Της Αντωνίας Χόνδρου,
Η δωρεά οργάνων αποτελεί μία από τις σημαντικότερες μορφές κοινωνικής προσφοράς και αλληλεγγύης. Ένα μόνο μόσχευμα μπορεί να προσφέρει ζωή σε ανθρώπους που βρίσκονται σε κρίσιμη κατάσταση. Ωστόσο, η μεταμόσχευση προϋποθέτει ένα σαφές και σταθερό νομικό πλαίσιο που να διασφαλίζει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, την ελεύθερη συναίνεση του δότη και την ηθική νομιμότητα της ιατρικής πράξης. Στο ελληνικό δίκαιο, η κεντρική αρχή που διέπει τη μεταθανάτια δωρεά οργάνων είναι εκείνη της τεκμαιρόμενης συναίνεσης, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του Ν. 3984/2011, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του Συντάγματος, του Αστικού Κώδικα και των διεθνών συμβάσεων.
Η κύρια νομοθεσία για τη δωρεά και μεταμόσχευση οργάνων είναι ο Ν. 3984/2011, ο οποίος αντικατέστησε τον προηγούμενο Ν. 2737/1999, φέρνοντας πιο σύγχρονες ρυθμίσεις εναρμονισμένες με το ευρωπαϊκό δίκαιο (π.χ. Οδηγία 2010/53/ΕΕ) και τη Σύμβαση του Οβιέδο για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη βιοϊατρική. Η βασική καινοτομία του νόμου είναι η τεκμαιρόμενη συναίνεση: κάθε ενήλικο άτομο θεωρείται δυνητικός δότης οργάνων μετά θάνατον, εκτός εάν έχει δηλώσει εγγράφως την αντίθεσή του στον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ).

Η ρύθμιση αυτή προέκυψε από την ανάγκη ενίσχυσης της διαθεσιμότητας μοσχευμάτων, λόγω των αυξημένων αναγκών και της χρόνιας υπολειτουργίας του συστήματος μεταμοσχεύσεων στην Ελλάδα. Πράγματι, η χώρα μας εμφανίζει χαμηλά ποσοστά δωρητών ανά εκατομμύριο πληθυσμού, σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η έννοια της συναίνεσης: Τεκμαιρόμενη ή ρητή;
Η συναίνεση είναι πυλώνας κάθε ιατρικής πράξης, ιδίως όταν αφορά στο μεταθανάτιο χειρισμό του σώματος. Σύμφωνα με το άρθρο 5§1 του Συντάγματος, κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του, ενώ το άρθρο 2§1 θεμελιώνει το σεβασμό και την προστασία της ανθρώπινης αξίας. Επομένως, οποιαδήποτε παρέμβαση στο ανθρώπινο σώμα, εν ζωή ή μετά θάνατον, πρέπει να στηρίζεται σε ουσιαστική και ελεύθερη συναίνεση. Η τεκμαιρόμενη συναίνεση προϋποθέτει ότι το άτομο ενημερώθηκε επαρκώς για το δικαίωμα εναντίωσης και του δόθηκε η δυνατότητα να δηλώσει τη διαφωνία του. Εάν αυτό δεν ισχύει στην πράξη —π.χ. λόγω άγνοιας ή γραφειοκρατικών εμποδίων— τότε ανακύπτει ζήτημα παραβίασης της ιδιωτικής αυτονομίας.
Στην Ελλάδα, παρότι ο ΕΟΜ διατηρεί Μητρώο Εναντίωσης, ελάχιστοι πολίτες γνωρίζουν τον θεσμό. Με την τροποποίηση όμως που επέφερε ο Ν. 4075/2012 εξάρτησε, την δωρεά από τη (μεταγενέστερη) συναίνεση της οικογένειας—άνευ της οποίας θα ήταν πρακτικώς εξαιρετικά δυσχερής η διάθεση των οργάνων μετά τον θάνατο του δωρητή. Έτσι λόγω έντονων αντιδράσεων, η εφαρμογή της τεκμαιρόμενης συναίνεσης τροποποιήθηκε ελαφρώς ώστε οι ιατροί να ζητούν τη συγκατάθεση των οικείων προσώπων του θανόντος πριν την αφαίρεση οργάνων, ακόμα και αν ο εκλιπών δεν είχε δηλώσει ρητή άρνηση. Στην πράξη, λοιπόν, η τεκμαιρόμενη συναίνεση λειτουργεί με όρους συγκαλυμμένης ρητής συναίνεσης.
