Του Άγγελου Παυλίδη,
Η Βορειοατλαντική Συμμαχία θα ιδρυθεί στις 4 Απριλίου του 1949 και θα λάβει την ονομασία ΝΑΤΟ (North Atlantic Treaty Organization). Αρχικά, θα ξεκινήσει με τη συμμετοχή 12 κρατών, θέλοντας να διασφαλίσει τη συνεργασία των συμμετεχόντων σε περίπτωση πολεμικής σύρραξης. Η ύπαρξη του άρθρου 5 της συμφωνίας αναφέρει χαρακτηριστικά μάλιστα, πως σε περίπτωση που δεχτεί ένα κράτος-μέλος του συμφώνου επίθεση, τα υπόλοιπα οφείλουν να το στηρίξουν.

Στα πλαίσια του Ψυχρού Πολέμου, το ελληνικό κράτος θέλησε να συμμετάσχει και αυτό σε μία συμμαχία, ώστε να υπάρξει ισχυρότερο μέσα σε αυτές τις συνθήκες. Οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης είχαν δεχτεί τεράστια πλήγματα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και οι οικονομικές δυσχέρειες έπρεπε να ξεπεραστούν σύντομα, ώστε να ξαναγίνουν βιώσιμες οι συνθήκες.
Η Σοβιετική Ένωση, η οποία πλήρωσε το βαρύτερο τίμημα αυτού του πολέμου, είχε δημιουργήσει για τις ανάγκες της σύγκρουσης με τη ναζιστική Γερμανία τεράστια αποθέματα εξοπλισμών, ενίσχυσε τη στρατιωτική της δύναμη και μέσω της απελευθέρωσης των ανατολικών χωρών είχε αποκτήσει πολύ μεγάλη επιρροή, όντας πλέον καθιερωμένη ως υπερδύναμη στο παγκόσμιο στερέωμα. Οι ΗΠΑ, στον αντίποδα, προσπαθούσαν με τον δικό τους τρόπο να ενισχύσουν τη δική τους επιρροή, παρέχοντας στρατιωτική και οικονομική βοήθεια στις δυτικές χώρες. Το 1947, με το Δόγμα Τρούμαν έστελναν βοήθεια στα κράτη που απειλούνταν από τον ονομαζόμενο από τους ίδιους «κομμουνιστικό κίνδυνο».
Με το πέρας του στρατιωτικού σκέλους του ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, τη διοίκηση του κράτους αναλαμβάνει η πλευρά των εθνικοφρόνων, η οποία είχε αναπτύξει τα προηγούμενα χρόνια σχέσεις πρώτα με τη Μεγάλη Βρετανία και έπειτα με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1950, ο στρατηγικός σχεδιασμός του ΝΑΤΟ έβλεπε θετικά την ένταξη Τουρκίας και Ελλάδας εντός της συμμαχίας. Οι δύο αυτές χώρες δήλωναν τις προθέσεις τους για το γεγονός πως επιθυμούσαν να ενταχθούν, στέλνοντας υπομνήματα.
Η διαδικασία, όμως, συναντούσε προβλήματα ως προς τη συνέχειά της. Ένας βασικός προβληματισμός ήταν πως η ενσωμάτωση της Ελλάδας θα έφερνε το ΝΑΤΟ σε άμεση επαφή με το Ανατολικό μπλοκ στην περιοχή των Βαλκανίων, τα οποία βρίσκονταν υπό σοβιετική επιρροή και είχαν ήδη βρεθεί σε έμμεση εμπλοκή κατά τη διάρκεια του εμφυλίου με τα όπλα που έστελνε η Γιουγκοσλαβία στον Δημοκρατικό Στρατό. Ακόμη, ένας λόγος δυσπιστίας προς αυτή την απόφαση ήταν πως ορισμένα μέλη θεωρούσαν πως με αυτό τον τρόπο θα κατακερματιζόταν η άμυνα της Δυτικής Ευρώπης, καθώς θα έπρεπε να βρίσκονται διάσπαρτες οι στρατιωτικές δυνάμεις, και πως θα μειωνόταν η αμερικανική βοήθεια, η οποία πλέον θα χρειαζόταν να διανέμεται σε περισσότερες χώρες. Τρίτος λόγος ήταν η θέση πως αυτή η επέκταση θα αποδυνάμωνε τη συγκρότηση της αμυντικής ζώνης και θα έφτανε μέχρι τα σύνορα του σοβιετικού μπλοκ, ενώ η ένταξη της Τουρκίας θα οδηγούσε και στην περαιτέρω επέκταση στη Μέση Ανατολή.
