέξη Σουλτάνος, φέρνουν στο νου τους έναν αιμοσταγή και σκληρό ηγέτη, ο οποίος κυβερνά με όπλο το φόβο και την οργή, καταδυναστεύοντας τους υπηκόους του. Πράγματι, υπήρξαν κάτοχοι του ύψιστου αυτού αξιώματος του Οθωμανικού Κράτους, των οποίων η απάνθρωπη συμπεριφορά ζημίωσε την αυτοκρατορία, και κατ’ επέκταση  τους υπηκόους αυτού. Υπήρξαν όμως και περιπτώσεις, όπου ο Σουλτάνος επιζητούσε την ευημερία και την ορθή λειτουργία του κράτους του. Ένας τέτοιος Σουλτάνος ήταν και ο Μαχμούτ Β΄.

Ο 30ος κατά σειρά Σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, γιός του Σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ Α΄ (1774 – 1789), γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1785, στο παλάτι του Τοπ Καπί, και ανέβηκε στο θρόνο το 1808, σε ηλικία 23 ετών. Οι προκάτοχοι του θρόνου, ο εξάδελφός του Σελίμ Γ΄ (1789 – 1807) και ο αδελφός του και πρωτότοκος γιός Μουσταφά Δ΄ (1807 – 1808), εκθρονίστηκαν από το σώμα των Γενιτσάρων, του οποίου η εξουσία είχε πάρει επικίνδυνες διαστάσεις, θυμίζοντας την Πραιτοριανή Φρουρά των Ρωμαϊκών χρόνων. Η άνοδός του στο θρόνο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πραγματοποιήθηκε στη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού Πολέμου 1806 – 1812. Ο νεαρός Σουλτάνος, μη μπορώντας να αναχαιτίσει τη θυελλώδη προέλαση των Ρώσων, υπέγραψε, στις 28 Μαΐου 1812, τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου, με την οποία εκχωρούσε τη Βεσσαραβία στη Ρωσία.

Μια από τις πρώτες του ενέργειες, στην αρχή της πολυτάραχης βασιλείας του, ήταν ο περιορισμός της δύναμης και η καταπολέμηση των αυτονομιστικών τάσεων των αγιάνιδων ή ayan, τοπικών διοικητών, και των ντερεμπέηδων, μεγάλων γαιοκτημόνων. Οι πρώτοι, βλέποντας την αδυναμία της Υψηλής Πύλης να επιβληθεί στις επαρχίες της, κατάφεραν να εδραιώσουν την κληρονομικότητα στο δικαίωμα της είσπραξης των φόρων και στη διοίκηση των επαρχιών. Αν και αυτό υπέσκαπτε τα θεμέλια της διοίκησης, εντούτοις γινόταν ανεκτό από το Μαχμούτ, ο οποίος αναγνώριζε το κλίμα ευημερίας που κυριαρχούσε στις επαρχίες αυτές. Όταν όμως, ορισμένοι φιλόδοξοι διοικητές, όπως ο Πασάς των Ιωαννίνων Αλή Τεπελενλής, του Βιδινίου Οσμάν Πασβάνογλου και της Συρίας Σουλεϊμάν Τζαζάρ, εκμεταλλευόμενοι τις ισχυρές σχέσεις που είχαν αναπτύξει με τους ντόπιους, επαναστάτησαν, διεκδικώντας αυτονομία, με την αντίδρασή του να είναι άμεση και αποφασιστική.

Ο Μαχμούτ Β΄, 30ος Σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και 109ος Χαλίφης του Ισλάμ. Έργο του Αθανάσιου Καραντζούλα. (2ο μισό 19ου αι.). Λάδι σε καμβά. Εκτίθεται στο Μουσείο του Πέρα. Πηγή εικόνας: commons.wikimedia.org