Ζώντες δότες: Δικαιοπραξία ζωής και ηθικά όρια
Η ελληνική νομοθεσία επιτρέπει τη δωρεά οργάνου και από ζώντα δότη, σε περιορισμένες περιπτώσεις και υπό αυστηρούς όρους. Σύμφωνα με το άρθρο 7 του Ν. 3984/2011, επιτρέπεται η αφαίρεση οργάνου (κυρίως νεφρού ή τμήματος ήπατος) εφόσον πρόκειται για συγγενή α’ ή β’ βαθμού ή σύζυγο/σύντροφο.

Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η έγγραφη, ρητή και αμετάκλητη συναίνεση, η οποία πρέπει να παρέχεται ενώπιον δικαστικής αρχής, ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν υπάρχει εξαναγκασμός, ψυχολογική πίεση ή χρηματικό αντάλλαγμα. Η εμπορία οργάνων τιμωρείται αυστηρά με ποινές κάθειρξης (άρθρο 13 Ν. 3984/2011). Η δωρεά από ζώντα δότη ενέχει επιπλέον ηθικά διλήμματα: Πόσο ελεύθερη είναι μια «εκούσια» απόφαση όταν υπάρχουν οικογενειακές ή κοινωνικές πιέσεις; Ποιος διασφαλίζει την πλήρη ενημέρωση του δότη για τους ιατρικούς κινδύνους; Οι προβληματισμοί, όπως οι παραπάνω, αναδεικνύουν τη σημασία του ηθικού ελέγχου πέρα από τη νομική τυπικότητα.
Θρησκευτικές και κοινωνικές αντιστάσεις
Ένα σημαντικό εμπόδιο στην ευρεία αποδοχή της δωρεάς οργάνων είναι οι κοινωνικές προκαταλήψεις και οι θρησκευτικές επιφυλάξεις. Αν και η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος έχει δηλώσει επίσημα ότι δεν αντιτίθεται στη δωρεά, υπό τον όρο της ελεύθερης βούλησης του δότη, μεγάλο μέρος του πληθυσμού παραμένει επιφυλακτικό. Συχνά επικρατούν μύθοι, όπως ότι οι γιατροί μπορεί να «μην προσπαθήσουν αρκετά» να σώσουν τη ζωή ενός ασθενή αν είναι δηλωμένος δότης. Η αντιμετώπιση αυτών των αντιλήψεων προϋποθέτει συστηματική ενημέρωση, εκπαίδευση από τα σχολικά χρόνια και προσπάθειες ευαισθητοποίησης από την Πολιτεία και τους ιατρικούς φορείς.
Εν κατακλείδι, η νομική προσέγγιση της δωρεάς οργάνων στην Ελλάδα βασίζεται σε μια προσπάθεια εξισορρόπησης μεταξύ της ανάγκης για μόσχευμα και της προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Η τεκμαιρόμενη συναίνεση, παρότι δυνητικά αποτελεσματική, παραμένει ευάλωτη, χωρίς πραγματική ενημέρωση και κοινωνική στήριξη. Η δωρεά οργάνων δεν είναι μόνο ιατρικό γεγονός, αλλά και κοινωνικό συμβόλαιο αλληλεγγύης. Για να λειτουργήσει ομαλά το σύστημα, απαιτείται εμπιστοσύνη, δημόσιος διάλογος, θεσμική διαφάνεια και κυρίως σεβασμός στη βούληση κάθε ανθρώπου, είτε είναι δότης είτε όχι. Η νομική ρύθμιση, όσο πλήρης κι αν είναι, δεν αρκεί. Η δωρεά οργάνων χρειάζεται κουλτούρα εμπιστοσύνης, και αυτό είναι ευθύνη όλων μας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
-
Αντώνης Καραμπατζός (2017), Προς μία βέλτιστη νομοθετική ρύθμιση για την δωρεά οργάνων, Εφαρμογές Αστικού Δικαίου και Πολιτικής Δικονομίας, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη