30.6 C
Athens
Δευτέρα, 30 Ιουνίου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΑπόδοση ποινικής ευθύνης στον ειδικευόμενο

Απόδοση ποινικής ευθύνης στον ειδικευόμενο


Της Βασιλικής Χαραλάμπους,

Η ιατρική αμέλεια έχει απασχολήσει αρκετά τα τελευταία χρόνια την νομική επιστήμη, θέτοντας κυρίως ερωτήματα ποινικής ευθύνης του ιατρού. Το ζήτημα που τίθεται  εν προκειμένω είναι εάν και κατά πόσο ευθύνονται οι ιατροί και δη οι ειδικευόμενοι ιατροί σε περίπτωση σωματικής βλάβης ακόμη και ανθρωποκτονίας του ασθενή. 

Στην παρ.1 του άρθρου 1 του ΚΙΔ διατυπώνεται ένας γενικός ορισμός της ιατρικής πράξης, ήτοι «εκείνη που έχει ως σκοπό τη με οποιοδήποτε επιστημονική μέθοδο πρόληψη, διάγνωση, θεραπεία και αποκατάσταση της υγείας του ανθρώπου». Για την ιατρική φροντίδα απαιτείται ορισμένες φορές πολυπρόσωπη συμμετοχή, ήτοι συμμετοχή περισσότερων προσώπων διαφορετικών ειδικοτήτων( συγκλίνουσα δράση). Η κατανομή αυτή γίνεται με το κριτήριο του αν το πρόσωπο είναι ειδικός ή ειδικευόμενος. Ειδικότερα, στον ειδικευόμενο ιατρό τίθεται το ζήτημα, πρώτον αν μπορεί να στοιχειοθετηθεί αμέλεια περί  την ανάληψη του εγχειρήματος, στην περίπτωση που αναλαμβάνει τη διενέργεια ιατρικής πράξης μόνος του, χωρίς να παραπέμψει τον ασθενή σε ειδικό ιατρό, θεωρώντας -πλην μη ορθά- ότι οι ιατρικές του γνώσεις επαρκούν για την θεραπεία του ασθενή. Δεύτερον, ένα άλλο ζήτημα που τίθεται είναι της ποινικής ευθύνης του ειδικευόμενου ο οποίος καλείται να προβεί σε συγκεκριμένη ιατρική πράξη παρόλο που έχει γνώση της ανεπάρκειας του, ενώ μάλιστα σε αυτήν την περίπτωση αναγνωρίζεται και ευθύνη του ειδικού ιατρού που του αναθέτει την πράξη, η λεγόμενη αμέλεια περί την ανάθεση του εγχειρήματος. 

Σύμφωνα με την θεωρία και την νομολογία, ο ειδικευόμενος ιατρός οφείλει, είτε πρόκειται για επείγοντα περιστατικά είτε όχι, να διενεργήσει  αμέσως κλινική εξέταση και αξιολόγηση των συμπτωμάτων πριν προχωρήσει σε κάποια περαιτέρω θεραπευτική ενέργεια. Αναγκαία, δε, κρίνεται και η ενημέρωση του ειδικού ιατρού, η παράλειψη της οποίας μάλιστα οδηγεί σε ποινική ευθύνη του. Σε αντίστοιχο μάλιστα βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Καβαλάς, ο ειδικευμένος ιατρός παραπέμφθηκε για μη έγκαιρη ενημέρωση του ειδικού ιατρού σχετικά με την περιφρόνηση της κατάστασης του ασθενή με αποτέλεσμα την επέλευση του θανάτου του τελευταίου, συνέπεια της παράλειψης αυτής. Αντίστοιχη απόφαση (3016/2003)αυτή τη φορά για παράλειψη διενέργειας απαραίτητων εξετάσεων από τον ειδικευμένο, τον καταδίκασε σε ανθρωποκτονία από αμέλεια, καθώς αμέλησε να δώσει παραγγελία για διενέργεια εξετάσεων σπονδυλικής στήλης ασθενούς, παρόλο που ο τελευταίος είχε ηχηρά σημάδια έντονων και βαριών κακώσεων εξαιτίας της πτώσης του από μεγάλο ύψος. 

Πηγή Εικόνας: lawspot.gr

Καθίσταται λοιπόν σαφές ότι ο ειδικευόμενος ιατρός, καίτοι έχει μικρότερο πεδίο δράσης, επιφορτίζεται με υποχρεώσεις, η παράλειψη των οποίων μπορεί να οδηγήσει σε ποινικές ευθύνες του. Σε αυτό το σημείο αξίζει να τονισθεί βέβαια ότι ο θεράπων ιατρός (και ο κάθε ιατρός- ειδικευόμενος ή μη) εφόσον έχουν ενεργήσει lege artis και σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής του επιστήμης, δεν υπέχουν ποινικών ευθυνών, ακόμη και αν ο ασθενής οδηγηθεί σε θάνατο. Έτσι λοιπόν, δεν ευθύνεται ο ειδικευόμενος ιατρός αν ακολούθησε σαφείς οδηγίες του ειδικού ιατρού και δεν προέκυψαν ενδείξεις οι οποίες θα τον προέτρεπαν σε παρέκκλιση των ως άνω οδηγιών. Το ίδιο έκρινε και η υπ’ αριθμό 1384/200 απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία έκρινε ότι ορθώς απαλλάχθηκε ο ειδικευόμενος ιατρός, ο οποίος με βάση τις γνώσεις του και ακολουθώντας άδεια οδηγίες των ειδικών που είχαν αξιολογήσει το ιστορικό του ασθενή-στρατιώτη, χορήγησε φάρμακα χωρίς να προβεί στην διενέργεια άλλων εξετάσεων και στην εισαγωγή του στην ΜΕΘ. 