Αν και συνέτριψε τους αποστάτες, με την εξουδετέρωση του Αλή Πασά το 1822, ένα νέο σοβαρό πρόβλημα είχε προκύψει στα ανατολικά του κράτους του. Ήταν η Ελληνική Επανάσταση η οποία, από τις αρχές του 1821, αποτελούσε μια επικίνδυνη εστία στην επικράτειά του. Οι προσπάθειές του, επί πέντε έτη, να καταπνίξει στη φωτιά και το αίμα την εξέγερση των «ραγιάδων», απέβησαν άκαρπες. Έτσι, το 1825, ζήτησε τη βοήθεια του Μοχάμετ Άλι, διοικητή της Αιγύπτου και υποτελή του. Ο τελευταίος, έχοντας ισχυροποιήσει τη θέση του στο εσωτερικό της περιοχής που διοικούσε, στέλνει το θετό γιό του Ιμπραήμ Πασά, με ισχυρό στρατό και στόλο, να βοηθήσει στην καταστολή της Επανάστασης. Πράγματι, η δράση του ικανότατου αιγυπτιακού στρατού, οργανωμένου από Ευρωπαίους αξιωματικούς και σε συνδυασμό με τον αδίστακτο χαρακτήρα του Ιμπραήμ Πασά, περιόρισε τους Έλληνες επαναστάτες, χωρίς όμως να καταφέρει να εξαλείψει τη φλόγα της θέλησης για Ελευθερία.

Το 1826, και ενώ η Ευρώπη είχε ήδη ξεκινήσει, σε επίπεδο κρατών, να ρίχνει βλέμματα συμπάθειας προς τους επαναστατημένους Έλληνες, ο Μαχμούτ Β΄ έλαβε μια απόφαση η οποία, παρά το βίαιο της εφαρμογής της, θεωρείται ένα ευτυχές γεγονός. Ο λόγος για το Βακά-ι Χαριγιέ, τη διάλυση του ισχυρού σώματος των Γενιτσάρων. Ο Σουλτάνος οδηγήθηκε στην απόφαση αυτή, αφενός λόγω της αντίδρασης των Γενιτσάρων στην προσπάθεια του Μαχμούτ για τη δημιουργία ενός νέου, εξευρωπαϊσμένου στρατού, του νιζάμ-ι τζεντίτ, έργο που ξεκίνησε ο Σελίμ Γ΄, και αφετέρου λόγω της διείσδυσής τους στις συντεχνίες, τις οποίες με το κύρος τους είχαν ισχυροποιήσει, μέσω παραχωρήσεων μονοπωλίων. Η εξουδετέρωσή τους, με τη χρήση πυροβολικού και εκτεταμένων σφαγών, οδήγησε στην εξάλειψη ενός μεγάλου κινδύνου για την κεντρική διοίκηση και στην αναζωογόνηση της οικονομίας.

Ο Μοχάμετ Άλι, διοικητής της Αιγύπτου. Έργο του Auguste Couder (1841). Λάδι σε καμβά. Εκτίθεται στο Παλάτι των Βερσαλλιών. Πηγή εικόνας: commons.wikimedia.org

Βέβαια, η πράξη αυτή είχε σοβαρές συνέπειες, οι οποίες φάνηκαν στη δομή και την οργάνωση του στρατεύματος, το οποίο αποδυναμώθηκε σε μεγάλο βαθμό. Η ήττα στο Ναβαρίνο, το 1827, πρόσθεσε στις απώλειες ένα σημαντικό ποσοστό του στόλου του. Οι συνεχείς απώλειες από τις συγκρούσεις με τους επαναστάτες, τόσο Έλληνες όσο και Οθωμανούς, και η απειρία του εκπαιδευμένου στα ευρωπαϊκά πρότυπα στρατού, οδήγησαν στην ήττα των Οθωμανών σε 2 Ρωσοτουρκικούς Πολέμους, στην ανακήρυξη της Σερβίας σε αυτόνομη ηγεμονία και της Ελλάδας σε ανεξάρτητο κράτος, με τη Συνθήκη της Αδριανούπολης το 1829.

Επιπροσθέτως, ισχυρός αντίπαλος αποδείχτηκε ο μέχρι πρότινος υποτελής του και Βαλής της Αιγύπτου Μοχάμετ Άλι, του οποίου ο στρατός, με επικεφαλή τον Ιμπραήμ, κατέλαβε, το 1831, τις περιοχές της Συρίας και του Ικονίου. Οι δυνάμεις που έδρευαν στην περιοχή, με επικεφαλής το Μεγάλο Βεζίρη Μεχμέτ Ρεσίτ Πασά, πρόδρομο του Τανζιμάτ, ηττήθηκαν κατά κράτος. Υπό το βάρος των γεγονότων, και με την καταστροφή να βρίσκεται προ των πυλών, ο Σουλτάνος ζητά τη βοήθεια της μεγαλύτερης αντιπάλου του, της Ρωσίας. Αποτέλεσμα των ραγδαίων εξελίξεων ήταν η υπογραφή, στις 4 Ιουνίου 1833, της Συνθήκης της Κιουτάχειας, με την οποία ο Μαχμούτ Β΄ έκανε το πρώτο βήμα για την αναγνώριση ενός ανεξάρτητου Αιγυπτιακού Κράτους.

