30.3 C
Athens
Κυριακή, 6 Ιουλίου, 2025
ΑρχικήΔιεθνή5% ή τίποτα: Η μεγάλη πρόκληση του ΝΑΤΟ για το μέλλον της...

5% ή τίποτα: Η μεγάλη πρόκληση του ΝΑΤΟ για το μέλλον της ασφάλειας


Της Μαρίας Μανουσίδου, 

Σε μια ιστορική στροφή που σηματοδοτεί μια νέα εποχή για την ευρωατλαντική ασφάλεια, οι ηγέτες του ΝΑΤΟ συμφώνησαν το 2025 να αυξήσουν τον κοινό στόχο για τις αμυντικές δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ μέχρι το 2035—υπερδιπλασιάζοντας το καθιερωμένο όριο του 2%. Υπό την πίεση της αυξανόμενης γεωπολιτικής αστάθειας, της συνεχιζόμενης επιθετικότητας της Ρωσίας στην Ανατολική Ευρώπη και των νέων πιέσεων των Ηνωμένων Πολιτειών υπό την ηγεσία του Ντόναλντ Τραμπ, η απόφαση αυτή αντανακλά ένα ριζικό επαναπροσδιορισμό του τι σημαίνει «επένδυση στην ασφάλεια». Αν και χαιρετίστηκε από ορισμένους ως αναγκαίο βήμα για την ενίσχυση της αποτροπής και της στρατιωτικής ετοιμότητας, ο νέος στόχος έχει επίσης προκαλέσει ανησυχία μεταξύ των κρατών-μελών σχετικά με το οικονομικό του βάρος και τις ενδεχόμενες κοινωνικές αντιδράσεις, προμηνύοντας δύσκολες ισορροπίες για τα επόμενα χρόνια.

Ο στόχος για αμυντικές δαπάνες ύψους 2% του ΑΕΠ αποτέλεσε για χρόνια σημείο αναφοράς εντός του ΝΑΤΟ, καθώς συμφωνήθηκε για πρώτη φορά το 2006 και επαναβεβαιώθηκε το 2014, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία—γεγονός που αναζωπύρωσε τις ανησυχίες για την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Ωστόσο, το όριο αυτό παρέμεινε αμφιλεγόμενο, αφού μόνο λίγα κράτη-μέλη το τηρούσαν συστηματικά. Η ευρείας κλίμακας ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022 άλλαξε ριζικά τους στρατηγικούς υπολογισμούς, αναγκάζοντας τα μέλη του ΝΑΤΟ να επανεξετάσουν την επάρκεια των αμυντικών τους δεσμεύσεων.

Υπό την αυξανόμενη πίεση των Ηνωμένων Πολιτειών—και ιδίως του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος κατηγόρησε τους Ευρωπαίους συμμάχους για ανεπαρκή στρατιωτική χρηματοδότηση και απείλησε με επανεξέταση των αμερικανικών εγγυήσεων ασφαλείας—οι ηγέτες του ΝΑΤΟ συμφώνησαν το 2025 στην αύξηση του στόχου στο 5% του ΑΕΠ μέχρι το 2035. Το νέο αυτό πλαίσιο περιλαμβάνει όχι μόνο τις παραδοσιακές στρατιωτικές δαπάνες, αλλά και επενδύσεις στην κυβερνοάμυνα, τις κρίσιμες υποδομές και την ενίσχυση της επιχειρησιακής ανθεκτικότητας, σηματοδοτώντας έναν ευρύτερο ορισμό της συλλογικής ασφάλειας σε έναν όλο και πιο ασταθή κόσμο.

