17.2 C
Athens
Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΠώς μαθαίνουμε να λέμε αντίο;

Πώς μαθαίνουμε να λέμε αντίο;


Της Κατερίνας Σφυράκη,

Σίγουρα, κάπου έχω ξαναγράψει το γνωστό μα καθόλου τετριμμένο «Κάθε αρχή και δύσκολη, μα το τέλος είναι πάντα δυσκολότερο». Κι είναι πράγματι τόσο «βαθιά» αληθινή αυτή φράση, τόσο έντονα συνδεδεμένη με περισσότερο ή λιγότερο σημαντικές στιγμές της ζωής κάθε ανθρώπου. Μια μετεγκατάσταση σε νέο σπίτι, σε άλλη πόλη ή και χώρα, μια νέα δουλειά, σπουδές ή εθελοντισμός, ερωτικές σχέσεις ή φιλίες χρόνων, όλες αποτελούν αναμφίβολα συνθήκη στην οποία δυσκολεύεσαι να πεις «αντίο».

Κάθε νέα αρχή ενέχει σίγουρα έναν μεγάλο βαθμό δυσκολίας· απαιτεί προσαρμογή, αισιοδοξία και «καθαρό» μυαλό, προκειμένου να μπορέσει το άτομο να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της νέας καθημερινότητας. Σκοπός είναι πάντοτε να πραγματοποιηθεί η μετάβαση όσο το δυνατόν ευκολότερα, χωρίς να νιώσει το άτομο την άφιξη των νέων καταστάσεων ως «εισβολή» στον προσωπικό του χώρο, αλλά και στις συνήθειες που το κάνουν να «αφουγκράζεται» την ασφάλεια και την ηρεμία που χρειάζεται. Ωστόσο, κάθε νέα συνθήκη φέρει μαζί της και τους δικούς της ρυθμούς, οπότε και απαιτείται μια αμοιβαία αναπροσαρμογή που θα αφήνει τον απαραίτητο χώρο και χρόνο ελευθερίας και στις δύο πλευρές. Σταδιακά, λοιπόν, όλη αυτή η νέα πραγματικότητα αποκτά έναν δικό της μοναδικό ρυθμό, ο οποίος προκύπτει από την ένωση των αναγκών όλων των συμμετεχόντων/ουσών σε μια οποιαδήποτε σχέση ή τουλάχιστον αυτό είναι το ιδανικό σενάριο.

Με τον τρόπο αυτό, ο νέος ρυθμός, που είναι ενδεχομένως ο ρυθμός μιας «καλής ρουτίνας», προσδίδει στο άτομο ασφάλεια, σιγουριά και σταθερότητα. Μια αίσθηση ότι, αν όχι όλα, πολλά πράγματα «κουμπώνουν» κι έτσι, η ζωή «εκτυλίσσεται», αναπτύσσοντας δεσμούς και σχέσεις λιγότερο ή περισσότερο σταθερές, με λιγότερη ή περισσότερη οικειότητα, δέσιμο και νοιάξιμο.

Τι συμβαίνει, ωστόσο, όταν φτάνει η στιγμή γι’ αυτό το έρμο «αντίο», για τη στιγμή του αποχαιρετισμού που τελικά, για όποιον λόγο κι αν προκύπτει, οποιαδήποτε χρονική στιγμή κι αν κληθείς να την αντιμετωπίσεις, όσο προετοιμασμένος/η κι αν είσαι, θυμίζει συνήθως την αίσθηση ενός δίκοπου μαχαιριού; Όση χαρά, περηφάνια κι ενθουσιασμό μπορεί να σε «γεμίζει» η απόφαση ενός ανθρώπου να «ανοίξει τα φτερά του», να προβεί σε μια νέα αρχή, να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του διαφορετικού και του αγνώστου, δε μπορεί αν μη τι άλλο να μην σου θυμίσει και τη δική σας αρχή στην τότε γνωριμία σας, να σε «γεμίσει» συγκίνηση μα και αγωνία γι’ αυτό το μέλλον που πια δεν θα «χαράσσεται» με τον τρόπο που «χαρασσόταν» πριν. Ενδόμυχα σκέφτεσαι ότι το άλλο άτομο κάνει τα βήματα που ίσως, να ήθελες κι εσύ να κάνεις κι ενδεχομένως δεν πρόλαβες ή δεν μπόρεσες να βρεις ακόμη τις κατάλληλες συνθήκες, ώστε να το πετύχεις.

Πηγή Εικόνας και Δικαιώματα χρήσης: t4.ftcdn.net

Δεν πρόκειται για εγωισμό, ούτε για ζήλεια, αλλά για έναν κρυφό ενδόμυχο φόβο για το πώς θα κυλούν τα πράγματα από εδώ κι εμπρός, για το πώς αποχωρίζεσαι ένα άτομο κι ένα «κομμάτι» της καθημερινότητας που μπορεί τότε να ξεμύτισε ακόμη κι απ’ το πουθενά, μα τώρα έχει μετουσιωθεί σε ένα αναπόσπαστο «κομμάτι» της καθημερινότητας. Τα συναισθήματα είναι αμφίθυμα όχι από κακία ή έλλειψη κατανόησης, από εγωκεντρισμό ή την αίσθηση ότι όλα γυρνούν γύρω από τον δικό μας άξονα, αλλά από αγάπη. Αυτή την αγάπη που κάνει το άγχος να «γιγαντώνεται» και τα δάκρυα να κυλούν στα μάγουλα ολοένα και πιο γρήγορα, τις αγκαλιές να σμίγουν δυνατότερα και πιο σφιχτά μήπως και καταφέρουν να κλείσουν μέσα τους όλο αυτό το πηγαίο ενδιαφέρον για το αν θα πάνε όλα καλά.

Είναι αυτή η στιγμή του αποχαιρετισμού που εύχεσαι το «αντίο» να ήταν στη πραγματικότητα «εις το επανιδείν» και τελικά, όσες φορές κι αν τη βιώσεις, δεν μπορείς ποτέ να τη συνηθίσεις. Πάντα ένα «γλυκόπικρο» αίσθημα «σχίζει» την καρδιά σου με τρόπο που ακόμη κι αν τον βιώνουν παρόμοια κι οι δύο πλευρές, ποτέ δεν αφήνει μέσα σου μόνο την αίσθηση της χαράς, καθώς δεν υπάρχει η αίσθηση της πληρότητας. Όσο συχνά κι αν συμβαίνει, ίσως, να μην μπορούμε ποτέ πραγματικά να πούμε με ευκολία «αντίο».


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κατερίνα Σφυράκη
Κατερίνα Σφυράκη
Ζει στον Βόλο και σπουδάζει στο τμήμα Γλωσσικών και Διαπολιτισμικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Μεγάλωσε στο Κιλκίς, έχοντας καταγωγή από τον Πόντο και την Κρήτη. Αγαπά τον χορό, την γραφή και τα ταξίδια. Γνωρίζει Αγγλικά και Γερμανικά.