17.5 C
Athens
Τρίτη, 30 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΕυρώπηRealpolitik εναντίον Weltpolitik: Η γερμανική εξωτερική πολιτική του 19ου & 20ου αιώνα

Realpolitik εναντίον Weltpolitik: Η γερμανική εξωτερική πολιτική του 19ου & 20ου αιώνα


Της Έλενας Μουλή,

Το παρόν άρθρο έχει ως στόχο να συγκρίνει τον τύπο και τον χαρακτήρα της εξωτερικής πολιτικής που άσκησαν ο Μπίσμαρκ και έπειτα ο Κάιζερ Γουλιέλμος Β΄, στη Γερμανική Αυτοκρατορία. Ιστορικά η Γερμανία ήταν αντιμέτωπη με το γερμανικό ζήτημα, δηλαδή το πώς θα μπορούσε να αναπτυχθεί μέσα σε έναν περιορισμένο ζωτικό χώρο και με περιορισμένους πόρους (lebensraum). Η γεωγραφική θέση της Γερμανίας, στο κέντρο της Ευρώπης, δεν την ευνοούε για να αναπτυχθεί και την άφηνε εκτεθειμένη σε πολλαπλούς κινδύνους και απειλές. Πάνω στο σκεπτικό αυτό, και με στόχο την ανάδειξη της Γερμανίας σε Μεγάλη Δύναμη, κινήθηκαν οι ηγέτες της. Για να το επιτύχουν, άλλοι ακολούθησαν πιο επιθετικές και επεκτατικές πολιτικές (όπως ο Γουλιέλμος), ενώ άλλοι εστίασαν στη διπλωματία και σε μία ήπια και αμυντική εξωτερική πολιτική (όπως ο Μπίσμαρκ).

Αρχικά, ο Όττο φον Μπίσμαρκ πέτυχε την Γερμανική ενοποίηση το 1871, με όλα τα γερμανικά διάσπαρτα κρατίδια να ενοποιούνται σε μία Γερμανική Αυτοκρατορία. Μετά την ενοποίηση, η Γερμανική αυτοκρατορία αναπτύχθηκε οικονομικά, δημογραφικά και βιομηχανικά της, αξιοποίησε αποτελεσματικά το σιδηροδρομικό δίκτυο, ανέπτυξε τα οπλικά συστήματα και τον στρατό ξηράς της χώρας, ενώ, παράλληλα, χάρη στη σοφή εξωτερική πολιτική και τα διπλωματικά τεχνάσματα του Μπίσμαρκ, κατάφερε να γίνει μία υπερδύναμη, περνώντας στο παγκόσμιο «πάνελ» της εποχής και εκπληρώνοντας τον ρόλο του εξισορροπητή.

Αναλυτικότερα, όσον αφορά την εξωτερική πολιτική του ιδίου, ο Μπίσμαρκ ακολούθησε τη Realpolitik, μία αμυντική και φιλειρηνική πολιτική που είχε ως στόχο να διατηρήσει την ασφάλεια και επιβίωση της Γερμανίας, καθώς επίσης και την ισορροπία ισχύος στο διεθνές σύστημα. Η επιλογή αυτή του Μπίσμαρκ οφειλόταν σε δύο λόγους. Αρχικά, η Γερμανία εκείνης της περιόδου (1871- 1890) ήταν ισχυρή, αλλά όχι τόσο ώστε να αμφισβητήσει τους αντιπάλους της. Επιπλέον, η Γερμανία είχε κατακτήσει όσα εδάφη ήθελε (τα περισσότερα χωρίς πόλεμο) και είχε επιτύχει τους στόχους της, με διπλωματικούς χειρισμούς. Η περεταίρω επέκταση θα σήμαινε σύγκρουση με άλλες Μεγάλες Δυνάμεις (Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Ρωσία), τις οποίες η Γερμανία δεν ήταν ακόμα έτοιμη να αντιμετωπίσει. Αναγκάστηκε έτσι να αποδεχθεί το status quo της και να ακολουθήσει μία ήπια και εξισορροπητική πολιτική.

Ο Μπίσμαρκ χαρακτηρίζεται, επίσης, ως δεξιοτέχνης της διπλωματίας, καθώς είχε εξασφαλίσει καλές σχέσεις με τα περισσότερα κράτη και είχε δημιουργήσει μία προσεκτική ισορροπία δυνάμεων. Διατηρούσε φιλικές σχέσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο μέχρι και το 1900, καλές σχέσεις με τη Ρωσία και την Ιταλία, καθώς και συμμαχίες με την Αυστροουγγαρία. Συνεπώς, η στρατηγική του χαρακτηρίζεται ως εξισορροπητική και αμυντική, με απώτατο στόχο την ασφάλεια του γερμανικού έθνους και την ειρήνη στο διεθνές σύστημα. Έτσι, εξασφαλίζεται η σταθεροποίηση της διεθνούς κοινότητας και μία περίοδος όπου ναι μεν κυριαρχεί η ανασφάλεια και η αμοιβαία καχυποψία, αλλά υφίσταται, παράλληλα, σταθερότητα. Παρά την άνοδο της Γερμανίας, την ισχυροποίησή της και την πρωτοκαθεδρία της στη διεθνή σκακιέρα να προκαλεί τον φόβο και την ανασφάλεια των άλλων κρατών, ο Μπίσμαρκ κατάφερε να εξισορροπήσει τις διάφορες ροπές και φυγόκεντρες τάσεις, χωρίς να προκαλέσει τις αντιδράσεις των άλλων κρατών ή τυχόν συγκρούσεις.

Η Γερμανική Αυτοκρατορία, 1871 – 1918. Πηγή και Δικαιώματα Χρήσης Εικόνας: Encyclopædia Britannica.

Από την άλλη, ο Γουλιέλμος Β’ ανήλθε στον θρόνο στις 15 Ιουνίου του 1888, ενώ παραιτήθηκε στις 9 Νοεμβρίου του 1918. Ο ίδιος ήταν αρκετά συγκεντρωτικός και προσωποκεντρικός στην κατανομή των εξουσιών. Μάλιστα, ήρθε σε ρήξη με τον Μπίσμαρκ, με τον τελευταίο να παραιτείται από την καγκελαρία, το 1890. Στην εξωτερική πολιτική, ο Γουλιέλμος Β’, έχοντας ως βάση του την Realpolitik του Μπίσμαρκ, ακολούθησε την Weltpolitik, η οποία εκφράστηκε με την πιο δυναμική γερμανική παρουσία στον αποικιοκρατικό ανταγωνισμό. Αναλυτικότερα, η Weltpolitik (ή, αλλιώς, παγκόσμια πολιτική), περιελάβανε μία ιμπεριαλιστική, επιθετική τάση που είχε ως στόχο να αναδείξει τη Γερμανική Αυτοκρατορία σε παγκόσμια δύναμη.

Ο Γουλιέλμος, λοιπόν, δημιούργησε τόσο αποικίες στην Αφρική όσο και έναν ισχυρό γερμανικό πολεμικό στόλο, ο οποίος, το 1909, έφτασε να είναι περίπου ισοδύναμος με τον βρετανικό. Σημαντικό είναι να αναφερθεί πως, συγκριτικά με την επιλογή του Μπίσμαρκ για μία ήπια και εξισορροπητική πολιτική, ο Γουλιέλμος είχε τη δυνατότητα να ακολουθήσει μία πιο ηγεμονική πολιτική καθώς, από το 1900 και μετά, η Γερμανική Αυτοκρατορία αναπτυσσόταν όλο και περισσότερο. Πιο συγκεκριμένα, το 1903 η Γερμανία έλεγχε το μεγαλύτερο βιομηχανικό μέρος της Ευρώπης, ενώ ο στρατός της ήταν ο ισχυρότερος στον κόσμο. Επιπλέον, η ναυτική της δύναμη ήταν σχεδόν ισοδύναμη με τη βρετανική. Ο πληθυσμός του κράτους, επίσης, είχε σχεδόν διπλασιαστεί.