Πηγή Εικόνας και Δικαιώματα Χρήσης: Haiyun Jiang / POOL / AFP

Η απόφαση για αύξηση των αμυντικών δαπανών του ΝΑΤΟ στο 5% του ΑΕΠ ανέδειξε ένα έντονο ρήγμα μεταξύ των κρατών-μελών, με ορισμένα να υποστηρίζουν σθεναρά τη νέα κατεύθυνση και άλλα να εκφράζουν σοβαρές επιφυλάξεις. Στην ανατολική πτέρυγα, χώρες όπως η Πολωνία, η Εσθονία, η Λιθουανία και η Ελλάδα υποδέχθηκαν θετικά την αύξηση, θεωρώντας την αναγκαία για την αποτροπή και την εθνική τους επιβίωση, υπό το φως της αυξανόμενης ρωσικής επιθετικότητας. Τα κράτη αυτά ήδη διαθέτουν σημαντικό ποσοστό του ΑΕΠ τους στην άμυνα και υποστηρίζουν ότι ο στόχος του 5% διασφαλίζει ετοιμότητα και δίκαιη κατανομή των βαρών εντός της Συμμαχίας. Αντίθετα, χώρες της δυτικής Ευρώπης όπως η Ισπανία και το Βέλγιο έχουν εκφράσει σκεπτικισμό, χαρακτηρίζοντας τον στόχο μη ρεαλιστικό και οικονομικά μη βιώσιμο. Ισπανοί αξιωματούχοι προειδοποίησαν ότι μια τόσο δραστική αύξηση θα απορροφήσει πόρους από βασικές κοινωνικές υπηρεσίες, ενώ Βέλγοι ηγέτες απέρριψαν πλήρως τον στόχο ως «ανέφικτο» υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες. Αυτή η διαφωνία δεν αντικατοπτρίζει μόνο διαφορετικές αντιλήψεις περί απειλής, αλλά και τις πολιτικές και οικονομικές ανισότητες εντός της Συμμαχίας.

Η μετάβαση σε στόχο αμυντικών δαπανών ίσων με το 5% του ΑΕΠ φέρνει σημαντικές οικονομικές και πολιτικές επιπτώσεις για τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ. Σε οικονομικό επίπεδο, μια τόσο μεγάλη αύξηση ασκεί σημαντική πίεση στους εθνικούς προϋπολογισμούς, προκαλώντας ανησυχίες για πιθανές περικοπές σε προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας, εκπαίδευσης και υγείας, προκειμένου να καλυφθούν οι αμυντικές υποχρεώσεις. Ενώ κάποιοι υποστηρίζουν ότι αυτή η κίνηση μπορεί να ενισχύσει τις εγχώριες αμυντικές βιομηχανίες και να δημιουργήσει θέσεις εργασίας, άλλοι φοβούνται ότι θα επιβαρύνει δυσανάλογα τους φορολογούμενους, ιδιαίτερα σε χώρες που ήδη αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες.

Σε πολιτικό επίπεδο, η απόφαση αναμένεται να προκαλέσει συζητήσεις εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου ορισμένοι ηγέτες υποστηρίζουν μεγαλύτερη στρατηγική αυτονομία, ενώ άλλοι τονίζουν την ανάγκη διατήρησης της πίστης στο ΝΑΤΟ και την ευρωατλαντική ενότητα. Η κοινή γνώμη παραμένει διχασμένη: σε πολλές ευρωπαϊκές δημοκρατίες, η υποστήριξη για μαζικές στρατιωτικές δαπάνες είναι περιορισμένη, ιδιαίτερα όταν οι πολίτες αντιλαμβάνονται ότι αυτές γίνονται σε βάρος κοινωνικών προτεραιοτήτων. Η ισορροπία αυτών των ανταγωνιστικών πιέσεων θα αποτελέσει μεγάλο στοίχημα για τις κυβερνήσεις που προσπαθούν να διατηρήσουν τόσο τις δεσμεύσεις τους στο πλαίσιο της Συμμαχίας όσο και τη νομιμοποίηση στο εσωτερικό των χωρών τους.