Η  αναγνώριση αυτή ολοκληρώθηκε το 1839, χρονιά ορόσημο, καθώς ο νέος Τουρκοαιγυπτιακός Πόλεμος έληξε με νέα ήττα των Σουλτανικών Δυνάμεων, με το Σουλτάνο Μαχμούτ Β΄ να πεθαίνει από φυματίωση την 1η Ιουλίου. Ο δραστήριος Σουλτάνος, εκτός από τις προσπάθειες για εκσυγχρονισμό του στρατού, ίδρυσε νέα σχολεία και στρατιωτικές σχολές, προώθησε την εκπαίδευση των αξιωματικών στην Ευρώπη, δημιούργησε ιεραρχία στις τάξεις των υπαλλήλων και μοίρασε ευθύνες και αρμοδιότητες σε υπουργεία, βελτίωσε τις ταχυδρομικές υπηρεσίες και ίδρυσε σώμα διπλωματών, αύξησε τον κυβερνητικό έλεγχο, ενώ κατήργησε τα σαρίκια και τα καβούκια, επιβάλλοντας στον αντρικό πληθυσμό τη χρήση του αιγυπτιακού φεσιού.

Ο Ρεσχίτ Πασάς, γνωστός και ως Κιουταχής, μετέπειτα Μεγάλος Βεζίρης. Λιθογραφία του Giovanni Boggi (19ος αι.). Πηγή εικόνας: europeana.eu

Μια ακόμη σημαντική στιγμή του έτους 1839, αποτελεί και η ανακοίνωση, από το διορατικό και ικανότατο Μέγα Βεζίρη Μεχμέτ Ρεσίτ Πασά, του πρώτου διατάγματος, το οποίο εγγυάτο την ασφάλεια και την ισότητα όλων των υπηκόων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Γνωστό και ως Χάτι Σερίφ, το διάταγμα αυτό έφερε την υπογραφή του διαδόχου του Μαχμούτ Β΄, Σουλτάνου Αμπντούλ Μπετζίτ Α΄ (1839-1861), με τις μεταρρυθμίσεις που εμπεριείχε να συνοψίζονται από τον όρο Τανζιμάτ. Οι ριζοσπαστικές για τα δεδομένα του κράτους μεταρρυθμίσεις, έδωσαν μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων στο γραφειοκρατικό μηχανισμό της Αυτοκρατορίας και στους Βεζίρηδες, οι οποίοι εφάρμοζαν μεταρρυθμίσεις, οι οποίες έφερναν την αυτοκρατορία πιο κοντά στον εκσυγχρονισμό και πύκνωναν τους δεσμούς με τη Δύση.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Δ. Κόκκινος (1974) Η Ελληνική Επανάστασις Τόμος Α΄. (6η Έκδ.) Αθήνα:Εκδ. Μέλισσα.
  • Κεχριώτης Ευάγγελος, «Μεταρρυθμίσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία», 2008, Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη Διαθέσιμο εδώ
  • G. Finley, (2021), Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης Τόμος Α΄. Αθήνα:Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, ειδική έκδοση για την εφημερίδα «Το Βήμα»

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Μελιτσιώτης, Σύμβουλος Έκδοσης
Νίκος Μελιτσιώτης, Σύμβουλος Έκδοσης
Γεννήθηκε το 1997 στην Καλαμάτα και είναι επί πτυχίω φοιτητής στο τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Συμμετείχε σε αρχαιολογικά και ιστορικά συνέδρια και ημερίδες ως εισηγητής και εθελοντής. Είναι ένθερμος μελετητής της Βυζαντινής Ιστορίας. Ασχολείται με τον παραδοσιακό χορό και τη συλλογή και μελέτη νομισμάτων.