Όπως αποδεικνύεται, λοιπόν, ο Γουλιέλμος Β΄ είχε εξασφαλίσει όλους τους απαραίτητους συντελεστές ισχύος (πληθυσμός, πλούτος, στρατός ξηράς, ναυτικές δυνάμεις, βιομηχανία), προκειμένου να προχωρήσει σε αποικιοκρατικές και ιμπεριαλιστικές πολιτικές. Η Γερμανία, την περίοδο κυβέρνησης του Γουλιέλμου, μπορούσε να εκτοπίσει τις άλλες μεγάλες δυνάμεις του διεθνούς συστήματος και να τις αντιμετωπίσει μαζικά αν χρειαζόταν, σε αντίθεση με την περίοδο που στην εξουσία ήταν ο Μπίσμαρκ. Η ανοδική πορεία της Γερμανικής αυτοκρατορίας, η αύξηση της ισχύος της και οι επιθετικές και ιμπεριαλιστικές πολιτικές του αυτοκράτορα, όπως ήταν φυσικό, προκάλεσαν τις ανησυχίες, την αντιζηλία αλλά και το μίσος των άλλων κρατών. Άρχισαν να αναπτύσσονται διλήμματα ασφαλείας στο διεθνές σύστημα, καθώς και μία ανισορροπία ισχύος. Πιο συγκεκριμένα, η Βρετανία, ο κυριότερος εχθρός της Γερμανίας (κυρίως εξαιτίας της ανάπτυξης του γερμανικού ναυτικού στόλου) έσπευσε να διευθετήσει τις αποικιακές διαφορές της με τη Γαλλία και τη Ρωσία, προκειμένου να συμμαχήσει μαζί τους και να αναχαιτίσει την γερμανική επιρροή. Η θέση της Γαλλίας απειλούταν, επίσης, σημαντικά από τη Γερμανική Αυτοκρατορία, αφού βρισκόταν υπό αμφισβήτηση, για ακόμα μία φορά, η δύναμή της.

Ο Γουλιέλμος, όσον αφορά τις σχέσεις του με τη Ρωσία, δεν ανανέωσε τη Συνθήκη Αμοιβαίας Ουδετερότητας μεταξύ των δύο κρατών, που έληγε το 1890, ανοίγοντας, έτσι, ένα παράθυρο ευκαιρίας για την προσέγγιση Γαλλίας- Ρωσίας. Επιπλέον, η υποστήριξη της Αυστροουγγαρίας σε διμερή ζητήματα, που αφορούσαν την ίδια με την Ρωσία, δυσχέραναν ακόμα περισσότερο τις σχέσεις Γερμανίας- Ρωσίας. Οι σχέσεις με τη Γαλλία εντάθηκαν, κυρίως, κατά τη μαροκινή κρίση του 1905. Κατά αυτόν τον τρόπο, οι Μεγάλες Δυνάμεις συμμάχησαν και σύναψαν την Τριπλή Συνεννόηση, το 1907, προκειμένου να περιορίσουν τη γερμανική δύναμη. Αναφορικά με τις συμμαχίες της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, εκείνη την περίοδο, η ίδια είχε καλές σχέσεις με την Αυστροουγγαρία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Ο Γουλιέλμος Β’ «διαταρράσει» τις ευρωπαϊκές ισορροπίες. Πηγή Εικόνας: Wikimedia Commons / Δημιουργός και Δικαιώματα Χρήσης: John Tenniel / Punch.