Πηγή: CNN GREECE / Δικαιώματα χρήσης: AΠΕ-ΜΠΕ/ΕPA/BENOIT DOPPAGNE

Η εφαρμογή του φιλόδοξου στόχου για αμυντικές δαπάνες ίσες με το 5% του ΑΕΠ παρουσιάζει σημαντικές προκλήσεις για τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ. Ένα βασικό ζήτημα είναι κατά πόσο όλα τα κράτη θα συμμορφωθούν πλήρως, δεδομένων των διαφορών στην οικονομική ικανότητα και την πολιτική βούληση εντός της Συμμαχίας. Ο ορισμός του τι περιλαμβάνεται στο 5% αποτελεί επίσης αντικείμενο διαφωνιών. Ορισμένα μέλη υποστηρίζουν μια ευρεία ερμηνεία που περιλαμβάνει την κυβερνοάμυνα, τις υποδομές και την έρευνα, ενώ άλλα προτιμούν να περιοριστεί η έννοια στις παραδοσιακές στρατιωτικές δαπάνες. Το ΝΑΤΟ έχει ζητήσει από τα κράτη να υποβάλουν λεπτομερείς οδικούς χάρτες μέχρι το 2026, με σχέδια για την επίτευξη του στόχου, αλλά παραμένουν ερωτήματα για το πόσο ρεαλιστικά και εφαρμόσιμα είναι αυτά τα σχέδια. Επιπλέον, υπάρχει ο κίνδυνος ότι οι διαφορετικές δεσμεύσεις θα δημιουργήσουν μια Συμμαχία πολλαπλών ταχυτήτων, υπονομεύοντας την ενότητα και περιπλέκοντας τη συλλογική λήψη αποφάσεων σε μια περίοδο που η αλληλεγγύη είναι πιο απαραίτητη από ποτέ.

Η απόφαση για αύξηση του στόχου αμυντικών δαπανών του ΝΑΤΟ στο 5% του ΑΕΠ αναδεικνύει την πολύπλοκη ισορροπία μεταξύ της διατήρησης της ενότητας της Συμμαχίας και της διαχείρισης του οικονομικού βάρους που επωμίζονται τα κράτη-μέλη. Ενώ η αυξημένη στρατιωτική επένδυση είναι κρίσιμη για την αποτροπή νέων απειλών και τη διασφάλιση της συλλογικής ασφάλειας, παράλληλα ενέχει τον κίνδυνο να προκαλέσει κοινωνική δυσαρέσκεια και να διευρύνει τις διαιρέσεις εντός της Συμμαχίας. Το κεντρικό ερώτημα παραμένει αν το ΝΑΤΟ μπορεί να διατηρήσει την αλληλεγγύη, σεβόμενο ταυτόχρονα τη δημοκρατική λογοδοσία και τις διαφορετικές οικονομικές πραγματικότητες των μελών του. Τελικά, η επιτυχία αυτής της φιλόδοξης πρωτοβουλίας θα εξαρτηθεί από την αποτελεσματική συνεργασία, τον διαφανή σχεδιασμό και τη πολιτική βούληση να συμφιλιωθούν οι εθνικές προτεραιότητες με τις συλλογικές αμυντικές δεσμεύσεις σε ένα όλο και πιο αβέβαιο παγκόσμιο περιβάλλον.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 
  • NΑΤΟ leaders confirm defence spending will rise to 5% of GDP and say support for members is ‘ironclad’ – as it happened, The Guardian, διαθέσιμο εδώ
  • Prodded by Trump, an uneasy Germany embarks on military expansion, The Washington Post, διαθέσιμο εδώ
  • NATO concludes historic Summit in The Hague, ΝΑΤΟ, διαθέσιμο εδώ
  • Early intelligence suggests Iran’s uranium largely intact, European officials say, FT, διαθέσιμο εδώ 
  • What is NATO’s new 5% defence spending target?, Reuters, διαθέσιμο εδώ 

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία Μανουσίδου
Μαρία Μανουσίδου
Γεννήθηκε το 2002 στην Καβάλα και μεγάλωσε στις Σέρρες. Είναι τεταρτοετής φοιτήτρια Πολιτικών Επιστημών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με έντονο ενδιαφέρον για τη διεθνή πολιτική και την επικαιρότητα. Ασχολείται με την αρθρογραφία, τον αθλητισμό, τη φωτογραφία και τη λογοτεχνία φαντασίας. Μιλά αγγλικά και γαλλικά, και αγαπά τα ταξίδια ως μέσο εξερεύνησης νέων τόπων, ανθρώπων και πολιτισμών.