Παρ όλα αυτά δεν σημαίνει όμως ότι ο ειδικευόμενος δεν υποχρεούται να ενεργήσει, παρά μόνο να απόσχει από κάθε ενέργεια την οποία εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να διεκπεραιώσει με επιτυχία. 

Η κρατούσα λοιπόν θεωρία στην νομική επιστήμη δέχεται ότι όταν η ιατρικώς ενδεδειγμένη επέμβαση διενεργήθηκε σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης και τέχνης και με την συναίνεση-συγκατάθεση του ασθενούς , δεν πληρούται η ειδική υπόσταση του εγκλήματος της σωματικής βλάβης. Άρα ακόμη και αν η επέμβαση δεν έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα και ο ασθενής υπέστη σωματική βλάβη ή απεβίωσε, αναζητείται το πρώτον για την ανεύρεση ή μη ποινικής ευθύνης το αν ενήργησε lege artis.Αλλωστε το όριο του άρθρο 11 του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας αναφέρει την υποχρέωση παροχής βοήθειας σε συνδυασμό με την ενημερωμένη συναίνεση του ασθενούς. Ειδικότερα, « Ο ιατρός έχει καθήκον αληθείας προς τον ασθενή. Οφείλει να ενημερώνει πλήρως και κατανοητά τον ασθενή για την πραγματική κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της προτεινόμενης ιατρικής πράξης, τις συνέπειες και τους ενδεχόμενους κινδύνους ή επιπλοκές από την εκτέλεσή της, τις εναλλακτικές προτάσεις, καθώς και για τον πιθανό χρόνο αποκατάστασης, έτσι ώστε ο ασθενής να μπορεί να σχηματίζει πλήρη εικόνα των ιατρικών, κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων και συνεπειών της κατάστασής του και να προχωρεί, ανάλογα, στη λήψη αποφάσεων.» Σε συνδυασμό με το άρθρο 9 « Ο ιατρός δίνει προτεραιότητα στην προστασία της υγείας του ασθενή.

2. Ο ιατρός δεν μπορεί να αρνείται την προσφορά των υπηρεσιών του για λόγους άσχετους προς την επιστημονική του επάρκεια, εκτός εάν συντρέχει ειδικός λόγος, που να καθιστά αντικειμενικά αδύνατη την προσφορά των υπηρεσιών του.

3. Ο ιατρός οφείλει να παρέχει τις υπηρεσίες του για την αντιμετώπιση επειγόντων περιστατικών ανεξάρτητα από την ειδικότητά του. Η υποχρέωση αυτή βαρύνει τον ιατρό, ακόμη και όταν δεν υπάρχουν τα κατάλληλα μέσα για την άσκηση της ιατρικής, και ισχύει μέχρι την παραπομπή του ασθενή σε ιατρό κατάλληλης ειδικότητας ή τη μεταφορά του σε κατάλληλη μονάδα παροχής υπηρεσιών φροντίδας και περίθαλψης. Σε κάθε περίπτωση, ο ιατρός οφείλει να εξαντλήσει τις υπάρχουσες, κάτω από τις δεδομένες συνθήκες, δυνατότητες, σύμφωνα με τις επιταγές της ιατρικής επιστήμης.» 

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι εξαιτίας της κάθετης κατανομής των αρμοδιοτήτων ( κυρίως στα δημόσια νοσοκομεία) υπάρχει ιεραρχική σχέση μεταξύ των ιατρών, με κλασσικότερη περίπτωση εκείνη του ειδικού και του ειδικευόμενου, ο οποίος βρίσκεται σε μια ιδιαίτερη κατάσταση: αφενός υποχρεούται από το άρθρο 2 και 9 του ΚΙΔ να φροντίζει για τη διατήρηση και τη βελτίωση της σωματικής κατάστασης των ασθενών, αφετέρου δε ως ειδικευόμενος βρίσκεται σε ένα καθεστώς εκπαίδευσης και πρακτικής εκμάθησης για την απόκτηση ειδικών γνώσεων επί του αντικειμένου όπου θέλει να ειδικευθεί. Σαφώς λοιπόν εξαιτίας της ιδιάζουσας κατάστασης που βρίσκεται είναι απαλλαγμένος από μεγάλο μερίδιο ευθύνης, αφού του αναγνωρίζονται μόνο συγκεκριμένα πρωτόκολλα ενέργειας λόγω ελλιπών γνώσεων, από την άλλη πλευρά όμως τούτο δεν σημαίνει ότι ο ίδιος δεν επιφορτίζεται με ποινική ευθύνη εάν δεν ενεργήσει με βάση τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης και τέχνης. 


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Λιούρδη Άγκυ, Ιατρικό Ποινικό Δίκαιο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2η έκδοση (2021)
  • Ποινικά Χρονικά Νομική Βιβλιοθήκη (2002), σελ. 600

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Βασιλική Χαραλάμπους
Βασιλική Χαραλάμπους
Είναι επί πτυχίω φοιτήτρια της Νομικής Σχολής Αθηνών. Θα ήθελε να ασχοληθεί με τη μάχιμη δικηγορία και βρίσκει ιδιαίτερα ενδιαφέροντα τον τομέα του ποινικού δικαίου. Στον ελεύθερό της χρόνο της αρέσει πολύ να διαβάζει βιβλία Ψυχολογίας και Φιλοσοφίας, ενώ έχει και μια ιδιαίτερη αδυναμία στον Φρόυντ και τον Ντοστογιέφσκι. Μιλάει αγγλικά, γερμανικά και λίγα ισπανικά.