Καταφαίνεται, έτσι, πως οι αποικιοκρατικές και επεκτατικές τάσεις του Γουλιέλμου Β΄, καθώς και η εμμονή του για ανάπτυξη του ναυτικού στόλου, προκαλώντας έτσι τη Βρετανία, τον οδήγησαν στην απομόνωση και σε μία εχθρική περικύκλωση, από τις άλλες Μεγάλες Δυνάμεις. Συνεπώς, με τις ενέργειές του, ο Γουλιέλμος είχε καταστρέψει τον διπλωματικό χειρισμό του Μπίσμαρκ, ακολουθώντας μία επιθετική εξωτερική πολιτική με μόνο σύμμαχο την Αυστροουγγαρία. Σημαντικό είναι, τέλος, να αναφερθεί η αποσταθεροποίηση του διεθνούς συστήματος που προκλήθηκε από τις επιλογές του Γουλιέλμου, και η πτώση της ειρήνης παγκοσμίως, με αποκορύφωμα το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Συμπερασματικά, συγκρίνοντας τις δύο πολιτικές, παρατηρούμε ότι ο Μπίσμαρκ ακολούθησε τη Realpolitik, μία φιλειρηνική και εξισορροπητική πολιτική, χωρίς να απειλήσει και να αμφισβητήσει άμεσα τις άλλες Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής και χωρίς στόχο να καταδείξει τη Γερμανία σε ηγεμόνα του διεθνούς συστήματος. Ο ίδιος ενδιαφέρθηκε για την ασφάλεια της αυτοκρατορίας και τη διατήρηση του status quo. Η Γερμανία του Μπίσμαρκ λειτούργησε ως διεθνής εξισορροπητής, εξασφαλίζοντας την ειρήνη και την σταθερότητα, στην παγκόσμια «σκακιέρα». Από την άλλη, ο Γουλιέλμος ακολούθησε ιμπεριαλιστικές και μιλιταριστικές τάσεις, με την Weltpolitik, και επιδίωξε την αναθεώρηση της ισορροπίας δυνάμεων. Όπως είναι φυσικό, η συνεχής αύξηση της γερμανικής ισχύος και η επιθετική συμπεριφορά του Αυτοκράτορα προκάλεσαν διλλήματα ασφαλείας στα υπόλοιπα κράτη, τα οποία έσπευσαν να αποκτήσουν κι εκείνα ισχύ και να σχηματίσουν εξισορροπητικούς συνασπισμούς (π.χ Τριπλή Συνεννόηση). Η πολιτική του Γουλιέλμου απομόνωσε τη Γερμανία και την έθεσε στο επίκεντρο αντιδράσεων και επιθετικών συμπεριφορών.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • How Kaiser Wilhelm II Changed Europe Forever, Imperial War Museum, διαθέσιμο εδώ
  • Το γερμανικό ζήτημα έκρινε το παρελθόν. Θα κρίνει και το μέλλον της Ευρώπης;, Liberal, διαθέσιμο εδώ
  • Λόγος του Προέδρου κ. Ντόναλντ Τουσκ στην εκδήλωση Die Europa-Rede, στο Βερολίνο, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, διαθέσιμο εδώ
  • Buying Sovereignty: German “Weltpolitik” and Private Enterprise, 1884–1914, Cambridge University Press, διαθέσιμο εδώ
  • Ι.Σ. Κολιόπουλος, Νεώτερη Ευρωπαϊκή Ιστορία (Εκδόσεις Βάνιας)
  • Π. Τσακαλογιάννης, Σύγχρονη Ευρωπαϊκή Ιστορία, Α’ & Β’ Τόμος (Εκδόσεις Εστία)
  • Κ. Ράπτης, Γενική Ιστορία της Ευρώπης, Τόμος Β’ (Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο)
  • S. Bernstein & P. Milza, Ιστορία της Ευρώπης, Τόμος Β’ (Εκδόσεις Αλεξάνδρεια)
  • Π. Ήφαιστος, Διπλωματία και στρατηγική των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων (Εκδόσεις Ποιότητα)

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ελένη Μουλή
Ελένη Μουλή
Γεννήθηκε το 2002 και ζει στην Αθήνα. Είναι φοιτήτρια στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Την ενδιαφέρουν τα διεθνή ζητήματα και οι παγκόσμιες εξελίξεις και έχει παρακολουθήσει διάφορα σεμινάρια και διαλέξεις σχετικά με αυτά. Παράλληλα, δουλεύει ως δασκάλα σε ένα κέντρο μελέτης και διδασκαλίας ξένων γλωσσών σε παιδάκια δημοτικού και γυμνασίου. Γνωρίζει αγγλικά και γαλλικά. Στον ελεύθερό της χρόνο, της αρέσει να διαβάζει λογοτεχνικά βιβλία, να πηγαίνει εκδρομές και να περνά χρόνο με τους φίλους της.