Παρόλα αυτά, ήταν αδύνατο για τη Βορειοατλαντική Συμμαχία να αγνοήσει τα κατά πολύ περισσότερα πλεονεκτήματα που θα έφερνε στη γεωπολιτική σκακιέρα η επέκταση του ΝΑΤΟ στην Τουρκία και την Ελλάδα. Η επιτυχημένη πυρηνική δοκιμή των Σοβιετικών το 1949, αλλά και ο πόλεμος της Κορέας επιτάχυναν τις διαδικασίες. Έτσι, η Ελλάδα θα αποτελούσε το 13ο μέλος και θα είχε λάβει ξεκάθαρη θέση ανάμεσα στα αντιμαχόμενα στρατόπεδα του ιδιόμορφου αυτού πολέμου.

Στις 18 Φεβρουαρίου του 1952, το ελληνικό κοινοβούλιο θα εγκρίνει την ένταξη, υπό την πρωθυπουργία του Νικόλαου Πλαστήρα, καθώς και με τη σύμφωνη γνώμη της αξιωματικής αντιπολίτευσης και μετέπειτα κυβέρνησης υπό τον Αλέξανδρο Παπάγο, τονίζοντας και οι δύο πως η απόφαση ήταν προς το συμφέρον της ασφάλειας της χώρας. Οι οκτώ βουλευτές της ΕΔΑ και ένας αριστερός ανεξάρτητος βουλευτής, ο Μιχάλης Κύρκος, καταψηφίζουν. Εδώ φυσικά πρέπει να αναφερθεί πως στο κοινοβούλιο απουσίαζε το παράνομο τότε Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο σαφώς θα κρατούσε αρνητική στάση. Την ίδια μέρα, θα υπέγραφε παρόμοιο συμφωνητικό και το τουρκικό κράτος, ενώ τρία χρόνια μετά θα γίνει το νέο βήμα επέκτασης του ΝΑΤΟ με τη συμπερίληψη της Δυτικής Γερμανίας στις 9 Μαΐου του 1955.
Αυτές οι κινήσεις των δυτικών δυνάμεων, θα οδηγήσουν και τη Σοβιετική Ένωση να σχηματίσει έναν πιο συντονισμένο και επίσημο οργανισμό, τον οποίο και θα φτιάξει στις 14 Μαΐου του 1955 και θα ονομαστεί «Σύμφωνο της Βαρσοβίας» (Warsaw Pact). Θα αποτελείται από τις χώρες του ανατολικού μπλοκ και θα επισημοποιήσει τα αντίπαλα στρατόπεδα του Ψυχρού Πολέμου.
Η πορεία της Ελλάδας εντός του ΝΑΤΟ θα συνεχίσει μέχρι και σήμερα. Στον προηγούμενο αιώνα, τα κυπριακά γεγονότα θα είναι τα μόνα που θα διαταράξουν τις σχέσεις αυτές, το 1964, αλλά κυρίως το 1974 με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, όπου η ελληνική κυβέρνηση θα αποφασίσει την αποχώρηση από τη συμμαχία, χαρακτηρίζοντάς την αδύναμη να μπορέσει να επιλύσει το συγκεκριμένο ζήτημα. Θα επιστρέψει όμως το 1980, λίγο πριν και την ένταξή της στην ΕΟΚ.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- ΝΑΤΟ: Γιατί ιδρύθηκε, πώς προχώρησε και ποια η θέση της Ελλάδας εντός της συμμαχίας, tovima.gr, διαθέσιμο εδώ
- 70 χρόνια από την είσοδο της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, athensvoice.gr, διαθέσιμο εδώ